ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 6 Ιούλη 2008
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Στο στόχαστρο η Ανώτατη Εκπαίδευση

Με το δόλωμα της αναβάθμισης και του εκσυγχρονισμού, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ έχουν επιδοθεί τα τελευταία χρόνια σε μία προσπάθεια να επιβάλουν νέα μέτρα στην Παιδεία, ευθυγραμμιζόμενες έτσι με τις προθέσεις της ΕΕ να εντάξει περισσότερο αποφασιστικά την Εκπαίδευση στη στρατηγική του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Οι αναδιαρθρώσεις που εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια στα πανεπιστήμια, αν και εκπορεύονται από την πολιτική της ΕΕ, την πολιτική δηλαδή των μονοπωλίων, εμφανίζονται σαν «εξέλιξη» της Ανώτατης Εκπαίδευσης, ένας αναγκαίος εκσυγχρονισμός, σε μία προσπάθεια να αποκρυφτεί η πραγματική τους στόχευση, που είναι ο στενός έλεγχος των πανεπιστημίων από τις επιχειρήσεις, οι οποίες βλέπουν σε αυτά ένα σημαντικό μέσο για την αύξηση των κερδών τους. Το σύνολο των μέτρων αυτών είναι κορύφωση μιας μακράς πορείας καπιταλιστικής ιδιοποίησης της επιστήμης για την ενίσχυση της πολιτικής κυριαρχίας και της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου.

Η ίδια η ΕΕ τα τελευταία χρόνια - όχι τυχαία - προβάλλει το σύνθημα «κοινωνία της γνώσης», επιχειρώντας να πείσει για την ανάγκη αλλαγών συνολικά στην Παιδεία και την Απασχόληση. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα ιδεολόγημα που επιστρατεύτηκε μαζί με τόσα άλλα, προκειμένου να προπαγανδιστεί ο μεσαίωνας που διαμορφώνουν για τη μεγάλη μάζα του λαού, για να πείσουν ότι ο καπιταλισμός άλλαξε και ως μέτρο της ευημερίας του δε θέτει πια το κέρδος αλλά τη γνώση. Ολα, βέβαια, δείχνουν ότι η μόνη αλλαγή είναι στα μέσα που χρησιμοποιεί και στην ένταση της επίθεσης που εξαπολύει ενάντια στους εργαζόμενους, οι οποίοι όλο και με χειρότερους όρους προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα. Σε ό,τι αφορά στη «γνώση», αυτή όλο και περισσότερο γίνεται προνόμιο των λίγων, ενώ για τους πολλούς μένει το μίνιμουμ γνώσεων και μπόλικες δεξιότητες προς κατανάλωση από τις επιχειρήσεις, οι οποίες, έχοντας τη δυνατότητα να οργανώσουν την παραγωγή με πολύ λιγότερο υψηλά ειδικευμένο επιστημονικό δυναμικό, δε βλέπουν την ανάγκη να μορφώνεται η μεγάλη πλειοψηφία του λαού, πόσο περισσότερο να διασφαλιστεί το καθολικό δικαίωμα στη μόρφωση.

Στην Ανώτατη Εκπαίδευση η στρατηγική αυτή υλοποιείται μέσα από τις αναδιαρθρώσεις των τελευταίων χρόνων: Ο νόμος - πλαίσιο, που βάζει τα πανεπιστήμια να λειτουργήσουν σαν επιχειρήσεις ως προς τη δομή τους, τη διοίκησή τους και τους στόχους τους, οι αλλαγές στα μεταπτυχιακά, που προωθούν τις ευέλικτες σπουδές και τους ταξικούς φραγμούς, οι ρυθμίσεις για την αξιολόγηση και την έρευνα που φέρνουν τις επιχειρήσεις μέσα στα ιδρύματα. Οχι τυχαία, το ζήτημα της Ανώτατης Εκπαίδευσης αποτελεί κομμάτι της στρατηγικής της Λισαβόνας, με έμφαση στην εκμετάλλευση της νέας γνώσης που παράγεται στα πανεπιστήμια.

Μπολόνια: Η αποφασιστική στιγμή

Πριν η στρατηγική της Λισαβόνας δώσει το σαφή προσανατολισμό της Παιδείας και ειδικά των πανεπιστημίων, το Μάη του 1999 υπογράφτηκε η περίφημη Διακήρυξη της Μπολόνια με στόχο να αποτελέσει ένα κοινό πλαίσιο οργάνωσης και λειτουργίας των πανεπιστημίων, υποταγμένων όσο ποτέ στα μονοπωλιακά συμφέροντα μέσα από τη δημιουργία ενός ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης. Βασικές αρχές της Μπολόνια είναι η υιοθέτηση ενός συστήματος που θα στηρίζεται βασικά σε δύο κύκλους σπουδών (προπτυχιακό και μεταπτυχιακό), η καθιέρωση ενός συστήματος διδακτικών μονάδων για την προώθηση της «κινητικότητας των φοιτητών», η προώθηση της «αξιολόγησης», κλπ. Είναι χαρακτηριστικό της στάσης της ΕΕ γενικότερα το γεγονός ότι οι αποφάσεις της Μπολόνια εμφανίστηκαν σαν αποφάσεις των υπουργών Παιδείας και άλλων φορέων που συμμετείχαν στη διαδικασία, ενώ ιδιαίτερα προβλήθηκε το γεγονός ότι δεν είναι υποχρεωτική η εφαρμογή των μέτρων βάσει της «αρχής της συνεπικουρικότητας», με την οποία κάθε κράτος - μέλος υποτίθεται ότι χαράσσει τη δική του πολιτική. Μέσα από τις αποφάσεις αυτές, προδιαγράφτηκε ένα πανεπιστήμιο που θα παράγει μία μεγάλη μάζα φτηνού και ευέλικτου ημιειδικευμένου εργατικού δυναμικού χωρίς δικαιώματα και με την ψευδαίσθηση του πανεπιστημιακού τίτλου, ενώ η πραγματική επιστημονική γνώση προορίζεται για λίγους και με κριτήρια ταξικά. Η Διακήρυξη της Μπολόνια αποτελεί ουσιαστικά εξειδίκευση της προγενέστερης Διακήρυξης της Σορβόνης, που είχε υπογραφτεί ένα χρόνο πριν από τους υπουργούς Παιδείας των Γερμανίας, Γαλλίας, Μ. Βρετανίας και Ιταλίας, δηλαδή του σκληρού πυρήνα του κεφαλαίου της ΕΕ, που απαιτεί η Ανώτατη Εκπαίδευση να οργανωθεί κατά τα συμφέροντά του, προκειμένου να ανταγωνιστεί τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Αλλωστε, στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία, που είναι και το «αντίπαλο δέος» των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, οι επιχειρήσεις έχουν εδώ και χρόνια τον έλεγχο των πανεπιστημίων, ρυθμίζοντας τις κυβερνητικές παροχές, δίνοντας δουλειά στους αποφοίτους τους, υπαγορεύοντας τα αποτελέσματα της έρευνας ανάλογα με τα συμφέροντά τους.

«Ξεχάστε το δικαίωμα στη δουλειά»

Η Διακήρυξη της Μπολόνια ήρθε να εξειδικεύσει με συγκεκριμένες κατευθύνσεις την επιθυμία του μεγάλου κεφαλαίου για προσαρμογή της Εκπαίδευσης στις αναδιαρθρώσεις στην απασχόληση. Αυτές οι κατευθύνσεις είχαν αποτυπωθεί στη λεγόμενη Λευκή Βίβλο για την Παιδεία, η οποία ακολούθησε τη «Λευκή Βίβλο για την απασχόληση», που σηματοδότησε την έναρξη της επίθεσης στα δικαιώματα στη μόρφωση και στη δουλειά και στα τέλη του 1995 έδωσε τις βασικές κατευθύνσεις για την Παιδεία. «Η Εκπαίδευση θα μπορούσε να εκλογικευτεί προβλέποντας λιγότερο μακροχρόνιες γενικές καταρτίσεις και ανταποκρινόμενη περισσότερο στις ανάγκες της αγοράς και αυτό προωθώντας την επαγγελματική κατάρτιση ως εναλλακτική της πανεπιστημιακής... Βραχύτερης διάρκειας και πρακτικότερες επαγγελματικές καταρτίσεις θα πρέπει να ενθαρρύνονται», ανέφερε, κάνοντας σαφή την πρόθεση της ΕΕ για μαζική εκπαίδευση σε σπουδές χαμηλού κόστους, εκγύμναση δεξιοτήτων ανάλογα με τις τρέχουσες και άμεσες ανάγκες της αγοράς.

Η ΕΕ εξέφραζε την επιθυμία των μονοπωλίων η Εκπαίδευση να πλησιάσει ακόμα περισσότερο τις ανάγκες τους - χαρακτηριζόταν ως ελιτίστικη η πανεπιστημιακή εκπαίδευση - ενώ καλούσε τις κυβερνήσεις-υπηρέτες της να «εκλογικεύσουν» την Εκπαίδευση και να προωθήσουν την κατάρτιση ως εναλλακτική της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Επιχειρώντας να εναρμονίσει το εκπαιδευτικό μοντέλο με τις αναδιαρθρώσεις στο χώρο της απασχόλησης, ξεκαθαρίζει ότι πρέπει να ξεχάσουμε πως το πτυχίο σημαίνει και δουλειά, εισάγει τα περί «διά βίου κατάρτισης», που δεν είναι τίποτα άλλο από την εναλλαγή ανεργίας με την απασχόληση χωρίς δικαιώματα, το κυνήγι δηλαδή των δεξιοτήτων που θα χτίζονται πάνω στη βάση των βασικών δεξιοτήτων. Ξεκάθαρη ήταν η «Λευκή Βίβλος» και για την αποστολή της Ανώτατης Εκπαίδευσης: «Προσδοκάται η καθιέρωση συνεταιρισμών μεταξύ εταιρειών και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Η πρόκληση της συνεργασίας ανάμεσα στα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τις επιχειρήσεις είναι η αποδοχή της επιχείρησης ως πλήρους συνεργάτη της διαδικασίας κατάρτισης. Η επιχείρηση είναι σήμερα ο μεγαλύτερος παραγωγός γνώσης και νέας τεχνολογίας», ανέφερε.

Επίθεση και στις συνειδήσεις

Μέσα από τα παραπάνω μέτρα η ΕΕ δεν αρκείται στη δημιουργία δομών Εκπαίδευσης που θα εξυπηρετούν τις ανάγκες των μονοπωλίων. Εστιάζει και στη δημιουργία συνειδήσεων και στην καλλιέργεια συμπεριφορών τέτοιων που δε θα απειλούν το σύστημα, δε θα ...υπονομεύουν την κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου. Ετσι, π.χ., εισάγεται η έννοια της «επιχειρηματικότητας» σε όλες τις βαθμίδες. Η χρηματοδότηση αποτελεί κύριο εργαλείο εφαρμογής των επιδιώξεων της ΕΕ. Τα κοινοτικά κονδύλια που διατέθηκαν για την Παιδεία μέσω των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων για την Εκπαίδευση και Αρχική Επαγγελματική Κατάρτιση (ΕΠΕΑΕΚ) έχουν συγκεκριμένο προσανατολισμό: Να χρηματοδοτήσουν τις δράσεις εκείνες που υλοποιούν την πολιτική της ΕΕ.

Ο λαός, οι εργαζόμενοι, έχοντας βιώσει στο διάστημα που μεσολάβησε από τη «Λευκή Βίβλο» τις συνέπειες των μέτρων που σήμερα παρουσιάζονται σαν καινοτόμα και μεταρρυθμιστικά, με τη μεγαλύτερη ιδιωτικοποίηση, ένταση των ταξικών φραγμών, απαξίωση της Εκπαίδευσης και των πτυχίων, δεν μπορεί να αποδεχτούν σαν πρόοδο την επίθεση στο δικαίωμα των παιδιών του λαού σε πραγματική Παιδεία.


Μ. Κ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ