Ουσιαστική η συναίνεση της κυβέρνησης και των άλλων κομμάτων στους μισθούς πείνας με τις ευλογίες ΕΕ - κεφαλαίου
«Επιστροφή στον ...τόπο του εγκλήματος»: Αυτό ήταν το περιεχόμενο των τοποθετήσεων τόσο της κυβέρνησης όσο και των αστικών κομμάτων, του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ, της Νέας Αριστεράς και λοιπών συμπληρωμάτων, στη συζήτηση για το νομοσχέδιο που ολοκληρώθηκε χτες.
Ολα τα κόμματα δηλαδή που από το 2010 μέχρι σήμερα κατακρεούργησαν τους μισθούς και τις ΣΣΕ, που τσάκισαν δικαιώματα και κατακτήσεις δεκαετιών, ψηφίζοντας και εφαρμόζοντας τρία μνημόνια και εκατοντάδες νόμους, χθες όχι μόνο παρίσταναν τους ...ανήξερους για το έγκλημα, αλλά δήλωσαν ότι συνεχίζουν στον ίδιο δρόμο: Της προσαρμογής των μισθών στη μέγγενη της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας, σύμφωνα πάντα με την ευρωπαϊκή Οδηγία 2022/2041 που αποτελεί και τον πυρήνα του νομοσχεδίου.
Ομολογία ότι το νομοσχέδιο φτιάχνεται για να συγκρατεί το λεγόμενο «εργατικό κόστος» εκεί που προστάζουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι, ώστε να θωρακίζονται τα κέρδη τους, ήταν άλλωστε όσα είπε ο Κυρ. Μητσοτάκης μιλώντας στην Ολομέλεια.
Προδιαγράφοντας μάλιστα από τώρα το τι ...σόι «αυξήσεις» θα δίνονται, πανηγύριζε για τα ψίχουλα που δόθηκαν με υπουργικές αποφάσεις τα τελευταία χρόνια, έχοντας φτάσει τον κατώτατο μισθό στα επίπεδα που ήταν πριν από 12 χρόνια. Αυξήσεις δηλαδή που έχουν ήδη εξανεμιστεί από τα αλλεπάλληλα κύματα ακρίβειας και έτσι θα συνεχίζεται όσο παραμένει το αντεργατικό πλαίσιο όλων των κυβερνήσεων.
Οπως είπε ο πρωθυπουργός, «ο μαθηματικός τύπος θα λαμβάνει υπόψη τις αντοχές της οικονομίας», δηλαδή το τι προστάζει κάθε φορά η κερδοφορία και η ανταγωνιστικότητα των ομίλων.
Στη λογική τού «ζήσε μαύρε μου», είπε στον λαό ότι «θα χρειαστεί χρόνος για να επανέλθει ισορροπία μεταξύ των τιμών των προϊόντων και της αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή». «Αλλες λύσεις δεν υπάρχουν» επέμεινε, ξορκίζοντας ταυτόχρονα κάθε μείωση ΦΠΑ έστω στα βασικά καταναλωτικά αγαθά. Παρέπεμψε, δε, και σε ευρωπαϊκή Οδηγία που απαγορεύει τέτοιες κινήσεις, επιβεβαιώνοντας τα μνημόνια διαρκείας σε βάρος του λαού, ενώ ακολούθησε η γνωστή κοκορομαχία με το ΠΑΣΟΚ και τον αρχηγό του γύρω από το ποιο «μείγμα» μπορεί να κάνει πιο εύπεπτη τη φτώχεια των εργαζομένων.
Στο μεταξύ, τόσο ο ίδιος όσο και η υπουργός Εργασίας Νίκη Κεραμέως αναπαρήγαγαν την απάτη ότι τάχα με το νομοσχέδιο ο κατώτατος μισθός δεν θα μπορεί να μειώνεται, την ίδια στιγμή που κάνουν νόμο όλες εκείνες τις περιπτώσεις με βάση τις οποίες θα απαγορεύεται οποιαδήποτε αύξηση. Είναι οι ίδιες «παρεκκλίσεις» που το 2012 οδήγησαν και σε μειώσεις του κατώτατου μισθού. Επομένως, από όσα λέει η κυβέρνηση μέχρι τις αποφάσεις των περικοπών είναι απλά μια ...ΠΥΣ δρόμος, όπως έγινε και τότε, κατεβάζοντας τις αποδοχές κατά 22%.
Μάλιστα, τα κυβερνητικά στελέχη υπερασπίζονταν ως ακρογωνιαίο λίθο του νομοσχεδίου και του αλγορίθμου που φέρνουν ότι βασική παράμετρος για τη διαμόρφωση του κατώτατου είναι η «παραγωγικότητα» της οικονομίας, όπως λέγεται στη γλώσσα των καπιταλιστών και των πολιτικών τους εκπροσώπων το ξεζούμισμα των εργαζομένων.
Ο Κυρ. Μητσοτάκης επικαλέστηκε άλλωστε τις «αντοχές των επιχειρήσεων» για να ψαλιδίσει τις όποιες προσδοκίες, και σε κάθε περίπτωση επέμεινε ότι «ο δημόσιος διάλογος δεν έχει χώρο για ακοστολόγητα συνθήματα».
Η ουσιαστική συναίνεση που δίνουν στην κυβέρνηση τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και οι ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά και τα υπόλοιπα κόμματα αποτυπώθηκε κατά τη διάρκεια της συζήτησης στην Ολομέλεια.
Χαρακτηριστικές είναι οι επικλήσεις όλων των κομμάτων, και ειδικά του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Αριστεράς, στην ευρωπαϊκή Οδηγία για τους «επαρκείς μισθούς» που η κυβέρνηση έκανε νόμο με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο.
Συγκεκριμένα, κατηγορούσαν την κυβέρνηση ότι δεν εφαρμόζει «σωστά» την αντεργατική Οδηγία, διακινώντας ξανά την απάτη ότι η Ελλάδα είναι τάχα «εξαίρεση» από την «ευρωπαϊκή κανονικότητα», την ίδια στιγμή που με βάση και τη συγκεκριμένη Οδηγία οι εργαζόμενοι σε όλη την Ευρώπη καλούνται να προσαρμοστούν στα «ελάχιστα προβλεπόμενα».
Αλλωστε, σε 21 από τα 27 κράτη - μέλη, ο κατώτατος μισθός διαμορφώνεται με τον ίδιο τρόπο που καθιερώνει και στη χώρα μας η κυβέρνηση, δηλαδή με νόμο και χωρίς συλλογικές διαπραγματεύσεις, παίρνοντας τη σκυτάλη από τον νόμο Βρούτση - Αχτσιόγλου.
Η κοροϊδία πήγε ...σύννεφο μάλιστα, με τις αναφορές του προέδρου του ΠΑΣΟΚ στο «νέο κοινωνικό συμβόλαιο» που θέλει να εφαρμόσει σε συνεννόηση με τους «κοινωνικούς εταίρους», δηλαδή με τις ηγεσίες σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, που έχουν αποδείξει ότι ...ειδικεύονται στην κατεδάφιση εργατικών δικαιωμάτων μέσα από τους γνωστούς «διαλόγους». Θυμήθηκε μάλιστα τις ΣΣΕ που, όπως είπε, «είναι καιρός να επανέλθουν», ενώ ήταν το κόμμα που ψηφίζοντας ...τρία στα τρία μνημόνια από το 2010 μέχρι σήμερα τις έστειλε στο καλάθι των αχρήστων.
Πέρα όμως από το τι έκανε το ΠΑΣΟΚ, χαρακτηριστικό είναι και το περιεχόμενο που δίνει στην «επαναφορά» τους, αφού αυτή γίνεται πάντα κατ' εφαρμογή της αντεργατικής Οδηγίας της ΕΕ, δηλαδή με βασικό άξονα τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου, που «στραγγαλίζει» κάθε διεκδίκηση των εργαζομένων. Χώρια που το ΠΑΣΟΚ μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα κόμματα, την ίδια στιγμή που καμώνεται ότι επιθυμεί την επαναφορά των ΣΣΕ, δεν βγάζει άχνα για την πρόταση νόμου των 637 σωματείων που προβλέπει την επαναφορά τους «μέχρι κεραίας».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και η Νέα Αριστερά, προσπαθώντας να ξεπλύνουν την περίοδο της δικής τους διακυβέρνησης, ενώ ήταν η πρώτη κυβέρνηση που εφάρμοσε τον μνημονιακό νόμο απαγόρευσης συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό.