Η μετάκληση στην Ελλάδα παραστάσεων των σπουδαίων, διεθνούς φήμης σκηνοθετών, Πίτερ Μπρουκ και Πατρίς Σερό (μετάκληση της «Αττικής Πολιτιστικής Εταιρίας»), με θέμα, μάλιστα, τους Τσέχοφ και Ντοστογιέφσκι, εξήψε το ενδιαφέρον θεατρόφιλων και θεατρανθρώπων. Κάποτε, όμως - και με σπουδαίους δημιουργούς συμβαίνει - το αποτέλεσμα είναι κατώτερο των προσδοκιών και τα αίτια ποικίλα. Λ.χ., ότι αβοήθητοι - όπως όλο το θέατρο στην ΕΕ - ώστε να φέρουν μια μεγάλη δημιουργία τους, ίσως και μακρόχρονα άνεργοι, οι δυο σκηνοθέτες κατέφυγαν σ' ένα «φτωχό θέατρο», εν είδει θεατρικού αναλογίου, υπόδηλου στην παράσταση του Μπρουκ, δηλωμένου στην παράσταση του Σερό.
Ο Π. Μπρουκ, με απέριττο σκηνικό και κοστούμια (Χλόη Ομπολένσκι), δίδαξε μια «μουσική» παράσταση «δωματίου», «ευεργετώντας» το δραματουργικά απλοϊκό και ανούσιο κείμενο της Κάρολ Ροκαμόρα «Το χέρι σου σφιχτά μες στο δικό μου». Κείμενο, που, βασιζόμενο στην αλληλογραφία του Αντον Τσέχοφ με την ηθοποιό γυναίκα του Ολγα Κνίπερ - στη γνωριμία και στον ολιγόχρονο γάμο τους, καθώς η φυματίωση «σκότωσε» νέο, σαρανταπεντάχρονο τον κορυφαίο δραματουργό - επιφανειακά «βιογραφεί» τη σχέση του ζεύγους. Το αδύναμο κείμενο συγκάλυψε ερμηνευτικά, κυρίως (παρά την πολύ μεγαλύτερη από του Τσέχοφ ηλικία του), ο πολύπειρος, λιτός και αισθαντικός Μισέλ Πικολί, αλλά και η σκηνική ευγένεια της Νατάσα Πάρι.
Ο Π. Σερό, μόνος επί σκηνής, με μόνο διάκοσμο ένα αναλόγιο και με φώτα πρόβας, σύγχρονα ντυμένος, κρατώντας στο αριστερό χέρι το κείμενο, «διάβασε» - όπως θα έκανε ένας σκηνοθέτης την πρώτη ανάγνωση ενός έργου στους ηθοποιούς - το δεύτερο μέρος του αριστουργηματικού «Υπογείου» του Ντοστογιέφσκι. Ο Σερό είναι σπουδαίος θεωρητικός και πρακτικός δάσκαλος, εμπνευστής ηθοποιών στο να εμβαθύνουν στην ουσία του έργου, στο χαρακτήρα και στην ψυχολογία του ρόλου τους. Δεν είναι ηθοποιός. Το λέει και φάνηκε, με το μονότονο, ταχύρυθμο λόγο του, υπό την ακατάσχετη, ανά κλάσμα του δευτερολέπτου κίνηση του δεξιού χεριού του, ως «μετρονόμου» του λόγου του.
Αναφερόμαστε, αναγκαστικά συνοπτικά, στα τρία έργα. Το πρώτο - κατά τη γνώμη μας, το ριζοσπαστικότερο από συνθετική άποψη και τολμηρότερο από θεματολογική - είναι το μονολογικό λυρικό έργο «El Cimarron». Το λιμπρέτο του έργου έγραψε ο Χανς Μάγκνους Εντσενσμπεργκερ, βασιζόμενος στο ομώνυμο έργο του Χανς Βέρνερ Χέντσε, το οποίο βιογραφεί έναν Κουβανό, μαύρο σκλάβο και αγωνιστή στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του κουβανικού λαού ενάντια στους Ισπανούς κατακτητές (1895-1898), ονόματι Εστέμπαν Μοντέγιο, ενώ η σύνθεση είναι του Χανς Βέρνερ Χέντσε. Θέμα και σύνθεση παραπέμπουν ευθέως στον ιδεολογο-αισθητικό πειραματισμό του Μπρεχτ για μια λαϊκή «αντιόπερα» (χαρακτηριστικότερη περίπτωση η «Οπερας της πεντάρας»), με εμφανέστατη την επιρροή της ατονικής μουσικής του Κουρτ Βάιλ (συνεργάτη του Μπρεχτ). Πρόκειται για κράμα λυρικού θεάτρου και πρόζας, άγνωστο μέχρι τώρα στην Ελλάδα, το οποίο σκηνοθέτησε λιτά, με το αρμόζον αισθητικά μέτρο, αλλά και με αίσθημα, η νέα, πρωτοεμφανιζόμενη, ελπιδοφόρα Τζένη Αρσένη, με άξιο ερμηνευτή (και στο τραγούδι και στον προζάτο λόγο) τον Τάσο Αποστόλου. Ενδιαφέρον θεματολογικά (βασισμένο και σε σπαράγματα του Ηροδότου) ήταν και το έργο «ΤΑΤ», σε μουσική του Ιάκωβου Κονιτόπουλου και λιμπρέτο - σκηνοθεσία της Τούλας Τόλια. Εργο, επίσης κράμα λυρικού τραγουδιού και πρόζας, με καλλίφωνες ερμηνείες των λυρικών τραγουδιστών Τάσου Αποστόλου και Μαργαρίτας Συγγενιώτου και με λιτά επιβλητική απόδοση των αποσπασμάτων του Ηροδότου από τον ηθοποιό Γιάννη Ζαβραδινό. Εκπληκτική μουσική σάτιρα του απατηλού «αμερικάνικου ονείρου», των ηθών, αξιών, θεσμών και εξαρτήσεων και μεγαλοϊδεατισμού της μικροαστικής νοοτροπίας, είναι το επίσης άπαιχτο μέχρι τώρα στην Ελλάδα έργο του Λέοναρντ Μπερνστάιν «Ταραχή στην Ταϊτή» (δικό του και το λιμπρέτο). Πρόκειται για κράμα οπερέτας και μιούζικαλ, κράμα το οποίο ανέδειξε με χιουμοριστικά, εύστοχου σχολιασμού ευρήματα, η σκηνοθεσία του Γιώργου Μιχαηλίδη, με τη χορογραφική συνεργασία της Δόνης Μιχαηλίδου, των σατιρικότατων κοστουμιών του Γ. Ζιάκα και τις πολύ καλές τραγουδιστικά και υποκριτικά ερμηνείες των Αγγελικής Καθάριου, Πέτρου Μαγούλα, Μαργαρίτας Συγγενίδου, Χρήστου Γιαννούλη, Βαγγέλη Μανιάτη.