ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 24 Γενάρη 2004
Σελ. /40
ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Συντεταγμένη «ανανέωση» εντυπώσεων

Σε προσυμφωνημένη και εντυπωσιοθηρική επιχείρηση «ανανέωσης» προχωρά η ηγεσία της ΝΔ, στο πλαίσιο της συνολικότερης αναπαλαίωσης του δικομματισμού μπροστά στις εκλογές με στόχο τον εγκλωβισμό των λαϊκών μαζών.

Η ανακοίνωση της μη καθόδου του Κ. Μητσοτάκη ως υποψηφίου στις εκλογές, που ανακοινώθηκε στη χτεσινή συνεδρίαση της ΚΕ της ΝΔ, αποσκοπεί στην εξισορρόπηση των εντυπώσεων από την αλλαγή φρουράς στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και την απαλλαγή από τους «βαρόνους» με το βλέμμα στην επομένη των εκλογών. Επί της ουσίας, η πολιτική της ηγεσίας της ΝΔ είναι αντάξια της πολιτικής που εφάρμοσε η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη, χωρίς τον επίτιμο πρόεδρο της ΝΔ. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι την ευθύνη για την κατάρτιση του κυβερνητικού προγράμματος τότε και τώρα την έχει ο ίδιος άνθρωπος, ο Γ. Σουφλιάς.

Η χτεσινή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής χρησιμοποιήθηκε ως το κατάλληλο σκηνικό για να ανακοινώσει ο Κ. Μητσοτάκης την απόφασή του, απόφαση γνωστή εκ των προτέρων στη Ρηγίλλης και για την οποία ήταν «προετοιμασμένος» ο Κ. Καραμανλής.

«Οι λόγοι που με οδήγησαν στην απόφαση δεν είναι προσωπικοί, είναι βαθύτατα πολιτικοί», τόνισε ο Κ. Μητσοτάκης, σπεύδοντας να διευκρινίσει ότι «εγκαταλείπω τη Βουλή, δεν εγκαταλείπω όμως την πολιτική». Σημείωσε, όμως, με νόημα ότι με την απόφασή του θέλει «να δώσει το παράδειγμα», ρίχνοντας το μπαλάκι στους άλλους «βαρόνους» και υποβοηθώντας τις επιδιώξεις της Ρηγίλλης.

Μάλιστα, συνέδεσε ευθέως την «αυριανή κυβέρνηση της ΝΔ, την κυβέρνηση του Κ. Καραμανλή», με τη δική του κυβέρνηση. «Οπως έκανε το 1990, θα αναλάβει το δύσκολο και επίπονο έργο της ανόρθωσης της χώρας. Εργο που θα απαιτήσει μεγαλύτερη προσπάθεια, μεγαλύτερη δύναμη, μεγαλύτερη αποφασιστικότητα», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Σημείωσε, ωστόσο, ότι η ανανέωση δεν εξαντλείται στα πρόσωπα, αλλά εξαρτάται από τις ιδέες και τις καινούριες πολιτικές που τολμά να προωθήσει. Σε ένα σύντομο απολογισμό της εξηντάχρονης πολιτικής διαδρομής του, ανέφερε ότι φιλοδοξία του ήταν να ανοίγει νέους ορίζοντες για τον τόπο και «ποτέ δε συμβιβάστηκε ούτε φοβήθηκε το πολιτικό κόστος».

Παίρνοντας το λόγο αμέσως μετά, ο Κ. Καραμανλής αναφέρθηκε με θερμά λόγια στην προσφορά του επίτιμου προέδρου στην παράταξη και τον τόπο, εξήρε ειδικά την κοινοβουλευτική του δράση, «υπήρξατε υπόδειγμα κοινοβουλευτικού ανδρός» είπε, υπογραμμίζοντας ότι «οι νεότεροι στηριζόμαστε και προσβλέπουμε στη δική σας έμπειρη γνώμη».

Η ειρωνεία είναι ότι, νωρίτερα, στην ομιλία του, ο Κ. Καραμανλής, αναφερόμενος στις εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ, είχε περιγράψει άθελά του τις εξελίξεις και στο δικό του κόμμα: «Οσα διαδραματίζονται στο ΠΑΣΟΚ έχουν έναν και μόνο στόχο: Τη δημιουργία εντυπώσεων με σκοπό να κρύψουν το παρελθόν τους και να ξεχαστούν τα προβλήματα που δημιούργησαν. Στόχος τους είναι ο θόρυβος και η δημιουργία εντυπώσεων»!

Στη Ρηγίλλης προσδοκούν ότι το παράδειγμα του Κ. Μητσοτάκη θα το ακολουθήσουν ορισμένοι «βαρόνοι» με τον ίδιο τρόπο, χωρίς να πιεστούν από τον Κ. Καραμανλή. Ο τελευταίος θα συναντηθεί την ερχόμενη εβδομάδα με τους Μ. Εβερτ και Ι. Βαρβιτσιώτη, προκειμένου να ξεκαθαριστεί αν θα είναι υποψήφιοι και αν θα περιληφθούν στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας.

Κατά τα λοιπά, στην ομιλία του ο Κ. Καραμανλής κατέστησε προσωπικά υπεύθυνο το νέο αρχηγό του ΠΑΣΟΚ για τη συμπεριφορά του κρατικού μηχανισμού στην προεκλογική περίοδο, αξιώνοντας «απόλυτη ουδετερότητα του κράτους» και προϋποθέσεις ισότητας των πολιτικών δυνάμεων στην προεκλογική αντιπαράθεση. Ξέρουμε, είπε, ότι «το σύστημα ΠΑΣΟΚ» μάχεται για να περιορίσει την πλειοψηφία μας στη νέα Βουλή και να αφανίσει την Αριστερά. Δεν έκρυψε ότι η προεκλογική καμπάνια του κόμματός του στοχεύει «στους πολίτες που ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ, αλλά είδαν τις προσδοκίες τους να διαψεύδονται ή έχουν απογοητευτεί από την ασυνέπεια(!) της κυβερνητικής πολιτικής». Απαντώντας στις τελευταίες εξαγγελίες του Γ. Παπανδρέου, περί μείωσης των αμυντικών εξοπλισμών, προσέλκυσης ξένων επενδύσεων και ανασφάλιστης εργασίας των νέων, ουσιαστικά επιβεβαίωσε την πλήρη σύμπλευση επί της ουσίας, διαφωνώντας και καταδικάζοντας την «ανικανότητα» της κυβέρνησης και του «διαδόχου» του ΠΑΣΟΚ να τα υλοποιήσει τα προηγούμενα χρόνια.

Αισιόδοξος για το εκλογικό αποτέλεσμα εμφανίστηκε ο Γ. Σουφλιάς, επικαλούμενος ότι το 4% του εκλογικού σώματος μετακινείται από το ΠΑΣΟΚ προς τη ΝΔ.

ΕΡΓΑ & ΗΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΔΙΚΟΜΜΑΤΙΣΜΟΥ
Πλειοδότες αντεργατικής πολιτικής

Η μερική απασχόληση βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας των «διαρθρωτικών αλλαγών» της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δηλαδή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων για το ξεθεμέλιωμα των εργατικών κατακτήσεων και την απρόσκοπτη κερδοφορία του κεφαλαίου.

Οι εργοδότες και οι πολιτικοί τους υπάλληλοι επιχειρούν να πετύχουν, με την καθιέρωση της μερικής απασχόλησης, πολλούς στόχους: Την ανατροπή των θεμελιωδών εργατικών δικαιωμάτων, όπως το 8ωρο. Την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζόμενων. Την κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και των εγγυήσεων που παρέχουν στους εργαζόμενους. Την προσαρμογή της εργατικής δύναμης στις ανάγκες του κεφαλαίου για μεγαλύτερο ποσοστό κέρδους. Τη συγκάλυψη της ανεργίας με το μοίρασμα μιας θέσης εργασίας, πλήρους απασχόλησης, σε δύο ή περισσότερους εργαζόμενους.

Η στάση των δύο συνεταίρων του δικομματισμού για τη μερική απασχόληση, όπως και για το σύνολο των «διαρθρωτικών αλλαγών», χαρακτηρίζεται από πλήρη ταύτιση.

Η Νέα Δημοκρατία έχει την «πρωτοπορία» στο θέμα αυτό. Με το νόμο 1892/90 έθεσε τις βάσεις για την «αποκρατικοποίηση» και την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας (μερική απασχόληση, 4η βάρδια, απελευθέρωση ωραρίου).

Το πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, το οποίο προσυπογράφει η Νέα Δημοκρατία, αναφέρει με σαφήνεια: «Η μερική απασχόληση και το ελαστικό ωράριο εργασίας προσφέρουν σε περισσότερους άνδρες και γυναίκες τη δυνατότητα να ενταχθούν στην εργασιακή ζωή, και συνεπώς σταθεροποιούν τις εισφορές στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης».

Το ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να κρατήσει τα προσχήματα εκφράζοντας, στην αρχή, επιφυλάξεις και αντιρρήσεις για τη μερική απασχόληση. Ο Ακης Τσοχατζόπουλος, σε ημερίδα του ΠΑΣΟΚ, στις 3 Νοέμβρη του 2000, έλεγε: «Θα μπορέσουμε, αν χρησιμοποιήσουμε την ευελιξία και τη μερική απασχόληση ως διαδικασίες, να πετύχουμε καλύτερη ανάπτυξη και να δημιουργήσουμε περισσότερες θέσεις εργασίας; Εγώ το απορρίπτω».

Ομως, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το ΠΑΣΟΚ, ως κυβέρνηση, όχι μόνο καθιέρωσε αλλά και διεύρυνε το καθεστώς της μερικής απασχόλησης στη χώρα μας. Ο υπουργός Οικονομίας, Ν. Χριστοδουλάκης, στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, στις 21 Δεκέμβρη 2003, ήταν σαφής: «Χρειάζεται να αυξήσουμε την προσαρμοστικότητα στις νέες γνώσεις και τεχνολογίες. Να αξιοποιήσουμε τη μερική απασχόληση στο δημόσιο, να ενθαρρύνουμε τη δημιουργία μικρών δυναμικών επιχειρήσεων».

Η στάση των δύο συνεταίρων του δικομματισμού στο κρίσιμο θέμα της μερικής απασχόλησης είναι και ένα κριτήριο για να κρίνουμε τις προτάσεις και τις προεκλογικές τους υποσχέσεις για το πρόβλημα της ανεργίας. Πίσω απ' τα λόγια τους κρύβεται η πραγματικότητα της «επόμενης μέρας», της ανεργίας, της αφαίρεσης των δικαιωμάτων, της σκληρότερης εκμετάλλευσης.

«Ξεχνάνε»...

«Ενόψει εκλογών εμείς δεν πρόκειται να ακολουθήσουμε το ΚΚΕ στο δρόμο της ενδοαριστερής οξύτητας και αντιπαράθεσης. Για μας, μόνος αντίπαλος είναι ο δικομματισμός και οι προτεινόμενες συντηρητικές πολιτικές. Γι' αυτό και επιμείναμε μέχρι τέλους στην ενωτική μας προσπάθεια, που το ΚΚΕ, χωρίς κανένα πειστικό επιχείρημα, αρνήθηκε». Τα παραπάνω αναφέρει, σε ανακοίνωσή του, ο Συνασπισμός, με την οποία σχολιάζει την ανακοίνωση - κάλεσμα της ΚΕ του ΚΚΕ προς τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα (που θα κυκλοφορήσει ένθετη στον κυριακάτικο «Ριζοσπάστη»). Και τα αναφέρει «ξεχνώντας» πως είναι αυτός, που, εδώ και πάρα πολύ καιρό, ακολουθεί «το δρόμο της ενδοαριστερής οξύτητας και αντιπαράθεσης», εφοδιάζοντας με «όπλα» το «οπλοστάσιο» του δικομματισμού και «προσπερνώντας» την τεκμηριωμένη κριτική σε θέσεις και προτάσεις που ασκεί το ΚΚΕ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ