Τετάρτη 20 Απρίλη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Ελληνικό ρεπερτόριο
«Καπνοκράτωρ» στο «Εμπρός»

«Δρόμοι και πατρίδες»
«Δρόμοι και πατρίδες»
Ολοι οι μεγάλοι δημιουργοί της παγκόσμιας λογοτεχνίας (όλων των ειδών της και της δραματουργίας) υπήρξαν αυτοδημιούργητοι. Αναμφίβολα, θαυμάζοντας παλιούς δημιουργούς ή και καταξιωμένους συγχρόνους τους, επηρεάστηκαν από αυτούς, αν δεν τους μιμούνταν στο συγγραφικό τους ξεκίνημα, ξέροντας ότι η γραφή είναι μεγάλη, δύσκολη, απολύτως προσωπική, διά βίου βασανιστική περιπέτεια, ότι για την ευόδωσή της απαιτείται μακρόχρονος μόχθος, ακαταπόνητη αυτοκαλλιέργεια και αυτοδιδαχή. Η «φασφουντάδικη» εποχή μας, όμως, «γέννησε» και το φαινόμενο των σεμιναρίων «δημιουργικής γραφής», το οποίο εισήχθη και στην Ελλάδα. Αποτέλεσμα ενός παλιότερου σεμιναρίου «θεατρικής γραφής» του Ανδρέα Στάικου με μια ομάδα είναι το έργο του «Καπνοκράτωρ», το οποίο «μετεξελίχθηκε» στις πρόβες για το ανέβασμά του στο θέατρο «Εμπρός», σε σκηνοθεσία του ίδιου, σκηνικό - κοστούμια Ιουλίας Σταυρίδου, φωτισμούς Σάκη Μπιρμπίλη, με αξιόλογες ερμηνείες των Φωτεινής Τιμοθέου, Μαρίνας Πολυμέρη, Λεμονιάς Γιανναρίδου, Χρύσας Ζαφειριάδου. Ο Στάικος και στο παρελθόν «διέπλασε» την τελική μορφή πέντε έργων του με τη διαδικασία των δοκιμών και το τελικό δραματουργικό και σκηνικό αποτέλεσμά τους είχε ενδιαφέρον («Κλυταιμνήστρα;», «Καρακορούμ», «Το μικρό δαχτυλάκι της Ολυμπιάδος», «Φτερά στρουθοκαμήλου», «Το μήλον της Μήλου»). Ο «Καπνοκράτωρ», όμως, παρασάγγας απέχει από αυτά τα έργα. Παράγωγο σεμιναρίων «συγγραφής», θεματολογικά αμήχανο, αφελές, ανούσιο, υπερβολικό, επιτηδευμένο, δήθεν κωμικο-σατιρικό για το πάθος του καπνίσματος, ούτε ως πρωτόλειο αντέχει κριτικής.

«Δρόμοι και πατρίδες» στο «Αργώ»

«Μωβ κωμωδία»
«Μωβ κωμωδία»
Ο δημιουργός του θιάσου «Τέττιγες», Λεωνίδας Βαρδαρός, συνεχίζοντας την έρευνά του για τη σκηνική εμβέλεια κειμένων που αφορούν στις παραδόσεις και την κοινωνική ιστορία του λαού μας, δραματοποίησε και σκηνοθέτησε μια σειρά κειμένων -μαρτυριών (αυτοβιογραφικά, επιστολικά, συγγραφικά) για την ελληνική μεταναστευτική εμπειρία σε διάφορες χώρες, τους δύο προηγούμενους αιώνες, ιδίως στις αρχές του 20ού και κυρίως στην Αμερική. Μαρτυρίες ανδρών και γυναικών από διάφορες, μαστιζόμενες από τη φτώχεια, περιοχές και νησιά της Ελλάδας, που «διηγούνται» την πίκρα της μάνας για τον ξενιτεμό του γιου, το ψυχικό άλγος του μετανάστη, την περιπέτεια του ταξιδιού, τις δυσκολίες εγκατάστασης, εξεύρεσης εργασίας και άδειας παραμονής, τις σκληρές εργασιακές συνθήκες, τη νοσταλγία για την πατρίδα, το γυρισμό, αλλά και τον παντοτινό ξεριζωμό. Κάποια κείμενα έχουν ιδιαίτερο γλωσσικό και λαογραφικό ενδιαφέρον, δραματικότητα η μαρτυρία «Γεωργία Λοΐζου», ενώ «θεατρικότερα», ως προς τα θέματα, τα πρόσωπα-χαρακτήρες και τα βιώματά τους, είναι τα αποσπάσματα «Μικρός Ωνάσης» και «Ο Αντώνης, ο ψηλός, ο μπουζουξής» από το βιβλίο-μαρτυρία του Μήτσου Κασόλα «Η άλλη Αμερική». Η σκηνοθετική σύνθεση των κειμένων με ζωντανά εκτελεσμένη (από δυο μουσικούς) δημοτική και λαϊκή μας μουσική (μουσική επιμέλεια Αννα Πασχαλίδου), με βιντεοσκοπημένο αρχειακό μεταναστευτικό υλικό (Τάσος Ψαρράς, Γιάννης Κατωμερής, Αγγελος Κοβότσος), με αρμόζοντα λαϊκά κοστούμια και λιτότατο σκηνικό (Εύα Μελά - Βάσω Σοφρά), με κυρίαρχο ένα μεγάλων διαστάσεων ζωγραφικό πίνακα της Εύας Μελά, που εικονίζει ένα καράβι του ξενιτεμού, συγκινούν βαθιά το θεατή, χάρη και στις ομόψυχα ευαίσθητες ερμηνείες των ηθοποιών: Μαρίνα Γαζετά, Χρήστος Παγκαλιάς, Παντελής Μπατάγιας, Λεωνίδας Βαρδαρός, Ζαφειρία Γκίκα, Γιώργος Μιχώτας, Γιάννης Γιαννίρης.

«Μαργεντίνη» στο «Στοά»

Χαρά της ακοής, της όρασης και της ψυχής ήταν η παράσταση του Θανάση Παπαγεωργίου στο θέατρο «Στοά», με το έργο της Μαρίας Κυριάκη «Μαργεντίνη». Επρόκειτο για εξαιρετική θεατρική διασκευή ενός γοητευτικά φαντασιακού παραδοσιακού παραμυθιού με ξωτικά και ανθρώπινα πλάσματα, που αντιπροσωπεύουν το καλό και το κακό, με διάφορες μορφές και διαβαθμίσεις. Μια διδακτική αλληγορία για την «τύχη» του ανθρώπου, που όσο κι αν «πλέκεται» από τα υπερβατικά πλάσματα της αρχαιοελληνικής μυθολογίας Aτροπο, Κλωθώ, Λάχεσι, κρίνεται τελικά από τις αξίες και τις πράξεις του ίδιου ανθρώπου. Και στο συγκεκριμένο παραμύθι μια αλληγορία για τη δύναμη της αληθινής αγάπης. Τις αξίες και τις πράξεις του ανθρώπου που αφορούν στην αγνή, πιστή, αφιλόκερδη αγάπη, που τολμώντας, επιμένοντας, υπομένοντας και αντέχοντας και τις σκληρότερες δοκιμασίες λύνει τα «μάγια», νικά κάθε ανθρώπινο και υπερφυσικό κακό και τελικά δικαιώνεται και ευτυχεί. Συντελεστές αυτής της υψηλού αισθητικού επιπέδου και καθ' όλα ευφρόσυνης σκηνικής δημιουργίας, υπό τη σκηνοθετική «μπαγκέτα» του Θ. Παπαγεωργίου, ήταν: Η παραδοσιακή μουσική που επέλεξε ο Γιώργος Τζώρτζης και ζωντανά ερμήνευε ο ίδιος, μαζί με τρεις άλλους μουσικούς (Αντώνης Κουτουλιέρης, Μάρκος Δαμιανός, Γιώργος Κοντογιάννης). Το ευέλικτα μεταμορφώσιμο σκηνικό και τα όμορφα κοστούμια της Λέας Κούση. Η εκφραστική κινησιολογία της Μαρίας Αλβανού. Και πρωτίστως το ομόψυχο υποκριτικό μεράκι των καλών ηθοποιών του θιάσου: Λήδα Πρωτοψάλτη, Θανάσης Παπαγεωργίου, Ηλίας Κατέβας, Αλέκος Κούρος, Ευδοκία Σουβατζή, Νίκη Χαντζίδου, Μαρία Αλβανού, Ζαχαρούλα Οικονόμου, Εύα Καμινάρη, Παρία Παπαστεφανάκη, Αντρέα Τζινέρη, Μαρία Κούρου.

«Μωβ κωμωδία» στο «Θέατρο Τέχνης»

Πολύ σημαντικό «κέρδος» της σύγχρονης ελληνικής δραματουργίας, και μεγάλος, αλματώδης θα λέγαμε, «σταθμός» της συγγραφικής πορείας του είναι το έργο του Γιώργου Χασάπογλου «Μωβ κωμωδία». Μεγάλος «σταθμός» από κάθε άποψη: θέματος, περιεχομένου και μορφής. Πρόκειται, κατά τη γνώμη της στήλης, για έργο που θα μείνει, πρέπει να μείνει, αξίζει να δει ξανά και ξανά το φως της σκηνής. Αν ζούσε ο Κουν και το σκηνοθετούσε ο ίδιος, θα δικαιωνόταν αμέσως και θα είχε την ανταπόκριση που του αξίζει. Πάντως, ο Κουν δεν μπορεί παρά να «χειροκροτεί» το γεγονός ότι το συγκεκριμένο έργο ανεβάστηκε στο θέατρό του, σε πολύ καλή σκηνοθεσία του μαθητή του Διαγόρα Χρονόπουλου, με λιτό σκηνικό του Μανόλη Παντελιδάκη, αρμόζοντα κοστούμια της Χριστίνας Παπούλια, φωτισμούς Κωστή Καπελώνη, και μουσική του Νίκου Κυπουργού, μουσική που υπογραμμίζει τον πικρό, αγωνιώδη κοινωνικό συμβολισμό του έργου, αλλά και την ανθρωπιστική γλυκύτητα και το τελικά αισιόδοξο μήνυμά του. Μήνυμα, που «μετέδωσαν» οι ερμηνείες των ηθοποιών. Η Πηνελόπη Πιτσούλη λειτούργησε ερμηνευτικά, με το δραματικών αποχρώσεων χιούμορ, το δυνατό μητρικό φίλτρο και τη συζυγική αφοσίωση της Ασπας. Ο Γιάννης Μόρτζος σάρκασε τη φοβική ψυχολογία του πατέρα απέναντι στο κακό, αλλά και ανέδειξε συγκινητικά τη συνειδησιακή εξέγερσή του. Γόνιμοι υποκριτικά ήταν οι νέοι ηθοποιοί Ηλίας Γιαννάκης, Δανάη Ρούσσου, Σωτηρία Ρουβόλη, Κώστας Βελέτζας, Φώτης Μακρής, Νίκος Νίκας.

Ο Γιώργος Χασάπογλου έγραψε ένα έργο ολότελα διαφορετικό, απ' όλα τα προηγούμενα έργα του, τα οποία αποτελούν νατουραλιστικές ηθογραφίες του νεοελληνικού οικογενειακού χώρου. Η «Μωβ κωμωδία» ακόμα και με τον τίτλο της αλληγορεί. Το μοβ είναι χρώμα πένθιμο - προάγγελος του κακού. Η λέξη κωμωδία υποκρύπτει το αντίθετό της, την τραγωδία. Κι εδώ την παγκοσμιοποιούμενη τραγωδία της σύγχρονης κοινωνίας. Εναν γενικευόμενο κίνδυνο, έναν έρποντα εκφασισμό της κοινωνίας και της καθημερινής ζωής, έναν επιδημικό «ιό» του παραλογισμού, απανθρωπισμού, ανθρωποφαγισμού, τον οποίο διασπείρει η ανώτατη εξουσία των ισχυρών του κόσμου, μολύνοντας όλη την κοινωνία, μεταλλάσσοντας ακόμα και το πρωτοκύτταρο της κοινωνίας, την οικογένεια. Μολύνοντας τη σχέση γονιών - παιδιών. Καταστρέφοντας τη φυσική ανάγκη του ανθρώπου για φιλία, επικοινωνία, αλληλεγγύη, έρωτα, αγάπη, ακόμα και για να γεννήσει και να αναθρέψει παιδιά. Την αγωνία του για τον κίνδυνο διαμόρφωσης μιας τέτοιας, τρομοκρατημένης, άκριτης, άβουλης, ομογενοποιημένης κοινωνίας, μιας ανθρωπομάζας, χωρίς διάνοια, αισθήματα, βούληση, μιας ανθρωπομάζας εντελλούμενου «οργάνου» των συμφερόντων της αόρατης, απρόσωπης, παγκοσμιοποιούμενης υπερεξουσίας, εκφράζει ο Χασάπογλου με το έργο του. Ρεαλιστής, κατά βάθος αισιόδοξος και πιστεύοντας στη δύναμη και στην αδήριτη ανάγκη του ανθρώπου να αντισταθεί στο κακό και να παραμείνει άνθρωπος, ο Χασάπογλου, δεν περιορίζεται στην αλληγορική καταγγελία του κακού, αλλά και το χλευάζει με το σαρκασμό του και τον ανθρωπισμό του που κορυφώνεται λυρικότατα στο τέλος του έργου.


ΘΥΜΕΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ