Σε λαθροχειρία των εργατικών κατακτήσεων προχωρά ο επιχειρηματικός όμιλος εμφιαλώσεως νερού «ΖΑΓΟΡΙ» για να λανσάρει το προφίλ του «ευαίσθητου» επιχειρηματία, να προβάλει δήθεν κοινά οφέλη για τους εργαζόμενους από τη λεγόμενη «υγιή επιχειρηματικότητα». Οπως είναι γνωστό, οι εργαζόμενοι συνολικά στον κλάδο των Ποτών (αναψυκτικά, ζυθοποιία, οινοποιία, νερό) μετά από σκληρό ταξικό αγώνα, απέσπασαν το Μάιο του 2012 την επέκταση της σύμβασης του κλάδου για ακόμη ένα χρόνο, χωρίς καμία μείωση μισθών και επιδομάτων, όπως και το ότι όλοι οι εργαζόμενοι και οι νεοπροσλαμβανόμενοι θα αμείβονται με αυτή τη σύμβαση ανεξάρτητα από ηλικία.
Αυτή λοιπόν την κατάκτηση των εργαζομένων στον κλάδο των Ποτών η εργοδοσία στο «ΖΑΓΟΡΙ» βγήκε να την καπηλευθεί διαχέοντας σε τοπικά ΜΜΕ ηλεκτρονικού (site) και έντυπου Τύπου ότι σε αντίθεση με άλλες επιχειρήσεις που χαμηλώνουν το μισθολογικό κόστος για να επιβιώσουν, εκείνη δεν έχει προβεί σε καμία μείωση των μισθών. Το γεγονός δηλαδή ότι οι εργάτες στον κλάδο των Ποτών άρα και στο «ΖΑΓΟΡΙ» κατάφεραν να μην ενεργοποιήσει η εργοδοσία τους αντεργατικούς νόμους για μείωση μισθών οφείλεται στη «φιλευσπλαχνία» του βιομήχανου και όχι στους αγώνες των εργαζομένων στον κλάδο συνολικά.
Δεν είναι βέβαια ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία φορά που οι ληστές του παραγόμενου από την εργατική τάξη και το λαό πλούτου αναποδογυρίζουν την πραγματικότητα, η οποία δείχνει πως ό,τι κέρδισε η εργατική τάξη και ο λαός για τη βελτίωση των όρων και συνθηκών δουλειάς, των δικαιωμάτων του, της ίδιας του της ζωής, έγινε με στερήσεις και θυσίες, σκληρούς, μακρόχρονους και αιματηρούς αγώνες απέναντι στο κεφάλαιο και το πολιτικό του προσωπικό. Οτι τίποτα και από κανέναν δεν χαρίστηκε στην εργατική τάξη και το λαό.
Πρόκειται για ύπουλη, υπονομευτική προσπάθεια με διττό στόχο: αφενός να ακυρώσουν τους αγώνες των εργαζομένων και τις κατακτήσεις που έως ένα βαθμό μπορούν να αποσπάσουν και αφετέρου να απογειώσουν την «υγιή επιχειρηματικότητα» ζητώντας ουσιαστικά περισσότερη στήριξη από το αστικό κράτος, νέα προνόμια για τη στήριξη της επιχειρηματικής κερδοφορίας. Ντόπιοι και ξένοι καπιταλιστές, που εμπορεύονται το νερό, το ρεύμα, την υγεία, άλλα κοινωνικά αγαθά, όλοι αυτοί που βάζουν στο χέρι, ιδιοποιούνται τον υδάτινο, ενεργειακό και ορυκτό πλούτο της χώρας, που θησαυρίζουν και από την εκμετάλλευση της περιουσίας που θα έπρεπε να ανήκει στο λαό και κάποτε θα γίνει, όταν ο ίδιος το αποφασίσει, επιδιώκουν να παραπλανήσουν τους εργάτες. Να τους πείσουν ότι είναι λογικό και αυτονόητο, οι συνθήκες ζωής και εργασίας τους να εξαρτιώνται από τις αντοχές των επιχειρήσεων και της κερδοφορίας τους. Να αρπάξουν έτσι τη συγκατάθεση της εργατικής τάξης για τη διαρκή προσαρμογή των κατακτήσεων και των δικαιωμάτων της σ' αυτό που το μονοπώλιο θα απαιτεί ή επιτρέπει και όχι στον τεράστιο πλούτο που αυτή παράγει.
Επενδύουν στα παραμύθια για την «υγιή επιχειρηματικότητα» που υποστηρίζει ένθερμα ο ΣΥΡΙΖΑ ως πρότυπο για την καπιταλιστική ανάπτυξη, λέγοντας ουσιαστικά ότι υπάρχουν «καλοί» και «κακοί» καπιταλιστές - εκμεταλλευτές της εργατικής τάξης, για να αποσπάσουν τη συγκατάθεση των εργαζομένων στις απαιτούμενες για την ανάκαμψη της επιχειρηματικής κερδοφορίας θυσίες των εργασιακών και λαϊκών δικαιωμάτων.
Βέβαια, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι η αποδοχή της μείωσης των μισθών θα απέτρεπε την εκ περιτροπής απασχόληση. Πότε η εμπειρία των εργατών έδειξε ότι η συνεργασία με την εργοδοσία, η ανοχή και η υπομονή στις αντεργατικές της αξιώσεις είχε θετικό αποτέλεσμα; Ποτέ. Ισα ίσα. Το αντίθετο επιβεβαιώνεται. Τα παραδείγματα αφθονούν.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των εργατών της εταιρείας γυψοσανίδων «Rigips», στο Αιτωλικό: Το 2009, η εργοδοσία τους ζήτησε να δεχτούν τις διαθεσιμότητες που ζήτησε για να μη γίνουν απολύσεις. Οι εργάτες δέχτηκαν. Τελικά, έγιναν και διαθεσιμότητες και απολύσεις. Το 2011 ζήτησε από τους εργάτες να δεχτούν την περιτροπή εργασίας για να μη γίνουν απολύσεις. Τελικά έγιναν και τα δύο. Το 2012, επίσης, η εργοδοσία προχώρησε και σε εκ περιτροπής εργασία και σε νέες απολύσεις.
Η πραγματικότητα μακράν απέχει απ' το πώς την αντιλαμβάνεται ή καλύτερα τη «σερβίρει» η «Αυγή» και κατ' επέκταση ο ΣΥΡΙΖΑ στο λαό. Με τη θέλησή της ενεργεί η κυβέρνηση. Κανείς δεν την εξαναγκάζει, κανείς δεν τη σέρνει πουθενά. Η πολιτική που εφαρμόζει είναι ακριβώς αυτή που ανταποκρίνεται στις ανάγκες της τάξης που εκπροσωπεί και την εφαρμόζει συνειδητά, γνωρίζοντας τις συνέπειες που έχει για τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού. Αλλωστε, είναι η πολιτική της ΕΕ την οποία συναποφασίζει και συνδιαμορφώνει. Και ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό το αντιλαμβάνεται πλήρως, δεν είναι προϊόν άγνοιας ή αφέλειας ο τρόπος που ερμηνεύει τις εξελίξεις. Αλλά προϊόν σκοπιμότητας. Εξωραΐζοντας το ρόλο μιας κυβέρνησης στο βαθμό που την εμφανίζει σαν κηδεμονευόμενη απ' την τρόικα, εξωραΐζει συνολικά το ρόλο της αστικής διαχείρισης. Ισχυρίζεται εμμέσως ότι μια άλλη κυβέρνηση δε θα σερνόταν, θα ύψωνε ανάστημα, θα χτύπαγε το χέρι στο τραπέζι όπως έχει δηλώσει ο Αλ. Τσίπρας και θα αρνιόταν νέα μέτρα. Ισχυρισμός που δεν πατάει πουθενά παρά μόνο στην επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη. Κι όταν γίνει θα συρθεί κι αυτός εκεί όπου προστάζουν τα συμφέροντα της τάξης που εξουσιάζει. Στην υλοποίηση μιας πολιτικής προ πολλού αποφασισμένης σε επίπεδο ΕΕ, απ' την οποία δεν υπάρχει καμία δυνατότητα παρέκκλισης, όσο τα μονοπώλια έχουν την οικονομία και την εξουσία. Τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αμφισβητεί.
Με εντατικούς ρυθμούς προχωρά η συγκυβέρνηση το σχέδιό της για την ιδιωτικοποίηση των αεροδρομίων της χώρας προσφέροντας ακόμη ένα πεδίο κερδοφορίας στους κατασκευαστικούς ομίλους, τις αεροπορικές εταιρείες και τις εταιρείες διαχείρισης αεροδρομίων, σε βάρος των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού, βάζοντας σε κίνδυνο ταυτόχρονα την εθνική ασφάλεια, παρά τα όσα εκ του αντιθέτου υποστηρίζει. Τις τελευταίες μέρες το αρμόδιο υπουργείο Υποδομών, έχει ανακοινώσει ότι το αμέσως επόμενο διάστημα θα ξεκινήσουν οι πρώτοι «πλειστηριασμοί» για τη μακρά μίσθωση των πιο εμπορικών περιφερειακών αεροδρομίων, ενώ όσα έχουν χαμηλή επιβατική κίνηση περνούν υπό τη διαχείριση νέας ανώνυμης εταιρείας που συστάθηκε με σκοπό μεσοπρόθεσμα να πουληθεί κι αυτή, «πακέτο» με τα αεροδρόμια που έχει στο χαρτοφυλάκιό της.
Παράλληλα, προχωρούν και άλλες αρνητικές ρυθμίσεις όπως η αλλαγή ρόλου της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας και η κατάργηση αρκετών τμημάτων και διευθύνσεών της, αλλά και μέτρα «διευκόλυνσης» των αεροπορικών εταιρειών, όπως η μείωση των τελών -σε περίοδο δυσβάσταχτων φόρων για τα λαϊκά στρώματα- που καταβάλλουν για τη χρήση των εγχώριων αεροδρομίων. Φυσικό και αναμενόμενο οι εκπρόσωποι της «Διεθνούς Ενωσης Αερομεταφορών» να εκφράζουν την ικανοποίησή τους για τα παραπάνω, μιας και ούτε καν φραστικές υποσχέσεις ότι θα διατηρήσουν δρομολόγια στα ελληνικά αεροδρόμια, ή ότι η μείωση των τελών θα «περάσει» έστω και σε ένα μικρό μέρος της, στις τιμές των εσωτερικών εισιτηρίων, δεν παρέχουν για «τα μάτια του κόσμου». Ας μην ξεχνάμε ότι παρά τα όσα διαφορετικά υποστηρίζουν οι σχετικές διαφημίσεις, οι τιμές τους για μια τεράστια μερίδα του πληθυσμού είναι «απλησίαστες». Να πούμε βέβαια ότι όλα τα παραπάνω, υποτίθεται, γίνονται σε επικοινωνία με την πολεμική αεροπορία, η οποία χρησιμοποιεί κάποια από τα αεροδρόμια που θα παραχωρηθούν...
Φυσικά, το «Ελ. Βενιζέλος» δε θα μπορούσε να μείνει έξω από τη «λίστα για τα ψώνια» διεθνών μονοπωλιακών ομίλων, αφού ακόμη και τη χρονιά που πέρασε, με μειωμένη επιβατική κίνηση, εξυπηρέτησε τη διακίνηση πάνω από 12 εκατομμυρίων επιβατών και δεκάδων χιλιάδων τόνων εμπορευμάτων. Το ελληνικό δημόσιο μέχρι πρόσφατα κατείχε το 55% των μετοχών του διεθνούς αερολιμένα, η -ισπανικών πλέον- συμφερόντων «Hochtief» («Χόχτιφ») μέσω δύο διαφορετικών επιχειρηματικών σχημάτων το 40% και το υπόλοιπο 5% κατέχουν διαφορετικά μέλη της οικογένειας Κοπελούζου. Πλέον το ποσοστό που ορίζεται ως καθαρή συμμετοχή του δημοσίου είναι 25%, καθώς το υπόλοιπο 30% πέρασε στο χαρτοφυλάκιο του ταμείου αποκρατικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ) και οδεύει ταχέως, όχι απλά για «μίσθωση μακράς διαρκείας», αλλά προς πώληση.
Ηδη ο υπουργός Οικονομικών φέρεται να έχει συναντηθεί με εκπροσώπους κινέζικων επιχειρηματικών ομίλων διαχείρισης αεροδρομίων, οι οποίοι εκφράζουν το ενδιαφέρον τους για την απόκτηση αυτού του ποσοστού, ενώ και η «Hochtief» μέσω διαρροών από τις 22 Φλεβάρη έχει εκφράσει την επιθυμία της να πουλήσει συμμετοχές της σε αεροδρόμια. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι από την έναρξη της λειτουργίας του το «Ελ. Βενιζέλος» έχει προσφέρει στον κρατικό προϋπολογισμό, μόνο από μερίσματα, πάνω από 750 εκατ. ευρώ, ενώ οι μισοί και πλέον επισκέπτες του προέρχονται από το εξωτερικό. Πολλά ακόμη μπορούν να ειπωθούν για την πολιτική της συγκυβέρνησης στον τομέα των αεροδρομίων και των αερομεταφορών γενικά, όμως επί του παρόντος θέλουμε να πούμε ετούτο: Η προέλευση των επιχειρηματικών σχημάτων στα οποία τελικά θα καταλήξουν τα ελληνικά αεροδρόμια, μόνο απλή υπόθεση «οικονομικού τιμήματος» δεν είναι, καθώς σχετίζεται άμεσα με το κουβάρι των μονοπωλιακών ανταγωνισμών για τα μερίδια στις υπό ιδιωτικοποίηση επιχειρήσεις σε βάρος του λαού. Να γιατί λέμε ότι και οι μεταφορές και τα αεροδρόμια πρέπει να γίνουν λαϊκή ιδιοκτησία.
Κάθε άλλο παρά για «κυκλώματα» πρόκειται. Το αντίθετο. Οι υπαίτιοι είναι οι ίδιοι οι νόμοι της καπιταλιστικής οικονομίας -ανταγωνιστικότητα, κερδοφορία, ανάπτυξη, επενδύσεις- που όλες οι κυβερνήσεις και φυσικά η ΕΕ πίνουν νερό στο όνομά τους. Η πλειοψηφία του λαού όμως, όπως και οι αυτοαπασχολούμενοι φαρμακοποιοί, συνθλίβονται από αυτές τις «ιερές» έννοιες του καπιταλισμού. Το λαϊκό κίνημα πρέπει τουλάχιστον να συμφωνήσει ποιος είναι ο εχθρός του λαού που δεν μπορεί να βρει την υγειά του και να διατυπώσει αιτήματα που θα τον πολεμούν και θα τον συνθλίψουν. Το φάρμακο δεν μπορεί να είναι εμπόρευμα και όσο η παραγωγή, έρευνα, διακίνηση και εισαγωγή του καθορίζεται με βάση τους κανόνες της αγοράς, τόσο θα μεγαλώνουν τα προβλήματα και οι εκβιασμοί σε βάρος της υγείας των εργατικών - λαϊκών οικογενειών.