ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 8 Οχτώβρη 2000
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Σχετικά με την αυξανόμενη επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού

Στις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ αναφέρεται σε πολλά σημεία η αυξανόμενη επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού. Στη Θέση 1: «Στο διάστημα που μεσολάβησε από το 15ο Συνέδριο, εξελίσσεται σε μεγαλύτερη ακόμα έκταση και βάθος η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα: Στην οικονομία, στις εργασιακές σχέσεις, στην κοινωνική πολιτική, στο πολιτικό σύστημα, στον ιδεολογικό, πολιτιστικό τομέα... Οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, με τη μια ή την άλλη μορφή, εκτείνονται σήμερα σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, ανεξάρτητα από τη βαθμίδα ανάπτυξης των ξεχωριστών χωρών ή περιφερειών». Στη Θέση 3: «Παρά τις προσπάθειες και τα μέσα που διαθέτει η καπιταλιστική εξουσία να παρεμβαίνει στο βάθος και την έκταση της κρίσης, στη βίαιη αποκατάσταση των διαταραγμένων αναλογιών της καπιταλιστικής αναπαραγωγής, δεν μπορεί να ξεπεράσει τις κρίσεις και τις συνέπειές τους. Αυτό κάνει τον καπιταλισμό πιο βάρβαρο και πιο επιθετικό». Στη Θέση 5: «Προ πολλού η αστική διακυβέρνηση (είτε ασκείται από τα κλασικά συντηρητικά είτε από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα) εγκατέλειψε τη διαχείριση του συστήματος με τη μορφή εκτεταμένης κρατικής ιδιοκτησίας στη βιομηχανία, στις μεταφορές - τηλεπικοινωνίες, στο χρηματοπιστωτικό τομέα, στον τουρισμό, και με γενικευμένες κοινωνικές παροχές που είχαν εφαρμοστεί κυρίως στην Ευρώπη».

Το πέρασμα στη νεοφιλελεύθερη διαχείριση έχει τις ρίζες του στην ανάπτυξη των εγγενών αντιφάσεων του συστήματος και την αφετηρία του στη δεκαετία του '70. Μια αναδρομή στη μετά το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο περίοδο, δείχνει ότι το τέλος της δεκαετίας του '60 και οι αρχές δεκαετίες του '70 παρουσιάζονται ως σημείο καμπής των εξελίξεων στον παγκόσμιο καπιταλισμό και στα τρία ιμπεριαλιστικά κέντρα - ΗΠΑ, ΕΟΚ, Ιαπωνία. Η μεταπολεμική ισχυρή καπιταλιστική ανάπτυξη, που επέτρεψε εκτεταμένους «κοινωνικούς ελιγμούς» με την ύπαρξη ενός συστήματος διευρυμένων κοινωνικών παροχών (το λεγόμενο «κράτος πρόνοιας»), κάτω και από την πίεση της παρουσίας του σοσιαλιστικού συστήματος, φτάνει στα όριά της. Αρχίζει μια περίοδος κάμψης με επιβράδυνση των αναπτυξιακών ρυθμών, έντονο πληθωρισμό και αύξηση της ανεργίας. Η κάμψη αυτή εμφανίζεται πιο έντονη σε περιόδους κρίσεων, ενώ οι περίοδοι αναζωογόνησης - ανόδου δεν επαναφέρουν την προ του '70 δυναμική.

Ενδεικτικά παραθέτουμε τους ρυθμούς ανάπτυξης στα τρία ιμπεριαλιστικά κέντρα κατά την περίοδο 1961-1996 (Ανακοίνωση της Επιτροπής της ΕΕ, COM 25.2.1998 - βλέπε πίνακα).

Στην ΕΟΚ/ΕΕ οι πραγματικοί μισθοί την περίοδο 1961-73 αυξάνονταν με μέσο ρυθμό 5% το χρόνο, στη συνέχεια οι ρυθμοί αυτοί μειώνονται. Κατά την περίοδο 1974-85 αυξάνονται κατά 1,5% το χρόνο, το 1986-90 κατά 1,9% και το 1991-96 κατά 0,8% (στο ίδιο). Στις ΗΠΑ, ενώ κατά την περίοδο 1947-1973 ο μέσος όρος του οικογενειακού εισοδήματος αυξήθηκε κατά 104%, την περίοδο 1973-1997 αυξήθηκε μόλις κατά 0,35%, παρόλο που οι ΗΠΑ βρίσκονται σε μια διαρκή αναπτυξιακή πορεία εδώ και δέκα χρόνια, ενώ συγκαλύπτεται και η ανεργία με τη μερική απασχόληση κλπ (Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής, «Ελευθεροτυπία» 24.5.2000).

Ετσι, γύρω στο '70, και η σοσιαλδημοκρατική διαχείριση εξάντλησε τα όριά της. Οι ανάγκες της καπιταλιστικής συσσώρευσης επέβαλαν αλλαγές και γι' αυτό ωρίμασε και μια στροφή στην πολιτική προς τη νεοφιλελεύθερη διαχείριση του συστήματος. Η διαχείριση αυτή, που στοχεύει στη διασφάλιση του μονοπωλιακού υπερκέρδους, στην ανάσχεση της τάσης πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους (πρώτα απ' όλα με τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης), εξαπλώθηκε παγκόσμια μέσω και των κατευθύνσεων διακρατικών οργανισμών κρατικομονοπωλιακής ρύθμισης, όπως το ΔΝΤ και ο ΟΟΣΑ. Οι ρυθμοί και τα μέτρα προσαρμόστηκαν βεβαίως στις ιδιαιτερότητες των χωρών. Ο «ριγκανισμός» στις ΗΠΑ, ο «θατσερισμός» στη Βρετανία, τα μέτρα στις χώρες της Λ. Αμερικής αποτέλεσαν το εναρκτήριο λάκτισμα. Μπήκαν στην ημερήσια διάταξη οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις. Η επικράτηση της αντεπανάστασης στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες και η αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων επέτρεψε στις καπιταλιστικές δυνάμεις να επιταχύνουν και να κάνουν σφοδρότερη την επίθεση. To σύνολο των παραπάνω εξελίξεων αποτελεί τη βάση που ωθεί να ισχυροποιούνται οι κατασταλτικοί - αντεπαναστατικοί μηχανισμοί των αστικών κρατών, να αντιδραστικοποιείται παραπέρα το πολιτικό σύστημα, να οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί για αγορές και σφαίρες επιρροής, να αυξάνονται οι εξοπλισμοί, οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πιέσεις κοκ.

Χαρακτηριστικό της δεύτερης μεταπολεμικής καπιταλιστικής περιόδου και ιδιαίτερα τη δεκαετία μας είναι ότι το μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης εξακολουθεί να χάνει και στις περιόδους αναζωογόνησης - ανόδου στον κύκλο της καπιταλιστικής κρίσης, εντείνεται η σχετική και απόλυτη - σε πολλές περιπτώσεις - επιδείνωση της κατάστασής της.

Στη χώρα μας εκφράστηκε πιο έντονα η γενική τάση δυσκολίας στην εξασφάλιση της διευρυμένης καπιταλιστικής αναπαραγωγής, εξαιτίας της ενδιάμεσης και εξαρτημένης θέσης της στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Οι πρώτες προσπάθειες για πέρασμα στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις έγιναν στα μέσα της δεκαετίας του '80 από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και με τις οδηγίες της τότε ΕΟΚ. Τα βάρη των κρίσεων που σημάδεψαν τη δεκαετία του '80 και της κρίσης των αρχών της δεκαετίας του '90 πλήρωσαν εξ ολοκλήρου οι εργαζόμενοι. Η ασταθής και αναιμική αναζωογόνηση - άνοδος μετά το '94 δεν ωφέλησε ούτε στο ελάχιστο την εργατική τάξη και τα φτωχά τμήματα των μεσαίων στρωμάτων. Χαρακτηριστικό, όσον αφορά στενά τα εισοδήματα, είναι ότι το διαθέσιμο εισόδημα του μέσου μισθωτού με βάση σύγκρισης 1980= 100το 1999 ήταν 100,2. Βρισκόταν δηλαδή στο ίδιο επίπεδο με το 1980 και χαμηλότερα από τις χρονιές 1978 (103,2), 1985 (102,5), 1979 (101,4) και 1990 (101,2), χρονιές με το μεγαλύτερο δείκτη της 25ετίας 1975-2000 (Τράπεζα της Ελλάδας - Εκθεση του διοικητή για το 1999).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ