Η σημερινή (σ.σ. χτεσινή) «Νόιες Ντόιτσλαντ» πληροφορεί ότι ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης θα επισκεφθεί ιδιωτικά το Βερολίνο τις προσεχείς μέρες, «για να συζητήσει με τον καγκελάριο Σρέντερ το ζήτημα των αποζημιώσεων». Η εφημερίδα δε διευκρινίζει, αν θα συζητηθεί μόνο το ζήτημα των αποζημιώσεων των οικείων των θυμάτων του Διστόμου ή το όλο ζήτημα των ελληνικών αξιώσεων απέναντι στη Γερμανία. Προσθέτει, όμως, ότι αν «πρόκειται να σπάσει το ανάχωμα όλων των αξιώσεων αποζημίωσης, η κυβέρνηση της Αθήνας φοβάται για την καλή σχέση της με το Βερολίνο. Αυτός, όμως, θέλει να το αποφύγει ο μικρός εταίρος της ΕΕ, η Ελλάδα».
Στο 5στηλο ρεπορτάζ του φύλλου, γίνεται αναφορά και στις δηλώσεις των υπουργών Γ. Παπανδρέου (για την προσεχή συνάντησή του με τον Γερμανό ΥΠΕΞ Γιόσκα Φίσερ) και Δ. Ρέππα, στις γερμανοφασιστικές καταστροφές στην Ελλάδα, στις ελληνικές ταλαντεύσεις σχετικά με δημεύσεις γερμανικών περιουσιών και καταλήγει, αναφέροντας τη μόνιμη άρνηση της Γερμανίας: «Η Ομοσπονδιακή (γερμανική) κυβέρνηση επικαλείται πάντα ως τώρα μια διακρατική συμφωνία στις αρχές της δεκαετίας του '60. Τότε η ελληνική πλευρά είχε λάβει μια αποζημίωση 165 εκατομμυρίων μάρκων, όμως ουδέποτε παραιτήθηκε επίσημα από περαιτέρω αξιώσεις, απαιτήσεις, μετά την επανένωση της Γερμανίας».
Τελευταία, αναφέρθηκαν στο θέμα των γερμανικών φασιστικών εγκλημάτων στην Ελλάδα και άλλα γερμανικά φύλλα, π.χ., η καθημερινή εφημερίδα «Γιούνκε Βελτ», η οποία διευκρινίζει ότι τα πλείστα εγκλήματα δε διαπράχτηκαν από τα Ες - Ες, αλλά από το γερμανικό στρατό, τη Βέρμαχτ, με διαταγές από πολύ ψηλά. Επανειλημμένα έγραψε και το μηνιαίο περιοδικό του Αμβούργου «Κονκρέτ». Στο τεύχος 7/2000, ο Ρολφ Σούρμαν, σε μια διεξοδική ανάλυση του ζητήματος, αφού διαπιστώνει τη συνεχή άρνηση της Γερμανίας, υποστηρίζει: «Ενάντια σ' αυτό, μια μικρή χώρα, όπως η Ελλάδα, η οποία, για παράδειγμα, για την είσοδό της στην Ευρωζώνη το 2001 εξαρτάται από τη γερμανική συγκατάθεση, δεν μπορεί να κατορθώσει πολλά πράγματα. Γι' αυτό δεν εκπλήσσει ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν κάνει σχεδόν καμία προετοιμασία για να θέσει υπό συζήτηση την έμπιστη και καρποφόρα συνεργασία με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση».
Σχετικά με το επιχείρημα της γερμανικής κυβέρνησης ότι με τη συμφωνία του 1961 εξοφλήθηκαν όλες οι ελληνικές απαιτήσεις απέναντι στη Γερμανία, ο αρθρογράφος τονίζει: «Πραγματικά όμως, το άρθρο 3 αυτής της συμφωνίας περιέχει την επιφύλαξη ότι ενδεχόμενες απαιτήσεις Ελλήνων πολιτών δε θίγονται απ' αυτήν. Επιπλέον, υπάρχει συνοδευτική επιστολή, με την οποία η ελληνική κυβέρνηση θα επανέλθει στα ανοιχτά σημεία της Συμφωνίας του Λονδίνου για τα χρέη».
Στο τεύχος 6/2000 του περιοδικού αυτού, είχε δημοσιευτεί συνέντευξη με τον Γ. Α. Μαγκάκη, στην οποία ο νομομαθής και πρώην βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, ανάμεσα σε άλλα, αναφέρει ότι «αναγκαστικές κατασχέσεις γερμανικών περιουσιών στην Ελλάδα δεν μπαίνουν υπό συζήτηση. Οι αποζημιώσεις πρέπει να διακανονιστούν με διμερείς διαπραγματεύσεις. Αν δεν μπορεί να γίνει τίποτα αλλιώς, η Ελλάδα θα μπορούσε να απαιτήσει τα χρήματα από την Κομισιόν της ΕΕ, η οποία θα έπρεπε να τα αφαιρέσει από τις πληρωμές, τις οποίες παίρνει η Γερμανία από τις Βρυξέλλες. Αν η ΕΕ - Κομισιόν είχε αμφιβολίες, θα έπρεπε να γίνει επίκληση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Αναγκαστικές κατασχέσεις θα μπορούσαν να γίνουν στην ίδια τη Γερμανία. Αλλά αυτό θα ήταν ρίσκο, γιατί τότε θα έπρεπε να επαφεθεί κανείς στη γερμανική Δικαιοσύνη».
Στα παραπάνω πλαίσια, με συνέπεια κινούμενος, ο Ν. Μπίστης (Ν.Μπ.) της ΑΕΚΑ, τόλμησε χτες να ξεστομίσει και τα παρακάτω. Είπε στη συνέντευξή του: «Η ηγεσία του ΚΚΕ ασελγεί επί της ιστορίας του - που δεν είναι μόνο δική του, αλλά εκατομμυρίων ανθρώπων που έγραψαν την εποποιία, το μεγαλείο και την τραγωδία αυτού του αιώνα - εναγκαλίζεται με τον εθνικισμό, το λαϊκισμό και την εκκλησία. Η νέα κρίση επωάζεται, οι πρώτες μεγάλες δονήσεις έγιναν αισθητές»!
Τον (τους) ενοχλεί, επίσης, το γεγονός ότι το ΚΚΕ δεν έχει πολιτική συμμαχιών - ουράς του ΠΑΣΟΚ, του Ντ' Αλέμα, του Ζοσπέν και των άλλων παρεμφερών, αλλά πολιτική συμμαχίας της εργατικής τάξης, της μικρομεσαίας αγροτιάς, των μικρομεσαίων της πόλης, καθώς και ατόμων, κινήσεων (Κομμουνιστική Ανανέωση) και κομμάτων, εφόσον προκύψουν και έχουν γραμμή αντιιμπεριαλιστικής κατεύθυνσης.
Ετσι συνηθίζουν! Να μη λένε ποτέ τα πράγματα με το όνομά τους! Ετσι έκαναν και το 1989 -1991. Ετσι έκανε κι ο ίδιος πιο πριν: Δεν έλεγαν ότι αποφάσισαν να αποχωρήσουν, επειδή προχώρησαν στη σοσιαλδημοκρατία, όπως ήταν η πραγματικότητα! Οχι! Ελεγαν, ότι θέλουν να ανανεώσουν (!) το ΚΚΕ... Οτι παραμένουν κομμουνιστές! Και ότι οι κομμουνιστές τους κατηγορούσαμε άδικα!
Τότε, πολεμούσαν το ΚΚΕ, γιατί επέμενε στην ιδεολογική καθαρότητα. Τώρα, πολεμούν το ΚΚΕ, επειδή δεν κρατάει (κατ' αυτούς) την καθαρότητά του! Και πάνε να εμπορευτούν τις διαθέσεις των κομμουνιστών, συκοφαντώντας την ηγεσία του! Ως γνήσιοι αντίπαλοι του ΚΚΕ, και φορώντας τη μάσκα του βέρου αριστερού! Για να κρύψουν τις επιδιώξεις και φιλοδοξίες τους, που είναι ο πηγεμός τους στο ΠΑΣΟΚ...
Ας είναι βέβαιος, τόσο αυτός όσο κι εκείνοι, στους οποίους προσβλέπει (ηγεσία ΠΑΣΟΚ), ότι το ΚΚΕ θα πάει συσπειρωμένο στο 16ο Συνέδριο και θα βγει πιο ενισχυμένο απ' αυτό. Κι αυτή ακριβώς είναι η ανησυχία του... Γι' αυτό επιτίθεται στο ΚΚΕ, διαστρεβλώνοντας τις θέσεις του και συκοφαντώντας την πολιτική του. Φυσικό είναι... Αυτό επιβάλλουν η «εκσυγχρονιστική» γραμμή της κυβέρνησης και η ψευτοδιαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον «Ευρωπαίο πολίτη» και στο σκοταδιστή. Ενώ η πραγματική γραμμή, ανάμεσα στο λαό και στα μονοπώλια - ιμπεριαλισμό, που λέει ότι το χωρισμό Εκκλησίας - κράτους θα τον επιβάλλει ο λαός στα πλαίσια της σύγκρουσης με την πλουτοκρατία και τους πολιτικούς φορείς της, που λέει, επίσης, ότι και οι λαθεμένες αντιλήψεις -κυριότερες απ' αυτές είναι οι αυταπάτες για τον ιμπεριαλισμό- θα ξεπεραστούν μέσα από την ενιαία αντιιμπεριαλιστική πάλη εργατών - αγροτών κ.ά. (χριστιανών - άθεων - μουσουλμάνων - καθολικών κ.λπ.), αυτά στον Ν. Μπ. προκαλούν ανατριχίλα...