Μάλιστα, στα «Νέα» ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ Ν. Χριστοδουλάκης, σε ένα αντικουβανικό, αντισοσιαλιστικό άρθρο έγραψε για «ένα καθεστώς που γινόταν όλο και λιγότερο ικανό να θρέψει τον πληθυσμό του, όλο και πιο αυταρχικό». Οτι «το καθεστώς του Φιντέλ... έγινε ακόμα πιο σκληρό», γιατί «ήταν αδιανόητο και για το κουβανικό καθεστώς να απαρνηθεί τα επί χρόνια εμπεδωμένα προνόμιά του και να ανοίξει τον δρόμο σε μια πιο ελεύθερη οικονομία, μια πιο ανοιχτή κοινωνία και - αναπόφευκτα - σε μια πιο δημοκρατική συγκρότηση της χώρας... Ετσι τώρα στην Κούβα... ο "κομαντάντε" διέταξε να απολυθούν μισό εκατομμύριο υπάλληλοι έτσι ώστε να γίνουν ακόμα φτωχότεροι και να δοκιμάσουν την τύχη τους σε ιδιωτικές επιχειρήσεις». Γι' αυτό, λέει, ο Φ. Κάστρο «να απολύσει τον εαυτό του μαζί με συγγενείς και φίλους από την εξουσία, ανοίγοντας επιτέλους τον δρόμο σε μια ελεύθερη, δημοκρατική πορεία της Κούβας».
Οσο για την καραμέλα των απολύσεων που αναμασά ο ίδιος, αυτή η προπαγάνδα θέλει να κρύψει τη διαφορά ανάμεσα στο καπιταλιστικό εκμεταλλευτικό σύστημα που από τη φύση του καταστρέφει την πιο σημαντική παραγωγική δύναμη, τον άνθρωπο (με την ανεργία να είναι συστατικό του μέρος), και στο σοσιαλισμό, που καταργώντας την καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και την εκμετάλλευση διευρύνει τις δυνατότητες του ανθρώπου σε όλους τους τομείς. Η σοσιαλιστική Κούβα δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτή την ιστορική πορεία. Το αποδεικνύουν τα επιτεύγματά της (αναφέρθηκαν πιο πάνω), παρά το γεγονός ότι ξεκίνησε από πολύ χαμηλή παραγωγική βάση και δυνατότητες, σε μια περιοχή «μέσα στο στόμα του λύκου», όπου από την αρχή συνάντησε τον πολύμορφο πόλεμο από τον αμερικανικό και όχι μόνο ιμπεριαλισμό. Φυσικά η Κούβα μπόρεσε να σταθεί στα πόδια της λόγω του παγκόσμιου συσχετισμού δύναμης το 1959 και στη συνέχεια, γιατί στηρίχτηκε στην αμέριστη αλληλεγγύη της Σοβιετικής Ενωσης και των άλλων σοσιαλιστικών χωρών, των λαϊκών κινημάτων σε όλο τον κόσμο.
Για παράδειγμα, οι ανατροπές των σοσιαλιστικών χωρών τη δεκαετία του '90 οδήγησαν σε μια απώλεια του 80% των εμπορικών συναλλαγών, που ήταν κυρίως με αυτές τις χώρες, και καταβαράθρωση ολόκληρων κλάδων της οικονομίας (η αγροτική οικονομία είναι χαρακτηριστική, όπου χιλιάδες μηχανήματα ρήμαξαν λόγω έλλειψης ανταλλακτικών και καυσίμων). Ακόμα και σε αυτή την τραγική κατάσταση, που προέκυψε με χιλιάδες εργαζομένους να μένουν χωρίς δουλειά, στη λεγόμενη ειδική περίοδο η σοσιαλιστική Κούβα δεν τους άφησε στο δρόμο. Συνέχισαν να παίρνουν το 70% του μισθού τους έχοντας απολέσει την εργασία τους. Παρά τις τεράστιες δυσκολίες οι λαϊκές κατακτήσεις σε ζωτικούς τομείς δεν υποχώρησαν.
Οι αλλαγές αυτές και ειδικότερα η ενίσχυση της αυτοαπασχόλησης ενέχουν κινδύνους (όπως και οι ίδιοι οι Κουβανοί αναγνωρίζουν) να δημιουργήσουν και να οξύνουν κοινωνικές αντιθέσεις, αφού η αυτοαπασχόληση ωθεί στη δημιουργία στρώματος μικροϊδιοκτητών που, δουλεύοντας για τους ίδιους, συσσωρεύουν χρήμα, πράγμα που καλλιεργεί και ανάλογη συνείδηση και συμφέροντα. Το ζήτημα αυτό παίρνοντας υπόψη και την αρνητική εμπειρία της ΕΣΣΔ δημιουργεί εύλογο προβληματισμό στους κομμουνιστές για τις δυσκολίες της εργατικής - λαϊκής εξουσίας. Αλλο αυτό και άλλο η βιασύνη των αστών και οπορτουνιστών να κηρύξουν το τέλος του σοσιαλισμού στην Κούβα.
«Και βέβαια θέλουμε τις μεγάλες επενδύσεις να έλθουν, να εγκατασταθούν στη χώρα. Είμαστε εμείς άλλωστε που είπαμε ναι, να στηριχθούν οι επενδύσεις και τα φορολογικά κίνητρα να ισχύσουν και για τα αποδεδειγμένως επανεπενδυόμενα κέρδη των επιχειρήσεων και η φορολογία να κατέβει από το 24% στο 20%». Τα παραπάνω είπε ο πρόεδρος της «Δημοκρατικής Αριστεράς» Φώτης Κουβέλης, στη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που έδωσε χτες στη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο της ΔΕΘ. Προφανώς για το κόμμα του, η «αριστερή αντιμετώπιση της κρίσης» προϋποθέτει τη συνέχιση της απλόχερης στήριξης του κεφαλαίου στο όνομα τάχα της ανάπτυξης, πολιτική που υλοποιούν με συνέπεια και σταθερότητα και το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ. Καθόλου τυχαία, το κόμμα του Κουβέλη ξεπήδησε μέσα από τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δε φείδεται προτάσεων που χαρακτηρίζουν με τρόπο καραμπινάτο τη σοσιαλδημοκρατία, με την οποία άλλωστε ο χώρος επιδιώκει να συνεργαστεί πιο στενά ενόψει των εκλογών για την τοπική διοίκηση. «Πρώην», «νυν», «κομματικοί» και «ανεξάρτητοι», όλοι τους συγκλίνουν στο εξής: Χωρίς το κεφάλαιο, ανάπτυξη δεν υπάρχει. Εκεί είναι που πρέπει να τους κοντράρει ο λαός. Επειδή είναι με τα μονοπώλια και όχι με τα δικά του συμφέροντα. Γι' αυτό πρέπει να τους τιμωρήσει. Αδιάκριτα και θαρρετά.