Αποτελεί επίσης στρατηγικού χαρακτήρα επιλογή της πλουτοκρατίας το χτύπημα του ταξικού εργατικού κινήματος και του ΚΚΕ, γιατί έτσι μπορεί να βάζει πιο εύκολα τους εργαζόμενους «στο χέρι». Γι' αυτό και η «Καθημερινή» φτάνει στο σημείο να στοχοποιεί ως υπεύθυνους για την ανεργία τους αγώνες ενάντια στα αντιλαϊκά μέτρα και φωτογραφίζοντας το ΚΚΕ και τις ταξικές δυνάμεις στο συνδικαλιστικό κίνημα να ισχυρίζεται ότι «δίνουν την εντύπωση ότι προτιμούν να κλείσει ένα εργοστάσιο ή μια επιχείρηση παρά να προχωρήσουν σε έναν υπεύθυνο συμβιβασμό. Ισως πιστεύουν ότι έτσι αυξάνουν την ανεργία και τη λαϊκή δυσαρέσκεια που με τη σειρά τους φέρνουν ψήφους. Σίγουρα όμως δε βοηθούν τους εργαζόμενους και δε συμβάλλουν στη διατήρηση θέσεων εργασίας». Αντιστρέφει, δηλαδή, την πραγματικότητα, χρεώνοντας στους αγώνες των εργαζομένων για σταθερή δουλειά με αξιοπρέπεια την ανεργία. Αυτή είναι η σκοπιά της πλουτοκρατίας που θέλει να κερδίζει περισσότερα, δηλαδή να κλέβει περισσότερο από τον πλούτο που παράγει η εργατική τάξη. Η «υπευθυνότητα και ο ρεαλισμός» όμως από τη σκοπιά της εργατικής τάξης, επιβάλλει την ένταση της πάλης με οργάνωση και ταξικό προσανατολισμό, για την ικανοποίηση των δικών τους αναγκών σε μια λαϊκή εξουσία και οικονομία όπου ο πλούτος που θα παράγουν θα επιστρέφει για την κάλυψη των δικών τους αναγκών και όχι του κέρδους της πλουτοκρατίας.
«Καταρχήν τη θεωρούμε ακραία πράξη και κοινοβουλευτικά και συνταγματικά να επιβληθεί η κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού με νομοθετική πράξη. Αν νομίζει ότι μπορεί κι ότι έχει την αντοχή και τη συνοχή, αυτό το τριμερές σχήμα που στηρίζει την κυβέρνηση, να το κάνει, ας το κάνει». Μάλλον τη μύχια επιθυμία του εξέφρασε χτες (στο «Vima Fm») ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, «προκαλώντας» την κυβέρνηση του «μαύρου μετώπου» να περάσει τη νέα σφαγή των μισθών και των εργασιακών δικαιωμάτων με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου. Στην πραγματικότητα μια τέτοια κίνηση εκ μέρους της κυβέρνησης θα βόλευε εξαιρετικά τους εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ, γιατί θα έβγαζαν από πάνω τους τις εξόφθαλμες ευθύνες για το νέο έγκλημα κατά της εργατικής τάξης, στο οποίο ήδη είναι συνένοχοι προστρέχοντας στο διάλογο για το νέο σφαγείο των εργασιακών δικαιωμάτων. Είναι ολοφάνερο ότι η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ επιχειρεί να παίξει «το παιχνίδι των ευθυνών», για να μη σαρωθεί από την οργή και την οργανωμένη ταξική πάλη, πράγμα όμως που δεν πρόκειται να καταφέρει, ανεξάρτητα από τη μοιρασιά και τη συμφωνία που θα κάνει με τα κόμματα της μαύρης συγκυβέρνησης. Οι φραστικοί λεονταρισμοί των εργατοπατέρων της ΓΣΕΕ δεν μπορούν να ξεγελάσουν τους εργαζόμενους και να κρύψουν τις διαχρονικές ευθύνες τους στο τσάκισμα των εργαζομένων από την εργοδοσία και τα κόμματά της. Πολύ περισσότερο που είναι αποφασισμένη να βάλει πλάτες για να περάσουν τα νέα αντεργατικά μέτρα που φορτώνουν τις συνέπειες της κρίσης στους εργαζόμενους. Το είπε προκλητικά και θρασύτατα στην ίδια συνέντευξή του ο Γ. Παναγόπουλος: «Στήριξα αποφασιστικά τους συναδέλφους στον ΟΤΕ που με σύμβαση μείωσαν τις αποδοχές τους κατά 13%. Τίποτα δεν είναι ταμπού - ούτε η μείωση της ΕΣΣΕ - όταν αυτή εδράζεται σε πραγματικά δεδομένα». Τι άλλο να πει;
Βαθιά υποκριτική και ύπουλη η στάση των εργοδοτικών φορέων (ΣΕΒ, ΣΕΤΕ, ΕΣΕΕ κ.ο.κ.) που κόπτονται τάχα για τη διάσωση των μισθών, των εργασιακών δικαιωμάτων και των θέσεων εργασίας, ενώ την ίδια στιγμή κάνουν ό,τι μπορούν για να δοθεί η χαριστική βολή στα εναπομείναντα εργασιακά δικαιώματα. Δηλώνουν με άνεση ότι «το μισθολογικό κόστος δεν είναι το σημαντικότερο πρόβλημα για την ανταγωνιστικότητα», αλλά όμως ήδη στην πράξη έχουν πετσοκόψει τους μισθούς στους εργαζόμενους και προετοιμάζονται από κοινού με την κυβέρνηση και την τρόικα για μια γενικευμένη και με τη «βούλα» του νόμου καταβαράθρωση των μισθών στα επίπεδα των 500 ευρώ, επέκταση των ευέλικτων μορφών εργασίας και της ανασφάλιστης εργασίας. Λένε ψέματα όταν υποστηρίζουν ότι «η ανταγωνιστικότητα δεν εξαρτάται μόνο από το κόστος εργασίας», γιατί γνωρίζουν πολύ καλά ότι η μοναδική πηγή παραγωγής υπεραξίας και άρα κερδοφορίας για το κεφάλαιο είναι η (απλήρωτη) εργατική δύναμη. Και αυτή ακριβώς την «πηγή» επιχειρούν να εξαντλήσουν μέχρις εσχάτων προκειμένου να ξεπεράσουν την κρίση, εντείνοντας την υπερεκμετάλλευση των εργαζομένων και οδηγώντας βαθιά στην απόλυτη φτώχεια και την εξαθλίωση την εργατική τάξη και το λαό. Είναι καταδικασμένη, λοιπόν, η πλουτοκρατία και η μαύρη συγκυβέρνησή της και οι ξένοι σύμμαχοί της (τρόικα) να κλιμακώσουν τον ταξικό πόλεμο για να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την ενίσχυση της κερδοφορίας των μονοπωλίων. Από την άλλη ο λαός πρέπει να πάρει την απόφαση ότι δεν πρέπει να κάνει καμία θυσία για την κρίση που προκάλεσε η πλουτοκρατία και πως ο ταξικός αγώνας είναι μονόδρομος για να απαλλαγεί από την καπιταλιστική βαρβαρότητα.