Τετάρτη 19 Νοέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΥΓΕΙΑ
Κείμενα: Γιώργος ΜΟΥΣΓΑΣ

Κείμενα:

Γιώργος ΜΟΥΣΓΑΣ

Προεκλογική «πρόνοια» της κυβέρνησης

Πρωθυπουργικά «τρικ» σε προσπάθεια άμβλυνσης της αντικοινωνικής πολιτικής

Την ώρα που στη Βουλή η κυβέρνηση κατέθετε έναν ακόμα αντιλαϊκό προϋπολογισμό, ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, με τους «συν αυτώ» κοινωνικούς φορείς, επιχειρούσε με επικοινωνιακά τρικ να αναστηλώσει το αντικοινωνικό πρόσωπο της πολιτικής της κυβέρνησης.

Οι ενέργειες ήταν συντονισμένες:

  • Ο Κ. Σημίτης επισκέφτηκε το Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ) στην Καλλιθέα.
  • Στον ΟΣΕ στον Πειραιά έγινε εκδήλωση με τη συμμετοχή του Γραφείου Ποιότητας Ζωής του πρωθυπουργού - και ερήμην του υπουργείου Μεταφορών - με τη συμμετοχή της ελεγχόμενης απ' το πρωθυπουργικό περιβάλλον - Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες (ΕΣΑΕΑ) και την Πολιτιστική Γραμματεία της ΓΣΕΕ.
  • Επίσης χτες στη Βουλή συνεδρίασε η Διακομματική Επιτροπή για τα ΑμΕΑ, όπου όταν από το βουλευτή του ΚΚΕ, Π. Κοσιώνη, τέθηκε το ερώτημα ποιος θα κληθεί σε αυτή, δεν υπήρξε απάντηση.
Στο ΚΕΑΤ

Ο Κ. Σημίτης επισκέφθηκε χτες «κρυφίως» το ΚΕΑΤ, μετά την αναβολή της προγραμματισμένης για τις 13.10.2003 επίσκεψή στο Κέντρο. Για την τότε αναβολή είχαν ακουστεί πολλά...

Το σίγουρο πάντως ήταν ότι υπήρξε η προειδοποίηση για ταυτόχρονη αγωνιστική παρουσία των εργαζομένων του ΚΕΑΤ, της Ενωτικής Συνδικαλιστικής Κίνησης Τυφλών και της Συντονιστικής Επιτροπής Αγώνα Αναπήρων. Ακόμα και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Τυφλών με ανακοίνωσή της - τότε - διαμαρτυρήθηκε για τη χρησιμότητα του κτιρίου που επρόκειτο να εγκαινιαστεί, αφού πλέον δε θα υπάρχουν τυφλοί μαθητές, με δεδομένο ότι έχει συρρικνωθεί το ειδικό σχολείο του ΚΕΑΤ.

Απτόητος όμως ο πρωθυπουργός επανήλθε, και χτες εμφανίστηκε στο ΚΕΑΤ για να εξασφαλίσει - όπως έλεγαν πληροφορίες - το προεκλογικό διαφημιστικό «σποτ» της κυβέρνησης. Ετσι λοιπόν ο Κ. Σημίτης κατά την επίσκεψή του στο ΚΕΑΤ δήλωσε την αφοσίωσή του στη «νέα κατάσταση για τα παιδιά με αναπηρίες». Ομως η αφοσίωση αυτή μεταφράζεται με την παροχή φροντίδας, στα διάφορα Κέντρα, σε μόλις 1.200 άτομα με αναπηρίες, όταν οι βαριά ανάπηροι στη χώρα μας - σύμφωνα με τους μετριότερους υπολογισμούς - ξεπερνούν τις 500.000, όπως αποκάλυψε ο «Ρ» 12.10.2003 με βάση τα στοιχεία του υπουργείου Υγείας - Πρόνοιας. Επίσης τα επιδόματα των ατόμων με αναπηρίες αντιστοιχούν σε 162-394 ευρώ, ενώ η αύξηση 5% για το 2003 δόθηκε αναδρομικά από την 1.11.2003!

Κατά τα άλλα ο Κ. Σημίτης, αναφερόμενος στην περιθωριοποίηση των ΑμΕΑ είπε χτες: «Δε θέλουμε ανθρώπους έξω από τη συνηθισμένη κοινωνική ζωή. Θέλουμε ανθρώπους κανονικά ενταγμένους στην κοινωνία. Γι' αυτό και προχωρήσαμε σε μια σημαντική επένδυση, προσδίδοντας την ενδεδειγμένη μορφή σ' αυτό το Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών, το οποίο αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές προνοιακές μονάδες στη χώρα μας».

Αλματα των ιδιωτικών δαπανών

Θα φτάσουν στο 43,8% για το 2003 επισημαίνει ο καθηγητής των οικονομικών της υγείας Γ. Κυριόπουλος και τονίζει: «Εχουμε ένα κατ' επίφαση κρατικό σύστημα υγείας που οι λειτουργίες του βασίζονται στα μεγάλα ποσά των νοικοκυριών την ώρα της ανταλλαγής»

Οι ασφαλισμένοι και οι συνταξιούχοι πληρώνουν για να μην υποστούν την ταλαιπωρία με τις ουρές
Οι ασφαλισμένοι και οι συνταξιούχοι πληρώνουν για να μην υποστούν την ταλαιπωρία με τις ουρές
Το χέρι στην τσέπη - και μάλιστα βαθιά - βάζουν οι κάτοικοι της χώρας την ώρα της ανάγκης που θα χρειαστούν υπηρεσίες υγείας με αποτέλεσμα οι ιδιωτικές δαπάνες να εκτιναχτούν στο 44% των συνολικών δαπανών υγείας. Μάλιστα οι πληρωμές αυτές γίνονται παρότι το 84% των χρηστών των υπηρεσιών έχουν τυπικά δημόσια ασφαλιστική κάλυψη για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και σε ποσοστό 91% για τη νοσοκομειακή φροντίδα. Ωστόσο όμως οι ανεπάρκειες των δημόσιων υπηρεσιών και οι δυσκολίες πρόσβασης σε αυτές οδηγούν τους κατοίκους σε οικονομική αιμορραγία που ανέρχεται σε ονομαστικές τιμές σε 5,5 δισ. ευρώ το χρόνο.

Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν από έρευνες της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ) με βάση τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και τα βασικά μεγέθη αποτυπώνονται στον Πίνακα 1 μέχρι το 2000. Οι προσεγγίσεις βασίζονται στην περαιτέρω επεξεργασία της έρευνας της ΕΣΔΥ που έγινε για λογαριασμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και παρουσιάστηκε τον Ιούνη του 2002 (βλέπε και «Ρ» της 30.6.2002) καθώς και στα νέα στοιχεία των Οικονομικών Προϋπολογισμών που επεξεργάζεται η ΕΣΔΥ. «Τα αποτελέσματα δε θα είναι διαφορετικά ενώ επιβεβαιώνεται η αυξητική τάση των ιδιωτικών δαπανών» υπογραμμίζει ο Γιάννης Κυριόπουλος, καθηγητής των Οικονομικών στην ΕΣΔΥ, και τονίζει ότι με βάση τα υπό επεξεργασία στοιχεία οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας για το 2003 θα ανέλθουν στο 43,8% των συνολικών δαπανών.


Οι ιδιωτικές δαπάνες είναι οι κάθε είδους πληρωμές στην ώρα της παροχής των υπηρεσιών υγείας είτε στο δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα και περιλαμβάνουν τις άμεσες πληρωμές - όπως η συμμετοχή στα φάρμακα, το πρωινό εισιτήριο στα εξωτερικά ιατρεία ή το απόγευμα στα ιδιωτικά ιατρεία κλπ. - αλλά και τις παραπληρωμές («φακελάκια»). Οι ετήσιες ιδιωτικές δαπάνες κάθε νοικοκυριού ανέρχονται σε 1.600-1.700 ευρώ έναντι 1.250 ευρώ το 1998. «Αν όμως προστεθούν και οι δαπάνες για τη φροντίδα ορισμένων κατηγοριών όπως οι χρονίως πάσχοντες και ηλικιωμένοι που βαρύνουν τα νοικοκυριά, τότε οι ετήσιες δαπάνες προσεγγίζουν στα 2.000 ευρώ» υπογραμμίζει ο Γ. Κυριόπουλος.

Μάλιστα όπως επισημαίνει ο Γ. Κυριόπουλος, το 2,5% των ελληνικών οικογενειών βρίσκονται αντιμέτωπες με τις «καταστροφικές δαπάνες» για προβλήματα υγείας. Ως καταστροφικές ορίζονται οι δαπάνες που ξεπερνούν το 40% του «διαθέσιμου εισοδήματος» (το υπόλοιπο δηλαδή του οικογενειακού εισοδήματος όταν αφαιρεθούν οι δαπάνες για βασικές ανάγκες, όπως η διατροφή κλπ.) και αφορούν σε έκτακτες περιπτώσεις ή στην αντιμετώπιση χρόνιων περιστατικών. Στην Ευρωπαϊκή Ενωση το αντίστοιχο ποσοστό των νοικοκυριών που αντιμετωπίζει καταστροφικές δαπάνες στην υγεία είναι μόλις 0,4%.

Θα έπρεπε το λεγόμενο κράτος πρόνοιας να καλύπτει εν πρώτοις αυτούς τους κινδύνους και να μην οδηγούνται τα νοικοκυριά σε καταστροφή, σημειώνει ο Γ. Κυριόπουλος και υπογραμμίζει ότι στην υγεία συμβαίνει αυτό που συμβαίνει και στην παιδεία. «Πληρώνουμε δυο φορές: Μια φορά μέσω των φόρων και των εισφορών για την υγεία και την άλλη με τις άμεσες πληρωμές, μέσω των οποίων ο απελπισμένος προσπαθεί να "αγοράσει χρόνο" για να μην υποστεί την ταλαιπωρία της αναμονής».

Οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας - με βάση τα στοιχεία του 1998 - επιμερίζονται ως εξής: Νοσοκομειακή 12,36% (με 55,91% τη δημόσια δαπάνη και τη συνολική δαπάνη 37,11% ). Ιατρική 31,36% (με 22,85% τη δημόσια δαπάνη και 26,52% τη συνολική δαπάνη). Οδοντιατρική 33,98% (με 1,23% τη δημόσια δαπάνη και 15,37% τη συνολική δαπάνη). Φαρμακευτική 15,38% (με 15,82% τη δημόσια δαπάνη και 15,63% τη συνολική δαπάνη) και τις λοιπές δαπάνες υγείας 6,92% (με 4,19% τη δημόσια δαπάνη και 5,37% τη συνολική δαπάνη).

Μάλιστα με αφορμή τα 20 χρόνια απ' την ψήφιση του νόμου 1397/1983 για το «Εθνικό Σύστημα Υγείας», ο Γ. Κυριόπουλος σημείωσε: «Εχουμε ένα κατ' επίφαση κρατικό σύστημα υγείας που οι λειτουργίες του βασίζονται στα μεγάλα ποσά των νοικοκυριών την ώρα της ανταλλαγής. Εχουμε μια πλουραλιστικά ρυθμιζόμενη αγορά με κλειδί τις τιμές του 43,8% των ιδιωτικών δαπανών που "παρασύρουν" το 56,2% των δαπανών που καταβάλλουν το κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία».

Αποκαλυπτικά στοιχεία

Για την έρευνα που παρουσιάστηκε το 2002 στάλθηκαν 5.000 ερωτηματολόγια σε όλη τη χώρα με μια προεπιλογή που αφορούσαν στην αξιολόγηση του επιπέδου υγείας και στην ανταποκρισιμότητα του συστήματος υγείας και ανταποκρίθηκαν 1.819 άτομα.

Η παραπέρα επεξεργασία δίνει αποκαλυπτικά στοιχεία για τη χρήση των υπηρεσιών υγείας. Ετσι λοιπόν σε μηνιαία βάση οι μισοί απ' το δείγμα ζήτησαν υπηρεσίες ΠΦΥ και μόλις 5,4% ζήτησαν νοσοκομειακή περίθαλψη.

Οι υπηρεσίες ΠΦΥ προσφέρθηκαν από γενικούς και ειδικούς γιατρούς και τα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων. Το ενδιαφέρον είναι ότι από αυτούς που ζήτησαν υπηρεσίες ΠΦΥ δήλωσαν ότι δεν έχουν ασφαλιστική κάλυψη σε ποσοστό 52,5% για πρωτοβάθμιες υπηρεσίες και σε ποσοστό 48,1% για νοσοκομειακές φροντίδες. Το γεγονός αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι καλύψεις στην ΠΦΥ δε θεωρούνται ικανοποιητικές και οι άρρωστοι αναγκάζονται να καταφεύγουν σε ιδιώτες πληρώνοντας απ' την τσέπη τους ή συμπληρωματικά με τα ποσά που καλύπτουν τα ασφαλιστικά τους ταμεία.

Το μεγαλύτερο ποσοστό των χρηστών των υπηρεσιών ΠΦΥ κάνουν οι ηλικιωμένοι σε 65,6% στην ηλικία 61-75 χρονών και 73% από 75 χρονών και πάνω. Επίσης το μεγαλύτερο μέρος των χρηστών των υπηρεσιών ΠΦΥ έχει χαμηλά εισοδήματα. Σε ποσοστό 57% έχει εισοδήματα μέχρι 440 ευρώ. Ο συνδυασμός των παραπάνω στοιχείων παραπέμπει στους ηλικιωμένους οι οποίοι χρησιμοποιούν τα πολυιατρεία του ΙΚΑ γιατί δεν έχουν να πληρώσουν λόγω των χαμηλών συντάξεων.

Η χαμηλή κοστολόγηση ωθεί τον ασφαλισμένο να πληρώνει απ' την τσέπη του!

Απίθανη αιτιολογία απ' την κυβέρνηση

Το απογευματινό χαράτσι που επέβαλε η κυβέρνηση στους ασφαλισμένους, με κύριο επιχείρημα την αντιμετώπιση της λίστας και της αναμονής. Τελικά οι ασφαλισμένοι παραμένουν στις ουρές πληρώνοντας με κρατικό τιμολόγιο τις επιπτώσεις της πολιτικής της κυβέρνησης
Το απογευματινό χαράτσι που επέβαλε η κυβέρνηση στους ασφαλισμένους, με κύριο επιχείρημα την αντιμετώπιση της λίστας και της αναμονής. Τελικά οι ασφαλισμένοι παραμένουν στις ουρές πληρώνοντας με κρατικό τιμολόγιο τις επιπτώσεις της πολιτικής της κυβέρνησης
Το μεγάλο ποσοστό της ιδιωτικής δαπάνης δεν το αρνείται η κυβέρνηση.

Σε έκθεση του υπουργείου Υγείας (Φλεβάρης του 2003) αναφέρει: «Το ποσοστό ιδιωτικής δαπάνης υπολογίζεται σήμερα στο 44%. Η ιδιωτική δαπάνη εκτινάχτηκε από το 35% το 1989 στο 42% το 1993, αυξήθηκε δηλαδή την τετραετία εκείνη κατά 4,2% ετησίως. Από το 1994 μέχρι σήμερα αυξάνεται μεν αλλά μόλις κατά 0,6% κατ' έτος».

Το φαινόμενο αυτό, όπως αναφέρεται στην έκθεση, αποδίδεται σε τέσσερις κυρίως λόγους:

  • Στα χαμηλά νοσήλια και στη χαμηλή κοστολόγηση των ιατρικών πράξεων, που πληρώνουν τα ασφαλιστικά ταμεία (μια επίσκεψη στον γιατρό τιμάται μόλις 2.200 δραχμές, γεγονός που ωθεί τον ασφαλισμένο να πληρώνει κάποια χρήματα κι απ' την τσέπη του).
  • Στην παραμονή των Ελλήνων ασθενών στο εσωτερικό για τη διενέργεια περίπλοκων εγχειρήσεων και άλλων διαγνωστικών και θεραπευτικών παρεμβάσεων, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων γίνεται πλέον στη χώρα μας σε εξειδικευμένα, δημόσια και ιδιωτικά κέντρα που απαιτούν υψηλού κόστους εξοπλισμό.
  • Στη ραγδαία ανάπτυξη της ιατρικής τεχνολογίας και στο μεγάλο αριθμό γιατρών, που αυξάνουν για λόγους βιοποριστικούς, την προκλητή ζήτηση.
  • Στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου και στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος που προκαλεί αυξημένη ζήτηση υπηρεσιών υγείας.

Η κυβέρνηση όχι μόνο αποσιωπά ότι η πολιτική της γιγάντωσε τον ιδιωτικο-επιχειρηματικό τομέα στο χώρο της υγείας αλλά ενισχύει παντοιοτρόπως την εμπορευματοποίηση του συστήματος υγείας. Εκτός των εκχωρήσεων τομέων των δημόσιων νοσοκομείων και του ΙΚΑ, εσχάτως ανακοίνωσε και την παράδοση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στο κεφάλαιο με ειδική αδειοδότηση για τη δημιουργία ιδιωτικών κέντρων υγείας κυρίως στα αστικά κέντρα.

Και εκτός των άλλων η κυβέρνηση επέβαλε και τη λειτουργία των ιδιωτικών απογευματινών ιατρείων των δημόσιων νοσοκομείων από την 1.1.2002 με τσουχτερό κοστολόγιο: Οι επισκέψεις, όπως φαίνεται και στον πίνακα, στοιχίζουν από 30-90 ευρώ και οι μικροεπεμβάσεις από 50-150 ευρώ.

Τα ιδιωτικά απογευματινά ιατρεία προκάλεσαν - άμεση ή έμμεση - «αιμορραγία» 13,804 εκατ. ευρώ (4,7 δισ. δραχμές) στους 210.500 ασθενείς που τα επισκέφτηκαν το 2002. Κι όμως, αυτή την αιμορραγία ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης τη χαρακτήρισε επιτυχία. Εγκαινιάζοντας το νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης (4.3.2003) είπε: «Τα απογευματινά ιατρεία, μια νέα υπηρεσία του ΕΣΥ, προχωρά με επιτυχία. Μέσα στον πρώτο χρόνο περίπου 200.000 πολίτες επισκέφτηκαν τα απογευματινά ιατρεία - επισκέφτηκαν το γιατρό της επιλογής τους ή υποβλήθηκαν σε εργαστηριακές εξετάσεις στα δημόσια νοσοκομεία κατά τις απογευματινές ώρες».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ