Δεν ξέρω τι απ' όλα αυτά ισχύει για τους δυο σκηνοθέτες της «Υπέροχης Μέρας», όμως, σε όλη τη διάρκεια της προβολής, αλλά και όταν βγήκα από την αίθουσα, είχα την αίσθηση πως οι δημιουργοί γνώριζαν την αλήθεια, αλλά, για άγνωστους σε εμένα λόγους, αποκάλυψαν μόνον τις παρωνυχίδες της. Οι οποίες και αυτές είχαν ζουμί, όμως, ζουμί χωρίς πολιτικούς χυμούς, χωρίς πολιτικές αναλύσεις και ερμηνείες. Ζουμί συναισθηματικό. Το οποίο, φυσικά, όσο και να πιεις από αυτό, δεν ξεδιψάς. Γιατί το ζήτημα της Μέσης Ανατολής, του Λίβανου, είναι πολιτικό και μόνον πολιτικό.
Ο πατέρας έχει πέσει θύμα απαγωγής. Εχουν περάσει 15 χρόνια και δεν έχει δώσει σημάδια ζωής. Η γυναίκα του και ο γιος του, που στο μεταξύ έχει μεγαλώσει, αποφασίζουν, επιτέλους, να αποδεχτούν ότι ο άνθρωπός τους έχει για πάντα χαθεί. Με κρύα καρδιά φτάνουν στο δικαστήριο, για να κάνουν την απαραίτητη νομική πράξη.
Αυτό είναι το «στόρι» της ταινίας. Το πόσο δύσκολο είναι να «απαλλαγείς» από το ζωντανό (αφού δεν υπάρχει πτώμα) παρελθόν. Το πόσο δύσκολο είναι μια νομική πράξη, να δώσει τέλος σε όλα αυτά που σε δένουν με ανθρώπους και πράγματα. Που σε δένουν με τον άνθρωπο που αγάπησες σαν άντρα και σαν πατέρα. Με τον άνθρωπο που εξακολουθείς να αγαπάς, γιατί μόνον καλές αναμνήσεις έχεις από αυτόν.
Η ταινία παρακολουθεί τη γυναίκα και μάνα που νιώθει να την αναγκάζουν να ξεριζώσει την καρδιά της. Παρακολουθεί το γιο, ο οποίος, κολλημένος τόσο πολύ με το πρόβλημά του, δεν έχει μυαλό ούτε για τη μάνα του, που δίνει το δικό της αγώνα, ούτε ακόμα και για τη σχέση του με μια νεαρή Λιβανέζα, που πάει από το κακό στο χειρότερο...
Σας είπα είναι όλα εκεί! Αλλά είναι χωρίς «ψυχή». Και αυτό δεν αφορά μόνον το σενάριο, που πλησιάζει τα πράγματα χωρίς να τα πληγώσει και να πληγωθεί από αυτά. Είναι και η φόρμα, η οποία, και αυτή, είναι υπέρ του δέοντος αποστασιοποιημένη. O,τι συμβαίνει στην οθόνη νιώθεις να το βλέπεις με την ανάποδη από τα κιάλια. Τόσο απομακρυσμένο! Με την ανάποδη βλέπεις το Λίβανο να χάνεται, χωρίς πόλεμο, πια! Αφού η λιβανέζικη νεολαία έχει εξαμερικανιστεί. Ζει και κινείται μιμούμενη τους κυρίως υπεύθυνους! Τους Αμερικάνους! (Αυτή την πραγματικότητα η ταινία την καταγράφει σαν μοντερνισμό και ελευθερία. `Η, τέλος πάντων, σαν δεδομένο)!..
Και οι δυο σκηνοθέτες της ταινίας έχουν γεννηθεί στη Βηρυτό. Και οι δυο καταπιάνονται με το γράψιμο, τις ταινίες ντοκιμαντέρ, και, τώρα πια, με τις μεγάλου μήκους ταινίες με υπόθεση. Εργασίες τους έχουν παρουσιαστεί στην Οξφόρδη, στη Φραγκφούρτη, στο Αμστερνταμ, στο Παρίσι. Και οι δυο διδάσκουν στο ST Joseph University στη Βηρυτό (η Χατζηθωμά μαθήματα σεναρίου και ο Κχαλίλ αισθητική και πειραματικό βίντεο).
Παίζουν: Ζίαντ Σάαντ, Τζούλια Κάσαρ, Αλεξάντρα Κάχβαγκ.