ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 7 Νοέμβρη 2004
Σελ. /32
Η δράση των κομμουνιστών και η ισχυροποίηση του Κόμματος στην ύπαιθρο

Το κύριο ζήτημα στο οποίο καλούμαστε να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας στην προσυνεδριακή συζήτηση για το 17ο Συνέδριο είναι η πορεία του Κόμματος, η αναγκαιότητα, το περιεχόμενο, τα μέσα και οι μέθοδοι ισχυροποίησής του. Ισχύουν οι βασικές εκτιμήσεις για τη μέχρι τώρα θετική πορεία και δράση, ιδιαίτερα μετά την κρίση του 1989-'91, είμαστε όμως υποχρεωμένοι να δούμε το περιεχόμενο της ισχυροποίησης του ΚΚΕ στις σημερινές συνθήκες.

Αυτό συμπυκνώνεται στο να ισχυροποιηθεί το Κόμμα ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά, ώστε να έρθει στη μεγαλύτερη δυνατή αντιστοιχία με το χαρακτήρα και την αποστολή του, ως επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος στις δοσμένες συνθήκες που διαμόρφωσαν η νίκη της αντεπανάστασης και η στρατηγική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, οι πολεμικοί και επεμβατικοί μηχανισμοί του ιμπεριαλισμού.

Χρειάζεται να συζητήσουμε σε όλα τα επίπεδα πώς το ΚΚΕ θα γίνει πιο ικανό, πιο αποτελεσματικό, πιο δυναμικό στον αγώνα για την υπεράσπιση των λαϊκών δικαιωμάτων, στον αγώνα για το δικαίωμα του κάθε λαού ν' αποφασίζει για τις τύχες του.

Να συζητήσουμε πώς θα δράσει σε συνθήκες όξυνσης όλων των λαϊκών προβλημάτων για την οικοδόμηση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου, συμβάλλοντας με τις πρωτοβουλίες του στην προώθηση της κοινωνικής συμμαχίας της εργατικής τάξης, με τη μικρομεσαία αγροτιά, γενικότερα τα μικρομεσαία στρώματα της πόλης και της υπαίθρου, τη νεολαία και τις γυναίκες.


Η πολιτική των συμμαχιών της εργατικής τάξης με τη μικρομεσαία αγροτιά είναι αναγκαία, παρά την αριθμητική μείωση της αγροτιάς, γιατί το ειδικό βάρος της μικρομεσαίας αγροτιάς θα παραμένει - και τα επόμενα χρόνια - σημαντικό.

Συμπεράσματα από τη δράση μας στους αγροτικούς αγώνες

Η κατάσταση της αγροτιάς πάει από το κακό στο χειρότερο εξαιτίας των πολιτικών που εφαρμόστηκαν και των μέτρων που χρησιμοποιήθηκαν σαν εργαλεία για το ξερίζωμα δεκάδων χιλιάδων μικρών παραγωγών από τη γη τους. Η γεωργική απασχόληση μεταξύ των δύο απογραφών 1991 και 1999-2000 μειώθηκε κατά 14,6%. Από το 1981 μέχρι σήμερα ξεκληρίστηκαν πάνω από 182.000 νοικοκυριά, ενώ περισσότεροι από 70.000 αγρότες αδυνατούν να πληρώσουν τα χρέη τους στην ΑΤΕ.

Στην περίοδο 1995-2003 η μέση ετήσια αύξηση της συνολικής ακαθάριστης αξίας της αγροτικής παραγωγής ήταν μηδενική, με αποτέλεσμα η συμμετοχή του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος στο συνολικό ΑΕΠ της χώρας να μειωθεί από 9,1% το 1995 στο 6% το 2003 (Γ. Σφυρή: «Ορισμένες πλευρές της εξέλιξης της ελληνικής γεωργίας», ΚΟΜΕΠ τ. 4/2004, σελ. 44).

Οι αναθεωρήσεις της ΚΑΠ που έγιναν στη δεκαετία του 1990 μαζί με τη συμφωνία της ΓΚΑΤΤ και στη συνέχεια του ΠΟΕ συνέβαλαν να διατηρηθεί η στασιμότητα στην αγροτική οικονομία της χώρας μας και βοήθησαν να γίνουν σημαντικά βήματα στη συγκέντρωση της παραγωγής σε λιγότερα χέρια, δημιούργησαν αρνητικές συνέπειες για τους μικρομεσαίους αγρότες.


Σε μια σειρά αγροτικά προϊόντα οι τιμές είναι πολύ μικρότερες από το κόστος παραγωγής π.χ. ροδάκινα, σιτηρά, σταφίδα, τομάτα κλπ., συρρικνώνοντας ακόμη περισσότερο το ισχνό εισόδημα της αγροτικής οικογένειας. Ταυτόχρονα, η κερδοσκοπία των εμποροβιομηχάνων έχει πάρει προκλητικές διαστάσεις. Με τις πλάτες της κυβέρνησης και της ΕΕ κάνουν αθρόες εισαγωγές, εκβιάζοντας τους αγρότες να πουλήσουν κοψοχρονιά την παραγωγή τους. Η διεύρυνση της ΕΕ οξύνει παραπέρα τον ανταγωνισμό ανάμεσα στα ελληνικά αγροτικά προϊόντα και τα αντίστοιχα νεοεισαχθέντων χωρών.

Συνεπώς, όχι μόνο σήμερα, αλλά πολύ περισσότερο το επόμενο διάστημα θα χειροτερέψει η θέση των μικρομεσαίων αγροτών στη χώρα μας. Θα υποστούν ακόμη περισσότερο τις οδυνηρές συνέπειες της καπιταλιστικής διαδικασίας συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης της γης και της παραγωγής, αναγκαζόμενοι να εγκαταλείψουν την αγροτική δραστηριότητα ή θα παραμείνουν με όλο και χειρότερους όρους στη γη και την παραγωγή τους.

Παρ' όλη την αναμφισβήτητη επιδείνωση της κατάστασης της μικρομεσαίας αγροτιάς, είναι γεγονός ότι η δράση και η αποτελεσματικότητα της δουλιάς μας δυσκολεύεται αντικειμενικά λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, ενώ δυσκολεύουν την κατάσταση οι λεγόμενες επιδοτήσεις, που ενώ δεν αναστέλλουν τη διαδικασία καταστροφής των μικρών και μεσαίων αγροτικών νοικοκυριών, καλλιεργούν ελπίδες. Οι περιορισμένες και διάσπαρτες - γεωγραφικά - κομματικές δυνάμεις, δεν επαρκούν στις συνθήκες αυτές, αναδεικνύεται επιτακτικά το καθήκον της ισχυροποίησης του Κόμματος στην ύπαιθρο.

Σήμερα μπροστά στο 17ο Συνέδριο καλούμαστε να ξεπεράσουμε αυτές τις δυσκολίες, ώστε να δυναμώσουμε τις ΚΟΒ της υπαίθρου, διευρύνοντας την αυτοτελή πολιτική τους παρέμβαση και δράση, παίρνοντας πρωτοβουλίες ανάδειξης των προβλημάτων και οργάνωσης της πάλης των αγροτών για τη λύση τους.

Η ΚΟΒ της υπαίθρου βρίσκεται μπροστά σε δύσκολα προβλήματα. Καλείται όχι απλά να καταγράψει τις αρνητικές συνέπειες της κυρίαρχης πολιτικής που είναι σε όλους ορατές. Οχι μόνο να ξεσκεπάσει τις αιτίες και τους υπεύθυνους και να απορρίψει το μονόδρομο της ΕΕ, αλλά κυρίως να προβάλει πειστικά και με επιχειρήματα το δρόμο ανάπτυξης της γεωργίας στο πλαίσιο της λαϊκής οικονομίας που προτείνει το ΚΚΕ προς όφελος όλων των λαϊκών στρωμάτων. Αυτή την ικανότητα και τέχνη χρειάζεται να κατακτήσουν οι ΚΟΒ, τα μέλη του Κόμματος, ώστε προσεγγίζοντας σωστά το πρόβλημα να το αξιοποιούν για να φανεί ο πολιτικός ορίζοντας της λύσης του. Κλειδί στο να κατακτηθεί μόνιμα και σταθερά ένας τέτοιος τρόπος λειτουργίας και δράσης των ΚΟΒ αποτελεί η ποιοτική βελτίωση της καθοδηγητικής μας βοήθειας, ιδιαίτερα από τους καθοδηγητές και από τα Αχτιδικά Γραφεία.

Η δουλιά στην ύπαιθρο δεν είναι εύκολη. Οι δυσκολίες γνωστές και υπαρκτές. Αρκετούς μήνες μετά τις εκλογές η κατάσταση παραμένει - γενικά - η ίδια. Ομως αντικειμενικά δημιούργησε προϋποθέσεις και ανέδειξε δυνατότητες που μπορούμε με τη δράση μας να τις αξιοποιήσουμε και να τις διευρύνουμε.

Υπάρχουν αυταπάτες σε μεγάλα τμήματα των αγροτών ότι μπορεί ν' αλλάξει η κατάσταση, να βελτιωθεί το εισόδημά τους με επιμέρους μέτρα από την κυβέρνηση της ΝΔ ή μικροκατακτήσεις μιας περιοχής ή ενός τμήματος της αγροτιάς που παλεύει για μεγαλύτερη τιμή στα προϊόντα του. Αυτές τις αυταπάτες καλούμαστε οι κομμουνιστές με την πρωτοπόρα συμμετοχή και δράση στους αγώνες να ξεκαθαρίσουμε, ταυτόχρονα με την προβολή και εκλαΐκευση της πολιτικής πρότασης του ΚΚΕ για μια ανάπτυξη που κινητήρια δύναμή της θα είναι η ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών και όχι τα κέρδη των καπιταλιστών. Αυτό προϋποθέτει από μέρους μας πειστικά επιχειρήματα και κατανοητά παραδείγματα. Π.χ. αν υποθέσουμε ότι πούλησαν σε καλή τιμή φέτος, σημαίνει ότι αυξήθηκε το πραγματικό εισόδημά τους σε σχέση με πέρσι; Οι ανατιμήσεις των εμποροβιομηχάνων στις τιμές των αγροτικών εφοδίων και μηχανημάτων, οι αυξήσεις σε βασικά είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, τα αυξημένα έξοδα του παιδιού που σπουδάζει, τα αυξημένα ετήσια έξοδα των φαρμάκων ή της ιατρικής περίθαλψης, τα τοκογλυφικά επιτόκια της ΑΤΕ, ισοσκελίζονται με τη συγκυριακή αύξηση της τιμής του προϊόντος; Τι λέει η προηγούμενη εμπειρία; Η αυξημένη - σε μια περιοχή - τιμή του αγελαδινού γάλακτος εμπόδισε τη δραστική μείωση συνολικά των μικρών κτηνοτροφικών νοικοκυριών από 32.000 σε 9.500, με αποτέλεσμα το 9% των μεγάλων εκμεταλλεύσεων γαλακτοπαραγωγής να παράγει το 54,4% της συνολικής παραγωγής;

Τα παραπάνω παραδείγματα - θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολλά - αναδείχνουν την ανάγκη να κατανοηθεί πλατιά μέσα στη μάζα των αγροτών ότι ριζική λύση δεν μπορεί να δοθεί από έναν παραγωγό ή για ένα προϊόν σε μια περιοχή, έστω και αν κερδήθηκε μια μάχη. Λύσεις ριζικές, μόνιμες και προς το συμφέρον της μικρομεσαίας αγροτιάς θα δοθούν μόνο σε συνθήκες σύγκρουσης και ρήξης των λαϊκών δυνάμεων με την κυρίαρχη πολιτική και τις πολιτικές δυνάμεις που την προωθούν και τη στηρίζουν.

Η ΚΕ στις Θέσεις της εκτιμά ότι «οι αγροτικοί αγώνες που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια ήταν από τους πιο σημαντικούς αγώνες, όλης της περιόδου της μεταπολίτευσης».

Αυτοί οι αγώνες προσφέρουν πλούσια πείρα για τη δουλιά γενικά του Κόμματος και ιδιαίτερα των ΚΟΒ στην ύπαιθρο, το επόμενο διάστημα.

Α. Η μεγάλη διάρκεια, πανελλαδική έκταση, μαζικότητα και μαχητικότητα και κυρίως η εναλλαγή στις μορφές πάλης ήταν το κύριο χαρακτηριστικό της πρωτοβουλίας των αγωνιζόμενων αγροτών, που εκφράστηκαν μέσα από τις πλατιές συντονιστικές επιτροπές που δημιουργήθηκαν. Οι αγώνες εκδηλώθηκαν κάτω από την πίεση των μεγάλων και οξυμένων προβλημάτων της αγροτιάς, ανεξάρτητα σε ποιο βαθμό επιδρούσαν στα διάφορα τμήματά της. Οι άμεσες αρνητικές επιπτώσεις στο εισόδημα της αγροτικής οικογένειας οδήγησαν ακόμη και μεγαλύτερους αγρότες - με τα μέτρα της χώρας μας - να πάρουν μέρος γιατί έχαναν σημαντικά ποσά από τις ποσοστώσεις και τις χαμηλές τιμές.

Β. Οι κομμουνιστές και ιδιαίτερα τα στελέχη στο αγροτικό κίνημα, πρωτοστάτησαν στην προετοιμασία, στο ξεκίνημα και στην εξέλιξη των αγώνων. Στήριξαν και ενίσχυσαν την πρωτοβουλία των αγροτών στις μορφές πάλης που αποφάσιζαν. Συνέβαλαν να αναδειχτούν οι πραγματικές αιτίες των προβλημάτων και διαμόρφωσαν σωστό πλαίσιο αιτημάτων. Γενικά ανταποκρίθηκαν στις απαιτήσεις του αγώνα, όμως δεν έλειψαν αδυναμίες, παραλείψεις ακόμη και λάθη. Σημαντικότερη αδυναμία το ότι δεν ανοίξαμε έγκαιρα και αποφασιστικά ιδεολογικό μέτωπο απέναντι στους αγροτοσυνδικαλιστές της ΝΔ για τις απόψεις που διατύπωναν και τα αιτήματα που διαμόρφωναν και πρόβαλλαν. Οι θέσεις τους για καλύτερη διαχείριση, στα πλαίσια των αποφάσεων της ΕΕ, για «νόμιμα και παράνομα» βαμβάκια και άλλα προϊόντα δημιουργούσαν συγχύσεις στους αγρότες.

Η δική μας επιχειρηματολογία αρκετές φορές έδινε «μισές» απαντήσεις, δε φώτιζε σε βάθος τις αιτίες και πολύ περισσότερο την προοπτική. Επίσης, ορισμένες φορές η τακτική μας - ιδιαίτερα χωρίς ανοιχτό ιδεολογικό μέτωπο - δημιουργούσε συγχύσεις και αυταπάτες στους αγρότες για το ρόλο των στελεχών της ΝΔ. Η παρουσία και οι δηλώσεις κορυφαίων στελεχών της ΝΔ π.χ. των Εβερτ, Χατζηγάκη και άλλων, ενίσχυσαν αυτές τις συγχύσεις και «κέρδιζε» έδαφος η δημαγωγία της ΝΔ.

Σε όλη τη διάρκεια των αγώνων εμφανίζονταν πιο έντονα αδυναμίες προσαρμογής των δυνάμεών μας στη νέα κατάσταση που διαμόρφωνε η ΚΑΠ και γενικότερα οι αποφάσεις της ΕΕ και των ελληνικών κυβερνήσεων. Αυτό δυσκόλευε να συνδέουμε και να εντάσσουμε την πάλη για επίκαιρα αιτήματα, όπως οι περιορισμοί και τα πρόστιμα, οι χαμηλές τιμές, στην προοπτική που εμείς δίνουμε για την ανάπτυξη της γεωργίας προς όφελος του λαού. Η προβολή και εκλαΐκευση των θέσεων του Κόμματος, της πολιτικής του πρότασης, δεν αποτελούσε προτεραιότητα στην προπαγάνδα μας από τα στελέχη και γενικά από τις κομματικές μας δυνάμεις που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις. Αντίθετα, υπήρχε ένας φόβος μήπως μας κατηγορήσουν για κομματικοποίηση, «διάσπαση» του κοινού αγώνα της αγροτιάς.

Σε μια πορεία - ιδιαίτερα μετά το ξεπούλημα του αγώνα από τους αγροτοσυνεταιριστές της ΝΔ στα Τέμπη - η παρουσία μας βελτιώθηκε αισθητά, το περιεχόμενο των αιτημάτων ήταν πιο ξεκάθαρο, οι αγωνιστικές δυνάμεις ξεχώριζαν στα μάτια της αγροτιάς.

Γ. Αυτό, όμως, γινόταν στα περιορισμένα πλαίσια του μαζικού κινήματος ή για να είμαστε πιο αντικειμενικοί σε αυτούς που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις και σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε να υποκαταστήσει την αυτοτελή πολιτική δουλιά του Κόμματος, στη συγκεκριμένη περίπτωση των ΕΠ, ΝΕ, και ΚΟΒ που ήταν αρκετά περιορισμένη και αδύνατη στο σύνολο του αγροτικού κόσμου, πίσω στα χωριά αλλά και στις πόλεις, για να φανούν οι πραγματικές αιτίες και οι υπεύθυνοι, να εκφραστεί πιο μαζικά και μαχητικά η συμπαράσταση και η αλληλεγγύη της εργατικής τάξης και των άλλων στρωμάτων της πόλης, οι ευθύνες του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ, του ΣΥΝ, αλλά και η συνεπής στάση του ΚΚΕ, η διέξοδος που προτείνει με την πολιτική του πρόταση.

Η ΚΕ σημειώνει γι' αυτό το ζήτημα στις «Θέσεις» για το 17ο Συνέδριο ότι το ΚΚΕ με τις κεντρικές του πολιτικές παρεμβάσεις έκανε προσπάθεια να αναδείξει ότι το αγροτικό πρόβλημα της χώρας είναι άμεσα συσχετισμένο με την πρόοδο της καπιταλιστικοποίησης της αγροτικής οικονομίας, που προωθείται μέσω των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Το Κόμμα προώθησε πολιτική κοινής δράσης στο αγροτικό κίνημα με όλες εκείνες τις αγροτικές δυνάμεις και συνδικαλιστικά στελέχη που ήταν διατεθειμένα να αναπτύξουν οργανωμένες μορφές πάλης γύρω από επίκαιρα αιτήματα. Η κοινή δράση, όμως, δε συνδυάστηκε όπως έπρεπε με τη γενικότερη αυτοτελή πολιτικο-ιδεολογική δουλιά του Κόμματος, με την προβολή του Προγράμματος του Κόμματος και της πρότασής του για το ΑΑΔΜ. Η ΝΔ κυρίως αξιοποίησε τους αγώνες αυτούς προς όφελός της, ενώ ένα μεγάλο μέρος της αγροτιάς παραμένει εγκλωβισμένο στο ΠΑΣΟΚ.

Αυτή η εκτίμηση της ΚΕ είναι σε πλήρη αντιστοιχία με την πραγματικότητα. Φέρνει στην επιφάνεια αδύνατες πλευρές της δουλιάς μας, υπογραμμίζει την ανάγκη για ολόπλευρη ιδεολογικο-πολιτική και οργανωτική ισχυροποίηση του Κόμματος, ώστε να ανταποκριθεί στις ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις στο φως των σύγχρονων εξελίξεων.

Το καθήκον της ισχυροποίησης του Κόμματος στην ύπαιθρο

Η συνειδητοποίηση με ενιαίο τρόπο τι κόμμα χρειαζόμαστε στις νέες συνθήκες δεν μπορεί παρά να γίνεται ταυτόχρονα σε όλη την κλίμακα του Κόμματος. Να εκφραστεί πρώτα και κύρια στη δουλιά της ΚΕ, των Επιτροπών Περιοχών και Πόλεων, στις Νομαρχιακές Επιτροπές. Χωρίς να ξεχωρίζουμε σχηματικά τα διάφορα καθοδηγητικά επίπεδα ή να υποτιμήσουμε το ενιαίο του ΚΚΕ, αξίζει να επιμείνουμε - μπροστά στο 17ο Συνέδριο - να προσεχτεί η συγκρότηση και διάταξη των κομματικών δυνάμεων και στελεχών στην ύπαιθρο.

Οι Αχτιδικές Επιτροπές, που σε πολλές περιπτώσεις καλύπτουν γεωγραφικά και πληθυσμιακά μεγάλα τμήματα των νομών, χρειάζονται επαρκή στελέχωση, για να ανταποκριθούν στο σύνθετο ρόλο τους. Το συνηθισμένο φαινόμενο να μεταφέρονται στην ύπαιθρο στεγνά και τηλεγραφικά τα περισσότερα καθήκοντα του Κόμματος βρίσκεται σε αναντιστοιχία ακόμη και με τη σημερινή γενική στάθμη του. Το καθήκον της αντιμετώπισης των κεντρικών προβλημάτων λειτουργίας του Κόμματος που θέτουν οι «Θέσεις», προϋποθέτει πάνω απ' όλα ένα στελεχικό δυναμικό που θα είναι σε θέση - κάνοντας μεγάλες προσπάθειες - να βελτιώσει ουσιαστικά την ποιότητα της καθοδηγητικής του δουλιάς.

Οι αλλαγές, το ανακάτεμα και η αναδιάταξη στελεχών από μόνα τους δε λύνουν το πρόβλημα.

Οφείλουμε να κατακτήσουμε τη μεγαλύτερη δυνατή ικανότητα, να υπηρετεί η δράση μας το κύριο και βασικό που είναι η οικοδόμηση του ΑΑΔΜ. Να δυναμώσουμε την αυτοτελή παρουσία και δράση, την ικανότητα συσπείρωσης δυνάμεων που θα παλεύουν σε αυτή την κατεύθυνση, μέσα από διάφορες συσπειρώσεις και μέτωπα. Δυναμώνοντας την Πανελλαδική Αγροτική Συσπείρωση (ΠΑΣΥ), προωθώντας την κοινή δράση με το Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο (ΠΑΜΕ), μαζικοποιώντας τις γραμμές του αντιπολεμικού κινήματος. Τα λαϊκά στρώματα που ζουν και δουλεύουν στην ύπαιθρο βιώνουν το ίδιο βαριά τις συνέπειες της αντιλαϊκής πολιτικής. Συνεπώς, εκεί πρέπει να ρίξουμε το βάρος της βοήθειας από τις Επιτροπές Περιοχών μέχρι την τελευταία ΚΟΒ της υπαίθρου.

Ορισμένες σκέψεις με βάση την προηγούμενη πείρα

Α. Χρειάζεται πάνω απ' όλα καλή γνώση και πλήρης εικόνα της κατάστασης που επικρατεί στο συγκεκριμένο χώρο. Οι αρνητικές συνέπειες των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων επηρεάζουν συνολικά την αγροτική οικογένεια, οξύνουν τα προβλήματά της, την ίδια ώρα που πολλαπλασιάζονται τα κέρδη της πλουτοκρατίας.

Θα χρειαστεί πρόσθετη δουλιά, επιμονή και υπομονή, καλή προετοιμασία και συλλογικότητα, για να συζητηθούν ουσιαστικά μέσα στα όργανα ζητήματα που έχουν σχέση με τις οικονομικο-πολιτικές εξελίξεις, την πορεία του ελληνικού καπιταλισμού στα πλαίσια του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος.

Η συζήτηση τέτοιων ζητημάτων φωτίζει καλύτερα το κίνητρο των αντιλαϊκών μέτρων από τις κυβερνήσεις ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και εξηγεί τη στήριξή τους - στις βασικές επιλογές - από το ΣΥΝ. Μας διευκολύνει όχι μόνο να μιλήσουμε για τα οξυμένα προβλήματα και να δείξουμε τη γενική τάση, αλλά να μελετήσουμε και να προβάλουμε πώς αυτά εκφράζονται συγκεκριμένα στον κάθε χώρο π.χ. η τάση συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης στον κλάδο των γαλακτοκομικών έχει ως αποτέλεσμα το κλείσιμο μιας σειράς συνεταιριστικών, αλλά και την εξαγορά πολλών μικρών ιδιωτικών βιομηχανιών, ΟΛΥΜΠΟΣ κλπ.

Ο στόχος μείωσης του αγροτικού πληθυσμού οδηγεί σε περιοριστικά μέτρα και κατ' επέκταση σε μείωση δυναμικών καλλιεργειών όπως το βαμβάκι, τα ζαχαρότευτλα με προοπτική κλεισίματος εργοστασίων ζάχαρης κ.ο.κ.

Οποιο προϊόν, συνεταιριστική δραστηριότητα ή δείκτη της αγροτικής οικονομίας και αν χρησιμοποιήσουμε σαν παράδειγμα θα οδηγηθούμε σε κοινό παρονομαστή. Δηλαδή, στο συμπέρασμα ότι είναι αποτέλεσμα της γενικής πολιτικής που ακολουθείται και όχι έκφραση μιας τοπικής ή κλαδικής ιδιομορφίας. Γι' αυτό και δεν μπορεί να δοθεί ριζική λύση, αν δεν ανατραπεί η γενική πολιτική. Και αυτή τη γενική πολιτική οφείλουμε να βάλουμε στο στόχαστρο, αναδείχνοντας τις αιτίες και τους υπεύθυνους. Σε αυτή τη γραμμή αντιμετωπίζουμε σωστά και τις όποιες συγχύσεις των αγροτών. Με αυτή την έννοια είναι άξονας της προπαγάνδας μας, πάνω σε αυτόν δουλεύουμε για να απαντήσουμε ερωτήματα και να ξεδιαλύνουμε συγχύσεις γύρω από μονόδρομους της ΕΕ, ποιότητα και «ανταγωνιστικότητα» των προϊόντων μας, «εκσυγχρονισμό» της γεωργίας κλπ. Να γίνει κατανοητό από την αγροτιά ότι η τάση μείωσης του Οικονομικά Ενεργού Πληθυσμού (ΟΕΠ) που ασχολείται με τη γεωργία είναι αντικειμενική. Σήμερα, γίνεται με ένα συγκεκριμένο τρόπο και με τα γνωστά αποτελέσματα. Εμείς δε συμφωνούμε με αυτή την πολιτική, αυτή τη λογική. Εχουμε ολοκληρωμένη πρόταση με συγκεκριμένο περιεχόμενο. Δίνουμε απάντηση πώς και σε ποια κατεύθυνση θέλουμε την ανάπτυξη. Η απάντηση σε αυτό το καίριο ερώτημα που απασχολεί εκατοντάδες χιλιάδες μικρονοικοκυριά στη χώρα μας δεν μπορεί να είναι άλλη από τον παραγωγικό συνεταιρισμό μέσα στο πλαίσιο κατευθύνσεων της λαϊκής οικονομίας.

Πάνω σ' αυτήν την προοπτική επιδιώκουμε να συσπειρωθούν πλατιές μάζες της μικρομεσαίας αγροτιάς και να επιτευχθούν διάφορες μορφές συνεργασίας και κοινής δράσης. Στο βαθμό που κατανοείται καλύτερα από το στελεχικό μας δυναμικό αυτό το κομβικό ζήτημα, στον ίδιο βαθμό θα τα καταφέρνει να οργανώνει την πάλη των αγροτών και με το πλαίσιο των αιτημάτων που προβάλλει η ΠΑΣΥ και που απαντάει στις σύγχρονες ανάγκες της αγροτικής οικογένειας, όπως:

  • Εγκαιρη διάθεση της αγροτικής παραγωγής, με τιμές και επιδοτήσεις που να καλύπτουν το κόστος παραγωγής και να εξασφαλίζουν το αναγκαίο εισόδημα για αξιοπρεπή επιβίωση των μικρομεσαίων αγροτών.
  • Προστασία της εγχώριας παραγωγής από αθρόες εισαγωγές και προώθηση των εξαγωγών μέσα από ισότιμες διακρατικές εμπορικές συμφωνίες.
  • Περιορισμός της ασυδοσίας των εμποροβιομηχάνων, με χτύπημα της αισχροκέρδειας σε βάρος των αγροτών και των καταναλωτών, με έλεγχο των τιμών των αγροτικών εφοδίων και μηχανημάτων, με ριζική αλλαγή του ρόλου των συνεταιρισμών, για να αναδειχτούν σε βασικούς μοχλούς ανάπτυξης της αγροτικής οικονομίας.
  • Κατάργηση των ποσοστώσεων και των προστίμων συνυπευθυνότητας για να αναπτυχθεί η αγροτική οικονομία, σύμφωνα με τις δυνατότητες της χώρας και τις ανάγκες του λαού μας. Αμεση προτεραιότητα στην ανάπτυξη της κτηνοτροφίας.
  • Θεσμοθέτηση κατώτερης μηνιαίας σύνταξης στα 60 για τους αγρότες και στα 55 για τις αγρότισσες, ίσης με την ετήσια εισφορά του αγρότη στην κατώτερη ασφαλιστική κλάση (400 ευρώ/μήνα).
  • Αντιμετώπιση των σύγχρονων κοινωνικών προβλημάτων του αγρότη μέσα από αποκλειστικά δημόσια δωρεάν αποκεντρωμένα συστήματα Υγείας, Παιδείας, Πρόνοιας και δημιουργία σύγχρονων πολιτιστικών και αθλητικών υποδομών για δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου των κατοίκων της υπαίθρου.

Το πλαίσιο της ΠΑΣΥ έχει κατεύθυνση σύγκρουσης με την πολιτική της ΕΕ και των ελληνικών κυβερνήσεων, που υπηρετούν τα συμφέροντα των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών και προϋποθέτει αγωνιστικό μέτωπο των μικρομεσαίων αγροτών με τις συνεπείς ταξικές δυνάμεις του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.

Η μέχρι τώρα πορεία συσπείρωσης αγωνιστικών δυνάμεων στην ΠΑΣΥ δεν πρέπει να μας ικανοποιεί. Υπάρχουν συγκεκριμένες ευθύνες καθοδηγητικών οργάνων για την υποτίμηση που δείχνουν τόσο στη στελέχωση των επιτροπών, όσο και στον προσανατολισμό των κομματικών δυνάμεων για μόνιμη και σταθερή δουλιά στην ΠΑΣΥ. Η μαζικοποίηση της αγροτικής συσπείρωσης και η ανάδειξή της σε αγωνιστικό πόλο της μικρομεσαίας αγροτιάς είναι από τα προβλήματα που θα έχουμε καθημερινά μπροστά μας.

Γι' αυτό υπογραμμίζουμε ότι όσο πιο καθαρά είναι αυτά τα ζητήματα στα στελέχη μας και όσο πιο πολύ συζητιούνται στα Αχτιδικά Γραφεία και τις ΚΟΒ, τόσο πιο αποτελεσματική και πρωτοπόρα θα είναι η συμβολή μας στους αγώνες και στην καθημερινή πολιτική δράση για τη δημιουργία του Μετώπου.

Β. Πέρα από την καλή γνώση του χώρου και των προβλημάτων, χρειάζεται επίσης καλή γνώση της κατάστασης της ΚΟΒ και των συντρόφων που την απαρτίζουν. Δεν μπορούμε να βοηθήσουμε ουσιαστικά, αν αντιμετωπίζουμε ισοπεδωτικά τις δυσκολίες και αδυναμίες της ΚΟΒ και των συντρόφων. Τις περισσότερες φορές, ο τρόπος καθοδήγησης δείχνει αδυναμία, ανεπάρκεια του καθοδηγητή να λύσει προβλήματα.

Εχει αποδειχτεί ότι δεν είμαστε κοντά στην ΚΟΒ, όχι με την έννοια της συχνότητας των επισκέψεών μας στο χωριό, όσο με τις ανάγκες που η ίδια έχει. Αποφασίζουμε, για παράδειγμα, να συζητηθεί ένα θέμα ή να γίνει ένα μάθημα. Αυτό από μόνο του δεν αρκεί, δε βάζει δυνάμεις σε κίνηση, αν ταυτόχρονα δεν εξηγήσουμε ότι η συζήτηση αποτελεί πρόσθετο εργαλείο για κατανόηση των εξελίξεων και επομένως για δράση. Τα όσα συζητήσαμε χρειάζεται να εκφραστούν με σχέδιο πρωτοβουλιών της ΚΟΒ, με δυνάμωμα της πολιτικής παρέμβασης στα χωριά που καλύπτει, με δράση μέσα από τον αγροτικό σύλλογο ή την επιτροπή της ΠΑΣΥ. Ούτε αυτές οι γενικές κατευθύνσεις, όμως, λύνουν το πρόβλημα, χρειάζονται παραπέρα δούλεμα. Ο πληθυσμός της υπαίθρου είναι πιο σύνθετος, με κυρίαρχο τμήμα αυτούς που απασχολούνται με τη γεωργία. Ομως, έχει και εργαζόμενους και επαγγελματοβιοτέχνες, για τους οποίους χρειάζεται ειδική δουλιά από την ΚΟΒ. Σε πολλές περιοχές υπάρχουν εργάτες γης, βασικά μετανάστες με τους οποίους είναι δύσκολη η επαφή, πολύ περισσότερο η συνδικαλιστική τους οργάνωση. Δέχονται πιέσεις και εκβιασμούς, πληρώνονται με χαμηλότερα μεροκάματα, χωρίς ασφάλιση και ζουν κάτω από άθλιες συνθήκες, με το φόβο της άρνησης χορήγησης βεβαίωσης για άδειες παραμονής και εργασίας.

Η ΚΟΒ, συνεπώς, πρέπει να έχει μπροστά της όλα αυτά τα προβλήματα και ένα καλά δουλεμένο σχέδιο, που θα ενεργοποιεί μόνιμα και σταθερά το σύνολο των κομματικών μελών και σημαντικό αριθμό οπαδών και φίλων του ΚΚΕ με συγκεκριμένα οργανωτικά μέτρα. Πώς, π.χ., το Γραφείο της ΚΟΒ θα συνεδριάσει την κομματική ομάδα του αγροτικού συλλόγου και ποιος θα την παρακολουθήσει. Ποια μέρα, ώρα και χώρο θα γίνει η σύσκεψη, ποιους θα καλέσουμε, ποιος θα τους καλέσει, ποιος θα μιλήσει. Σε ποιους από αυτούς θα χρεώσουμε συγκεκριμένα καθήκοντα, π.χ. κουπόνια για την Οικονομική Εξόρμηση, ώστε να πολλαπλασιαστούν οι δυνάμεις που δουλεύουν δίπλα στην ΚΟΒ. Υπάρχουν καθήκοντα, που μπορούν να τα χρεωθούν όλοι οι σ/φοι, άλλα που τα χρεώνονται σ/φοι που δουλεύουν στον αγροτικό ή πολιτιστικό σύλλογο, που έχουν παιδιά στο σχολείο κ.ο.κ.

Τέτοια δουλιά σήμερα δε γίνεται. Δεν αξιοποιούμε σαν θετικά παραδείγματα ορισμένες ΚΟΒ, που κατάφεραν να λύσουν μέρος των παραπάνω προβλημάτων, δε γενικεύουμε την πείρα τους. Κανόνας είναι οι Γενικές Συνελεύσεις να γίνονται για να ενημερωθούμε μόνο για αποφάσεις παραπάνω οργάνων και όχι τι καθήκοντα απορρέουν για την ΚΟΒ από αυτές. Χαλαρές συναντήσεις πολλές φορές στα καφενεία χαρακτηρίζονται συνεδριάσεις, ενώ στην ουσία δεν είναι ούτε καν συζητήσεις με ψηφοφόρους και οπαδούς.

Γ. Μελετώντας τις κομματικές μας δυνάμεις στην ύπαιθρο και παίρνοντας υπόψη ότι προοπτική έχουν μόνο τα κεφαλοχώρια ή χωριά που κρατούν νεολαία, χρειάζεται να προβληματιστούμε πώς θα ιεραρχήσουμε τις προτεραιότητές μας. Ξεκινώντας από κει που έχουμε σήμερα ΚΟΒ να δούμε τη σύνθεσή της, να δυναμώσουμε τη βοήθεια με στόχο την ενίσχυση της πολιτικής της παρέμβασης. Να εξετάσουμε περιπτώσεις, όπου έχουμε μικρές δυνάμεις, σε πολύ κοντινά χωριά και να προχωρήσουμε σε συνένωσή τους, ώστε να πετύχουμε μεγαλύτερη συγκέντρωση δυνάμεων. Η όξυνση των προβλημάτων, ο γενικός χαρακτήρας τους, η ανάγκη κοινής δράσης με την εργατική τάξη και άλλα μικρομεσαία στρώματα της υπαίθρου επιβάλλουν συγκέντρωση δυνάμεων όπου μπορούμε.

Ομως, το πρόβλημα δεν είναι μόνο διάταξης, αλλά αύξησης των δυνάμεων, δημιουργίας νέων ΚΟΒ, συγκρότησης ΟΒ της ΚΝΕ σε χωριά που κρατάνε ακόμη και σήμερα νεολαία. Με δυο λόγια, οι ΚΟΒ της υπαίθρου θέλουν καινούριο αίμα. Η ένταξη νέων μελών στο Κόμμα στις σημερινές συνθήκες είναι δύσκολη υπόθεση, όπως δείχνει η πείρα. Είναι γεγονός ότι δεν αξιοποιούνται οι δυνατότητες που ξανοίγονται από τη συνεχή πολιτική δραστηριότητα του Κόμματος, π.χ. δύο συνεχόμενες εκλογικές μάχες ή οι αγώνες που αναπτύχθηκαν σε μια σειρά περιοχές. Χωρίς να αφήνουμε στην άκρη κανέναν πρωτοπόρο αγωνιστή αγρότη, η προσοχή μας να επικεντρωθεί σε νέους αγρότες που θα έχουν μια συνέχεια στην αγροτική παραγωγή και στα επαρχιακά κέντρα, σε γυναίκες και ΕΒΕ.

Τα πλάνα στρατολογίας προς τιμήν του 17ου Συνεδρίου, αλλά και για το 2005 χρειάζεται να είναι αυξημένα και ο έλεγχος για την υλοποίησή τους σταθερός, μόνιμος, δημιουργικός και κυρίως αποτελεσματικός.

Είναι φανερό ότι είμαστε πιο έμπειροι, πιο ώριμοι, πιο ατσαλωμένοι από την ογδονταεξάχρονη πορεία του κόμματός μας. Υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις να αντιμετωπίσουμε αποφασιστικά τις αδυναμίες που παρουσιάσαμε την προηγούμενη περίοδο που εξετάζουμε. Ο καθένας ατομικά και όλο το κόμμα συλλογικά μπορούμε ν' ανταποκριθούμε στο στόχο που βάζει το 17ο Συνέδριο για την ολόπλευρη ισχυροποίηση του Κόμματος, ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική.

(Το άρθρο αναδημοσιεύεται από το νέο τεύχος της ΚΟΜΕΠ που μόλις κυκλοφήρησε).


Του
Γιάννη ΧΩΤΟΥ*
* Ο Γιάννης Χώτος είναι μέλος της Γραμματείας της ΚΕ του ΚΚΕ και Γραμματέας της Επιτροπής Περιοχής της ΚΟ Θεσσαλίας του Κόμματος



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ