Ορισμένες επισημάνσεις, με αφορμή πρωτοβουλίες, που, ενώ εμφανίζονται ως κριτικές στην κυβέρνηση, προωθούν τον πυρήνα των αντιδραστικών αλλαγών στην εκπαίδευση
Την ίδια στιγμή που ο ΣΥΝ παριστάνει τον υπερασπιστή της δημόσιας Παιδείας και κόπτεται να στήσει «εθνική επιτροπή» υπεράσπισης του άρθρου 16, δυνάμεις του υπονομεύουν το κίνημα για τη δημόσια και δωρεάν Παιδεία, υπογράφοντας κείμενα υπεράσπισης των μεταρρυθμίσεων που προωθούν την ιδιωτικοποίηση της Παιδείας!
Σε ρόλο «προοδευτικού μεταρρυθμιστή», δυνάμεις του ΣΥΝ συσκοτίζουν τόσο τον προσανατολισμό όσο και την ουσία των αναδιαρθρώσεων στην Παιδεία, ως ανάγκη του συστήματος για μεγαλύτερη κερδοφορία. Στο πλαίσιο αυτό, εντάσσεται και η πρόταση της πλατφόρμας του ΣΥΝ «Αριστερά Σήμερα» (ΑΡΣΗ), που περιέχει ευθέως τη συμφωνία με τις μεταρρυθμίσεις. Πατάει, δηλαδή, στο χιλιοπαιγμένο έργο «χρειάζεται αλλαγή», για να επαναφέρει τις ίδιες και απαράλλαχτες αντιδραστικές προτάσεις με την κυβέρνηση, για την προώθηση των μέτρων ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης.
Για την οικονομική ενίσχυση των φοιτητών, η «ΑΡΣΗ» προτείνει «αντισταθμιστικές υποτροφίες με μερική απασχόληση των φοιτητών εντός του ΑΕΙ και μακροπρόθεσμα άτοκα εκπαιδευτικά δάνεια». Το ίδιο ακριβώς που προτείνει και το προσχέδιο για το νέο νόμο - πλαίσιο! Μια πρόταση που όπως και να έχει δε διεκδικεί δωρεάν Παιδεία. Δεχόμενη, μάλιστα, ότι η ανώτατη Παιδεία δεν παρέχεται δωρεάν, προτείνει υποτροφίες με μορφή ανταποδοτικότητας ή δάνεια που υποθηκεύουν το μέλλον των νέων.
Ακόμα, προτείνεται «η κατάργηση του ενός και μοναδικού συγγράμματος, η έγκριση περισσότερων συγγραμμάτων μετά από έγκυρη (εσωτερική και εξωτερική) αξιολόγηση, η οικονομική ενίσχυση των φοιτητών για αγορά συγγραμμάτων». Κατάργηση της δωρεάν διανομής συγγραμμάτων, δηλαδή. Γιατί δε ζητάει να διανέμονται περισσότερα βιβλία - τουλάχιστον όσα είναι απαραίτητα για κάθε μάθημα ως βασική βιβλιογραφία - δωρεάν στους φοιτητές. Τη θέση της δωρεάν διανομής συγγραμμάτων παίρνει η οικονομική ενίσχυση για την αγορά τους και οι δανειστικές βιβλιοθήκες...
Οσο για το άσυλο, η «ΑΡΣΗ» λέει ότι «οι ευθύνες των αποφάσεων που συνδέονται με το άσυλο ανήκουν στη Σύγκλητο. Μόνο σε προφανείς έκτακτες περιπτώσεις μπορεί να αναλάβει την πρωτοβουλία το Πρυτανικό Συμβούλιο». Δηλαδή, ενώ δέχεται ότι η ευθύνη βρίσκεται στη Σύγκλητο, την ίδια στιγμή αυτοαναιρείται μιλώντας για ευθύνη στο Πρυτανικό συμβούλιο σε «έκτακτες» περιστάσεις. Μα οι «έκτακτες» περιστάσεις είναι εκείνες που εγείρουν ζητήματα ασύλου...
Για το καθεστώς απασχόλησης των καθηγητών, η «ΑΡΣΗ» προτείνει μεν να «καθιερωθεί η πλήρης και αποκλειστική απασχόληση», αλλά την ίδια στιγμή μιλάει και για ευέλικτες μορφές απασχόλησης. Λέει ότι «το θεσμικό πλαίσιο πρέπει να εξασφαλίζει την αναγκαία ευελιξία και κινητικότητα στους τομείς της διδασκαλίας και της έρευνας που διευκολύνουν συνεργασίες, ανταλλαγές και διάχυση της γνώσης και της εμπειρίας» και προβλέπει «μερική απασχόληση» και «απασχόληση διδασκόντων σε δύο ιδρύματα». Ναι μεν πλήρης και αποκλειστική απασχόληση αλλά με πολύ... νερό.
Πιστές στις επιταγές της Μπολόνια, οι δυνάμεις της «ΑΡΣΗ» ζητούν να καθιερωθεί η «αξιολόγηση»: «εκθέσεις αυτοαξιολόγησης» και «εξωτερική αξιολόγηση». Πακέτο με την «αξιολόγηση» πηγαίνει η «οικονομική αυτοτέλεια» των πανεπιστημίων και ο «τετραετής αναπτυξιακός προγραμματισμός "βάσει στόχων"». Ακόμα, προτείνει προϊσταμένους για τις οικονομικές διευθύνσεις με τετραετή θητεία (μάνατζερ δηλαδή που η θητεία τους είναι ίση με εκείνη των «αναπτυξιακών προγραμμάτων»).
Η πρόταση της «ΑΡΣΗ» προβάλλει ως δεύτερη ευκαιρία τα «διατμηματικά πτυχία», δηλαδή τη δυνατότητα οι φοιτητές να «επιλέξουν μάθημα ή ομάδα μαθημάτων από συγγενικά τμήματα». Με άλλα λόγια, βάζει στο χαρτί τα πτυχία - σούπα, από διάφορα επιστημονικά αντικείμενα, ώστε να έρθει πιο κοντά στο πρότυπο του ευέλικτου εργαζόμενου, με σκόρπιες γνώσεις και χωρίς στέρεη επιστημονική βάση.
Δεν είναι παράδοξο ότι οι προτάσεις «ΑΡΣΗ» και κυβέρνησης - με όποιο περιτύλιγμα και αν αυτές πλασάρονται - ταυτίζονται. Και είναι άλλη μια αποκάλυψη της κάλπικης κριτικής των δυνάμεων του ΣΥΝ. Γιατί δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να διαφοροποιούνται σε επίπεδο διαχείρισης, «κακού» χειρισμού από πλευράς κυβέρνησης. Ενώ επί της ουσίας και κοινές προτάσεις έχουν αλλά και κοινούς μύχιους πόθους: να αποπροσανατολιστεί η λαϊκή αντίδραση, να εκτονωθεί σε ανέξοδα ρυάκια, και να περάσουν τελικά οι αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις.
Γιατί είναι κοινή η αφετηρία, είναι κοινή η παραδοχή ως δεδομένων των ίδιων στοιχείων: εκείνων που βάζει μπροστά ως στόχους η διαδικασία της Μπολόνια, εκείνων των αρχών βάσει των οποίων προχωρούν οι συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση: ιδιωτικοποίηση, ανταγωνιστικότητα, επιχειρηματικότητα...
Αλλωστε, δυνάμεις του ΣΥΝ (ανάμεσά τους και «πρωτομάστορες» της «ΑΡΣΗ») υπογράφουν και το αναλόγου σκοπιμότητας και περιεχομένου κείμενο της πράσινης «πρωτοβουλίας πανεπιστημιακών για τη μεταρρύθμιση στην ανώτατη εκπαίδευση». Ενα κείμενο στο οποίο δε θίγεται η αναθεώρηση του άρθρου 16 και επαναλαμβάνεται η διαχειριστική διαφωνία με την κυβέρνηση, χέρι χέρι με την παραδοχή της «αναγκαιότητας» των μεταρρυθμίσεων.
Τα παραπάνω σχετικά με το νέο νόμο - πλαίσιο αρκούν για να αντιληφθεί κανείς ότι η ιδιωτικοποίηση δεν περιμένει την αναθεώρηση του άρθρου 16 για να εφαρμοστεί. Αλλωστε, ήδη μέσα στα πανεπιστήμια η ιδιωτικοποίηση περπατάει: Γραφεία διασύνδεσης κάνουν το μεσολαβητή ανάμεσα σε φοιτητές και επιχειρήσεις, εταιρείες χρηματοδοτούν ερευνητικές δραστηριότητες, διευρύνονται τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά, τα ιδρύματα συστήνουν εταιρείες παροχής υπηρεσιών και έρευνας...
Η απαίτηση να μην αναθεωρηθεί το άρθρο 16 του Συντάγματος αποτελεί αίτημα αιχμή του λαϊκού κινήματος, διεκδίκησης πραγματικά ενιαίας δημόσιας και δωρεάν Παιδείας. Ωστόσο, ακόμα και αν το άρθρο 16 δεν αναθεωρηθεί, η ιδιωτικοποίηση δε σταματά. Ακόμα και αν κάτω από το βάρος των αντιδράσεων και των κινητοποιήσεων η κυβέρνηση αναγκαζόταν να κάνει άλλη μια «ντρίμπλα», η λειτουργία πανεπιστημίων και ΤΕΙ με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια προχωράει με γοργά βήματα.
Αυτό αποκρύπτεται στην πρόσφατη προσπάθεια του προεδρείου της ΠΟΣΔΕΠ για «κοινή δράση» ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16. Γιατί ξεχωρίζει ένα αίτημα - καθ' όλα σοβαρό, που βρίσκεται έτσι κι αλλιώς αυτή τη στιγμή στο επίκεντρο - από την πάλη συνολικά ενάντια στα μέτρα ιδιωτικοποίησης. Δείχνει το δέντρο και κρύβει το δάσος. Την ίδια στιγμή, μέσα στα πανεπιστήμια λειτουργούν ήδη και εξελίσσονται μορφές ιδιωτικοοικονομικής λειτουργίας. Για τις οποίες δεν αντιδρούν στην καθημερινότητά τους μέσα στα ιδρύματα. Δέχονται την ιδιωτικοποίηση που προχωράει βήμα βήμα και στα μουλωχτά και αντιδρούν στην αναθεώρηση του άρθρου 16 που έρχεται να τη θεσμοθετήσει;
Υπό τον όρο «αυτο-διαχείριση», το ΠΑΣΟΚ περιγράφει μια κατάσταση όπου τα ιδρύματα θα μπορούν να διαμορφώνουν «τους δικούς τους στόχους, τη δική τους στρατηγική, δομή και λειτουργία. Να αποφασίζουν για τα δικά τους Τμήματα και πτυχία, βάσει προγραμματικών συμφωνιών με την πολιτεία, κεντρικά ή και περιφερειακά». Αυτή η κατάσταση δήθεν ελευθερίας των ιδρυμάτων, δεν είναι τίποτε άλλο από την εγκατάλειψή τους στον άκρατο ανταγωνισμό, όπου θα αναγκαστούν να εξασφαλίζουν μόνα τους τη χρηματοδότησή τους, ξεπουλώντας την έρευνα και τη διδασκαλία σε κάθε πρόθυμο χρηματοδότη - ιδιώτη (βλέπε επιχειρήσεις, ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς κ.λπ). Αποτελεί, δηλαδή, απαλλαγή του κράτους από την ευθύνη του να χρηματοδοτεί τα ιδρύματα, να εξασφαλίζει την επιβίωσή τους, το υψηλό επίπεδο σπουδών τους, την ανάπτυξή τους με βάση τις ανάγκες του λαού και του τόπου.
Οσο για αυτή καθεαυτή την «αξιολόγηση», το ΠΑΣΟΚ μάς δίνει μια γεύση, παραθέτοντας δυο κριτήρια «θα αξιολογείται μεταξύ άλλων και το ποσοστό των φοιτητών που θα ολοκληρώνουν τις σπουδές τους στον ελάχιστο απαιτούμενο χρόνο (...) καθώς και το ποσοστό αυτών που θα βρίσκουν εργασία σε διάστημα ενός έτους από την αποφοίτησή τους»! Δηλαδή, η πρώτη τους έγνοια είναι να αξιολογούνται τα ιδρύματα με βάση το τι θέλει η καπιταλιστική αγορά, οι επιχειρήσεις. Θα μετριέται δηλαδή, πόσο γρήγορα θα υπάρχει στη διάθεση της αγοράς ένα επιστημονικό δυναμικό (γι' αυτό θα υπολογίζεται ο χρόνος αποφοίτησης) με τις συγκεκριμένες δεξιότητες που απαιτούν οι επιχειρήσεις (γι' αυτό θα μετριέται πόσοι βρίσκουν δουλιά).
Αυτό σημαίνει ότι στα ιδρύματα θα ισχύουν δίδακτρα για κάθε φοιτητή, που ένα μέρος τους προτείνεται να το πληρώνει το κράτος. Ετσι, ελπίζει το ΠΑΣΟΚ ότι θα δημιουργηθούν κίνητρα για τα ιδρύματα, ώστε να μην αφήνουν κανέναν υποψήφιο απ' έξω, αλλά αυτό πρακτικά είναι αδύνατο: Θα μπορούσε, για παράδειγμα, η Ιατρική να δεχτεί 5.000 ή 6.000 φοιτητές, όσο δηλαδή είναι η αντίστοιχη ζήτηση; Με ποιες υποδομές θα μπορέσει να τους σπουδάσει;
Μιλούν ακόμα για «κατάργηση της λογικής του ενός διδακτικού συγγράμματος. Ολα τα συγγράμματα στο διαδίκτυο». Πουθενά, όμως, δε μιλούν για δωρεάν διανομή σε κάθε φοιτητή όλων των απαραίτητων συγγραμμάτων για τις σπουδές του (η εκτύπωση ολόκληρων συγγραμμάτων από το διαδίκτυο κοστίζει όσο και το να τα αγοράζεις από το βιβλιοπωλείο).
Παρακάτω λένε: «Ενθαρρύνουμε τη συνεργασία και τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην έρευνα, κάτω από την εποπτεία των Πανεπιστημίων και βεβαίως, με αυτόν τον τρόπο συμβάλλουμε στην καινοτομία, αλλά και στη φυσιολογική εξέλιξη του φοιτητή, στην πρόσβασή του στην αγορά εργασίας». Με άλλα λόγια, παραδέχονται ότι η έρευνα, άρα και η εξέλιξη της επιστήμης, θα γίνεται μεν στα πανεπιστήμια αλλά θα παραγγέλνεται, θα χρηματοδοτείται και σε τελική ανάλυση θα καθορίζεται από τις επιχειρήσεις, με γνώμονα το κέρδος τους (βλέπε «καινοτομία», δηλαδή πατέντες με άμεση εφαρμογή στις επιχειρήσεις). Τέλος, παραδέχονται ότι μέσα από αυτή τη διαδικασία θέλουν να παράγουν αποφοίτους κομμένους και ραμμένους στις απαιτήσεις των εργοδοτών.