Τετάρτη 17 Σεπτέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Αριστοφάνης και Μένανδρος
«Βάτραχοι» από το ΚΘΒΕ

«Βάτραχοι» από το ΚΘΒΕ
«Βάτραχοι» από το ΚΘΒΕ
Ο Αριστοφάνης με τις κωμωδίες του κατέστησε το θεατρικό λόγο σε δημόσιο λόγο, όχι στο Δήμο ή στην Αγορά, αλλά σε θεατρικούς αγώνες και θέατρα χιλιάδων θέσεων, μιλώντας με ρηξικέλευθη, αν όχι και πρωτοπόρα, τόλμη για τους πάντες και τα πάντα της εποχής του. Θεωρώντας την ορθότατη, αναφέρουμε την επισήμανση του Κ. Γεωργουσόπουλου στην κριτική του για την παράσταση του ΚΘΒΕ, ότι «οι "Βάτραχοι" είναι η πρώτη θεατρική κριτική». Πράγματι ο μέγας ποιητής της Αττικής Κωμωδίας μέσα από αυτή τη διαβολεμένα ευφάνταστη κωμωδία του, έκανε δημόσια κριτική στην τραγική ποίηση του Αισχύλου και του Ευριπίδη. Οπως ήταν φυσικό, ο συντηρητικός Αριστοφάνης, θεωρώντας ανώτερη την αισχύλεια ποίηση, την έθεσε στο βάθρο της αθανασίας, ενώ την ποίηση του ιδεολογοπολιτικού του αντιπάλου -και μόνιμου σατιρικού στόχου των κωμωδιών του- Ευριπίδη την παρέδωσε στο σαρκασμό του κοινού και στη λήθη. Αν και υποκειμενική, όπως όλων των ανθρώπων, η κριτική του Αριστοφάνη, θα συγχωρείται εσαεί, χάρη στο δραματουργικό του «θαύμα», το οποίο συνδυάζει την ακραία κωμικότητα με το λυρισμό, την πραγματικότητα με μια ευφάνταστη υπερρεαλιστική πλοκή. Ως «θαυματοποιός» ο Αριστοφάνης κατεβάζει στον Αδη το θεό του θεάτρου, Διόνυσο, συνοδευόμενο από το δούλο του Ξανθία, προκειμένου να κρίνει και συγκρίνει αν ο Αισχύλος ή ο Ευριπίδης αξίζει να επιστρέψει μαζί του στον απάνω κόσμο ως μέγας «μύστης» της ποίησης, παράδειγμα προς μίμηση από τους ζώντες ποιητές. Ο κωμωδιογράφος, με συμπαραστάτη το Χορό των μυστών της ποίησης και κριτή τον Διόνυσο, βάζει στη «ζυγαριά» στιχουργικά δείγματα των δύο τραγικών και βγάζει νικητή τον Αισχύλο.

«Επιτρέποντες» από το ΘΟΚ
«Επιτρέποντες» από το ΘΟΚ
Η σκηνοθεσία του Σωτήρη Χατζάκη, ενώ φαινόταν να επεδίωκε την ισορροπία των δραματουργικών συστατικών του έργου, επιδίωξη που υποδήλωνε η «μετρημένη» σήμερα μετάφραση του Κώστα Ταχτσή και στήριζε το ευφάνταστο και όμορφο σκηνικό της Ερσης Δρίνη, στο οποίο κυριαρχούσε ένα βαθύρριζο «δέντρο», σύμβολο της ζωής και ποίησης, άφησε την εκκωφαντικά «συγχρονιστική», κλαμπίστικη, εξαιτίας και της μουσικής (Ελίζαμπεθ Σουέντος) χορογραφία του Κωνσταντίνου Ρήγου στο Χορό των Βατράχων να υπερβεί κάθε μέτρο, με αποτέλεσμα να μην κατανοεί ο θεατής το νόημα της μεταμόρφωσης του κωμωδιογραφικού Χορού των Βατράχων σε λυρικό Χορό Μυστών. Το γενικά καλό υποκριτικό επίπεδο στήριξαν ιδιαίτερα οι ερμηνείες ταλαντούχων, με αίσθηση του ισόρροπου μέτρου, ηθοποιών, όπως οι παλαιότεροι Χρήστος Στέργιογλου και Αλέξανδρος Μυλωνάς και οι νεότεροι Βασίλης Χαραλαμπόπουλος και Σίμος Κακάλας. Ο Κώστας Σαντάς αυτοαδικήθηκε, καταφεύγοντας στα μανιερισμένα, πασίγνωστα (στη θεατρική μας «Ιερουσαλήμ») παρεΐστικα βλαχοκωμικά τερτίπια του.

«Επιτρέποντες» από το Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου

Ο Μένανδρος, παραλαμβάνοντας, στους μεταλεξανδρινούς χρόνους, τη σκυτάλη της κωμωδίας, αντί της Αγοράς και του Δήμου, την τοποθέτησε σε οίκους του άστεως, δε σατιρίζει παλιούς μύθους, θεούς, θεσμούς, πολιτικές εξουσίες, αλλά κωμωδιογραφεί ηθογραφικά τη ζωή στο άστυ. Τον ευδαιμονισμό, τα υποκριτικά ήθη, τους ελευθεριάζοντες έρωτες των αφεντάδων αστών, που σκορπούν νόθα τέκνα και υπηρετούνται από μπούφους δούλους, αγορασμένες εταίρες και λογής λογής άλλους απελεύθερους «υπηρέτες». Ο Μένανδρος, «προπάτορας» της νεότερης και σύγχρονης αστικής κωμωδίας, με την κωμωδία του «Επιτρέποντες», πλέκει ένα σχεδόν φαρσικό μύθο, με επίκεντρο την «ανακάλυψη» ενός νόθου βρέφους, για τη γέννηση του οποίου ενέχονται και ελέγχονται οι πάντες, έως αποδείξεως των πραγματικών γονιών του. Δυο γείτονες αφέντες, η εταίρα και ο γιος του ενός, η κόρη του άλλου, δούλοι, υπηρέτριες, πραματευτάδες και λοιποί «προλετάριοι». Γύρω από τον άξονα του νόθου και έκθετου βρέφους μπερδεύονται σε ένα ευφρόσυνα φαρσικό «γαϊτανάκι», ατομικά και κοινωνικά ήθη, έως ότου η πανέξυπνη εταίρα- με αντάλλαγμα να της δοθεί η ελευθερία της- να αποκαλύψει ότι το βρέφος δεν είναι δικό της, αλλά καρπός του κρυφού έρωτα της νεαρής κόρης του ενός αφέντη με το νεαρό γιο του γείτονά του. Το τέλος, βέβαια, είναι αίσιο και όλοι οι «ήρωες» του Μενάνδρου, όπως στα παραμύθια, ζουν καλά, και οι θεατές ευδαιμονούν καλύτερα...

Ο Εύης Γαβριηλίδης έχοντας πιάσει αυτό το «μυστικό» των μενανδρικών κωμωδιών, σκέφτηκε ότι η μενανδρική ηθογραφία αποζητά μια μετάφραση, η οποία γλωσσικά και χιουμοριστικά να «γεφυρώνει» τις αναλογίες της- τη θεματολογία, το ήθος και ύφος της- με εκείνες της νεότερης και σύγχρονης αστικής κωμωδίας. Η σκέψη του ευτύχησε δύο φορές. Και με τη μετάφραση της «Σαμίας» και των «Επιτρεπόντων» από τον ποιητή, κριτικό και μεταφραστή Γιάννη Βαρβέρη. Ο Βαρβέρης, πλάθοντας -σκόπιμα, με πνευματώδες και ευρηματικό γλωσσικά χιούμορ- μια ολοφάνερα παίζουσα «καθαρεύουσα» των Αθηναίων αστών του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, υπηρέτησε τα μέγιστα και τις δύο μενανδρικές κωμωδίες, σεβόμενος το ήθος τους και αναδεικνύοντας τις συγγένειές τους με νεοελληνικά ανάλογά τους, ακόμα και με τη σύγχρονη κωμωδία.

Σκηνοθετικά ο Εύης Γαβριηλίδης με την αξέχαστη, εξαιρετικά ευφρόσυνη παράσταση της «Σαμίας» και ευεργετήθηκε, αλλά και ευεργέτησε τη μετάφραση του Βαρβέρη. Το ίδιο είχε συμβεί με την πρώτη του παράσταση, με τους «Επιτρέποντες», την οποία είδε η υπογράφουσα πριν από χρόνια (μάλλον το 1995), στο «Θέατρο Πέτρας» - παράσταση που διέκοψε στη μέση μια σεπτεμβριανή μπόρα. Με γνώμονα εκείνη την έξοχη σκηνοθετικά και ερμηνευτικά αν και «μισή» παράσταση, η υπογράφουσα θεωρεί ότι η φετινή παράσταση του έργου από τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου, στην Επίδαυρο, βάδισε πάνω στα «χνάρια» της παλιάς, ευφρόσυνης, γλωσσικά γάργαρης, χιουμοριστικά άμεσης και φυσικής, παράστασης, αλλά παραφορτώθηκε με ευρήματα, έτεινε έντονα στο μιούζικαλ, ο λόγος δεν έφθανε ευκρινώς στο θεατή, αλλά και ερμηνευτικά υπολειπόταν της παλιάς, παρ' ότι είχε άξιους ηθοποιούς -μεταξύ των οποίων οι Δημήτρης Πιατάς, Νίκος Χαραλάμπους, Βαρνάβας Κυριαζής. «Πρωταγωνιστικό» ρόλο στην παράσταση είχαν τα κοστούμια κυρίως, αλλά και το σκηνικό του Γιάννη Μετζικώφ. Ερμηνευτικά ξεχώρισαν η Στέλλα Φυρογένη, με την ολόπλευρη υποκριτική αρτιότητά της, ο Σταύρος Λούρος, με το παιγνιώδες χιούμορ του και η Νιόβη Χαραλάμπους, με τη νεανική χάρη και σκηνική φρεσκάδα της.


ΘΥΜΕΛΗ

Αυλαία για δύο έργα

Εντατικές δοκιμές στο θέατρο του «Νέου Κόσμου» όπου σε λίγες μέρες ανεβάζονται δύο έργα: «Νικαράγουα: περιστατικό 315» του Χουλιάν Εχέα Μαρτίνεθ, το οποίο στηρίζεται σε μαρτυρία ενός Σαντινίστα που έζησε μια απάνθρωπη εμπειρία στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη Νικαράγουα, εξαιτίας της οποίας έχασε την ταυτότητά του και ουσιαστικά μεταμορφώθηκε σ' ένα τρομαγμένο και επικίνδυνο ζώο. Ο ήρωας της ιστορίας αυτής, που χαρακτηρίστηκε «ψυχασθενής λόγω πολέμου», βρέθηκε σ' ένα πρόγραμμα αποκατάστασης τραυματιών πολέμου, που οργάνωσε το Εθνικό Πρόγραμμα Προστασίας Αγωνιστών. Τη μαρτυρία αυτή, που δημοσιεύτηκε στην «El Pais», τη διασκεύασε σε θεατρικό έργο ο Χουλιάν Εχέα Μαρτίνεθ, που δούλεψε ως παιδαγωγός σ' αυτό το κέντρο αποκατάστασης τραυματιών πολέμου και έγινε παράσταση στη Βαρκελώνη το 1987. Το έργο θα παιχτεί από τις 24/9-19/10. Σκηνοθεσία: Μάνια Παπαδημητρίου, με το Μανώλη Μαυροματάκη.

Ακολουθούν «Οι εμιγκρέδες» του Μρόζεκ (στα αλβανικά και ελληνικά) αποκλειστικά από Αλβανούς καλλιτέχνες που ζουν στην Ελλάδα ως οικονομικοί μετανάστες, απασχολούμενοι ως επί το πλείστον, από ανάγκη, σε άλλες εργασίες. Οι ηθοποιοί και ο σκηνοθέτης σπούδασαν στην Ακαδημία Θεάτρου στα Τίρανα, και σε άλλα ανάλογα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Αλβανίας ο σκηνογράφος και η μουσικός. Οι «Εμιγκρέδες» είναι ένα θεατρικό δοκίμιο περί ατομικής και κοινωνικής ελευθερίας, με θέματα τον εκπατρισμό, τον αγώνα για επιβίωση και το νόστο. Το έργο θα παιχτεί στον «Κάτω Χώρο» του θεάτρου από τις 2/10/2003-11/1/2004, κάθε Πέμπτη και Παρασκευή στα ελληνικά και Σάββατο και Κυριακή στα αλβανικά. Σκηνοθεσία: Λαέρτης Βασιλείου. Παίζουν: Καραφίλ Σένα, Νικόλαος Λάμπρου.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ