Στο ίδιο κάδρο ενδοσυμμαχικών αναμοχλεύσεων και ενδοϊμπεριαλιστικών αντιπαραθέσεων, η Τουρκία δηλώνει «έτοιμη» να «βοηθήσει», για τα δικά της συμφέροντα, τη λεγόμενη «αποχώρηση» των ΗΠΑ από τη Βόρεια Συρία, μολονότι οι τελευταίες εξακολουθούν να φεύγουν ...μένοντας, ενώ επιβάλλουν ως ντε φάκτο «παρονομαστή» στο κλάσμα σύνθετης εξίσωσης τους Κούρδους των δυνάμεων YPG και SDF, παρόλο που προβάλλουν σαν «κόκκινο πανί» για την Αγκυρα που τις θεωρεί «τρομοκρατικές». Βλέπουμε δηλαδή να αναδιατάσσονται δυνάμεις που πρωτοστάτησαν στην αλλαγή κυβέρνησης στη Συρία, εξοπλίζοντας και ανδρώνοντας κάθε λογής εγκληματίες δήθεν αντιπολίτευση.
Η «κομβική» επίσκεψη του Αμερικανού συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας, Τζον Μπόλτον, στις αρχές της βδομάδας σε Ισραήλ και Τουρκία ανέδειξε τις αντιθέσεις και επιβεβαίωσε την επιλογή των ΗΠΑ να συνεχίσουν τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις τους στην περιοχή με διάφορους τρόπους και με συνδυασμούς παραγόντων ή συμμαχικών σχημάτων. Η «προειδοποίηση» του Μπόλτον ότι οι ΗΠΑ δεν θα «αποχωρήσουν» από τη Συρία μέχρι η τουρκική κυβέρνηση να εγγυηθεί ότι θα πολεμήσει το «Ισλαμικό Κράτος» και όχι τους Κούρδους ήταν χαρακτηριστική. «Ο Πρόεδρος Τραμπ έχει αποσαφηνίσει ότι δεν θα επιτρέψει στην Τουρκία να σκοτώσει Κούρδους. Αυτούς που πολέμησαν στο πλευρό μας!», τόνισε, ξεκαθαρίζοντας ότι οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν τουλάχιστον την (παράνομη...) στρατιωτική τους βάση Αλ Τανφ στη νότια Συρία ώστε «200» Αμερικανοί στρατιωτικοί να δρουν «ενάντια στις δραστηριότητες» του Ιράν και της «Χεζμπολάχ».
Οι δηλώσεις Μπόλτον προκάλεσαν την έντονη αντίδραση του Τούρκου Προέδρου, Ρ. Τ. Ερντογάν, και εμπόδισαν τη μεταξύ τους συνάντηση. Το ρόλο αυτό ανέλαβε ο εκπρόσωπος Τύπου της τουρκικής Προεδρίας, Ιμπραχίμ Καλίν, συναντώντας την Τρίτη, εκτός από τον Μπόλτον, τον νέο εκπρόσωπο των ΗΠΑ στη «διεθνή συμμαχία κατά του Ισλαμικού Κράτους», «ειδικό απεσταλμένο» στη Συρία, Τζέιμς Τζέφρι, και τον Αμερικανό επιτελάρχη Τζόζεφ Ντάνφορντ. Ο Καλίν έβαλε στο τραπέζι τους ακόλουθους όρους της Τουρκίας αποσαφηνίζοντας την επιθυμία της να βάλει μπρος την τρίτη (κατά σειρά) χερσαία επέμβαση στο συριακό έδαφος, και δη στο Μανμπίτζ, πάλι κατά των Κούρδων της Συρίας, που θεωρούνται από τους Αμερικανούς «οι καλύτεροι» και «πιο αξιόπιστοι» σύμμαχοι: α) Να παραδώσουν οι ΗΠΑ 16 από τις στρατιωτικές βάσεις τους στη βόρεια Συρία, β) να πάρουν πίσω τα όπλα που έδωσαν στους Κούρδους των δυνάμεων YPG, γ) να τελειώσουν τις σχέσεις μαζί τους, δ) να συναινέσουν στα σχέδια για τη δημιουργία «σταθεροποιητικής» ένοπλης δύναμης που θα απαρτίζεται «από διάφορα τμήματα» της συριακής κοινωνίας.
Το ίδιο διάστημα, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, ξεκίνησε πολυήμερη περιοδεία σε εννιά χώρες της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, καθησυχάζοντας συμμάχους και εταίρους για τη σταθερή «υποστήριξη της Αμερικής» στην περιοχή. Σε σημαντική ομιλία που εκφώνησε το βράδυ της Πέμπτης στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο του Καΐρου, με τίτλο «Μία Δύναμη για το Καλό: Ο αναζωογονημένος ρόλος της Αμερικής στη Μέση Ανατολή», ο Πομπέο περιέγραψε τους βασικούς στόχους της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή, επικρίνοντας έντονα τις γεωπολιτικές επιδιώξεις και πολιτικές του πρώην Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα. «Τα αμερικανικά στρατεύματα επιστρέφουν στην πατρίδα από τη Συρία αλλά δεν πρόκειται για αλλαγή πολιτικής. Παραμένουμε αφοσιωμένοι στην πλήρη διάλυση του ISIS και στο συνεχιζόμενο αγώνα για την εξάλειψη της ριζοσπαστικής ισλαμικής τρομοκρατίας. Περιμένουμε από τους συμμάχους μας να κάνουν περισσότερα για να πάμε μπροστά...», διεμήνυσε.
Βάζοντας στο στόχαστρο το Ιράν και τη λιβανέζικη σιιτική οργάνωση «Χεζμπολάχ», ο Πομπέο διαβεβαίωσε πως σε αντίθεση με την προηγούμενη κυβέρνηση, οι ΗΠΑ σήμερα θα στηρίξουν τους συμμάχους τους, τονίζοντας: «Η προθυμία μας να απευθυνθούμε μόνο στους μουσουλμάνους, αντί σε χώρες, αγνόησε την ποικιλομορφία της Μέσης Ανατολής, ξέφτισε παλιούς δεσμούς και υπονόμευσε την ιδέα του έθνους - κράτους, τον θεμέλιο λίθο της διεθνούς σταθερότητας. Η επιθυμία μας για ειρήνη, με κάθε κόστος, μας έκανε να κλείσουμε συμφωνία με το Ιράν, τον κοινό μας εχθρό (...) Τι μάθαμε σήμερα; Οτι όταν η Αμερική υποχωρεί, το χάος συχνά ακολουθεί. Οταν παραμελούμε φίλους, ενισχύεται η πικρία».
Περιγράφοντας τη βασική πολιτική των ΗΠΑ ο Πομπέο ξεκαθάρισε:
Οι σχεδιασμοί αυτοί προκαλούν το ενδιαφέρον και ιμπεριαλιστικών χωρών της ΕΕ, με πρώτες τη Γαλλία, τη Γερμανία και τη Βρετανία, που διατηρούν χαμηλούς τόνους σε ό,τι αφορά τη δική τους συμμετοχή σε συγκρούσεις στο συριακό έδαφος (με ειδικές δυνάμεις, «στρατιωτικούς εκπαιδευτές» κ.λπ.). Ωστόσο, δεν κρύβουν πως θέλουν «πρώτους ρόλους» στο παζάρι που θα αρχίσει τις επόμενες βδομάδες και μήνες στη Γενεύη της Ελβετίας για την εξεύρεση «πολιτικής λύσης», την αλλαγή του συριακού Συντάγματος και τη δρομολόγηση της «επόμενης μέρας» μπροστά στην πίτα των εκατοντάδων δισ. δολαρίων που θα φέρει η μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Συρίας. Τα σχέδια αυτά βεβαίως προκαλούν ταυτόχρονα και το ενδιαφέρον των ΗΠΑ, με μέρος του πολιτικο-οικονομικού κατεστημένου να προτείνει «συμφωνία με τη Ρωσία» για τον τερματισμό της σύγκρουσης ώστε να αποφευχθεί μία χειρότερη σύγκρουση, όπως ισχυρίζονται, στο μέλλον από μία πιθανή ενδυνάμωση της γεωπολιτικής επιρροής της Τουρκίας και του Ιράν στην περιοχή. Η πρόταση αυτή διατυπώθηκε πριν από λίγες μέρες σε άρθρο των Hera και Goldenberg στο αμερικανικό περιοδικό διπλωματίας «Foreign Affairs». «Το καλύτερο για τις ΗΠΑ είναι από όλες τις λύσεις να ενθαρρύνουν πολιτική συμφωνία μεταξύ Ασαντ, SDF, Ιράν, Ρωσίας και Τουρκίας... Ομως, από όλους αυτούς η Ρωσία απομένει ως η καλύτερη λύση», τονίζουν οι αρθρογράφοι.
Αυτό που επιβεβαιώνεται είναι ότι παραμένει αμείωτος ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός για τη μοιρασιά σφαιρών επιρροής, φυσικών πόρων, αγωγών Ενέργειας και αγορών στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου. Ολα δείχνουν ότι αυτή η μοιρασιά μπαίνει σε νέα φάση, το ίδιο επικίνδυνη τόσο για το συριακό λαό όσο και για τους υπόλοιπους λαούς της περιοχής. Σε αυτούς περιλαμβάνεται και ο ελληνικός λαός που και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ (συνεχίζοντας το έργο των προηγούμενων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ) εμπλέκει στα νέα μακελειά που ετοιμάζουν οι αστικές τάξεις για τα συμφέροντά τους.