Ανακοίνωση για την απαράδεκτη απόφαση του Αρειου Πάγου να στερήσει από εργαζόμενο μισθολογικά του δικαιώματα κρίνοντας ότι ο χρόνος της βάρδιας του δεν ήταν στο σύνολό του εργάσιμος
Με μια επικίνδυνη ως προς το περιεχόμενο απόφαση, ο Αρειος Πάγος προχώρησε σε αυθαίρετους διαχωρισμούς του χρόνου εφημερίας (εργασίας). Στη βάση αυτή αποφάνθηκε ότι ένας φύλακας σε παροπλισμένο καράβι στην Ελευσίνα δε δικαιούται την επιπλέον αποζημίωση για εργασία την Κυριακή και άλλες μισθολογικές παροχές που προκύπτουν από την εργασία κατά τη διάρκεια της 12ωρης βάρδιας του στο καράβι. Κι αυτό επειδή το δικαστήριο εκτίμησε ότι ο χρόνος κατά τον οποίο ο φύλακας βρίσκεται στη βάρδια του δεν θεωρείται εργάσιμος στο σύνολό του, αλλά μόνο ως προς το μέρος εκείνο που «διατηρεί σε εγρήγορση τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις»!
Σχολιάζοντας την απόφαση, το ΠΑΜΕ σημειώνει στην ανακοίνωσή του: «Η απόφαση του Αρείου Πάγου καταργεί το βασικό εργασιακό δικαίωμα των εργαζομένων όπως είναι ο σταθερός και ημερήσιος χρόνος εργασίας. Καταργεί το 8ωρο ή 7ωρο σε άλλους κλάδους, την μόνιμη και σταθερή δουλειά, τις ΣΣΕ. Η εφαρμογή της θα μετατρέψει σε σύγχρονα σκλαβοπάζαρα τους εργασιακούς χώρους.
Η κυβέρνηση της ΝΔ όπως και το ΠΑΣΟΚ που δίνουν την μάχη στην πρώτη γραμμή για την υλοποίηση αυτής της αντεργατικής - αντιλαϊκής πολιτικής, εγκληματούν συνειδητά σε βάρος όλων των εργαζομένων της χώρας μας. ΣΥΝ και ΛΑ.Ο.Σ. όσο κι αν προσπαθούν να αθωώσουν την ΕΕ, το κεφάλαιο και την πολιτική του, είναι συνένοχοι στο έγκλημα. Δεν πρέπει να ξεχνούν οι εργαζόμενοι την έκθεση Σέρκας που την ψήφισαν με χέρια και με πόδια.
Ο Αρειος Πάγος και συνολικά η δικαιοσύνη και με αυτή τους την ενέργεια απόδειξαν ότι τα περί δήθεν ανεξάρτητης δικαιοσύνης είναι κουρνιαχτός στα μάτια των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων. Στην ουσία είναι μηχανισμός υλοποίησης της αντεργατικής πολιτικής και αξιοποιείται για να προστατέψει και να προωθήσει αυτή την πολιτική. Ηταν και είναι πάντα στο πλευρό της εξουσίας της πλουτοκρατίας. Εξάλλου είναι πολύ πρόσφατο το «Ανακοινωθέν» του Προέδρου του Αρείου Πάγου για το «τελεσθέν έγκλημα» ενάντια στους εργαζόμενους που αγωνίζονται, που ήταν τροχιοδεικτική βολή και οδηγία σε όλους τους δικαστές για να καταδικάζουν και να ποινικοποιούν τους εργαζόμενους και τους αγώνες τους.
Το ΠΑΜΕ, όλο το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, όλοι οι εργαζόμενοι της χώρας μας, δεν θα καθίσουν με σταυρωμένα τα χέρια και να παρακολουθούν την κατεδάφιση όλων των κατακτήσεων της τάξης μας. Μπορούν, έχουν την δύναμη να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους, να διεκδικήσουν τον κόπο τους αφού μόνο αυτοί παράγουν. Να μην πειθαρχήσουν στις αντεργατικές πολιτικές. Να οργανώσουν την πάλη της εργατικής τάξης. Να συνειδητοποιήσουν ότι η πάλη για τα δικαιώματά της και την βελτίωση της θέσης της περνάει μέσα από την καταδίκη και τον απεγκλωβισμό από τα κόμματα που υπηρετούν και στηρίζουν τις αποφάσεις του κεφαλαίου, της ΕΕ.
Να ξεφύγουν από τα νύχια του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού που είναι συνέταιρος της πλουτοκρατίας και συναινούν με τις αντεργατικές πολιτικές. Να ορθώσουν τείχος απέναντι στην προσπάθεια να πληρώσουν την κρίση οι εργαζόμενοι. Να αποκρούσουν αποτελεσματικά και νικηφόρα την αντεργατική - αντιλαϊκή επίθεση του κεφαλαίου, των δυνάμεών του, της ΕΕ που μαζί με την «ανεξάρτητη δικαιοσύνη» και τους άλλους μηχανισμούς της αστικής εξουσίας πρωτοστατούν να την εφαρμόσουν και να την υλοποιήσουν.
Οι εργαζόμενοι της χώρας μας και το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα να δημιουργήσουν κλίμα μαζικής καταδίκης αυτών των δυνάμεων στις ευρωεκλογές και στις εθνικές όταν γίνουν. Να στείλουν μαζική, αποφασιστική απάντηση και με την μαζική τους συμμετοχή στην Πρωτομαγιάτικη Απεργία και στις Συγκεντρώσεις του ΠΑΜΕ, με κεντρική αυτή της Αθήνας, στο Σύνταγμα, στις 10.30 π.μ.».
Η απόφαση του Αρείου Πάγου βασίζεται σε ερμηνείες νόμων και οδηγιών που χρονολογούνται από το 1943, ενώ στο ίδιο πλαίσιο ετοιμάζεται να εκδοθεί και η νέα οδηγία της ΕΕ για το χρόνο εργασίας
Το σκεπτικό της απόφασης είναι διπλά ύπουλο, καθώς αποτελεί προωθημένη ερμηνεία από το Ανώτατο Δικαστήριο της νομοθεσίας που ισχύει σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο και η οποία, στην παρούσα φάση, επιχειρείται να πάρει τη μορφή οδηγίας, μέσα από το διαχωρισμό του χρόνου εργασίας σε «ενεργή» και «ανενεργή» - απλήρωτη περίοδο. Από αυτή την άποψη, ο Αρειος Πάγος πρωτοπορεί για μια ακόμη φορά στην υπονόμευση των εργασιακών δικαιωμάτων και ανοίγει διάπλατα το δρόμο ώστε να χτυπηθούν θεμελιώδη δικαιώματα που σχετίζονται με το χρόνο εργασίας.
Η απόφαση του Αρείου Πάγου βασίζεται σε ένα συνδυασμό ερμηνειών παλιότερων νόμων που χρονολογούνται από το 1943 και ορίζουν τα προβλεπόμενα για τις συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας. Κυρίως όμως βασίζεται σε παλιότερες αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου, με πρώτη μια που εκδόθηκε το 1973 (501/73), μέσα στις οποίες εισάγονται οι όροι «γνήσια ετοιμότητα για εργασία» και «μη γνήσια ετοιμότητα ή ετοιμότητα κλήσης».
Σύμφωνα με αυτή τη νομολογία, που προκύπτει από την ερμηνεία της σχετικής εθνικής και ευρωενωσιακής νομοθεσίας, η διάκριση στο χρόνο της εφημερίας (εργασίας) που επιχειρεί ο Αρειος Πάγος έχει ως εξής:
Σύμφωνα με την ερμηνεία του Αρείου Πάγου, τόσο για τη συγκεκριμένη υπόθεση, όσο και για προηγούμενες ανάλογες υποθέσεις, «το ζήτημα για το είδος ετοιμότητας εργασίας, αν δηλαδή πρόκειται για γνήσια ετοιμότητα ή μη γνήσια ή ετοιμότητα κλήσης, είναι πραγματικό και θέμα απόδειξης των πραγματικών εκείνων περιστατικών που μπορούν να υπαχθούν στη μια ή στην άλλη περίπτωση».
Στην προκειμένη περίπτωση, ο φύλακας διεκδικούσε πρόσθετες αμοιβές στο μισθό του που στα τέλη του 2001 έφταναν τα 748 ευρώ από υπερωριακή απασχόληση και εργασία τις Κυριακές. Εφαρμόζοντας όμως την παραπάνω διάταξη, το δικαστήριο έκρινε πως ο εργαζόμενος δε δικαιούται τις προβλεπόμενες από το νόμο πρόσθετες αμοιβές, αφού η απασχόλησή του υπόκειται στη δεύτερη κατηγορία της εφημερίας.
Η διάκριση του χρόνου εργασίας πέρα από αυθαίρετη είναι και κατάπτυστη από κάθε άποψη, αφού ο χρόνος εργασίας δεν μπορεί παρά να είναι αδιαίρετος. Στην προκειμένη περίπτωση, ο φύλακας, ανεξάρτητα από το πού βρίσκονταν ή το ποιες δουλειές έκανε κατά τη διάρκεια της 12ωρης βάρδιάς του, ήταν υποχρεωμένος να παρέχει στον εργοδότη του τις υπηρεσίες για τις οποίες προσλήφθηκε. Δεν μπορούσε να διαθέσει το χρόνο του όπως αυτός ήθελε και όπως θα έκανε σε κάποιο ρεπό ή μια εργάσιμη μέρα. Από αυτή την άποψη, όλο το 12ωρο που βρισκόταν στην υπηρεσία του εργοδότη δεν μπορεί παρά να προσμετράται σαν χρόνος εργασίας, χωρίς καμιά εξαίρεση.
Το γεγονός εξάλλου ότι η απόφαση του Αρείου Πάγου έρχεται σε μια περίοδο που η ΕΕ και οι κυβερνήσεις της σπεύδουν να κατοχυρώσουν με τη μορφή οδηγίας τον «ενεργό» και «ανενεργό» χρόνο εργασίας, δείχνει πως τα όργανα έχουν ήδη αρχίσει να βαρούν σε βάρος των εργαζομένων με δικαστικές αποφάσεις που ντε φάκτο νομιμοποιούν αυτά που σε πολιτικό επίπεδο τώρα γίνονται νόμοι. Στις 27 και 28 Απρίλη έχει οριστεί η τελευταία συνάντηση της Επιτροπής Διαβούλευσης για την οδηγία της ΕΕ σχετικά με το χρόνο εργασίας, η οποία, στη βάση της έκθεσης Σέρκας που ψήφισαν ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, αναμένεται να συμπεριλάβει στις προβλέψεις της και το διαχωρισμό του χρόνου εργασίας σε «ενεργό» και «ανενεργό».