Μεγάλη η συζήτηση που γίνεται για τα περιβόητα spreads (σπρεντ) των ελληνικών ομολόγων και ο περισσότερος κόσμος αναρωτιέται «τι είναι αυτό το φρούτο», που εισέβαλε στην καθημερινότητά μας.
Δε χρειάζεται να μασάμε, ούτε να νιώθουμε υποχρεωμένοι να ξέρουμε οπωσδήποτε την ακριβή σημασία και πολύ περισσότερο τον τρόπο που λειτουργούν στις χρηματαγορές οι διάφοροι δείκτες αξιολόγησης, όπως ο συγκεκριμένος. Η μεγάλη πλειοψηφία όλων αυτών που κλείνουν σε όλες τις πτώσεις τα περί spreads, είναι απόλυτα βέβαιο ότι την ύπαρξή τους την πρωτοάκουσαν τους τελευταίους μήνες και ακόμα ψάχνονται να συνειδητοποιήσουν τι ακριβώς σημαίνουν και το πώς διαμορφώνονται οι διακυμάνσεις τους.
Ανάλογα με τις επιδιώξεις εκείνων που προσπαθούν να βγάζουν κέρδη δανείζοντας τα διάφορα κράτη, τις επιδιώξεις, δηλαδή, των μεγάλων πολυεθνικών τραπεζικών συγκροτημάτων, στην επιφάνεια βγαίνουν, κατά καιρούς, διάφοροι δείκτες και ορολογίες, τις οποίες μέχρι πριν λίγα χρόνια, τις γνώριζαν μόνο ελάχιστοι, ακόμα και ανάμεσα στους ειδικούς των χρηματοοικονομικών παιχνιδιών. Οταν άρχισε να εξαπλώνεται η αγοραπωλησία κρατικών ομολόγων, μας μίλαγαν απλά για τα «επιτόκια». Στη συνέχεια, έκαναν «παιχνίδι» με τις «τιμές αγοράς» των ομολόγων, αργότερα μετά με τις «αποκλίσεις από την τιμή βάσης», τώρα προτάσσουν τα spreads. Αυτή είναι η δουλειά τους. Να εμφανίζουν ονομασίες και όρους, με τους οποίους δεν είναι εξοικειωμένοι οι εργαζόμενοι, ώστε ευκολότερα να πέφτουν στην παγίδα και να τρομοκρατούνται από τα πολεμικά ανακοινωθέντα τους.
Με δυο λόγια, πάντως, και εντελώς απλοϊκά, spread (σπρεντ) είναι τα επίπεδα της διαφοράς του επιτοκίου που αξιώνουν οι τραπεζίτες από κάποιον πελάτη-χώρα σε σχέση με τα αντίστοιχα επιτόκια των γερμανικών ομολόγων. Τα γερμανικά επιτόκια, με δυο λόγια, αποτελούν την τιμή αναφοράς και από εκεί και πέρα, ανάλογα με τις αξιολογήσεις που κάνουν οι ίδιες οι τράπεζες και τα μονοπώλια των χρηματαγορών, «χτίζονται» τα επιτόκια για τα ομόλογα των διαφόρων χωρών.
Η ουσία όμως βρίσκεται αλλού. Ειδικότερα στο γεγονός ότι το καπιταλιστικό κράτος, στην προσπάθειά του να στηρίξει τους εκπροσώπους του κεφαλαίου, δημιουργεί ελλείμματα στα οικονομικά του Δημοσίου κι αυτά καλύπτονται με δανεισμό τον οποίο πληρώνουν οι εργαζόμενοι. Είτε με τη μείωση των εισοδημάτων τους, είτε με την αύξηση των φόρων που πληρώνουν, είτε με την κατάργηση των λεγόμενων κοινωνικών παροχών που κάποτε υπήρχαν, είτε με όλους αυτούς τους τρόπους μαζί.
Κάθε διαπραγμάτευση για κάπως χαμηλότερα, ή λίγο υψηλότερα επιτόκια, είναι μια διαδικασία, η οποία στην ουσία δεν αφορά τους εργαζόμενους, αφού το ζητούμενο στην πραγματικότητα, για τους καπιταλιστές και τις κυβερνήσεις τους, δεν είναι πώς θα εξασφαλιστούν πόροι για να δοθούν στους εργαζόμενους, αλλά ο τρόπος που θα γίνει η μοιρασιά του πλούτου που κλέβουν από αυτούς, ανάμεσα στις διάφορες ομάδες του κεφαλαίου.
Λύση για τους εργαζόμενους δεν είναι να απαλλαγούν από τα όποια υψηλά επιτόκια, αλλά να απελευθερωθούν από την πολιτική που τους λεηλατεί για να πλουτίζουν όλο και περισσότερο οι κεφαλαιοκράτες. Κοντολογίς, να απαλλαγούν από τους ίδιους τους κεφαλαιοκράτες και την εξουσία τους.