Παράλληλα, γίνεται προσπάθεια από τώρα να εμπεδωθούν στις λαϊκές συνειδήσεις τα εκλογικά διλήμματα των δύο πόλων που διεκδικούν τη διακυβέρνηση: «Οικονομική - πολιτική σταθερότητα ή αστάθεια και περιπέτειες» από τα κόμματα της συγκυβέρνησης, «κάλπικη ή πραγματική διαπραγμάτευση με την τρόικα» από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ. Παραλλαγές του ενός ή του άλλου διλήμματος προβάλλουν οι άλλες πολιτικές δυνάμεις και μεμονωμένα οι λεγόμενοι «ανεξάρτητοι» βουλευτές.
Αυτό που έντεχνα περνάει στο σκοτάδι είναι ότι το νέο κύμα της επίθεσης στο Ασφαλιστικό, στα εργασιακά, στο φορολογικό, δε θα ανακοπεί από τη διαδικασία της προεδρικής εκλογής και από το ενδεχόμενο νέων εκλογών. Αυτό επιβεβαιώνει και η απόφαση του Γιούρογκρουπ της Δευτέρας. Από αυτήν τη σκοπιά, η επίσπευση της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας και οι ενδεχόμενες εκλογές εντάσσονται στο σχεδιασμό για κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής, μιας και τα μέτρα που συζητιούνται είναι στρατηγικής σημασίας για το κεφάλαιο και αποτελούν κρίκους στη μακριά αλυσίδα της ανάπτυξης προς όφελος των μονοπωλίων, που ξεκινά πολύ πριν την κρίση και βεβαίως θα συνεχιστεί και στην ανάκαμψη. Δεν πρόκειται, λοιπόν, να ανακοπεί αυτή η πολιτική, παρά μόνο αν ο λαός παρέμβει καθοριστικά στις εξελίξεις.
Φάνηκε ότι υπάρχει εκείνη η κρίσιμη μάζα των εργαζομένων, που σε συμμαχία με τα λαϊκά στρώματα, μπορεί να σπρώξει τα πράγματα μπροστά, να συμβάλει καθοριστικά στην ανασύνταξη του κινήματος. Αυτές οι θετικές διεργασίες και η γενικευμένη κατακραυγή κυρίως για τα νέα μέτρα στο Ασφαλιστικό, αδυνατίζουν την προσπάθεια της συγκυβέρνησης να αποσπάσει την ενεργό συμμετοχή ή έστω την ανοχή του λαού στα νέα μέτρα. Αδυνατίζει, ταυτόχρονα, η προπαγάνδα ότι με αυτό το πακέτο μέτρων τελειώνουν τα μνημόνια και η τρομοκρατία ότι έρχεται χάος αν δεν ψηφιστούν τα μέτρα.
Φάνηκε, επίσης, ότι υπάρχει ένα υπολογίσιμο τμήμα των εργαζομένων που απορρίπτει τη λογική της ανάθεσης και των «νέων σωτήρων», όπως την πλασάρει στο κίνημα ένα κομμάτι του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού. Ολα αυτά μπορούν να αποτελέσουν παράγοντες που ασκούν πίεση και επιδρούν ως ένα βαθμό στις εξελίξεις. Είναι χαρακτηριστικοί οι προβληματισμοί που εκφράστηκαν για το αν θα περνούσαν με ευκολία τα νέα «προαπαιτούμενα» για την τελευταία δόση.
Από αυτήν τη σκοπιά, η συγκυβέρνηση, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ, αξιοποιούν τη διαδικασία της προεδρικής εκλογής και τα διλήμματα που προβάλλουν. Η μεν κυβέρνηση για να στείλει μηνύματα τόσο στους δικούς της βουλευτές και των άλλων κομμάτων, ο δε ΣΥΡΙΖΑ για να διαμορφώσει τις κατάλληλες συμμαχίες που θα τον βοηθήσουν στην ανάδειξή του σε κυβέρνηση. Και οι δύο εκβιάζουν τη συναίνεση του λαού σε διαφορετικές εκδοχές του ίδιου αντιλαϊκού δρόμου, που δεν πρόκειται να αλλάξει η κυβερνητική εναλλαγή.
Αλλωστε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δώσει δείγματα γραφής. Δεν είναι μόνο η υποχώρηση ακόμα και από αυτές τις φραστικές διακηρύξεις του ενάντια στα μνημόνια. Δεν είναι μόνο τα διαπιστευτήρια που δίνει με την οκά στα διάφορα επιτελεία των αστών, μέσα κι έξω από την Ελλάδα. Είναι και κάτι ακόμα: Το 26% που πήρε στις τελευταίες εκλογές, δε μεταφράστηκε ποτέ στην ενίσχυση του κινήματος προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ αξιοποίησε τις όποιες συνδικαλιστικές δυνάμεις του για να υπονομεύσει τους ταξικούς αγώνες, να μετατρέψει το κίνημα σε «ουρά» της προσπάθειας που κάνει για να γίνει κυβέρνηση.
Αυτό που έχει ανάγκη ο λαός, είναι ισχυρό ΚΚΕ παντού, και στις ερχόμενες εκλογές. Είναι όρος αναγκαίος, για να αναδειχτεί ο ίδιος σε πρωταγωνιστή των εξελίξεων, να γίνει το εργατικό - λαϊκό κίνημα ισχυρή λαϊκή αντιπολίτευση απέναντι στο κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις της μιας ή της άλλης διαχείρισης. Μόνο έτσι θα ανοίξει ο δρόμος για να μπουν εμπόδια στην αντιλαϊκή πολιτική, να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις ώστε να ξηλώσει ο λαός όλο το αντιλαϊκό - αντεργατικό πλαίσιο της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Για να έρθει πιο κοντά η μοναδική φιλολαϊκή διέξοδος, που είναι να απαλλαγεί οριστικά ο λαός, από τις αλυσίδες των μονοπωλίων, από τα δεσμά της ΕΕ, για να έρθει ο ίδιος ο λαός στην εξουσία.