Απότοκη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ήταν η Συνθήκη των Βερσαλλιών (28 Ιούνη 1919), που είχε ως αποτέλεσμα «ασύγκριτα μεγαλύτερη όξυνση όλων των καπιταλιστικών αντιθέσεων (...) Η Συνθήκη των Βερσαλλιών έφερε και τη Γερμανία και μια ολόκληρη σειρά από ηττημένα κράτη σε κατάσταση που η οικονομική τους ύπαρξη είναι αδύνατη από υλική άποψη, τα έφερε σε κατάσταση απόλυτης ταπείνωσης και έλλειψης δικαιωμάτων»2.
Η Συνθήκη των Βερσαλλιών ευνοούσε κυρίως την Αγγλία και τη Γαλλία, που δυνάμωναν τις θέσεις τους στη Δυτική Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Η γερμανική αστική τάξη άρχισε να επεξεργάζεται σχέδιο απεμπλοκής από τη Συνθήκη από την επόμενη μέρα της υπογραφής της. Το ίδιο και η ιταλική αστική τάξη, η οποία, θεωρώντας ότι ήταν αδικημένη από τη μοιρασιά της λείας, στήριξε τον Μουσολίνι για να εγκαθιδρύσει δικτατορία (31 Οκτώβρη 1922), με τη βοήθεια του βασιλιά, του στρατού και του Βατικανού.
Τις ανακατατάξεις, οι οποίες είχαν συντελεστεί στον παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, επιτάχυνε και τροφοδότησε η μεγάλη παγκόσμια οικονομική κρίση του καπιταλισμού (1929 - 1933), αλλά και η νέα που εκδηλώθηκε το 1937 - 1938.
Ωστόσο, η πιο σημαντική διαφορά ήταν ότι ο διεθνής συσχετισμός των κρατών δεν περιλάμβανε μόνο καπιταλιστικά κράτη αλλά και το πρώτο σοσιαλιστικό, την ΕΣΣΔ. Είχε συντελεστεί μια κοσμοϊστορική αλλαγή με παγκόσμια επίδραση, η νικηφόρα Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση και το βασικό δημιούργημά της, η Σοβιετική Ενωση, στην οποία είχε καταργηθεί η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Η Οκτωβριανή Επανάσταση και η πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης ήταν η έμπρακτη έκφραση ότι η εποχή του περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό είχε αρχίσει, ανεξάρτητα από πιθανά ιστορικά πισωγυρίσματα. Ταυτόχρονα, είχε αναπτυχθεί το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα, συγκροτημένο και διαρθρωμένο από το 1919 στις γραμμές της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Αυτά τα γεγονότα υπεισέρχονταν από την αρχή στο συσχετισμό μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών. Τον επηρέαζαν χωρίς να αλλάζουν το χαρακτήρα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Η εντύπωση που διαμορφώθηκε, με ευθύνη και του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, ότι μετά από τη συγκρότηση της αντιχιτλερικής - αντιαξονικής συμμαχίας έκαναν δίκαιο, φιλολαϊκό πόλεμο και τα καπιταλιστικά κράτη που εντάχτηκαν σε αυτή - ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Γαλλία του Ντε Γκολ κ.ά. - είναι πλασματική. Συμμάχησαν με τη Σοβιετική Ενωση, ενώ παράλληλα επεξεργάζονταν νέες μορφές και μηχανισμούς υπονόμευσής της.
Η ίδια η καθυστέρηση στο άνοιγμα του δεύτερου μετώπου στην Ευρώπη συνηγορεί υπέρ της άποψης ότι επιδίωξη των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας ήταν η αποδυνάμωση της ΕΣΣΔ και της Γερμανίας, προκειμένου να κυριαρχήσουν και να επιβάλουν τους όρους τους.
Συμμάχησαν με την ΕΣΣΔ επειδή είχαν χάσει θέσεις στην πολεμική σύγκρουση με τον Αξονα, ιδιαίτερα μετά από την παράδοση της Γαλλίας. Είχαν λοιπόν ανάγκη να ξεμπερδέψουν με τον ιμπεριαλιστή ανταγωνιστή τους, που αμφισβητούσε τη δική τους κυριαρχία κι επιδίωκε να κυριαρχήσει εκείνος. Εξάλλου, πάλι ο ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός ήταν η αιτία που οδήγησε τη Γερμανία να υπογράψει με την ΕΣΣΔ, τον θανάσιμο εχθρό της, το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ - Μόλοτoφ.
Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ, η Μ. Βρετανία και η Γαλλία έκαναν πόλεμο αντιλαϊκό ακόμα και όταν συμμάχησαν με τη Σοβιετική Ενωση, επιβεβαιώνεται πρώτ' απ' όλα από τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα αυτών των κρατών, από την ηγετική τους θέση στην αποικιοκρατική εκμετάλλευση άλλων λαών, αλλά και από σειρά άλλων γεγονότων, όπως ο υπονομευτικός ρόλος τους στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα όπου ηγούνταν τα ΚΚ και η συνεργασία τους με δοσιλογικές πολιτικές και στρατιωτικές δυνάμεις.
Ως υπονομευτικός και ανατρεπτικός μοχλός, ενάντια στα κινήματα όπου ηγούνταν τα ΚΚ, χρησιμοποιήθηκαν και οι αστικές κυβερνήσεις σειράς χωρών που είχαν διαφύγει κι εγκαταστάθηκαν στο Λονδίνο (πολωνική, γιουγκοσλαβική, βελγική κ.ά.) ή στο Κάιρο (ελληνική).
Ο αντιλαϊκός ρόλος των καπιταλιστικών κρατών στον πόλεμο επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έριξαν τις δύο ατομικές βόμβες τη στιγμή που η Ιαπωνία είχε σχεδόν καταρρεύσει. Ηταν η χαριστική βολή σε έναν σύμμαχό τους στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, εχθρό τους στον Β', που έγινε ξανά σύμμαχός τους μετά από τη λήξη του. Εξίσου αποκαλυπτικές του ρόλου των καπιταλιστικών κρατών είναι οι δηλώσεις του Τσόρτσιλ μετά από τον πόλεμο, οπότε καυχήθηκε δημόσια πως στη διάρκεια των τελευταίων μηνών του πολέμου έδωσε οδηγίες στον στρατάρχη Μοντγκόμερι, κατά τον αφοπλισμό των Γερμανών, να ενεργήσει με τέτοιον τρόπο ώστε να μπορεί να τους επανεξοπλίσει οποτεδήποτε, αν αυτό κρινόταν αναγκαίο, για να σταματήσει την προέλαση του Κόκκινου Στρατού 5.
(Αποσπάσματα από το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1939 - 1949 τόμος Β1 σελ. 49 - 52)
Παραπομπές:
1. Β. Ι. Λένιν «Εισήγηση για τη διεθνή κατάσταση και τα βασικά καθήκοντα της Κομμουνιστικής Διεθνούς», στο Β. Ι. Λένιν, Απαντα, τόμ. 41, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1983, σελ. 217.
2. Ο.π., σελ. 217 - 218.
3. Αντιπροσωπεύτηκαν η Αγγλία, η Γαλλία, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Πολωνία, η Τσεχοσλοβακία και η Γερμανία. Οι συμφωνίες του Λοκάρνο αποτελούσαν μια προσπάθεια ρύθμισης των συνόρων της Ευρώπης μετά από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, στη βάση των αποφάσεων της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Η Γερμανία αναγνώρισε την οριστική προσάρτηση της Αλσατίας και της Λορένης στη Γαλλία και υποσχέθηκε να μην αναπτύξει στρατεύματα στη Ρηνανία.
Ως αντάλλαγμα, έγινε δεκτή στην Κοινωνία των Εθνών και τα συμμαχικά στρατεύματα αποχώρησαν από τη Δυτική Ρηνανία. Την ίδια στιγμή, όμως, η Γερμανία αρνήθηκε να εγκαταλείψει τις αξιώσεις της απέναντι στην Τσεχοσλοβακία και την Πολωνία. Ως συνέπεια, οι υπόλοιποι μετέχοντες στη Διάσκεψη υπέγραψαν ξεχωριστές συμφωνίες με τις δύο χώρες, σύμφωνα με τις οποίες θα τις βοηθούσαν σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης.
Ο Στάλιν σημείωσε για το Λοκάρνο: «Το να πιστεύει κανείς ότι η Γερμανία, που αναπτύσσεται και τραβάει μπροστά, θα συμβιβαστεί μ' αυτήν την κατάσταση σημαίνει ότι υπολογίζει σε θαύματα» (Ι. Β. Στάλιν, «Πολιτική Εκθεση της Κεντρικής Επιτροπής», στο Ι. Β. Στάλιν, Απαντα, τόμ. 7, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018, σελ. 300).
4. Ο.π., σελ. 299, 301.
5. Δελτίο του πρακτορείου «Ασοσιέιτεντ Πρες», 23.11.1954, όπως παρατίθεται στο Ουίλιαμ Ζ. Φόστερ, «Ιστορία των τριών Διεθνών», εκδ. «Γνώσεις», Αθήνα, χ.χ., σελ. 548.
(Αποσπάσματα από το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1939 - 1949 τόμος Β1 σελ. 49 -52)