ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 21 Γενάρη 2023 - Κυριακή 22 Γενάρη 2023
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Εργατικό - λαϊκό εισόδημα: Στο στόχαστρο της καπιταλιστικής ανάπτυξης

Eurokinissi

Οσο πλησιάζουμε στις εκλογές, οξύνεται η αντιπαράθεση ανάμεσα στην κυβέρνηση και στον ΣΥΡΙΖΑ για το εργατικό - λαϊκό εισόδημα. Η κυβέρνηση προτάσσει μία σειρά μέτρα που τάχα βελτιώνουν την κατάσταση για τους εργαζόμενους, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι είναι ο υπαίτιος της μεγαλύτερης επιδείνωσης που έχουν γνωρίσει οι εργαζόμενοι τις τελευταίες δεκαετίες και την ίδια στιγμή ότι τα μέτρα που λαμβάνει είναι μέτρα - ψίχουλα συγκριτικά με το δικό του πακέτο μέτρων, που τάχα μπορούν να λύσουν το πρόβλημα.

Η πραγματικότητα είναι πως οι συνολικές επιβαρύνσεις στην εργατική - λαϊκή οικογένεια έχουν πάρει διαστάσεις χιονοστιβάδας. Η μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων αδυνατεί όλο και περισσότερο να αντεπεξέλθει ακόμα και στις καθημερινές ανάγκες, πόσο μάλλον να διασφαλίσει την ουσιαστική κάλυψη. Ομως, το εργατικό - λαϊκό εισόδημα και η «καταβαράθρωση» του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων δεν είναι ένα μονόπρακτο και μονοδιάστατο έργο των τελευταίων μηνών. Δεν οφείλεται αποκλειστικά στην πανάκριβη Ενέργεια των τελευταίων δύο ετών ή μόνο στον πληθωρισμό, που πλέον «τρέχει» με 10% ετήσιο ρυθμό.

Σε τελευταία ανάλυση, η ακρίβεια είναι συνδυασμός του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, δηλαδή αυτού που απομένει από τον μισθό αφού αφαιρεθούν οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές, και των τιμών που έχουν τα εμπορεύματα που συγκροτούν το περιβόητο καλάθι του νοικοκυριού. Με απλά λόγια, για να καταλάβει κανείς γιατί οι εργαζόμενοι είναι φτωχοί πρέπει να σκεφτεί πόσα χρήματα πληρώνονται, πόσα χρήματα τους μένουν αν αφαιρεθούν οι φόροι και ποιες είναι οι τιμές των εμπορευμάτων που πρέπει να αγοράσουν για να καλύψουν τις ανάγκες τους.

Ετσι, η καταβαράθρωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων είναι σε τελευταία ανάλυση αποτέλεσμα πολλών διαφορετικών παραγόντων, που επέδρασαν και επιδρούν πάνω σε αυτό όλη την προηγούμενη περίοδο. Πρέπει να σκεφτεί κανείς το ύψος των μισθών, την εκτεταμένη φορολογία, την εμπορευματοποίηση της Υγείας, της Παιδείας, του Πολιτισμού και τη μεγάλη αύξηση των δαπανών που πρέπει να καταβάλει κανείς για να μπορέσει να ικανοποιήσει αυτές τις ανάγκες, την εκτίναξη των τιμών της Ενέργειας και φυσικά τον πληθωρισμό, την αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων στα είδη πρώτης ανάγκης και συνολικά, που όλα μαζί συγκροτούν την πραγματικότητα, στην οποία η μέση εργατική - λαϊκή οικογένεια κυριολεκτικά αγωνίζεται για να τα βγάλει πέρα.

Και τα γεγονότα είναι πεισματάρικα. Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει σίγουρα τεράστιες ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση. Ομως οι σημερινοί, όψιμοι τιμητές της ακρίβειας, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, είναι εξίσου υπεύθυνοι για την κατάσταση που βιώνει η εργατική οικογένεια, ενώ κανείς τους δεν προτείνει - ούτε μπορεί να προτείνει - κάποια λύση για τον εργαζόμενο λαό.

Οι διαχρονικές ευθύνες όλων των κυβερνήσεων για την επίθεση στα δικαιώματα του λαού

α) Η δραστική συμπίεση τόσο του μέσου όσο και του κατώτατου μισθού, αν συγκρίνουμε τα επίπεδα του 2008 με τα επίπεδα του 2022, ήταν αποτέλεσμα μιας σειράς αλλαγών που συντελέστηκαν όλη την τελευταία δεκαπενταετία. Αρκεί να σκεφτούμε τη μείωση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων με την κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού, την κατάργηση μισθολογικών ωριμάνσεων με τις τριετίες, την κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, την απελευθέρωση των απολύσεων και τις αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο, τη διαμόρφωση του κατώτατου μισθού με Υπουργική Απόφαση. Πολύ δύσκολα μπορεί να ξεχωρίσει κανείς τις ευθύνες ΠΑΣΟΚ, Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ για όλη αυτή την εξέλιξη, αφού το κάθε μνημόνιο ήταν ένα ακόμα βήμα ολοκλήρωσης της επίθεσης στον εργατικό μισθό. Ισως, χρονολογικά, η μεγαλύτερη μείωση καταγράφηκε με την «ωρίμανση» όλων των μέτρων που είχαν ληφθεί μέχρι τότε, κατά την περίοδο ΣΥΡΙΖΑ, με τον μέσο μεικτό μισθό να μειώνεται απ' τα 1.363 στα 1.167 ευρώ σε μόλις δύο χρόνια. Αντίστοιχα, η πολιτική όλων των κομμάτων μείωσε δραστικά τις συντάξεις και αύξησε τις ασφαλιστικές εισφορές σε πολλές κατηγορίες εργαζομένων, με εμβληματικότερες αλλαγές τους νόμους Κατρούγκαλου και Χατζηδάκη.

β) Στο επίπεδο της φορολογίας μπορούμε να σημειώσουμε τη φοροεπιδρομή στο εργατικό - λαϊκό εισόδημα που κλιμακώθηκε την τελευταία δεκαπενταετία. Η κατάργηση του αφορολόγητου για τους αυτοαπασχολούμενους αλλά και οι αλλαγές στην κλίμακα εισοδήματος αύξησαν σημαντικά τον φόρο που καταβάλλουν οι μισθωτοί και αυτοαπασχολούμενοι. Ενώ οι έμμεσοι φόροι, ιδίως ο φόρος προστιθέμενης αξίας, ήταν ο εύκολος τρόπος αύξησης της φοροληστείας του λαού, με τη μεγαλύτερη αύξησή του, κατά 1,5 δισ. ετησίως, να γίνεται την περίοδο 2015-2016. Την ίδια στιγμή, το μερίδιο των επιχειρήσεων στη φορολογία είναι ισχνό. Οι συνολικοί φόροι των επιχειρήσεων αντιστοιχούν μόλις στο 2% του ΑΕΠ, με τον ΦΠΑ να υπερβαίνει το 8% και τη φορολογία του εισοδήματος μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων το 6%, με τη διάρθρωση αυτή να παραμένει πρακτικά ίδια όλη τη δεκαετία. Μάλιστα, στις επιχειρήσεις καταγράφονται και ορισμένα μικρομάγαζα της γειτονιάς. Οι όμιλοι με τζίρο άνω των 7,5 εκατομμυρίων ευρώ, με καταγεγραμμένα έσοδα 43 δισ. ευρώ, χρεώνονται με μόλις 1,1 δισ. ευρώ φόρους, ενώ το ποσό που καταβάλλουν πραγματικά είναι ακόμα μικρότερο. Το μέγεθος της κλοπής των εργαζομένων είναι ακόμα μεγαλύτερο αν συνυπολογίσουμε και φερόμενες ως ζημιογόνες επιχειρήσεις, που με έσοδα 77 δισ. ευρώ δεν καταβάλλουν καθόλου φόρους.

γ) Η πολιτική της «απελευθέρωσης» της Ενέργειας και της «πράσινης ανάπτυξης», η πολιτική δηλαδή της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την Ενέργεια την οποία υπηρέτησαν πιστά όλα τα κόμματα που κυβέρνησαν την προηγούμενη περίοδο, είναι η ουσιαστική αιτία πίσω από τις τεράστιες αυξήσεις στο ηλεκτρικό ρεύμα, στα καύσιμα, γενικότερα στην Ενέργεια. Η διαμόρφωση ενός ενεργειακού σχεδιασμού που περιστρέφεται γύρω από τις ανεμογεννήτριες, τις ΑΠΕ γενικότερα και το φυσικό αέριο ως στρατηγικό καύσιμο, ήταν η ενιαία πολιτική που εφάρμοσαν όλα τα κόμματα την προηγούμενη περίοδο, το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Δημοκρατία, ήταν αυτή που οδήγησε στη σημερινή κατάσταση, όπου η τιμή της κιλοβατώρας έφθασε ακόμα και 5 φορές περισσότερο από αυτή που ήταν 15 χρόνια πριν.

δ) Την τελευταία διετία, ο πληθωρισμός συνιστά νέο γύρο επίθεσης στο εργατικό - λαϊκό εισόδημα, που είχε ήδη διαμορφωθεί σε χαμηλά επίπεδα. Με συντηρητικές εκτιμήσεις ο πληθωρισμός, δηλαδή η μεσοσταθμική αύξηση των τιμών, ξεπερνάει το 10%, ενώ οι αυξήσεις σε ορισμένα είδη μπορεί να ξεπερνούν το 20%.

Δύσκολα μπορεί κανείς να εντοπίσει τις αιτίες της εκτίναξης των τιμών σε μία μόνο παράμετρο. Η μεγάλη αύξηση των τιμών της Ενέργειας λόγω της πολιτικής της ΕΕ για την «απελευθέρωση» και την «πράσινη μετάβαση» αλλά και του ιμπεριαλιστικού πολέμου, η «αισχροκέρδεια» και οι ανταγωνισμοί μεταξύ των εμπορικών ομίλων και των βιομηχανικών ομίλων, η ενίσχυση του εξαγωγικού προσανατολισμού ορισμένων εμπορευμάτων (π.χ. φέτα, τουριστικό προϊόν) που βγάζοντάς τα εκτός «εθνικών ορίων» συντελεί στην αύξηση των τιμών τους, είναι πλευρές που συντελούν στις αυξήσεις των τιμών. Ομως σημαντικότερη, αν όχι κυρίαρχη, είναι η επεκτατική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η πολιτική παροχής φθηνού χρήματος προερχόμενου από δανεισμό, είτε από εκτύπωση καινούργιου χρήματος στις επιχειρήσεις, προκειμένου να διασφαλιστεί η έξοδος της οικονομίας της ΕΕ απ' την κρίση και να τροφοδοτηθεί η «πράσινη μετάβαση». Η επεκτατική πολιτική φέρνει υψηλό δανεισμό και, όταν γίνεται με «φρέσκο» χρήμα, πληθωρισμό, και αυτό το οικονομικό δεδομένο είναι γνωστό δεκαετίες τώρα. Είναι αδύνατον να ξεχωρίσει κανείς τις ξέφρενες αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων και των υπολοίπων εμπορευμάτων από την πολιτική που ακολουθεί σήμερα η Ευρωπαϊκή Ενωση και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Η ανάπτυξη για το κεφάλαιο σημαίνει σφαγή για τον λαό

Οι εργαζόμενοι, τα εργατικά - λαϊκά στρώματα πλήρωσαν και συνεχίζουν να σηκώνουν τα βάρη, και στην καπιταλιστική κρίση και στην καπιταλιστική ανάπτυξη, με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Τα τελευταία 15 χρόνια αποδεικνύουν ότι οι εργαζόμενοι χάνουν είτε με την περιοριστική πολιτική των μνημονίων είτε με τη σημερινή επεκτατική πολιτική. Το μόνο που αλλάζει είναι ο τρόπος σφαγής των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Η περιοριστική πολιτική, με περικοπές μισθών και δικαιωμάτων, χτυπά ευθέως το εργατικό - λαϊκό εισόδημα. Η επεκτατική πολιτική χτυπά το λαϊκό εισόδημα έμμεσα. Οι εργαζόμενοι βλέπουν το βιοτικό τους επίπεδο να καταβαραθρώνεται είτε λόγω των πληθωριστικών αυξήσεων στις τιμές των εμπορευμάτων, που οδηγούν σε ακρίβεια, είτε σε μία εκτίναξη του κρατικού χρέους που θα κληθούν να το πληρώσουν οι εργαζόμενοι την επόμενη μέρα.

Αποδεικνύεται ότι κάθε μορφή διαχείρισης, κάθε μορφή διακυβέρνησης στις συνθήκες του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, άσχετα με το αν ο διαχειριστής είναι μπλε, πράσινος, ροζ ή οποιουδήποτε άλλου χρώματος, έχει αρνητικό αποτύπωμα στα εργατικά - λαϊκά στρώματα. Η σιδερένια εξίσωση δείχνει ότι αύξηση μισθών, εισοδήματος και κέρδη είναι σε τελευταία ανάλυση αντίθετα, και γι' αυτό, όσο η εξουσία βρίσκεται στις δυνάμεις του κεφαλαίου, οι εργαζόμενοι θα χάνουν. Η καπιταλιστική ανάπτυξη, τα κέρδη του κεφαλαίου προϋποθέτουν σχετική εξαθλίωση των εργαζομένων, άσχετα με το αν η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης γίνεται με άμεση μείωση του μισθού ή με αναδιανομή του εισοδήματος μέσα από φόρους ή και τον πληθωρισμό.

Ο δρόμος της συμπόρευσης με το ΚΚΕ

Για αυτόν τον λόγο, και το ΚΚΕ μπορεί να προβλέψει με απόλυτη ασφάλεια πως την επόμενη των επερχόμενων εκλογών, όποιο ή όποια κόμματα και αν κληθούν να αναλάβουν την αστική διακυβέρνηση, η πολιτική τους θα είναι αντιλαϊκή. Η ομοιότητα του προγράμματος ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ για την επόμενη μέρα και η σημερινή δομή του αστικού πολιτικού συστήματος είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Η ίδια η καπιταλιστική ανάπτυξη απαιτεί συνεχείς θυσίες απ' τον λαό, ανεξάρτητα απ' το ποιος τη διαχειρίζεται. Γι' αυτό άλλωστε και οι τεκτονικές πολιτικές διεργασίες των τελευταίων 15 ετών δεν άλλαξαν τίποτα στην ουσία του ζητήματος.

Το ΚΚΕ κινείται στον αντίποδα. Αποκαλύπτει στους εργαζόμενους ότι η πραγματική αιτία των δεινών τους είναι το ίδιο το κεφάλαιο, ότι η καπιταλιστική ανάπτυξη και η αστική εξουσία δεν μπορούν να συγκεραστούν με την ευημερία του λαού. Αποκαλύπτει ότι υπάρχει άλλος δρόμος, ο δρόμος της ανατροπής, της εργατικής εξουσίας, που με την κοινωνικοποίηση της συγκεντρωμένης παραγωγής και τον κεντρικό σχεδιασμό μπορεί να διασφαλίσει ανάπτυξη με στόχο την κοινωνική ευημερία. Καλεί τους εργαζόμενους σε αγωνιστική συμπόρευση, σε κατεύθυνση αγώνα και σύγκρουσης με τις δεσμεύσεις της ΕΕ και τη στρατηγική του κεφαλαίου. Αυτή η γραμμή πάλης αναφορικά με την ακρίβεια περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την κατάργηση μιας σειράς αντιλαϊκών έμμεσων φόρων, την ουσιαστική αύξηση των μισθών, γενικά την πρόταξη των αναγκών των εργαζομένων π.χ. για την Υγεία, τη στέγαση, τη μόρφωση, τις διακοπές τους. Οι δυνάμεις του ΚΚΕ μπαίνουν μπροστά για να οργανωθεί η λαϊκή αντεπίθεση, για να διεκδικήσουν οι εργαζόμενοι ανάκτηση των απωλειών, νέες κατακτήσεις. Η αποφασιστική ενίσχυση του ΚΚΕ στις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις είναι ένα ουσιαστικό βήμα για τους αγώνες της επόμενης μέρας.


Του
Γρηγόρη ΛΙΟΝΗ*
* Ο Γρ. Λιονής είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ