Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι πέρα από τους εντυπωσιασμούς, στους οποίους αποσκοπούν τέτοιες κινήσεις για να προσδώσουν χαρακτήρα «εθνικής υπόθεσης» στις θυσίες που επιβάλλονται στους λαούς για την διέξοδο από την κρίση υπέρ της πλουτοκρατίας, οι καπιταλιστές ανησυχούν, καθώς διακρίνουν δυσκολίες στη διαχείριση της κρίσης που προκύπτουν από τα ίδια τα αδιέξοδα του καπιταλισμού.
Γι' αυτό, η πλουτοκρατία, ακόμα και για τέτοιες δήθεν «θυσίες» (δηλαδή τη φορολόγησή της) ζητάει ως ανταλλάγματα την πλήρη εφαρμογή των αντιδραστικών μέτρων που ξεχαρβαλώνουν τα εργατικά δικαιώματα προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου. Που σημαίνει ότι αυτή την τάχα συμβολή τους θα την πάρουν πίσω πολλαπλάσια από την ένταση της εκμετάλλευσης, ενώ εμφανίζονται και ως συμμετέχοντες στα βάρη της κρίσης ενισχύοντας την αστική προπαγάνδα υποταγής των εργαζομένων στα βάρβαρα μέτρα που τους επιβάλλονται «υπέρ της σωτηρίας της οικονομίας» των καπιταλιστών. Για παράδειγμα, ο διευθυντής της Ferrari, Λούκα ντι Μοντετζέμολο, προτείνει να προστεθούν συμπληρωματικά τέλη για όσους έχουν ετήσιο εισόδημα 5 - 10 εκατ. ευρώ, αλλά με τον όρο να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις της ιταλικής κυβέρνησης, που προωθούν τη λιτότητα για το λαό, ιδιωτικοποιήσεις και καταστρατήγηση των εργασιακών σχέσεων κ.ά.
Για τη δική τους σωτηρία νοιάζονται οι καπιταλιστές, η οποία, είτε έτσι είτε αλλιώς, περνάει μέσα από τη χρεοκοπία του λαού.
Καμία έκπληξη δεν προκάλεσε βέβαια η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας με την οποία ήρθε να νομιμοποιήσει και καθαγιάσει την ειλημμένη απόφαση της κυβέρνησης για την απελευθέρωση των «κλειστών επαγγελμάτων». Ηταν απόφαση εντελώς αναμενόμενη, που επιβεβαιώνει για ακόμα μια φορά τον ταξικό ρόλο της Δικαιοσύνης και ξεμπροστιάζει το συμβιβασμένο συνδικαλιστικό κίνημα που τη χρησιμοποιεί σε κάθε ευκαιρία ως άλλοθι για το ξεπούλημα των αγώνων. Δεν μπορεί, όμως, να περάσει απαρατήρητο το σκεπτικό της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, που δικαιολογεί την απελευθέρωση των «κλειστών επαγγελμάτων» στο όνομα της «αρχής της οικονομικής ελευθερίας», που την ορίζει ως τη «δυνατότητα ελεύθερης επιλογής επαγγέλματος, χωρίς την ύπαρξη περιορισμών στην άσκησή του». Στην πραγματικότητα πρόκειται για τις «τέσσερις ελευθερίες του Μάαστριχτ» - ελευθερία κίνησης των κεφαλαίων, των εμπορευμάτων, των υπηρεσιών και του εργατικού δυναμικού - που δίνουν τη δυνατότητα στα μονοπώλια της ΕΕ να διεισδύουν σε όλους τους τομείς της οικονομίας, να αναπτύσσονται και να βγάζουν υπερκέρδη μέσα και έξω από τα σύνορα της ΕΕ, με ολέθριες συνέπειες για τους λαούς. Οι «ελευθερίες» αυτές έχουν, βέβαια, ενδυθεί και το συνταγματικό μανδύα και την ισχύ της (αστικής) νομιμότητας. Είναι ολοφάνερο ότι αν ο λαός τη «σεβαστεί», υπογράφει τη θανατική του καταδίκη...
Το νέο μισθολόγιο που ετοιμάζει η κυβέρνηση θα επιφέρει νέες μειώσεις στους μισθούς των εργαζομένων στο Δημόσιο. Ανεξάρτητα από το πώς αυτό θα συμβεί - άμεσα ή σταδιακά - είναι βέβαιο ότι θα συνοδευθεί από νέο μπαράζ συκοφαντιών της κυβέρνησης και των μηχανισμών της σε βάρος των εργαζομένων.
Θα ξεκινήσει, με άλλα λόγια, πάλι το γνωστό παραμύθι περί επιδομάτων που δεν ανταποκρίνονται στους πραγματικούς όρους εργασίας και άλλα τέτοια. Αυτό διαφάνηκε και στην προχτεσινή συνάντηση που είχε η Ομοσπονδία Εργαζομένων ΟΤΑ με τον υπουργό Εσωτερικών, Χάρη Καστανίδη.
Αυτό που θα «ξεχάσει» να πει η κυβέρνηση είναι ότι τα επιδόματα κάθε είδους είναι απόρροια της επιδοματικής πολιτικής, που χρόνια εφάρμοζαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ με την πλήρη στήριξη των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών πλειοψηφιών, κρατώντας τους βασικούς μισθούς σε επίπεδο φτώχειας.
Τα επιδόματα δίνονταν αντί για αυξήσεις στους βασικούς μισθούς, οι οποίοι και πριν την κρίση ήταν χαμηλοί συγκριτικά με τις σύγχρονες πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων. Και, βέβαια, τα επιδόματα σε καμιά περίπτωση δεν επαρκούν για να καλύψουν την ψαλίδα αυτή. Επίσης, οι κυβερνήσεις προτιμούν την επιδοματική πολιτική γιατί ένα επίδομα μπορείς να το καταργήσεις πιο εύκολα. Ακόμα, γιατί τα περισσότερα επιδόματα δεν είναι συντάξιμα ενώ ο βασικός μισθός είναι και, από την άλλη, κάθε κυβέρνηση μέσω των επιδομάτων έκτιζε μηχανισμούς χειραγώγησης τμημάτων των εργαζομένων, χρήσιμους για τη στήριξη των πολιτικών της.
Ολα αυτά δε θα ειπωθούν και, πάνω απ' όλα, δε θα ειπωθεί ότι οι περικοπές δε γίνονται γιατί κάποιοι παίρνουν δήθεν άδικα κάποια επιδόματα αλλά γιατί στην παρούσα φάση το κεφαλαιοκρατικό σύστημα απαιτεί όλο και περισσότερους πόρους, οι οποίοι είναι προϊόν της ληστρικής και διαρκούς αφαίμαξης του εργατικού και λαϊκού εισοδήματος.
Ιδίως αν συνδυαστεί με τα... ευχολόγιά του πριν μερικές μέρες στη Βουλή, όπου δήλωνε ότι «δεν ΠΡΕΠΕΙ να υπάρξουν νέα μέτρα» διότι θα αποδώσουν όσα έχουν ήδη ληφθεί.
Κι όλα αυτά μέσα στο... γνωστό κλίμα όπου «η τρόικα πιέζει» και «ο προϋπολογισμός δεν βγαίνει», άρα η χώρα ακροβατεί σε τεντωμένο σκοινί. Γνωρίζουμε όλοι την κατάληξη αυτής της ιστορίας.
Αυτό, όμως, στο οποίο... δεν πέφτουν έξω με τίποτε, είναι ότι τις όποιες «διορθώσεις» θα τις πληρώσουν για άλλη μία φορά οι Ελληνες εργαζόμενοι. Το έχουν ξεκαθαρίσει πως είτε με τον έναν είτε με τον άλλον τρόπο εκεί θα πάει η δουλειά.
Λες και ο κόσμος δε βρίσκεται ήδη στα όριά του, σαν να μην αυξάνεται η ανεργία και να μειώνονται συνεχώς οι μισθοί, την ίδια ώρα που τα πάντα ακριβαίνουν και τα στοιχειώδη γίνονται «απαγορευμένα».
Αλλωστε, ας μην ξεχνάμε πως μέσα στην υποτιθέμενη «θύελλα» του εκτροχιασμού των δημόσιων εσόδων, οι άνθρωποι συζητάνε για ...μείωση των συντελεστών φορολόγησης των επιχειρήσεων. Για το αν θα γίνει 15% ή ακόμη λιγότερο...
ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΣ ΧΑΡΟΥΜΕΝΟΣ ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, πήγε να πει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ότι αναμένονται και άλλες συγχωνεύσεις στον τραπεζικό χώρο. Κι αυτές αποτελούν «καλά νέα».
«Η δική μου ατζέντα, η δική μου προτεραιότητα - και αυτό συζήτησα και με τον πρωθυπουργό χτες και με το Πολιτικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ - είναι να προτάξουμε τα διαρθρωτικά μέτρα. Να δώσουμε μια νέα ώθηση, μια νέα δυναμική. Αυτά όλα θα βγουν τις επόμενες ημέρες αναλυτικά στην επιφάνεια: Το μισθολόγιο στο δημόσιο, το μισθολόγιο στις ΔΕΚΟ, η εργασιακή εφεδρεία, η αγορά εργασίας, η απελευθέρωση των επαγγελμάτων, το κλείσιμο και η αναδιάρθρωση των φορέων». Δεν θα μπορούσε να είναι πιο σαφής ο Ε. Βενιζέλος όσον αφορά τις προτεραιότητες της κυβέρνησης τις επόμενες βδομάδες. Η νέα κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης φέρει (ξανά) την κωδική ονομασία «διαρθρωτικά μέτρα». Οπως είπε σε άλλο σημείο της χθεσινής συνέντευξής του (στον Real fm) ο υπουργός Οικονομικών, τα μέτρα «που κάνουν τη διαφορά και διεθνώς είναι οι διαρθρωτικές αλλαγές». Πίσω από τον εύηχο αυτό όρο κρύβεται ολόκληρη η βαρβαρότητα των άγριων μέτρων που προωθεί η κυβέρνηση. «Διαρθρωτικές αλλαγές» σημαίνει σφαγή των μισθών και των συντάξεων, τσάκισμα των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων, διάλυση των δημοσίων υπηρεσιών, ιδιωτικοποίηση των πάντων, ανελέητες και δίχως τέλος φοροεπιδρομές στα λαϊκά νοικοκυριά. «Διαρθρωτικές αλλαγές» δεν είναι παρά οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις με στόχο να φορτωθούν τα βάρη της κρίσης στις πλάτες του λαού, να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου μέσω της δραστικής υποτίμησης της τιμής της εργατικής δύναμης. Η εργατική τάξη, ο λαός δεν πρέπει να έχουν την παραμικρή αυταπάτη: Μοναδική διέξοδος είναι η ανατροπή του καθεστώτος των μονοπωλίων και προς τα εκεί πρέπει να «βλέπουν» οι πάντες και να στοχεύουν οι ταξικοί αγώνες. Η διέξοδος αυτή είναι που κάνει τη «διαφορά» υπέρ των λαϊκών συμφερόντων.
Με ασπίδα τον «ανθρωπισμό» η ΔΗΜ.ΑΡ. υποδεικνύει στην κυβέρνηση να διεκδικήσει για λογαριασμό της ντόπιας πλουτοκρατίας μερίδιο της «λείας» απ' την επέμβαση στη Λιβύη. Η ανακοίνωση που εξέδωσε είναι πραγματικά «μνημείο» μιας κατ' ευφημισμόν «αριστεράς», που άγεται και φέρεται καταπώς προστάζουν τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Αναφέρει μεταξύ άλλων: «Επείγουσα προτεραιότητα της διεθνούς κοινότητας, της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της ελληνικής διπλωματίας πρέπει να είναι η άμεση κατάπαυση των εχθροπραξιών, η εδραίωση της ειρήνης και της ομαλής μετάβασης της Λιβύης στη δημοκρατική ομαλότητα χωρίς πράξεις αντεκδίκησης και με εξασφάλιση της εδαφικής και κοινωνικής ενότητας της χώρας».
Ζητά, δηλαδή, απ' το λύκο να φυλάει τα πρόβατα. Ισχυρίζεται ότι οι ίδιοι που προκάλεσαν τον πόλεμο στη Λιβύη για να βάλουν στο χέρι τον πλούτο της, οι πρωτεργάτες της ΝΑΤΟικής επέμβασης, μπορούν τώρα να γίνουν οι εγγυητές της ειρήνης, της ομαλότητας και της ενότητας της χώρας! Και συγκαλύπτει ότι η ιμπεριαλιστική ειρήνη είναι η άλλη όψη του ιμπεριαλιστικού πολέμου.
Και συνεχίζει η ΔΗΜ.ΑΡ. αποκαλύπτοντας ότι δεν την πήρε ο ανθρωπιστικός πόνος, αλλά ο πόνος μη και μείνουν έξω απ' τη λαφυραγώγηση τα ντόπια μονοπώλια: «Αυτές είναι οι προτεραιότητες που οφείλει να προωθήσει η ελληνική κυβέρνηση στη συνάντηση της ομάδας επαφής, στο Παρίσι, μαζί με την ετοιμότητά της να συμβάλει στην απαραίτητη ανθρωπιστική και πολιτική βοήθεια και την προώθηση της ελληνικής επιχειρηματικότητας και θετικής παρουσίας της στην περιοχή».
Τα φωτογραφικά ενσταντανέ απ' την προχτεσινή συνάντηση κυβέρνησης, εργατοπατέρων και μεγαλοεργοδοτών, αποτυπώνουν με ευκρίνεια το μαύρο μπλοκ που παρατάσσεται απέναντι στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, προωθώντας με πυγμή την πολιτική που έχει ανάγκη το κεφάλαιο για έξοδο απ' την κρίση, βαθιά αντεργατική και αντιλαϊκή. Αποθεώνοντας την επιζήμια για το λαό και το κίνημα αντίληψη της ταξικής συνεργασίας και της κοινωνικής συναίνεσης, επικαλέστηκαν το «κοινό καλό», όταν αντικειμενικά τέτοιο δεν μπορεί να υπάρξει ανάμεσα στο κεφάλαιο και τους εργάτες, όπως άλλωστε έγινε φανερό κι απ' το περιεχόμενο της συνάντησης.