Στο Μεσαίωνα είχε ονομαστεί από τους Λατίνους Αγία Μαύρα (Santa Maura). Κάποιοι αρχαιολόγοι υποστήριξαν ότι από εκεί - και όχι από την Ιθάκη - καταγόταν ο μυθικός Οδυσσέας. Οπως και να 'χει, με ή χωρίς ξενικά ονόματα, με ή χωρίς αρχαιοελληνικούς μύθους, η Λευκάδα γοητεύει. Ακόμα και αν δεν ανταποκρίνεται στα πρότυπα που ορίζει ο μέσος Ελληνας, όταν μιλά για «νησί»
Τα βορειοδυτικά της παράλια αγγίζουν σχεδόν τις ακτές της Ακαρνανίας. Οι Γεωλόγοι πιστεύουν ότι το νησί αποσπάστηκε με σεισμό (στον Καινοζωικό Αιώνα) από τον κύριο κορμό της χώρας. Οι ιστορικοί της αρχαιότητας αναφέρουν ακόμα ότι η Λευκάδα αποτελούσε χερσόνησο της Ακαρνανίας και ότι το στενό υδάτινο χώρισμα (25 μέτρων) που υπάρχει ανάμεσα στο βόρειο τμήμα του νησιού και την ηπειρωτική Ελλάδα ήταν ισθμός. Η γνώμη ότι στο σημείο αυτό ανοίχτηκε διώρυγα φαίνεται λογική, από την όλη φύση του στενού, αλλά επικρατέστερη είναι η άποψη ότι το άνοιγμα οφείλεται σε σεισμική καθίζηση.
Το έδαφος του νησιού είναι ορεινό. Η οροσειρά Σταυρωτά έχει ύψος 1.140 μέτρα. Ομως, τα υπόλοιπα βουνά (Σκάρος, Αχράδα, Σικερό κλπ.) δεν ξεπερνούν τα 600 μέτρα. Μεταξύ αυτών των βουνών, σχηματίζονται εύφορες πεδιάδες, σημαντικότερες από τις οποίες είναι της Φλέβας και της Βασιλικής. Πάντως, αν και ορεινό, το νησί καλλιεργείται στο μεγαλύτερο τμήμα του. Υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες ρίζες ελαιόδεντρα, καθώς και εκτεταμένες αμπελοφυτείες, από τις οποίες παράγεται θαυμάσιο κόκκινο κρασί.
Ανάμεσα στις ανατολικές ακτές του νησιού και στην Ακαρνανία, βρίσκονται γραφικά νησάκια. Από αυτά μεγαλύτερο είναι το Μεγανήσι και γνωστότερο ο Σκορπιός. Ξεχωρίζουν και τα γραφικά μικρά νησιά του Κάλαμου, της Καστού, της Σπάρτης, του Αρκουδιού και της Μαδουρής, όπου βρίσκεται το αρχοντικό της οικογένειας Βαλαωρίτη.
Πρωτεύουσα του νησιού είναι η πόλη της Λευκάδας. Μία μικρή πόλη χτισμένη σε έδαφος χαμηλότερο από την επιφάνεια της θάλασσας. Δυτικά της πόλης εκτείνεται η λιμνοθάλασσα. Ανατολικά, υψώνεται επιβλητικό φράγκικο φρούριο - έργο του Σικελού Ιωάννη Ορσίνι το 1300 - το οποίο στα παλιότερα χρόνια προστάτευε την πόλη από τις κάθε είδους επιδρομές.
Η πρωτεύουσα χωρίζεται από την Ακαρνανία με τεχνητό κανάλι και ενώνεται με δύο γέφυρες, μία κινητή πάνω από τη διώρυγα και μία πάνω από τη λιμνοθάλασσα. Η πολεοδομία της είναι γραφική. Με εξαίρεση τον παραλιακό δρόμο, οι υπόλοιποι είναι στενοί και πολλοί από αυτούς λιθόστρωτοι. Σε αυτούς τους δρόμους συνωστίζεται πλήθος κόσμου, που ψάχνει θέσεις στις ταβέρνες και τα καφέ. Η νυχτερινή ζωή είναι ικανοποιητική, με αρκετά μπαρ να συναγωνίζονται για το ποιο θα προσελκύσει τους περισσότερους επισκέπτες, αλλά χωρίς ακρότητες και τη φασαρία που γίνεται, π.χ., σε πολλά από τα νησιά των Κυκλάδων.
Διαφορετικές εικόνες δίνει ο παραθαλάσσιος οικισμός της Βασιλικής και ο ομώνυμος όρμος. Πόλος έλξης για τους οπαδούς του σερφ, εκεί σανίδες και φανταχτερά χρώματα από στολές και αξεσουάρ ισορροπούν με προσπάθεια, επιμονή και υπομονή στο λευκό του αφρού. Μέχρι ο λάθος υπολογισμός να τους ξαναπαραδώσει στο γαλάζιο της θάλασσας.
Αλλα αξιόλογα χωριά του νησιού είναι ο Αγιος Νικόλαος, το Καλαμίτσι, το Μαραντοχώρι, ο Αγιος Νικήτας και το Δράγανο. Ζωσμένα από το πράσινο, με τις γνώριμες φιγούρες των Ελληνίδων γιαγιάδων να παρακολουθούν στωικά τον οδηγό του φορτηγού, του τροχόσπιτου, του τζιπ, του στέισον - βάγκον, του ογκώδους, γενικώς, ο οποίος ιδρώνει για να μανουβράρει στο στενό, όλο στροφές δρομάκι, που περνά μέσα από το χωριό. Καμιά φορά δίνουν και οδηγίες (οι γιαγιάδες), αλλά η λευκαδίτική ντοπιολαλιά, κομμάτι της επτανησιακής διαλέκτου, δε βοηθά ιδιαίτερα τη συνεννόηση.