ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 15 Σεπτέμβρη 1996
Σελ. /48
ΔΙΕΘΝΗ
ΙΤΑΛΙΑ
Τα λαϊκά στρώματα σύρονται στη φτώχεια

Τα κέρδη του μεγάλου κεφαλαίου πολλαπλασιάζονται

Στην Ιταλία, οι άνεργοι είναι πλέον περισσότεροι από 3 εκατομμύρια, το 12,3% περίπου. Στον ιταλικό νότο είναι περισσότεροι από 50% οι νέοι κάτω των 25 ετών που δεν είχαν ποτέ μια εργασία. Οι άνεργες γυναίκες στο Νότο είναι περισσότερες από το 30%. Η συνολική ανεργία, στο Νότο, αγγίζει το 23%. Το κράτος στο Νότο είναι απόν και τη θέση του έχει καταλάβει η μαφία, η Καμόρα, όλο εκείνο το εγκληματικό δυναμικό που, "επιστρατεύοντας" στις γραμμές του χιλιάδες νέους των κατώτερων κοινωνικών και οικονομικών τάξεων και δωρίζοντας στα φτωχά στρώματα ένα κατώτατο μέρος του δικού του πλούτου, εμφανίζεται σε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού ως μοναδικό σημείο αναφοράς, σε αντιπαράθεση με τον ιταλικό νόμο και το κράτος.

Στο δρόμο της εξαθλίωσης

Το πιο αξιόπιστο ιταλικό ινστιτούτο στατιστικής (ISTAT) αποκάλυψε τον περασμένο Ιούλη ότι στην Ιταλία η φτώχεια αφορά πλέον μεγάλες μάζες του πληθυσμού. Οι Ιταλοί που είναι κάτω από το όριο επιβίωσης (δηλαδή που εισπράττουν μόνο 1 εκατομμύριο λιρέτες το μήνα - περίπου 160.000 δρχ.) είναι πλέον περισσότεροι από 7 εκατομμύρια, δηλαδή το 11,2% του συνολικού πληθυσμού, ενώ παράλληλα οι οικογένειες που είναι πια στα όρια της φτώχειας είναι 2.128.000. Στα τέλη του 1995 άλλες 90.000 οικογένειες εισήχθησαν στην κατάσταση της φτώχειας.

Η αγοραστική δύναμη των οικογενειών, των εργαζομένων, έχει καταρρεύσει: το ίδιο ινστιτούτο INSTAT αποκάλυψε ότι η κατανάλωση ειδών διατροφής το 1980 ήταν στο 31,6% των γενικότερων εξόδων των ιταλικών οικογενειών και ότι το 1995 τα ίδια έξοδα έπεσαν στο 21,6%, περίπου 10% λιγότερο. Συγχρόνως, τα έξοδα για το σπίτι το 1980 αντιπροσώπευαν το 14,9% των συνολικών οικογενειακών δαπανών και το 1995 τα ίδια έξοδα ανέβηκαν στο 24,8%, περίπου 10% περισσότερο. Και αυτό σημαίνει ότι οι ιταλικές οικογένειες αναγκάστηκαν να περικόψουν τα έξοδα για τη διατροφή τους για να πληρώσουν τα ενοίκια ή τα τραπεζικά δάνεια που διαρκώς αυξάνονται.

Την ίδια στιγμή, έπεσαν σημαντικά οι αγορές αυτοκινήτων, οικιακών ηλεκτρικών συσκευών, ειδών ένδυσης, ενώ οι νέες εμπορικές προσφορές του κεφαλαίου για να τονώσουν την αγορά (κομπιούτερ, κινητά τηλέφωνα, προϊόντα προηγμένης τεχνολογίας) παρέμειναν απούλητες στα ράφια των καταστημάτων.

Ο κάθε εργάτης έχασε, μόνο μέσα στο 1995, (μέσω της μισθολογικής συμπίεσης και μέσω της κατάργησης του μηχανισμού που ρύθμιζε τους μισθούς σε σύγκριση με τον πληθωρισμό) 980.000 λιρέτες και εδώ και 10 χρόνια ο μισθός βρίσκεται σε συνεχή μείωση. Ο εργατικός μισθός, ο οποίος το 1996 κυμάνθηκε γύρω στο 1.000.000 λιρέτες, υπενθύμισε ότι όποιος ζει με 1.000.000 λιρέτες το μήνα θεωρείται ότι αγγίζει τα όρια της φτώχειας.

Και ενώ η εργατική μισθολογική δυναμική των τελευταίων δέκα χρόνων οδήγησε τον κάθε εργάτη να χάσει περίπου 10 εκατομμύρια λιρέτες, τα κέρδη του κεφαλαίου αυξήθηκαν, μόνο τα τελευταία 5 χρόνια, περισσότερο από 20%.

Τα στοιχεία τα σχετικά με τις φετινές καλοκαιρινές διακοπές των Ιταλών είναι ενδεικτικά: 27 εκατομμύρια Ιταλοί δεν μπόρεσαν να κάνουν διακοπές ούτε για μία μέρα και πέρασαν τις άδειές τους στα σπίτια τους. Το 65% του συνολικού πληθυσμού του Νότου δεν είχε τη δυνατότητα να ξοδέψει για τις διακοπές του '96 ούτε μία λιρέτα και η συντριπτική πλειοψηφία αυτών που κατάφεραν να πάνε διακοπές ξόδεψε συνολικά 15% λιγότερα από τον περασμένο χρόνο.

Η κυβέρνηση στην υπηρεσία του κεφαλαίου

Οι εργαζόμενοι στη μεταλλομηχανική, που είναι ο θεμέλιος λίθος της βιομηχανικής παραγωγής, έπρεπε, επιπλέον, να έχουν την καινούρια σύμβαση εργασίας: οι συνδικαλιστικές δυνάμεις ζήτησαν για τους μεταλλομηχανικούς μια μεικτή αύξηση 262.000 λιρετών, ένα ποσό που αντιπροσωπεύει μόνο την ανάκτηση των χαμένων χρημάτων από την άνοδο του πληθωρισμού των τελευταίων τεσσάρων ετών. Ωστόσο, παρά τη διαρκή αυτή απαίτηση, η Βιομηχανική Ομοσπονδία (η οργάνωση του μεγάλου κεφαλαίου) έδωσε, ήδη, αρνητική απάντηση.

Το μοναδικό θετικό στοιχείο της ιταλικής οικονομίας είναι η κάμψη του πληθωρισμού, που έπεσε στο 3,3%. Η ιταλική κυβέρνηση, υπό τον Ρομάνο Πρόντι, εκτιμά ως στοιχείο ιδιαίτερα θετικό αυτή την πτώση του πληθωρισμού. Στην ουσία θα έπρεπε κανείς να πει ότι ο πληθωρισμός κάμφθηκε μόνο επειδή σημειώθηκε μια γενική πτώση των αγορών, εξαιτίας των χαμηλών μισθών και της γενικής "πτώχευσης" των ιταλικών μαζών.

Εχοντας ως δεδομένο αυτό το δραματικό κοινωνικό πλαίσιο, πώς κινείται η νέα κυβέρνηση της κεντρο-αριστεράς υπό την ηγεσία του Πρόντι, η οποία αποτελείται από το PDS του Ντ' Αλέμα, από τους Πράσινους, το Λαϊκό Κόμμα, από άλλες μικρές δυνάμεις, λαϊκές και κεντρώες, και η οποία υποστηρίζεται στο Κοινοβούλιο από την Κομμουνιστική Επανίδρυση;

Είναι πλέον περίπου 100 ημέρες που η κυβέρνηση του Πρόντι διοικεί την Ιταλία και σίγουρα δεν μπορεί να ειπωθεί ότι αυτή η κυβέρνηση έχει εισάγει σε ένα δρόμο αλλαγής, ούτε ότι έχει εκφράσει μια πολιτική συνδεδεμένη με τα λαϊκά και εργατικά συμφέροντα.

Μέχρι αυτή τη στιγμή ο Πρόντι δεν έχει προτείνει πολιτικές ξεκάθαρα αντεργατικές, αλλά οι στόχοι που ο Πρόντι προτίθεται να εισάγει από το φθινόπωρο δεν είναι καθόλου καθησυχαστικοί. Η κυβέρνηση της "Ελιάς" (η κεντρο-αριστερή συμμαχία που κέρδισε τη Δεξιά την 21η του περασμένου Απρίλη) στοχεύει σε ένα πλατύ πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης των μεγάλων δημοσίων υπηρεσιών: της ΕΝΕL (η εθνική υπηρεσία δημόσιας ενέργειας), της STET (η μεγάλη εθνική υπηρεσία τηλεπικοινωνιών), μέρη του Συστήματος Δημόσιας Υγείας, μεγάλες εθνικές τράπεζες... Με άλλα λόγια, ο Πρόντι θέλει να ακολουθήσει με μεγάλη αποφασιστικότητα το δρόμο του Μάαστριχτ, με όλες τις επίπονες περικοπές στο δημόσιο χρήμα, που ο δρόμος αυτός συνεπάγεται. Το μήνα Οκτώβρη, δηλαδή, ο Πρόντι θα πρέπει να παρουσιάσει τη νέα Οικονομική Νομοθεσία, που ήδη εμφανίζεται ως μια νομοθεσία με αντιεργατική "οσμή" και η οποία υποτάσσεται στα κριτήρια και στα οικονομικά μέτρα που τίθενται από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ.

Η Κομμουνιστική Επανίδρυση

Το Κόμμα της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης (το οποίο αν και δε συμμετέχει στην κυβέρνηση, την υποστηρίζει με τις ψήφους του στο Κοινοβούλιο) έχει, παρ' όλα αυτά, ανακοινώσει, ήδη, τη θέση του ενάντια στις εργατικές θυσίες για χάρη του Μάαστριχτ, τη θέση του ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις της STET, της ENEL και του Συστήματος Δημόσιας Υγείας, καθώς και την ξεκάθαρη αντίθεσή του σε μία αντιλαϊκή Οικονομική Νομοθεσία.

Ο γραμματέας της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης, Φάουστο Μπερτινότι, δήλωσε ξεκάθαρα ότι εάν η κυβέρνηση Πρόντι ακολουθήσει μια αντιλαϊκή πολιτική πορεία, οι κομμουνιστές δε θα μπορούν πια να υποστηρίξουν την κυβέρνηση της "Ελιάς". Και χωρίς την υποστήριξη των κομμουνιστών η κυβέρνηση Πρόντι θα έχει ενώπιόν της μόνο δύο επιλογές: ή την παραίτηση (με συνέπεια τη διενέργεια πρόωρων εκλογών) ή την αναζήτηση των ψήφων των δεξιών δυνάμεων. Στις 24 Αυγούστου η ιταλική πολιτική έζησε μια ξαφνική αλλαγή της κατάστασης: ο πρόεδρος της Φίατ, ο Ρομίνι, δήλωσε δημόσια ότι η περισταλτική πολιτική που προκύπτει από τα κριτήρια του Μάαστριχτ είναι ένας σημαντικός παράγοντας στην αύξηση της ανεργίας και ότι συνεπώς "θα ήταν σωστό να επιβραδυνθεί η κούρσα της Ιταλίας προς τη συνθήκη της Ενωμένης Ευρώπης".

Είναι ξεκάθαρο ότι ο Ρομίνι δεν έχει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης βαθιά μέσα στην καρδιά του αλλά το δικό του πρόβλημα, το πρόβλημα όλου του μεγάλου κεφαλαίου, το οποίο παρουσιάζεται από το γεγονός ότι το φαινόμενο της αύξησης της ανεργίας των μαζών εμποδίζει πια την προσέγγιση των μαζών στην αγορά, οδηγώντας το ίδιο το μεγάλο κεφάλαιο σε μια τεράστια κρίση υπερπαραγωγής. Η μιζέρια εξαπλώνεται στις μάζες, τα είδη δεν πωλούνται και το καπιταλιστικό σύστημα, όχι μόνο στην Ιταλία αλλά και σε όλη τη Δύση, κλυδωνίζεται. Από την κρίση του '29 το κεφάλαιο κατάφερε να εξέλθει χρησιμοποιώντας έναν ελιγμό, μία συμφωνία που, αυξάνοντας τους έμμεσους και άμεσους μισθούς των εργαζομένων, επανακατεύθηνε τις μάζες προς την αγορά και προς την κατανάλωση των ειδών.

Ομως, σήμερα, καμία τέτοια συμφωνία δε διαγράφεται στον ορίζοντα, ανάμεσα στο κεφάλαιο και στους εργάτες, αλλά αντίθετα το μεγάλο κεφάλαιο, τόσο στην Ιταλία όσο και σε όλη την Ευρώπη, μοιάζει να θέλει να ακολουθήσει τη δική του σκληρά φιλελεύθερη πολιτική.

Ολα αυτά δημιουργούν τεράστιες αντιθέσεις σε όλες τις χώρες της καπιταλιστικής Δύσης, αντιθέσεις που μόνο οι μάχες των εργαζομένων (ενωτικές, είτε στη βάση κάθε εθνικού μετώπου είτε στη βάση ενός μοναδικού διεθνούς και υπερεθνικού μετώπου) μπορούν να λύσουν.

Φόσκο ΤΖΑΝΙΝΙ

ΑΥΣΤΡΙΑ
Χαμηλό το κύρος του κυβερνητικού συνασπισμού

Πολλά τα προβλήματα που βγαίνουν στην επιφάνεια με αφορμή τις σχέσεις με Ευρωπαϊκή Ενωση και ειδικά με τη Γερμανία

Ολο και περισσότερες δυσκολίες έχει να αντιμετωπίσει ο σημερινός κυβερνητικός συνασπισμός στην Αυστρία, αφού σε ένα περίπου μήνα διεξάγονται οι πρώτες εκλογές για την ανάδειξη Αυστριακών βουλευτών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, δυο πάρα πολύ καυτά θέματα πρόκειται να διαδραματίσουν ένα κυρίαρχο ρόλο: Η ουδετερότητα της Αυστρίας και το συνεχιζόμενο "ξεπούλημα" της αυστριακής οικονομίας σε Γερμανούς μεγαλοεπιχειρηματίες, οι οποίοι καταβροχθίζουν τη μια μετά την άλλη επιχείρηση και φάμπρικα της Δημοκρατίας των Αλπεων.

Πάντως, έτσι όπως είναι σήμερα διαμορφωμένες οι διαθέσεις των εργαζομένων της χώρας, τίποτα το θετικό δεν προοιωνίζονται για τον κυβερνητικό συνασπισμό, ο οποίος συναποτελείται από τα δυο μεγαλύτερα κόμματα, το Σοσιαλιστικό και το δεξιό Λαϊκό Κόμμα, που ήταν υπέρ της ένταξης της Αυστρίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Κατά την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση, το 66% των ερωτηθέντων δε συμφωνεί με την πολιτική που ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση σχετικά με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Η διαπίστωση αυτή έχει πρώτα και κύρια σχέση με το καυτό ζήτημα της ουδετερότητας της Αυστρίας, γύρω από την οποία οι συζητήσεις έχουν για τα καλά ανάψει... Ηδη, πριν μερικούς ακόμα μήνες, το αυστριακό Λαϊκό Κόμμα είχε κάνει ένα δοκιμαστικό γκάλοπ, με στόχο να διερευνηθούν οι διαθέσεις των πολιτών σχετικά με μια σταδιακή κατάργηση της ουδετερότητας της χώρας. Τότε, τα τρία τέταρτα των ερωτηθέντων είχαν ταχθεί υπέρ της διατήρησής της.Ολα δείχνουν λοιπόν ότι στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα οι συζητήσεις για την ουδετερότητα θα οξυνθούν στο έπακρο, κάτι που επιβεβαιώνεται ιδιαίτερα από ένα ντοκουμέντο - τέλεξ, που έπεσε στα χέρια της γερμανικής εφημερίδας "Νόιες Ντόιτσλαντ". Το κείμενο αυτό προέρχεται από τον υφυπουργό Εξωτερικών της Βόννης, Χανς - Φρίντριχ φον ντερ Πλετζ, και όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζεται, θα ήταν δυνατόν να ενισχύσει πάρα πολύ τις θέσεις των αντιπάλων της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Στο "εμπιστευτικό" αυτό κείμενο εμπεριέχεται συμπυκνωμένα η αυστριακή θέση απέναντι σε μια πάρα πέρα οικοδόμηση της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (GASP) της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Από το ντοκουμέντο αυτό συμπεραίνεται ότι οι Αυστριακοί διαπραγματευτές στις Βρυξέλλες, χωρίς καν να ενημερώσουν την αυστριακή κοινή γνώμη, έχουν κάνει μια στροφή 180 μοιρών: Πριν ακόμα τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος για την ένταξη της Αυστρίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση στις 12 του Ιούνη 1994, πρόβαλλε συστηματικά το επιχείρημα ότι για την αυστριακή ουδετερότητα, λόγω της ύπαρξης του δικαιώματος του "βέτο" που ισχύει στα διάφορα όργανα της ΕΕ, δε θα είναι δυνατόν να συμβεί τίποτα το αρνητικό. Ομως, στο ντοκουμέντο αυτό η υπόθεση αυτή διατυπώνεται αλλιώς: Εδώ, η Αυστρία σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν την Πολιτική Ασφάλειας και το στρατιωτικό της βραχίονα, τη Δυτικοευρωπαϊκή Ενωση, θα έχει ανάγκη από μια "ειδική πλειοψηφία".

Πάντως το ντοκουμέντο αυτό για τον Αυστριακό ευρωβουλευτή των Πρασίνων, Γιοχάνες Βόγκενχούμπερ, εμπεριέχει "πολιτικό εκρηκτικό υλικό... Ηδη, έχουμε αντιπαρατεθεί με το υπουργείο Εξωτερικών στη βάση του κειμένου αυτού και διαπιστώσαμε εκεί μεγάλο εκνευρισμό. Αυτονόητο είναι ότι θα κάνουμε το παν για να επιβεβαιώσουμε την αυθεντικότητα του τέλεξ αυτού και θα το χρησιμοποιήσουμε στον προεκλογικό μας αγώνα...".

Ολα σε γερμανικά χέρια

"Πολύ σύντομα, ολόκληρη η χώρα μας θα βρίσκεται κάτω από ξένη κατοχή", δήλωνε πρόσφατα, πικραμένος, ο Χανς Ζαλμούτερ, ανώτατο συνδικαλιστικό στέλεχος της χώρας, για να προσθέσει στη συνέχεια: "Αυτό για μένα είναι κάτι σαν μαχαίρι στην καρδιά μου". Κύρια αιτία έκρηξης του συνδικαλιστή, αποτέλεσε η αγορά του μεγαλύτερου αυστριακού εμπορικού κέντρου τροφίμων "Μπίλα" από το γνωστό γερμανικό κοντσέρν ΡΕΒΕ, που εδρεύει στην Κολωνία. Την ίδια στιγμή η έγκυρη εφημερίδα της Αυστρίας "Στάνταρτ", προέβλεπε "θερινό ξεπούλημα", στη διάρκεια του οποίου δε θα έχουν απομείνει, παρά μερικά μόνο υπόλοιπα της αυστριακής οικονομίας, τα οποία και αυτά πολύ σύντομα πρόκειται να τα καταβροχθίσουν οι μεγάλες επιχειρήσεις της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.

Μπορεί τα παραπάνω να θεωρηθούν κάπως υπερβολικά. Η αλήθεια, όμως, είναι μία: Η Αυστρία αντιδρά όλο και περισσότερο στην πλημμύρα των Γερμανών μεγαλοκαπιταλιστών. Μερικές μάλιστα ηγετικές πολιτικές προσωπικότητες της χώρας φτάνουν στο σημείο να καλούν σε μποϊκοτάζ των ίδιων των γερμανικών προϊόντων. Ετσι, λοιπόν, οι άμεσες γερμανικές επενδύσεις στην Αυστρία στη διάρκεια του 1996, ξεπέρασαν για πρώτη φορά το γιγάντιο ποσό των 55 δισεκατομμυρίων σίλιγκ.

Σε μποϊκοτάζ καλούν ακόμα και τα αυστριακά συνδικάτα, τα οποία ελέγχονται από τους σοσιαλδημοκράτες. Και όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, εδώ και πολύ καιρό απ' όλες τις μεριές εκφράζεται μια όλο και πιο αυξανόμενη δυσαρέσκεια ενάντια στη συνεχιζόμενη "επιθετικότητα" των Γερμανών επενδυτών, οι οποίοι στην Αυστρία κατά προτίμηση αγοράζουν όπως και κατά προτίμηση πωλούν...

Κι όμως, όλες αυτές οι εκκλήσεις για μποϊκοτάζ και οι διάφορες έντονες διαμαρτυρίες δε δημιούργησαν κανένα πρόβλημα στο βόρειο γείτονα. Αντίθετα, πολύ πρόσφατα, ακολούθησε και μια ακόμα "μαχαιριά στην ήδη σοβαρά πληγωμένη αυστριακή περηφάνια". Η φημισμένη φίρμα επίπλων "Τρόνετ", γνωστή ακόμα από την εποχή του αυτοκράτορα Φραντζ Γιόζεφ, παραχωρήθηκε στον Βερολινέζο μεγιστάνα της βιομηχανίας, Βόλφγκανγκ Μέλινγκχοφ.

Σήμερα, στον "αυστριακό παράδεισο αγοράς", έχουν πια για τα καλά πατήσει πόδι γνωστές μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις, όπως "Τέγκελμαν", "Αλντι", "Νέκερμαν", ΜΑΝ, για να αναφέρουμε μόνο μερικές. Κατά τα άλλα, οι ίδιες διαδικασίες "αποικιοποίησης" παρατηρούνται και στους τομείς των τραπεζών, καθώς και των μαζικών μέσων ενημέρωσης της "ουδέτερης" Αυστρίας.

Νίκος ΗΛΙΑΔΗΣ - ΗΛΙΟΥΔΗΣ

Σε μνημόνιο του υπουργείου Οικονομικών της Βόννης προς την Κομισιόν

Σε μνημόνιο του υπουργείου Οικονομικών της Βόννης προς την Κομισιόν αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι η παραγωγικότητα της ανατολικογερμανικής οικονομίας κυμαίνεται στο μισό περίπου του μέσου όρου της παραγωγικότητας των χωρών - μελών της ΕΕ και είναι στο τελευταίο σκαλοπάτι της σύγκλισης

Ετσι όπως είναι σήμερα διαμορφωμένες οι διαθέσεις των εργαζομένων

Ετσι όπως είναι σήμερα διαμορφωμένες οι διαθέσεις των εργαζομένων της χώρας, τίποτα το θετικό δεν προοιωνίζονται για τον κυβερνητικό Συνασπισμό, ο οποίος συναποτελείται από τα δυο μεγαλύτερα κόμματα, το Σοσιαλιστικό και το δεξιό Λαϊκό Κόμμα, που ήταν υπέρ της ένταξης της Αυστρίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Κατά την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση, το 66% των ερωτηθέντων δε συμφωνεί με την πολιτική που ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση σχετικά με την Ευρωπαϊκή Ενωση

Τα συνεχιζόμενα και διαρκώς εντεινόμενα μέτρα λιτότητας ξεσηκώνουν όλο και περισσότερο τα λαϊκά στρώματα της Ιταλίας

Είναι πλέον περίπου 100 μέρες που η κυβέρνηση του Πρόντι διοικεί την Ιταλία και σίγουρα δεν μπορεί να ειπωθεί ότι αυτή η κυβέρνηση έχει εισάγει σε ένα δρόμο αλλαγής ούτε ότι έχει εκφράσει μια πολιτική συνδεδεμένη με τα λαϊκά και εργατικά συμφέροντα



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ