ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 6 Γενάρη 2007 - Κυριακή 7 Γενάρη 2007
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ - ΔΕΗ ΑΕ
Το αντιλαϊκό πρόσωπο της «απελευθέρωσης»

Μόνο η αγωνιστική συσπείρωση κατά του πλαισίου «απελευθέρωσης» της ΕΕ και της αστικής τάξης μπορεί να ανοίξει το δρόμο για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών
Μόνο η αγωνιστική συσπείρωση κατά του πλαισίου «απελευθέρωσης» της ΕΕ και της αστικής τάξης μπορεί να ανοίξει το δρόμο για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών
Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που ΝΔ και ΠΑΣΟΚ ψήφιζαν μαζί την πρώτη ρύθμιση «απελευθέρωσης» του τομέα ηλεκτρικής ενέργειας, με την κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου της ΔΕΗ. Οι δυνάμεις αυτές προπαγάνδιζαν εκείνη την περίοδο τα ευεργετικά αποτελέσματα που θα είχε ο ελεύθερος ανταγωνισμός πολλών ιδιωτικών επιχειρήσεων, για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Μαζί με το ΣΥΝ, προέβαλλαν σαν μονόδρομο την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίου, εργασίας, εμπορευμάτων, στο πλαίσιο της ευρωενωσιακής αγοράς. Η αντίθεση του ΚΚΕ στην «απελευθέρωση» και η θέση του ότι η ενέργεια πρέπει να αποτελεί κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα, εμφανίστηκε τότε σαν απόδειξη της δογματικής αδυναμίας του να αντιληφθεί και να προσαρμοστεί στις σύγχρονες εξελίξεις.

Το διάστημα που μεσολάβησε ήταν αρκετά διδακτικό για να αποκαλυφθούν οι πραγματικοί στόχοι και οι αρνητικές συνέπειες για το λαό της πορείας «απελευθέρωσης» στην Ελλάδα, μια και στην ΕΕ υπήρχε ήδη πλούσια αρνητική πείρα. Οι μύθοι της αστικής τάξης άρχισαν να καταρρέουν ο ένας μετά τον άλλον.

Για τους εργαζόμενους του κλάδου η πορεία «απελευθέρωσης» μεταφράστηκε σε εντεινόμενη επίθεση στο κατακτημένο δικαίωμα μόνιμης και σταθερής εργασίας. Από το 1999, που ψηφίστηκε ο πρώτος σχετικός νόμος, είχαμε κατακόρυφη άνοδο των εκτάκτων υπαλλήλων και των εργαζομένων σε υπεργολάβους, για να ακολουθήσει η κατάργηση της μόνιμης εργασίας για τους νέους εργαζόμενους με το Ν. 3429/2005. Την πενταετία 2000-2005 είχαμε μείωση του προσωπικού της ΔΕΗ ΑΕ κατά 14%, ενώ ο δείκτης συχνότητας των εργατικών ατυχημάτων δε βελτιώθηκε. Αντίθετα, αυξήθηκε σημαντικά η παραγωγικότητα της εργασίας από 1.532 MWh/εργαζόμενο το 2000, σε 1.939 MWh/εργαζόμενο το 2005.

Ποιος, όμως, ωφελήθηκε από την αύξηση της παραγωγικότητας; Δεν ήταν σίγουρα η λαϊκή οικογένεια, που είδε τα τιμολόγια οικιακής χρήσης να αυξάνουν κατά 3,5% κατά μέσο όρο το χρόνο, με τελευταίο σταθμό την αύξηση κατά 4,6% τον Αύγουστο του 2006. Σαν να μην έφτανε αυτό, η διοίκηση της ΔΕΗ ΑΕ, οι υποψήφιοι ιδιώτες επενδυτές, οι τράπεζες, ζητούν όλοι μαζί εν χορώ νέες σημαντικές αυξήσεις στα τιμολόγια λαϊκής κατανάλωσης, με κριτήριο την κερδοφορία τους τα επόμενα χρόνια.

Φυσικά, δεν πρόκειται για ελληνική πρωτοτυπία. Οι αυξήσεις στα τιμολόγια ξεπέρασαν το 20% κατά μέσο όρο στην ΕΕ, την περίοδο 2004-2006. Στη Βρετανία, 4 εκατ. νοικοκυριά δεν αντέχουν πλέον τις δαπάνες μόνιμης παροχής ηλεκτρικού ρεύματος και χρησιμοποιούν προπληρωμένες κάρτες χρονοχρέωσης. Ακόμα και ο διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, Κλοντ Μάντιλ, αναγκάστηκε να παραδεχτεί πρόσφατα ότι κακώς περιγράφεται η «απελευθέρωση» σαν μέσο για να μειωθούν οι τιμές. Σύμφωνα με τον ίδιο, η «απελευθέρωση» είναι ορθή επιλογή για τη «δημιουργία συνθηκών κινητικότητας των κεφαλαίων».

Οσο περνάει ο καιρός οι απαιτήσεις του μεγάλου κεφαλαίου πολλαπλασιάζονται και μεταφράζονται σε νέα σχέδια αύξησης της τιμής, μέσα από τη διάσπαση του ενιαίου τιμολογίου σε γεωγραφικές ζώνες, τη χρονοχρέωση, το τιμολόγιο με ρήτρα καυσίμου κλπ.

Στην υπηρεσία του κεφαλαίου

Το σύνολο των κυβερνητικών μέτρων και επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ και επί κυβέρνησης ΝΔ, στοχεύουν στη διασφάλιση της κερδοφορίας των επίδοξων ιδιωτών επενδυτών και των μεγαλομετόχων της ΔΕΗ ΑΕ. Κρατικές επιδοτήσεις των ιδιωτικών επενδύσεων, προαγορά της ισχύος που θα εγκαταστήσουν, γενναίες μειώσεις του φορολογικού συντελεστή, αποζημιώσεις σε περίπτωση εμπορικής αποτυχίας, είναι μερικά από αυτά τα μέτρα.

Κορυφαίο παράδειγμα, η αυθαίρετη αύξηση της Οριακής Τιμής του Συστήματος στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας κατά 73% μέσα σε 8 μήνες, προς όφελος της πρώτης ιδιωτικής μονάδας παραγωγής των ΕΛΠΕ, καθώς και των μεγαλοεισαγωγέων. Πριν τη συγκεκριμένη αύξηση, η μονάδα των ΕΛΠΕ αδυνατούσε να πωλήσει ρεύμα στη χονδρεμπορική αγορά, αφού οι προσφορές της ΔΕΗ ΑΕ ήταν χαμηλότερες.

Οι αυξήσεις αυτές θα μετακυλιστούν στις πλάτες του λαού, είτε απευθείας σαν καταναλωτή, είτε έμμεσα σαν φορολογούμενου που θα στηρίζει κρατικές επιδοτήσεις για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα στη λιανική αγορά.

Ο ταξικός προσανατολισμός των κυβερνητικών μέτρων επιβεβαιώνεται από τη μεγάλη προσέλευση εγχώριων ομίλων σε συμμαχία με ευρωπαϊκούς κολοσσούς για το μοίρασμα της αγοράς, π.χ. ο όμιλος Βαρδινογιάννη με την ισπανική «Iberdrola», ο όμιλος Κοπελούζου με τη ρωσική «Gazprom» και την ιταλική «Enel», ο όμιλος Μυτιληναίου με την «Endesa» (που εξαγοράζεται από τη γερμανική ΕΟΝ), με τη γαλλική «Alstom», καθώς και τους ομίλους Λάτση και Μπόμπολα, η ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ με την αυστριακή «Verbund».

Παράλληλα, το αμερικανικό ενδιαφέρον για τα μετοχικό κεφάλαιο της ΔΕΗ ΑΕ γίνεται πιο ορατό, μετά τη συνεργασία της επιχείρησης με την «Contour Global», θυγατρική της «Reservoir Capital», για επενδυτική δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή.

Ο έλεγχος της ΔΕΗ ΑΕ δεν έχει μόνο οικονομική, αλλά και γεωπολιτική σημασία στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται, αφενός με την ίδρυση της Ενεργειακής Κοινότητας Νοτιοανατολικής Ευρώπης και αφετέρου με τις πρωτοβουλίες της υπερεθνικής ένωσης ηλεκτρισμού MEDELEC για ένα «Μεσογειακό ηλεκτρικό δακτύλιο» που θα περιλάβει τις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.

Η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου στην ελληνική και στη βαλκανική αγορά θα ακολουθήσει το δρόμο της ευρωενωσιακής αγοράς, όπου 5 ισχυροί μονοπωλιακοί όμιλοι ελέγχουν ήδη το 60% του συνόλου της «απελευθερωμένης» αγοράς και επιβάλλουν μονοπωλιακές τιμές, θρυμματίζοντας το μύθο περί ελεύθερου και υγιούς ανταγωνισμού πολλών επιχειρήσεων.

Ο ελιγμός του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ

Οσο περνάει ο καιρός αποκαλύπτονται όλο και περισσότερο οι πραγματικοί στόχοι της «απελευθέρωσης» και ο πραγματικός ωφελημένος από αυτήν. Κεφάλαια που είχαν υπερσυσσωρευτεί σε άλλους τομείς της οικονομίας και σε άλλες χώρες, βρίσκουν κερδοφόρα διέξοδο στο συγκεκριμένο τομέα. Ανοίγει έτσι ένα νέο πεδίο ανταγωνισμού μονοπωλιακών ομίλων και ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων.

Αυτή την απλή αλήθεια συνειδητοποιούν σταδιακά ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Γι' αυτό και το ΠΑΣΟΚ, αλλά και ο ΣΥΝ επιχειρούν να συγκαλύψουν την αποδοχή τους στη στρατηγική επιλογή της «απελευθέρωσης». Παρουσιάζουν μια πλαστή διαχωριστική γραμμή αντιπαράθεσης με την πολιτική αποκρατικοποιήσεων της κυβέρνησης, που εστιάζει στη διαφάνεια των διαδικασιών, στο ποσοστό που θα διατηρήσει το Δημόσιο στις πρώην ΔΕΚΟ (όπως η ΔΕΗ ΑΕ), στη διατήρηση του κρατικού μάνατζμεντ, στη διαμόρφωση ανταγωνιστικών δημόσιων επιχειρήσεων στο πλαίσιο της «απελευθέρωσης».

Η γραμμή αυτή είναι απατηλή και αποπροσανατολιστική για το λαϊκό κίνημα. Σε μια «απελευθερωμένη» αγορά κάθε επιχείρηση, ανεξάρτητα από το ποσοστό που κατέχει το δημόσιο, είναι υποχρεωμένη να δράσει προς όφελος της κερδοφορίας των μετόχων της και για την αντιμετώπιση των ανταγωνιστών της. Με αυτό το κριτήριο αντιμετωπίζει λοιπόν, τόσο τους εργαζόμενούς της, όσο και τους λαϊκούς καταναλωτές, με αποτέλεσμα τις συνέπειες που προαναφέραμε.

Μόνο η αγωνιστική συσπείρωση κατά του πλαισίου «απελευθέρωσης» της ΕΕ και της αστικής τάξης μπορεί να ανοίξει το δρόμο για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Ομως, η συνδυασμένη ικανοποίηση του συνόλου αυτών των αναγκών προϋποθέτει την απαλλαγή του ενεργειακού σχεδιασμού από τους νόμους του καπιταλιστικού κέρδους. Διαφορετικά, το κίνημα θα εγκλωβίζεται σε αδιέξοδες διαχειριστικές επιλογές και ψευτοδιλήμματα για την αποσπασματική ικανοποίηση της μιας λαϊκής ανάγκης σε βάρος της άλλης (π.χ. φθηνό κόστος ηλεκτροπαραγωγής από ρυπογόνους λιγνιτικούς σταθμούς ή ακριβό κόστος από ιδιωτικά αιολικά πάρκα με προστασία του περιβάλλοντος;).

Μόνο ο κεντρικός σχεδιασμός στο πλαίσιο της κρατικής κοινωνικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, στις πρώτες ύλες, στα δίκτυα μεταφοράς και διανομής της ενέργειας, μπορεί να απαντήσει στο πρόβλημα της συνδυασμένης ικανοποίησης των αναγκών του λαού. Γι' αυτό το ΚΚΕ προτείνει έναν ενιαίο αποκλειστικά κρατικό φορέα ενέργειας, που θα αποτελεί μηχανισμό της λαϊκής οικονομίας και θα κατοχυρώνει την ενέργεια σαν κοινωνικό αγαθό και όχι σαν εμπόρευμα. Η πρότασή μας βρίσκεται στον αντίποδα της ευρωενωσιακής πολιτικής και των απολογητών της. Στο χέρι του λαού είναι να προτάξει τις ανάγκες του και να την κάνει πραγματικότητα.


Του
Μάκη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ*
*Ο Μάκης Παπαδόπουλους είναι υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ