ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 27 Μάη 2001
Σελ. /32
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ
ΟΧΙ πλάτες στα κυβερνητικά μέτρα

Ανάμεσα στις προτεραιότητες που έθεσε η κυβέρνηση με τα μέτρα για την Κοινωνική Ασφάλιση είναι η κατάργηση του θεσμού των κατώτατων ορίων (κ.ο.) συντάξεων, με το «πάγωμά» τους στα σημερινά επίπεδα και με επιδότηση της οργανικής σύνταξης ΙΚΑ με εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια. Για χιλιάδες νέους συνταξιούχους αυτό σημαίνει κατακόρυφη μείωση των συντάξεών τους.

Επιδιώκεται, ακόμα, η κατάργηση ουσιαστικά του θεσμού των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων μέσω ενός ευρύτατου αποχαρακτηρισμού τους, με αποτέλεσμα εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι στα επαγγέλματα αυτά, να πεταχτούν για τη συνταξιοδότησή τους απευθείας στα 65, ενώ τώρα συνταξιοδοτούνται στα 60 οι άνδρες και στα 55 οι γυναίκες. Τέλος, θέλει να περάσει τη σταδιακή αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης των γυναικών, από τα 60 στα 65, με συνέπεια βαρύ τίμημα για εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενες γυναίκες.

Πρόκειται για τρεις μεγάλες τομές, που πλήττουν, κυρίως, τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της Κοινωνικής Ασφάλισης. Είναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι ο θεσμός των κατώτατων ορίων συντάξεων είναι αυτός που προσδίδει, κυρίως, στην ασφάλιση τον κοινωνικό της χαρακτήρα. Απέναντι σ' αυτές τις μεγάλες ανατροπές η πλειοψηφούσα ηγεσία της ΓΣΕΕ προσπαθεί να περάσει την εντύπωση, ότι με τη χρηματοδοτική στήριξη της Κοινωνικής Ασφάλισης και από το κράτος δε θα θιγούν ασφαλιστικά δικαιώματα και θα διατηρηθεί τουλάχιστον η σημερινή κατάσταση.

Ας υποθέσουμε, ότι τελικά η κυβέρνηση θα δεχτεί συγκεκριμένες αναφορές για τη χρηματοδότηση της Κοινωνικής Ασφάλισης στις νομοθετικές ρυθμίσεις της. Δε θα είναι, όμως, ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία κυβέρνηση, που δε θα τηρήσει τέτοιου είδους δεσμεύσεις. Για 50 χρόνια, όλες οι κυβερνήσεις δεν εφάρμοσαν τις σχετικές διατάξεις του άρθρου 24 ΑΝ 1846/51, αλλά και του άρθρου 3 του ΝΔ 465/70. Ενώ η σημερινή κυβέρνηση δεν εφαρμόζει κανονικά τις διατάξεις του Ν. 2084/92, για καταβολή εισφορών του κράτους για τους νεοασφαλιζόμενους από 1/1/93 και του Ν. 2458/97 για χρηματοδότηση του Ταμείου Ασφάλισης Αγροτών.

Ομως, όλοι γνωρίζουμε, φυσικά και η ΓΣΕΕ, τις αποφάσεις της κυβέρνησης. Εκείνο που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι, ότι οι προτάσεις ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, κατά το μέρος που αφορούν στα ασφαλιστικά δικαιώματα, υποβοηθούν την κυβέρνηση να περάσει τα μέτρα της. Κυρίως τα μέτρα-τομές, που σημειώσαμε ήδη.

Βέβαια, από την πρόσφατη «δέσμη μέτρων» και, κυρίως, από τις θέσεις της ΓΣΕΕ το Γενάρη 1999 δε λείπουν οι αναφορές για δημόσιο και κοινωνικό χαρακτήρα της Κοινωνικής Ασφάλισης, τριμερή χρηματοδότηση, κατώτατη σύνταξη ίση με 20 ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη (ΗΑΕ), κύρια σύνταξη ίση με το 80% των συντάξιμων αποδοχών και επικουρική ίση με το 20%.

Ωστόσο, την ίδια στιγμή, δε θέτουν θέμα ανατροπής των αντιασφαλιστικών διατάξεων των νόμων 1759/88, 1902/90, 1976/91, 2084/92, 2556/97 και 2676/99. Αλλά έστω και για λόγους ηθικής τάξης, θα έπρεπε να ζητούν την ανατροπή των αντιασφαλιστικών διατάξεων της ΝΔ, αφού την περίοδο 1990-'92 καλούσαν τους εργαζομένους να κινητοποιηθούν για να μην τις περάσει η «επάρατη Δεξιά». Σήμερα που τις εφαρμόζει το «σοσιαλιστικό» ΠΑΣΟΚ τις αποδέχονται.

Οσον αφορά στα κατώτερα όρια συντάξεων, δεν προτείνουν να καταργηθούν τα μειωμένα κ.ο. για τους νεοασφαλιζόμενους. Συχνά στελέχη της ΓΣΕΕ αναφέρονται στο συνωστισμό στα κατώτατα όρια εργαζομένων με 4.500 μέρες ασφάλισης και με 7.000 μέρες αδιακρίτως. Αραγε, δε γνωρίζουν, ότι επαναλαμβάνουν ένα από τα επιχειρήματα της έκθεσης Ι. Σπράου, για να υπονομεύσει το θεσμό των κ.ο. Οτι, δηλαδή, παίρνουν την ίδια σύνταξη αυτοί που έχουν 4.500 μέρες και αυτοί που έχουν 7.000 μέρες; Εξάλλου, με την πρόταση της ΓΣΕΕ για «αναλογική» σύνταξη υπονομεύεται τόσο ο θεσμός των κ.ο. συντάξεων όσο και το αίτημα των εργαζομένων για «κοινωνική σύνταξη». Αφού, θα έλεγε κάθε καλοπροαίρετος, ένας εργαζόμενος, που έχει, π.χ., 4.450 μέρες ασφάλισης, κάτω δηλαδή από τον ελάχιστο χρόνο, θα πάρει περίπου οργανική ή «αναλογική» σύνταξη 60.000 δραχμές, γιατί ένας άλλος που έχει τον ελάχιστο χρόνο των 4.500 ημερών να πάρει την κατώτατη σύνταξη των 124.000 δρχ.; Τέλος, σημειώνουμε, ότι στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, κάτω προφανώς από την πίεση του ΣΕΒ, δε γίνεται λόγος για κατώτατη σύνταξη ίση με 20 ΗΑΕ, αλλά μόνο για αυξήσεις στις κατώτερες συντάξεις ίσες με αυτές της ΕΓΣΣΕ.

Η ΓΣΕΕ προτείνει να μην αλλάξουν τα γενικά όρια ηλικίας συνταξιοδότησης. Ομως, για τα όρια ηλικίας των γυναικών και για τη συνταξιοδότηση στα 65 των νεοασφαλιζόμενων γυναικών δε λέει κουβέντα. Ποιος δεν καταλαβαίνει, ότι υποβοηθεί έτσι την κυβέρνηση να περάσει την εξίσωση των ορίων ανδρών και γυναικών, όπως επιτάσσει η ΕΕ;

Με την πρόταση της ΓΣΕΕ για επικουρική ασφάλιση με κεφαλαιοποιητικό σύστημα, δεν αποκλείεται η κυβέρνηση να επιβάλει τον δεύτερο από τους περιβόητους «τρεις πυλώνες» του Ασφαλιστικού, ισχυριζόμενη, μάλιστα, ότι ικανοποιεί αίτημα των εργαζομένων. Μια τέτοια εξέλιξη για την επικουρική συνιστά η ΕΕ, για να ενισχυθεί η κεφαλαιαγορά. Πάντως, λίγα μόνο ισχυρά επικουρικά ταμεία (κυρίως τραπεζικών και υπαλλήλων δημόσιου τομέα) μπορούν να επιτύχουν τη λειτουργία τους με κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Τα περισσότερα επικουρικά δε διαθέτουν τους απαραίτητους μηχανισμούς και είναι βέβαιο ότι θα προσφύγουν στις ασφαλιστικές εταιρίες, οι οποίες καραδοκούν για ν' αναλάβουν τη διαχείρισή τους. Ετσι, παρά τη φραστική απόρριψη της συμμετοχής της ιδιωτικής ασφάλισης στο ασφαλιστικό σύστημα, η ιδιωτική ασφάλιση θα έρθει από το παράθυρο.

Το κύριο αίτημα της ΓΣΕΕ για ποσοστό αναπλήρωσης 80% για κύρια σύνταξη και 20% για επικουρική καλύπτει, κυρίως, τους εργαζόμενους με μόνιμη απασχόληση. Οι εργαζόμενοι με μεροκάματα, με μερική απασχόληση, εποχιακή κλπ. θα παίρνουν-δε θα παίρνουν τα κ.ο. συντάξεων. Πολλά επικουρικά ταμεία του ιδιωτικού τομέα, εξάλλου, δεν εξασφαλίζουν ούτε το 20% των αποδοχών. Με τις θέσεις της η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ αφήνει απέξω τα συμφέροντα μεγάλων ομάδων εργαζομένων και των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων.

Τα ζητήματα της μη ασφάλισης των εργαζομένων και της εισφοροδιαφυγής, καθώς και της αξιοποίησης των αποθεματικών των Ταμείων, που θέτει η ΓΣΕΕ, δεν μπορούν ν' αντιμετωπιστούν από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ ή όμοιου τύπου κυβερνήσεις. Η αντιμετώπισή τους προϋποθέτει σύγκρουση με το κεφάλαιο, το οποίο όμως στηρίζει τις κυβερνήσεις αυτές. Η ανασφάλιστη εργασία και η εισφοροδιαφυγή, οι εισφοροαπαλλαγές και οι παγωμένες οφειλές αποτελούν καθεστώς από καταβολής Κοινωνικής Ασφάλισης, που το ανέχονται ή και το υποθάλπουν όλες οι κυβερνήσεις. Με το Ν. 2639/98 για τις εργασιακές σχέσεις ο αριθμός των ανασφάλιστων θα διευρύνεται συνεχώς. Με το Ν. 2556/97 η κυβέρνηση βεβαίωνε, ότι θα παταχτεί η εισφοροδιαφυγή. Κι όμως, η εισφοροδιαφυγή διευρύνεται συνεχώς. Ακόμη, οι παγωμένες οφειλές, μόνο προς το ΙΚΑ, αυξήθηκαν από 15 δισ. δρχ. τον Απρίλη του 1982 σε 1,2 τρισ. δρχ. σήμερα. Τέλος, είναι γνωστή η καταλήστευση των αποθεματικών των Ταμείων, πολλές δεκαετίες, και είναι γνωστό ότι τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση επέβαλε τη διοχέτευση των αποθεματικών στο Χρηματιστήριο. Αλήθεια, γιατί η ΓΣΕΕ δε ζητάει την επιστροφή των κλεμμένων;

Η ΝΔ συμπορεύεται απόλυτα με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Στελέχη της μάλιστα προτείνουν ανοιχτά τη θεσμοθέτηση του συστήματος των «τριών πυλώνων». Ο ΣΥΝ οχυρώνεται πίσω από τις προτάσεις της ΓΣΕΕ. Από το άλλο μέρος οι «κοινωνικοί συνομιλητές», με το πέρας του «διαλόγου», θα δείξουν κάποια κατανόηση. Στις χώρες της ΕΕ, όπου έγινε «διάλογος», αυτός αφορούσε σε περικοπές στις παροχές, αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και ενίσχυση της κεφαλαιοποιητικής λειτουργίας των επικουρικών ταμείων. Πολιτικοί και συνδικαλιστές, ιδιαίτερα οι ευρωπαϊστές, έδειξαν κατανόηση για τις «μεταρρυθμίσεις» που αποφασίστηκαν, αφού κινούνταν στις κατευθύνσεις της ΕΕ. Ωστόσο, στη χώρα μας το Ασφαλιστικό θ' αποτελέσει τη λυδία λίθο πάνω στην οποία θα κρίνεται και θ' αποκαλύπτεται η ακολουθούμενη νεοφιλελεύθερη πολιτική από τις συντηρητικές πολιτικοκοινωνικές δυνάμεις της χώρας. Επίσης, θ' αποτελέσει τον καταλύτη, που θ' αποκαλύπτει την υποκρισία των αυτοαποκαλούμενων σοσιαλιστών, καθώς και των παντός είδους ευρωπαϊστών, που στο όνομα της ΕΕ αποδέχονται σκληρά αντιδραστικά μέτρα σε βάρος των εργαζομένων.

Το κεντρικό πρόβλημα και ταυτόχρονα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα με εκρηκτικές διαστάσεις αποτελεί σήμερα αυτό των πολύ χαμηλών παροχών, κυρίως προς τις μεγάλες ομάδες εργαζομένων. Είναι χαρακτηριστικό, ότι σύμφωνα με στοιχεία του ΙΚΑ για το 2000, 107.378 (12,97%) συνταξιούχοι του έπαιρναν συντάξεις από 20.000 έως 100.000 δρχ., 450.141 (54,37%) έπαιρναν από 100.000 έως 130.000 δρχ., 101.865 (12,30%) έπαιρναν από 130.000 έως 160.000 δρχ. και μόνο 168.616 (20,36%) έπαιρναν μεγαλύτερες συντάξεις. Οι συντάξεις του ΤΕΒΕ και του ΤΣΑ είναι ακόμη χαμηλότερες και του ΟΓΑ δεν είναι παρά βοηθήματα. Ενα πολύ μεγάλο μέρος των ανάπηρων ασφαλισμένων στο ΙΚΑ με ποσοστά αναπηρίας μέχρι 49% δεν παίρνει καμιά σύνταξη, με ποσοστά 50-66% παίρνει 62.000 δρχ. και με ποσοστά 67-79% παίρνει 93.000 δρχ. Αυτές τις συντάξεις η κυβέρνηση θέλει να τις πετσοκόψει με τα αντιασφαλιστικά μέτρα της. Ετσι, θέλει να μειώσει για χιλιάδες νέους συνταξιούχους τα κ.ο. συντάξεων γήρατος από 124.000 δρχ., που είναι σήμερα, σε 67.000 δραχμές. Τα κατώτερα όρια λόγω αναπηρίας από 62.000 έως 124.000 δρχ. σε 33.500-67.000 και τα κ.ο. λόγω θανάτου από 111.000 σε 33.500 δρχ. Παρ' όλα αυτά, πολλά στελέχη του ΠΑΣΟΚ δεν μπορούν να κρατήσουν τη συγκίνησή τους στα παράθυρα των καναλιών, για την «κοινωνική ευαισθησία», που χαρακτηρίζει την πολιτική της κυβέρνησης.

Αλλο κεντρικό πρόβλημα είναι η συνεχής εκτόπιση από την Κοινωνική Ασφάλιση μεγάλων ομάδων εργαζομένων. Υπολογίζεται, ότι σήμερα δεν ασφαλίζονται καθόλου ή δεν ασφαλίζονται κανονικά οι εργαζόμενοι με μερική απασχόληση (200.000) και στο φασόν (200.000), τα συμβοηθούντα μέλη οικογένειας (150.000), τα εργαζόμενα ανήλικα παιδιά (100.000), οι μισθωτοί που κόβουν δελτία παροχής υπηρεσιών (50.000), οι μετανάστες (600.000) και βέβαια οι άνεργοι (550.000).

Οι εργαζόμενοι, που πρέπει να ζήσουν κι αυτοί και οι οικογένειες τους, δεν μπορούν παρά να διεκδικούν πλήρη ασφαλιστική κάλυψη, αξιοπρεπείς συντάξεις, ανθρώπινη περίθαλψη και επαρκείς παροχές πρόνοιας. Και βέβαια, δεν μπορούν να μην κατεβαίνουν στους δρόμους του αγώνα. Δεν μπορούν να δεχτούν, ότι δεν υπάρχουν πόροι για την Κοινωνική Ασφάλιση, τη στιγμή που ο πλούτος της χώρας παράγεται απ' αυτούς και η συσσώρευση πλούτου στα χέρια των καπιταλιστών παίρνει τεράστιες διαστάσεις. Γι' αυτό και ζητούν να βρεθούν πόροι από τα υπερκέρδη των καπιταλιστών.


Του Χρήστου ΡΟΥΠΑΚΙΩΤΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ