Και την περασμένη Παρασκευή, η κατάθεσή του διανθίστηκε με το γνωστό πια μοτίβο σε βασικές ερωτήσεις, το «δεν θυμάμαι», ενώ αναδείχθηκε όπως και στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο η «αδράνεια» της Αστυνομίας αλλά και η προκλητική αντίφαση των όσων είπε και την Παρασκευή, για το ότι δεν είχε δει καν χρυσαυγίτες στα μαυροφορεμένα άτομα που συγκεντρώθηκαν έξω από την καφετέρια «Κοράλι»...
Ολα αυτά σημειωτέον έρχονται σε αντίφαση με τα όσα έχουν καταθέσει άλλοι συνάδελφοί του, αλλά και με το έγγραφο που αποτυπώνει το σήμα διαβίβασης της ΔΙΑΣ προς το κέντρο της Αστυνομίας το βράδυ της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα. Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις, αναφερόμενος στα μαυροφορεμένα άτομα κατέθεσε για το ενιαίο του περιστατικού της δολοφονίας Φύσσα, λέγοντας ότι από τα 30-40 άτομα, που ήταν αρχικά, έφυγαν 15-20, όλοι μαζί, ένα μπουλούκι προς Τσαλδάρη, ενώ, όπως είπε, «τους προσπέρασαν σαν να μην υπάρχουν».
Απαντώντας περί φίλων του Φύσσα για τα 4-5 άτομα που έφυγαν τρέχοντας από το σημείο της δολοφονίας, ανέφερε χαρακτηριστικά στους υπερασπιστές των χρυσαυγιτών ότι «άμα ήταν φίλοι του Φύσσα δεν θα κάθονταν;». Είπε επίσης ότι είδε τον Ρουπακιά στο αυτοκίνητο, «ήταν ψύχραιμος και θα μπορούσε να είχε φύγει, αφού τίποτα δεν τον εμπόδιζε»... Κατέθεσε τέλος απαντώντας σχετικά ότι δεν έβαλαν χειροπέδες στον Ρουπακιά...
Υπενθυμίζεται ότι από τον εν λόγω αστυνομικό είχε ζητηθεί βοήθεια από την σύντροφο του Παύλου Φύσσα όταν τους επιτέθηκαν οι χρυσαυγίτες και όπως έχει καταγγελθεί και στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο από την οικογένεια του δολοφονημένου, δεν δόθηκε.