ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 20 Μάη 2001
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Υποτάσσει το εργατικό κίνημα στο κεφάλαιο

Το θέμα δεν είναι καινούριο. Είναι τόσο παλιό, όσο και ο καπιταλισμός. Ανεξάρτητα από το πώς κάθε φορά εκφράζεται στην αστική προπαγάνδα, επιδιώκεται η επιβολή, όχι μόνο της ταξικής ειρήνης με διάφορα μέσα, ιδεολογικοπολιτικά και κατασταλτικά, αλλά και της ταξικής συνεργασίας, ως θεωρία και πρακτική, ως αναγκαιότητα, ως φυσικός νόμος της καπιταλιστικής κοινωνίας.

Στις σύγχρονες συνθήκες, η αστική πολιτική τού έδωσε το χαρακτηρισμό «κοινωνικός διάλογος», ή «διάλογος των κοινωνικών εταίρων». Βεβαίως, δεν έμειναν μόνο στο χαρακτηρισμό. Συγκρότησαν και συγκεκριμένους θεσμούς διαλόγου, όπως η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΟΚΕ) κλπ.

Το συγκεκριμένο θέμα έχει συγκεκριμένο ταξικό περιεχόμενο. Συνοδεύεται δε ταυτόχρονα με τη δράση των κυβερνήσεων και του κράτους για «κοινωνική συνοχή», για την αποτροπή διάρρηξης του «κοινωνικού ιστού», δηλαδή τη διατήρηση της καπιταλιστικής κοινωνίας, σε συνθήκες όξυνσης των κοινωνικών αντιθέσεων. Οξυνση, η οποία εδράζεται στην πολιτική των διαβόητων αναδιαρθρώσεων στις εργασιακές σχέσεις, στην Υγεία, στην Εκπαίδευση, στην Κοινωνική Ασφάλιση, που αυξάνουν την εκμετάλλευση, τις ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων κρατικής ιδιοκτησίας που ενισχύουν τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, γι' αυτό και αποτελούν στρατηγικές επιλογές του. Γιατί, μέσω αυτών, διευκολύνεται η ολοένα και σε μεγαλύτερες διαστάσεις συσσώρευση κερδών, άρα και μεγέθυνση των διαστάσεων του κεφαλαίου.

Είναι γεγονός ότι η αστική ιδεολογία και προπαγάνδα επιδιώκει να παρουσιάζει τα συμφέροντα των καπιταλιστών ως συμφέροντα ολόκληρης της κοινωνίας (ως εθνικοί στόχοι προβάλλονται από την κυβέρνηση), παρά την ύπαρξη πραγματικών κοινωνικών ανισοτήτων και ταξικών διαιρέσεων, άρα και την ύπαρξη, διαφορετικών και εντελώς αντίθετων ταξικών συμφερόντων. Επίσης οι κυβερνήσεις και το κράτος εμφανίζονται ως υπερταξικά κοινωνικά εργαλεία, ενώ είναι μοχλοί της εξουσίας της κυρίαρχης τάξης των κεφαλαιοκρατών για τη διατήρηση της κοινωνίας τους, που σπαράσσεται από ανειρήνευτες αντιθέσεις. Με την πολιτική που ασκούν, υπηρετούν τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης.

Ετσι, εφευρέθηκε ο όρος «εταίροι», προκειμένου να επιβάλει στη συνείδηση της εργατικής τάξης την αντίληψη ότι καπιταλιστές και εργάτες έχουν κοινά συμφέροντα, άρα πρέπει να πασχίζουν για τον ίδιο σκοπό, που είναι η αύξηση του πλούτου, τον οποίο, βεβαίως, παράγουν οι εργάτες και καρπώνονται οι καπιταλιστές. Αυτή η λογική θέλει να επιβάλει στη συνείδηση των εργατών ότι είναι προς το συμφέρον τους η αύξηση της παραγωγής του πλούτου, αν θέλουν να βελτιώνουν τη θέση τους, το βιοτικό τους επίπεδο, τους όρους δουλιάς και ζωής τους. Επιδιώκουν, δηλαδή, παρουσιάζοντας την πραγματικότητα αντεστραμμένη, να υποτάξουν τους εργάτες στην πιο εντατική εκμετάλλευση. Η επιδίωξη, λοιπόν, του «κοινωνικού διαλόγου» είναι να περνά η αντίληψη πως, σε τούτη την κοινωνία, οι εργάτες θα βελτιώνουν τη θέση τους, όχι με την ταξική πάλη, αλλά με την ταξική συνεργασία. Σ' αυτό στοχεύει και η άποψη περί διατήρησης της «κοινωνικής συνοχής» και περί «μη διάρρηξης του κοινωνικού ιστού».

Αλλά και μόνο αυτό είναι ικανό να «ψυλλιάσει». Γιατί η επιμονή για «κοινωνική συνοχή»; Γιατί ο φόβος της «διάρρηξης του κοινωνικού ιστού»; Μα, γιατί οι αστοί γνωρίζουν καλά, όπως και οι εργάτες, τις ανειρήνευτες κοινωνικές αντιθέσεις, τα εκ διαμέτρου αντίθετα ταξικά συμφέροντα. Γνωρίζουν, επίσης, ότι η αδηφαγία τους οξύνει αυτές τις αντιθέσεις, που, κάτω κι από ορισμένες άλλες προϋποθέσεις, όχι μόνο μπορούν να βάζουν φρένο στην υπερεκμετάλλευση, αλλά να ανατρέψουν το σάπιο εκμεταλλευτικό καθεστώς.

Να, λοιπόν, που η αστική προπαγάνδα συνδέει τα άμεσα με τα στρατηγικά συμφέροντα της άρχουσας τάξης σε μια τακτική, «αυτήν του κοινωνικού διαλόγου», με την οποία προσπαθεί να υποτάξει το εργατικό κίνημα, τις διεκδικήσεις του, στα πλαίσια της εχθρικής κοινωνικής πραγματικότητας για την εργατική τάξη και να τη συμφιλιώσει μ' αυτήν την εχθρική πραγματικότητα, προβάλλοντας ότι η ταξική πάλη είναι αδιέξοδη. Αλλωστε, οι κάθε φορά διεκδικήσεις απαιτούν πολιτική λύση και αυτή τη δίνει η κυβέρνηση, λένε.

Σ' αυτή τη βάση, έρχεται η κυβέρνηση των καπιταλιστών, εμφανιζόμενη ως κυβέρνηση των συνολικών συμφερόντων της κοινωνίας, να αφαιρέσει δικαιώματα από τους εργάτες, καλώντας σε «κοινωνικό διάλογο» καπιταλιστές και εργάτες, με «διαμεσολαβητή», υποτίθεται, την ίδια, προκειμένου να «πείσει» τους «εταίρους» για την αναγκαιότητα επιβολής της συγκεκριμένης πολιτικής, αφού προηγούμενα η αφαίρεση αυτών των δικαιωμάτων έχει εκφραστεί ως απαίτηση της άρχουσας τάξης. Ουσιαστικά, δηλαδή, να υποτάξει την εργατική τάξη στην πολιτική που υπηρετεί τα συμφέροντα των καπιταλιστών. Αυτό έγινε και με την «Κοινωνική Ασφάλιση».

Παρ' όλ' αυτά, η ωμή πραγματικότητα φανερώνει πως οι εργάτες δεν είναι διατεθειμένοι να αποδεχτούν αφαίρεση δικαιωμάτων και τότε εκδηλώνονται αγώνες. Οι εργάτες διεκδικούν. Οπότε πέφτει το ερώτημα: «Μπορεί να αγωνίζονται οι εργάτες. Αλλά για την επίλυση του προβλήματος δε χρειάζεται διάλογος;». Σ' αυτό «πατούν» και οι δυνάμεις στο συνδικαλιστικό κίνημα, που είναι φορείς της πολιτικής των μεγαλοεπιχειρηματιών στην εργατική τάξη και υπηρετούν την τακτική του «κοινωνικού διαλόγου».

Το ερώτημα, βεβαίως, είναι «εκ του πονηρού». Γιατί οι εργάτες έχουν δίκιο και το υπερασπίζονται με κάθε πρόσφορο μέσο, γιατί αυτό απαιτούν τα συμφέροντά τους. Αλλά και οι καπιταλιστές, από τη σκοπιά των συμφερόντων τους, έχουν δίκιο. Η εργατική τάξη γιατί κατεδαφίζεται η Ασφάλιση, ενώ οι επιχειρηματίες, γιατί με την κατεδάφισή της αυξάνουν τα κέρδη τους. Και δίκιο ενάντια σε δίκιο δε λύνεται με θεσμοθετημένους διαλόγους, τους οποίους απορρίπτει η εργατική τάξη, γιατί υπηρετούν το δίκιο των καπιταλιστών. Λύνεται με ταξικές συγκρούσεις, με την ταξική πάλη. Γιατί η λύση του προβλήματος είναι υπόθεση συσχετισμού δυνάμεων. Και αυτός σε κάθε στιγμή διαμορφώνεται με όρους πάλης.

Αρα, το ερώτημα, αν θα συζητήσει η εργατική τάξη με την κυβέρνηση, είναι υποκριτικό, παραπλανητικό. Το πραγματικό ερώτημα είναι, κάτω από ποιους όρους θα συζητήσει. Γιατί η κυβέρνηση και οι επιχειρηματίες συζητούν με όρους εξουσίας, αυτή είναι η δύναμή τους. Η εργατική τάξη δεν έχει άλλη δύναμη, άλλους όρους απ' αυτούς της ταξικής πάλης, αυτούς πρέπει να διαμορφώνει.

Επομένως, η εργατική τάξη για να επιβάλει τις διεκδικήσεις της σ' ένα εχθρικό περιβάλλον, στο οποίο και θα γίνει η συζήτηση, δηλαδή να παρεμποδιστεί η πολιτική κατεδάφισης της Κοινωνικής Ασφάλισης, και να διεκδικήσει δημόσια, καθολική, υποχρεωτική Ασφάλιση, μόνο αν βρίσκεται σε συνεχείς κινητοποιήσεις, σε πολύμορφο αγώνα, μπορεί να το πετύχει. Είναι άλλο πράγμα να «διαλέγονται» οι εκπρόσωποί της με την κυβέρνηση σε συνθήκες ανυπαρξίας εργατικών αγώνων και διαφορετικό οι οργανωμένοι εργάτες να απαιτούν λύση προς όφελος των συμφερόντων τους, στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων των εκπροσώπων της με την κυβέρνηση, στο δρόμο της πάλης. Αυτή η τακτική δεν είναι διάλογος «εταίρων», αλλά αντιπαράθεση ταξικών αντιπάλων για τη λύση κάθε προβλήματος και μόνο με τέτοιους όρους μπορεί να διεκδικεί και να κατακτά η εργατική τάξη.

Η ιστορία του εργατικού κινήματος διδάσκει πως οι κεφαλαιοκράτες όταν κάνουν «διάλογο» με τους εργάτες, δεν είναι διατεθειμένοι να μειώσουν την εκμετάλλευση, να τους παραχωρήσουν μέρος των κερδών τους. Η δε πρόσφατη πείρα, με την επιβολή, μέσω «διαλόγου», των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων στις εργασιακές σχέσεις, σε σύγκριση με τους αγώνες για την Κοινωνική Ασφάλιση και τις όποιες προσωρινές υποχωρήσεις της κυβέρνησης, αποδεικνύει περίτρανα πως μόνο οι ταξικοί αγώνες είναι μονόδρομος για τους εργάτες.


Σ. Κ.


«XEFTILA DANCES» ΚΑΙ Η ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

«

Θεσσαλονίκη μου μεγάλη φτωχομάνα, εσύ που βγάζεις τα καλύτερα παιδιά...». Αυτό το αρχαίο πλέον τραγουδάκι πνίγηκε στα λασπόνερα του Θερμαϊκού και θα ακούγεται ίσως μόνον απ' τα χείλη σύγχρονων και μελλοντικών τρομοκρατών. Αλλά κι αυτή η δογματική εμμονή σε έννοιες όπως ανεξαρτησία, αντίσταση, πάλη, ελευθερία, σύντομα θα θεραπεύεται με ταχύτατες επεμβάσεις στο προσφυγικό, εργατικό, ταξικό DNA τους! Οχι σύντροφοι, δεν έπαθα καμιά πολιτισμική παράκρουση. Αντιθέτως, σήμερα εξυμνώ μέσα από ένα σαρκαστικό ρεαλισμό, την πρόοδο και την ανάπτυξη της στρατιωτικοποίησης της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης, όπως πριν από μερικές δεκαετίες λιγότερο ρεαλιστικά και περισσότερο γλυκερά κι επικίνδυνα, «υμνούσε» τις αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα ο σαρκαστής λαός αντικαθιστώντας την κινηματογραφική ατάκα «κορίτσια ο Μπάρκουλης» με την απείρως πιο προτρεπτική «κορίτσια ο στόλος». Ηταν συνήθως ο υπονοούμενος 6ος αμερικανικός στόλος, αλλά δε θα κολλήσουμε τώρα στα νούμερα.

Αλλωστε δεν κόλλησε ούτε το Γ' Σώμα Στρατού «μας». Κρατάει το όνομά του ως έχει, αλλά μετατρέπεται σε ΝΑΤΟικό στρατηγείο! Από το 2002, σταδιακά, υποδεχόμενοι εδώ 150-200 αξιωματικούς από διάφορες χώρες της Συμμαχίας του Απόλυτου Κακού (που συντομογραφικά λέγεται ΝΑΤΟ) το ΝΑΤΟικό στρατηγείο μας -και τους-, θα είναι η έδρα και το έμψυχο και άψυχο υλικό του Γ' Σώματος Στρατού.

Η Θεσσαλονίκη η μεγάλη φτωχομάνα ανεβαίνει πέντε πέντε δέκα τα σκαλιά του εκσυγχρονισμού και μετατρέπεται από μια απλή πρωτεύουσα των Βαλκανίων και έδρα του Συμφώνου Σταθερότητας σε μια άρτια, βαριά εξοπλισμένη ΝΑΤΟική επιχειρησιακώς αποτελεσματική στρατηγική βάση. Οι σύμμαχοί μας, έτσι λέγονται στον 21ο αιώνα οι κατακτητές, ο στρατός κατοχής, μας εκτιμούν βαθιά όπως γίνεται πάντα με τους λαούς που εξαγοράζονται φθηνά και η άγνοια ή η ηγετική τους συναίνεση είναι χαμηλού πολιτικού κόστους. Μιας εμπιστεύονται τη... διοίκηση, τύποις. Μας προγραμμάτισαν έτσι ώστε «πάντα» διοικητής του ΝΑΤΟικού στρατηγείου στη Θεσσαλονίκη θα είναι Ελληνας αντιστράτηγος.

Ετσι η μεγάλη φτωχομάνα δε θα υστερεί σε τίποτα των άλλων τριών πόλεων - στρατηγείων που το άλλο - ιερό ΝΑΤΟ έστησε στο Μιλάνο, τη Βαλένθια και την Κωνσταντινούπολη. Μην αδημονείτε, έχουμε ενάμιση χρόνο καιρό να προσπαθήσουμε να δείξουμε στον νέο Φύρερ πόσο ικανοί είμαστε στην υποταγή, ώστε να περάσουμε τις αξιολογήσεις της Στρατιωτικής Επιτροπής και να θεωρηθούμε υψηλής κι όχι χαμηλής ετοιμότητας στρατηγείο.

Ο χώρος ευθύνης της ΝΑΤΟικής Σαλονίκης θα καθοριστεί μελλοντικά, αφού παρέλθει ο χρόνος ωρίμανσης που είναι - λένε οι δυνάμεις ΝΑΤΟικής κατοχής - ανάλογος με του Τυρνάβου που ήδη επενέβη στα Σκόπια με την πρόσφατη κρίση στέλνοντας εννιά επιτελείς τους. Τι υπερηφάνεια εθνική, τι δόξα, τι ανέλπιστη εξέλιξη..! Αυτή είναι η Ελλάδα που θα 'λεγε κι ο πρωθυπουργός μας. Τι να την κάνεις δηλαδή σύντροφε μια χώρα μικρή, φτωχή και μίζερη, που μιλάει για συντάξεις και μισθούς, βαρέα και ανθυγιεινά πολιτικά δικαιώματα άλλων εποχών, όταν μπορείς να κατοικείς σε μια απέραντη ΝΑΤΟική βάση που σου προσφέρει τη δυνατότητα να στέλνεις τα παιδιά σου να υπηρετούν ευθέως τον... αυτοκράτορα...

Ηδη η φτωχομάνα αλλάζει όψη. Μύλος και λάιφ-στάιλ ολικής αλέσεως γίνεται η νύφη του Θερμαϊκού. Τα στρατιωτικά πολιτιστικά προγράμματα περιλαμβάνουν, λένε οι πληροφορίες μας, πολύγλωσσα μπορντέλα που σύντομα θα ανωτατοποιηθούν. Η πολυπολιτισμικότητα τώρα δικαιώνεται. Προφανώς δε μετά τις επικείμενες δημοτικές εκλογές του 2002, η φτωχομάνα θα ανασκολοπιστεί πλήρως, ώστε να θυμίζει πώς πλουτίζουν οι νεοταξίτες τους καλούς υπηκόους τους. Η πληροφορία ότι στη Θεσσαλονίκη αναζητούν ειδικοί πολεοδόμοι - αρχιτέκτονες του ΝΑΤΟ το πλέον κατάλληλο σημείο για να υψώσουν το άγαλμα του Γκοτζαμάνη ως έφιππου σε τρίκυκλο ελέγχεται ως αδιασταύρωτη». Στις πολυεθνικές μάλιστα δισκογραφικές εταιρίες γίνεται ψηφιακός αγώνας, ώστε οι μελλοντικές γενιές να ψυχαγωγούνται με το άσμα «Θεσσαλονίκη μου μεγάλη ΝΑΤΟμάνα που κατεβάζεις γρηγορότερα βρακιά...». Το άσμα θα χορεύεται με τα βήματα του ΝΑΤΟικού πολιτιστικού εγχειριδίου «XEFTILA DANCES» που γράφτηκε για κοινωνίες ταχύτατης αναμόρφωσης.


Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ