50ό ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Οταν ο κινηματογράφος συναντά την... αλήθεια

Της απεσταλμένης μας Σοφίας ΑΔΑΜΙΔΟΥ

Τετάρτη 18 Νοέμβρη 2009

Από την ταινία «Τα αγόρια από το Μπακάλ»
«Why cinema now»; (Γιατί σινεμά τώρα;) είναι το σύνθημα του επετειακού 50ού Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αλλά αυτό που μάλλον επικρατεί στα πηγαδάκια είναι «Why match money now;» (Γιατί τόσα λεφτά τώρα;) Και η φετινή επετειακή διοργάνωση χαρακτηρίζεται από μεγαλομανία και τεράστιο προϋπολογισμό 4,5 εκατομμυρίων ευρώ, κατά δήλωση των διοργανωτών, ποσό που μάλλον υπολείπεται σημαντικά από αυτό που θα δαπανηθεί συνολικά. Με δεδομένο δε ότι η υποχρηματοδότηση από το Κέντρο Κινηματογράφου για παραγωγές νέων ταινιών συνεχίζεται, αποκαλύπτεται το μέγεθος της πρόκλησης.

Οσο για τις ταινίες, είναι πραγματικά ανθρωπίνως αδύνατο να μπορέσει κανείς να τις δει όλες για να σχηματίσει μια γενική εικόνα. Από τη μια βέβαια είναι ωραίο γιατί σημαίνει ότι η τέχνη του σινεμά ανθίζει σε επίπεδο παραγωγής τουλάχιστον και ο κόσμος δείχνει ενδιαφέρον να τις παρακολουθήσει. Από την άλλη όμως υπάρχει και τόσο «σκουπίδι» που λες: μα δίνονται τόσα χρήματα (γιατί στοιχίζει ο κινηματογράφος, έτσι, στοιχίζει). Για ποιο σκοπό όμως;

Χυδαίος κυνισμός

Και καλά κάποιοι επενδύουν, κάποιοι βρίσκουν χρήματα και κάνουν μια ταινία καλή, μέτρια, κακή, έστω και κάκιστη. Η συμμετοχή όμως σε ένα φεστιβάλ πρέπει να υπαγορεύεται από κάποιους λόγους. Να έχει κάτι μια ταινία για να προκριθεί και να συμμετέχει σ' ένα διαγωνιστικό φεστιβάλ. Πώς και γιατί ενέκρινε η προκριματική επιτροπή του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τον «Αγνοούμενο» του Κορεάτη Λι Σέο; Ποια αρετή διέκρινε, που εμείς ως θεατές δεν μπορέσαμε; Και δεν ήταν απλά μια κακή ή αδιάφορη ταινία, που μπορεί σε κάποιους να αρέσει σε κάποιους άλλους όχι. Ηταν μια ταινία που προκαλούσε οργή και θυμό. Οχι με τους αντι-ήρωες της ταινίας, αλλά με τον σκηνοθέτη που επέλεξε να υπερβάλει τόσο πολύ με τους χαρακτήρες που επέλεξε να παρουσιάσει, με την ωμή βία. Δεν ήταν απλά μια σκληρή, βίαιη ταινία, μια ταινία ωμού ρεαλισμού. Ηταν μια ταινία κυνικού ρεαλισμού. Οσο και να προσπαθούσες να αναζητήσεις μια καλή πρόθεση του δημιουργού, ήταν αδύνατον. Και δεν ήταν αυτό που λέμε γροθιά στο στομάχι της εφησυχασμένης κοινωνίας μας, ήταν γροθιά στον εγκέφαλο. Ακόμη κι αν η πρόθεση του σκηνοθέτη ήταν να παρουσιάσει μια αλληγορία στη σχέση αφεντικού - δούλου, προσπαθώντας να αναλύσει θέματα όπως η πίστη, η αφοσίωση, η καταπίεση κλπ ήταν τόσο κραυγαλέα και εξωπραγματικά, που παταγωδώς απέτυχε. Γελοιοποίηση μεν του αφεντικού (σεξ και βία πολύ), αλλά και ο καταπιεσμένος, ένας διαταραγμένος στο μυαλό και την ψυχή, άνθρωπος, που τρώει ζωοτροφή, συμπεριφέρεται σαν σκύλος και έχει και σεξουαλικές σχέσεις με σκύλο... Ελεος! Η διαστροφή στο μεγαλείο της! Και είναι η πρώτη ταινία του σκηνοθέτη. Ας μη φανταστούμε πως θα είναι η επόμενη... Είναι αυτό που λέμε... και με μια να μείνει!

Αληθινός ρεαλισμός

Από την ταινία «Θα 'ρθει η μέρα»
Στην αντίπερα όχθη αυτού του κακού παραδείγματος η ωραιότερη ταινία από όσες προβλήθηκαν μέχρι προχτές στο Διαγωνιστικό του Φεστιβάλ. «Τα αγόρια από το Μπακάλ» του Ράλστον Τζόβερ, από τις Φιλιππίνες. Μια ταινία που ανταποκρίνεται στον κοινωνικό ρόλο της τέχνης από κάθε άποψη και θεματικά και αισθητικά. Μια ταινία κοινωνικού ρεαλισμού, με άρτια μυθοπλασία, με εικαστική ματιά, ποιητική φωτογραφία, με ρυθμό, αλήθεια και ολοκληρωμένες ερμηνείες. Θέμα της μια αληθινή ιστορία. Στην παραγκούπολη του Μπασέκο, τα παιδιά, 9χρονα και 12χρονα, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα προς το ζην βουτάνε στη θάλασσα και βγάζουν παλιοσίδερα από τα παλιά βυθισμένα πλοία και στη συνέχεια τα πουλάνε στον παλαιοπώλη ο οποίος εκμεταλλεύεται τα παιδιά δίνοντάς τους χαμηλότερη τιμή απ' ό,τι στους ενήλικες. Η άθλια ζωή αυτών που ζουν στην παραγκούπολη, αποτελεί πραγματικά γροθιά στον εφησυχασμένων «πολιτισμένων» χωρών. Θύματα του πολιτικού και κοινωνικού συστήματος, φτάνουν μέχρι το σημείο να πουλήσουν όργανά τους προκειμένου να επιβιώσουν αυτοί και τα παιδιά τους. Ο πατέρας του 9χρονου Ουτόι είναι ένας από αυτούς, καθώς έχει τρία παιδιά και είναι άνεργος, ενώ η γυναίκα του μαζεύει μύδια και τα πουλάει για ένα πιάτο φαΐ. Κάποια στιγμή σε μια κατάδυση τα παιδιά βρίσκουν μια άγκυρα αλλά χάνουν το φίλο τους τον 12χρονο Μπανγκάλ, αγαπημένο φίλο του Ουτόι. Η ζωή του μικρού αλλάζει. Οι ζωές αυτών των ανθρώπων μόνο προς το χειρότερο μπορούν να αλλάξουν δυστυχώς. Πολλά παιδιά χάνονται κάθε μήνα στα άγρια νερά της ουτοπίας τους. Από αυτούς τους ανθρώπους όμως μπορεί να λείπουν τα απαραίτητα, τα μικρά, αλλά δε λείπουν η αγάπη, η τρυφερότητα, η φιλία. Αξίες ανεκτίμητες που ανέδειξε με περισσή ευαισθησία ο σκηνοθέτης. Ακόμη και το απαισιόδοξο φινάλε της ταινίας καθώς ο Ουτόι βουτάει στα μαύρα νερά τη νύχτα σα να θέλει να βρει το φίλο του, σου δίνει δύναμη. Είναι εκείνες οι κινηματογραφικές στιγμές που επιβεβαιώνουν πόσο σκληρή είναι η πραγματικότητα, αλλά που σε χρεώνουν ταυτόχρονα να μην κλείσεις τα μάτια, αλλά να τα ανοίξεις διάπλατα μαζί με την καρδιά σου. Κι αυτό είναι αρετή του δημιουργού, του καλλιτέχνη που εκπληρώνει το σκοπό και το στόχο της τέχνης του. Αυτή η ταινία αξίζει φιλοξενίας στις αίθουσες.

Ταινίες καλών προθέσεων

Γαλλογερμανικής παραγωγής η επόμενη ταινία με τίτλο «Θα 'ρθει η μέρα», της Σουζάνε Σνάιντερ. Ενα προσωπικό δράμα που θέτει ωστόσο ερωτήματα και προβληματισμούς. Μια ταινία με κοινωνικές προεκτάσεις. Τριάντα χρόνια αφότου η Γιούντιτ έδωσε για υιοθεσία την κόρη της, για να μπορεί να συμμετέχει σε μια «γερμανική τρομοκρατική οργάνωση», θα βρεθεί αντιμέτωπη με την κόρη της που την εντοπίζει σ' έναν αμπελώνα στην Αλσατία με νέα οικογένεια και άλλη ταυτότητα. Ουσιαστικά η Γιούντιτ έρχεται αντιμέτωπη με την αλήθεια που έκρυβε καλά επί τριάντα χρόνια. Μια αλήθεια που θα πληγώσει αυτούς που αγαπάει. Μια παλιά πληγή και για εκείνην, που θα αρχίσει και πάλι να αιμορραγεί. Κάτι σαν τιμωρία για την παράπλευρη άδικη εκτέλεση ενός αθώου που βρέθηκε μπροστά της σε μια ληστεία τράπεζας. Ενδιαφέρον θέμα, που δεν πέτυχε ωστόσο το στόχο. Αδύναμο σενάριο, αργοί ρυθμοί, μέτριες ερμηνείες.

Η μνήμη, η μοναξιά, οι αλλαγές στις συνθήκες ζωής των ανθρώπων που ενώ μοιάζουν να είναι προς όφελός τους τελικά δεν είναι, ο χρόνος που κυλάει, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, η αποξένωση, το χτες και το σήμερα, το αύριο, στην άλλοτε λαμπερή συνοικία του Καΐρου την «Ηλιόπολη», είναι τα θέματα που επιχειρεί να θίξει στην ταινία του ο Αιγύπτιος, Αχμάντ Αμπντάλα. Καλών προθέσεων ταινία, αλλά αδύναμη στην εκτέλεσή της. Περισσότερο είχε χαρακτηριστικά ντοκιμαντέρ παρά μυθοπλασίας. Μέτριο σενάριο, αδύναμες σκηνές, ανολοκλήρωτοι χαρακτήρες. Η πρόθεσή του έγινε περισσότερο ορατή στο τέλος της ταινίας μέσα από τα λόγια μιας γυναίκας στον τηλεφωνητή του πρώην αγαπημένου της. Ισως η καλύτερη στιγμή της ταινίας.

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Ξεκινά το Φεστιβάλ Ολυμπίας (2022-12-01 00:00:00.0)
Αφιέρωμα στους Νταρντέν (2008-11-18 00:00:00.0)
«Ψαλίδι» κατά των «μικρομηκάδων»! (2008-07-31 00:00:00.0)
Φεστιβάλ των Καννών (2006-05-25 00:00:00.0)
Οχι στην υποβάθμιση (2003-11-13 00:00:00.0)
Από τη Δράμα στην Αθήνα (1997-10-23 00:00:00.0)