Υπάρχει πληθώρα στοιχείων που αποδεικνύουν ότι η πρωτοβουλία «Λίντμπλαντ» δε θα σταματήσει εδώ. Αλλωστε, οι κάθε είδους Λίντμπλαντ δεν πτοήθηκαν, ούτε όταν πριν από μερικά χρόνια ένα παρόμοιο ψήφισμα είχε επίσης απορριφθεί. Η προσπάθεια απαγόρευσης της Κομμουνιστικής Ενωσης Νεολαίας στην Τσεχία, οι απαγορεύσεις στις Βαλτικές Χώρες, καθώς και οι ποικίλες διώξεις κομμουνιστών και συνδικαλιστών σε όλα σχεδόν τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης συνεχίζουν να αποτελούν «πηγή έμπνευσης» για το μεγάλο κεφάλαιο και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Στον αδυσώπητο ανταγωνισμό του με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα θέλει να εξασφαλίσει ότι θα έχει τα «χέρια του λυμένα» σε ό,τι αφορά στην αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος και στην κατάργηση των εργασιακών δικαιωμάτων. Για να εξασφαλίσει αυτήν τη «δημοκρατική» του ελευθερία, πρέπει να αποσοβήσει τον κίνδυνο μιας γενικευμένης λαϊκής αντεπίθεσης. Και ο αποτελεσματικότερος τρόπος είναι η παρεμπόδιση της δράσης των συνεπών ταξικών δυνάμεων, άρα πρώτα και κύρια των ασυμβίβαστων με τον ταξικό εχθρό κομμουνιστών.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η παγκόσμια αστική τάξη, άσχετα από τις μεγαλοστομίες και δημαγωγίες των εκφραστών της, έχει επίγνωση των εκρηκτικών καταστάσεων, που «υποθάλπουν» οι εγγενείς αντιθέσεις του καπιταλιστικού συστήματος και παίρνει τα μέτρα της, μήπως και καταφέρει να αποτρέψει τις επικείμενες εφόδους της εργατικής τάξης, στα χνάρια του Μεγάλου Οχτώβρη. Ενα από αυτά τα μέτρα αποτελεί και η ιδεολογική τρομοκρατία, που μέσα από ψεύδη και διαστρεβλώσεις προσπαθεί να μετατρέψει τη δικτατορία του προλεταριάτου, από πηγή έμπνευσης και πόλο συσπείρωσης των λαϊκών δυνάμεων, σε μπαμπούλα και αποκρουστικό «μοντέλο σοσιαλισμού» (Ολοι οι άλλοι «σοσιαλισμοί» είναι δεκτοί για το σύστημα. Η Ιστορία άλλωστε το αποδεικνύει συνεχώς, από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά).
Καρδιά αυτής της επιχείρησης αποτελεί η προσπάθεια καταδίκης του «σταλινισμού» στη συνείδηση των μαζών. `Η, όπως πολύ σωστά εκτίμησε και πρόσφατα η ΚΕ του ΚΚΕ, «η χυδαία αντικομμουνιστική προπαγάνδα για την αποκαλούμενη "σταλινική περίοδο", περίοδο που μπήκαν οι βάσεις για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, σε συνθήκες περικύκλωσης, εσωτερικής υπονόμευσης και δολιοφθοράς, στοχεύει στη συρρίκνωση και ματαίωση της πάλης για την εγκαθίδρυση της εργατικής εξουσίας. Νομιμοποιεί την αντεπανάσταση και στηλιτεύει με συκοφαντίες την επανάσταση. Εκείνο που επιδιώκει ο ιμπεριαλισμός είναι να ρίξουν οι λαοί στο "πυρ το εξώτερον" την επαναστατική βία, για να μπορεί απερίσπαστος να ασκεί τη βία του κεφαλαίου» («Ριζοσπάστης», 7/2/06).
Αφού αυτή η προσπάθεια δεκαετιών ξαναγίνεται σήμερα βασική επιλογή πολλών στηριγμάτων της καπιταλιστικής εξουσίας, οι διάφοροι «παρατρεχάμενοι» έπρεπε να δηλώσουν κι αυτοί «παρών», όχι μόνο κατά την ψήφιση του μνημονίου που προαναφέραμε, αλλά κυρίως μετά, μήπως και, προετοιμάζοντας το έδαφος, δημιουργήσουν ευνοϊκότερες συνθήκες για μια νέα καταδίκη των κομμουνιστών.
Από αυτή την προσπάθεια δεν μπορούσε να λείψει βεβαίως ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη (ΔΟΛ) και η «ναυαρχίδα» του, το «Βήμα». Π.χ., πρόσφατο κυριακάτικο φύλλο αυτής της εφημερίδας (5/2/06) φιλοξενεί δύο ολοσέλιδα άρθρα «ειδικών», που ξεκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες και τονίζοντας διαφορετικές (παραποιημένες) πτυχές της «σταλινικής» ιστορίας, καταλήγουν σε παραλλαγές του ίδιου και απαράλλακτου μύθου, του αντικομμουνισμού με «αντισταλινικό» μανδύα (Η σειρά των «εξομολογήσεων» του Γλίξμπουργκ είχε ήδη αρχίσει).
Το πρώτο άρθρο φέρει τον τίτλο «Οι νοσταλγοί μιας "φαντασίας"» και το υπογράφει ο Στάθης Καλύβας (εφεξής Σ.Κ.), με την ιδιότητα του «καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης, στο Πανεπιστήμιο του Yale». Στους Ελληνες ερευνητές της Ιστορίας είναι περισσότερο γνωστός με την ιδιότητα του συνιδρυτή του «Δικτύου Μελέτης Εμφυλίων Πολέμων» και ως αγωνιώδης συλλογέας μονόπλευρων προσωπικών μαρτυριών (τις οποίες και διαφημίζει ως «...πρώτη - και μέχρι σήμερα μοναδική - συστηματική και μεγάλης κλίμακας εμπειρική διερεύνηση»1), που ενισχύουν την πεποίθησή του ότι οι ταγματασφαλίτες (γνωστοί στον κόσμο και ως γερμανοτσολιάδες) ήταν απλοί άνθρωποι, ακόμα και πατριώτες, που «αναγκάστηκαν» να συνεργαστούν με τον κατακτητή, επειδή το ΚΚΕ και το ΕΑΜ είχαν εξαπολύσει την «κόκκινη τρομοκρατία» στην ύπαιθρο (αυτό που λέει ο λαός μας «βάζει το κάρο μπροστά από τα βόδια» στον υπερθετικό βαθμό!) και επειδή, γενικότερα, για τους θανάτους αμάχων που «ερεύνησε» ο ίδιος, «το ΕΑΜ ήταν υπεύθυνο περίπου για το 55% αυτών των θανάτων, ενώ οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους ευθύνονται για το 45%»2!! Είναι αυτός που ισχυρίζεται ότι «είναι γενικά παραδεκτό πως στο επίπεδο του δημοσίου λόγου, οι κυρίαρχες ερμηνείες για την περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου προέρχονται από τους απροκάλυπτα στρατευμένους μύθους που κατασκευάστηκαν στα πλαίσια της εμφύλιας σύρραξης. Ο μεταπολεμικός μύθος επεβλήθη από τους νικητές του εμφυλίου πολέμου ενώ μεταπολιτευτικά τη σκυτάλη την πήραν οι επίγονοι των ηττημένων»3 (η υπογράμμιση δική μας).
Στο «επιστημονικό έργο» του Σ.Κ. έχει αναφερθεί επανειλημμένα ο «Ριζοσπάστης»4. Εδώ απλώς αναφέρουμε ορισμένα χαρακτηριστικά του, επειδή σχετίζονται άμεσα με τα ζητήματα που θίγει ο Σ.Κ. στο «Βήμα» και οδηγούν μεταξύ άλλων και στο συμπέρασμα ότι, παρά τον τεκμηριωμένο αντίλογο που εξέφρασαν επανειλημμένα ακόμα και επιστήμονες που απέχουν πολύ από την κομμουνιστική ιδεολογία, ο συγκεκριμένος καθηγητής είναι «ανεπίδεκτος μαθήσεως».
Πριν αναφερθούμε στο περιεχόμενό του, αξίζει να επισημάνουμε ότι το άρθρο του Σ.Κ. φιλοξενήθηκε σε σελίδες, που επιμελείται ο γνωστός και μη εξαιρετέος αντικομμουνιστής, ΔΟΛιος (ή ΔΟΛιανός κατά μια παλαιότερη περιπέτειά του) Ι. Κ. Πρετεντέρης. Η αντικομμουνιστική παράκρουση του τελευταίου έχει φτάσει σε τέτοια ύψη, που ενώ μέχρι πρότινος έσερνε τα μύρια όσα στο «αντιδημοκρατικό» ΚΚΕ, επειδή δε συναινεί σε ζητήματα όπου όλα τα άλλα κόμματα συμφωνούν, τώρα ανακάλυψε ότι και τα άλλα κόμματα είναι αντιδημοκρατικά, επειδή «συμφώνησαν» με το ΚΚΕ στην καταδίκη του μνημονίου!5
Αλλά ας επανέλθουμε στον πιο «καθωσπρέπει» κ. καθηγητή. Γνωρίζοντας ότι ο ίδιος προτάσσει τις αμερικανικές πανεπιστημιακές του περγαμηνές, για να δώσει μεγαλύτερη ισχύ στα όσα υπερασπίζεται6, είμαστε σχεδόν απόλυτα πεπεισμένοι ότι ο ίδιος είναι γνώστης και εκείνης της αμερικανικής ετήσιας έκθεσης για τη διεθνή κατάσταση, όπου εκφραζόταν σχεδόν με παράπονο η διαπίστωση ότι στην Ελλάδα υπάρχει ακόμα Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο παρά τα σχετικά μικρά εκλογικά του ποσοστά ασκεί μεγάλη επιρροή στον κόσμο και αποτελεί την κύρια αιτία του έντονου «αντιαμερικανισμού», που επικρατεί στην Ελλάδα.
Από αυτό μάλλον ορμώμενος ο Σ.Κ. υψώνει το λάβαρο του «κομμουνιστικού κινδύνου», μήπως και συμπαραταχτεί και κανένας άλλος, πλην των «δηλωμένων», οι οποίοι έσπευσαν, ήδη προτού πάρει θέση η Κοινοβουλευτική Συνέλευση, να στηρίξουν την αναγκαιότητα ενός τέτοιου «μνημονίου» (Εντελώς «συμπτωματικά», είναι, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, οι ίδιοι «δηλωμένοι», που, πάντα πρώτοι, έστερξαν να υποστηρίξουν τις «αμερικανιές» για τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία και στο Ιράκ, για το «σχέδιο Ανάν», τα «ανθρώπινα δικαιώματα» στην Κούβα, κλπ.). Για την εκπλήρωση των ενδόμυχων πόθων του, ο Σ.Κ., όπως και στα «επιστημονικά» συγγράμματά του, δε φείδεται λαθροχειριών:
Γιατί όμως ο Σ.Κ. σπαταλάει τόση μελάνη (ίσως και φαιά ουσία) για ένα «ανύπαρκτο παρελθόν»; Μήπως για να μας πείσει ότι πρέπει να είμαστε ευγνώμονες, που η Ελλάδα «ευτύχησε» να δεχτεί την ωμή και πολύπλευρη (στρατιωτική, πολιτική, οικονομική, κλπ.) επέμβαση των Αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών;
`Η, μήπως, τελικά περισσότερο τον καίει που οι λαοί (κι ανάμεσά τους από τους πρώτους ο ελληνικός λαός) δε «μασάνε» την κυβερνητική προπαγάνδα των ΗΠΑ και της ΕΕ, οι οποίες την ιμπεριαλιστική επέμβαση στη Γιουγκοσλαβία, στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ και όπου αλλού, τη βαφτίζουν «ανθρωπιστική βοήθεια», που αποβλέπει στην «ευτυχία» των λαών;
Πάντως, είναι σίγουρο ότι η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού δε «νοσταλγεί» την «καταδίκη του κομμουνιστοσυμμοριτισμού και των εγκλημάτων αυτού», που είχε αναλάβει να διεκπεραιώσει (στο όνομα του λαού!) το «δημοκρατικό» ελληνικό αστικό κράτος, από το 1946 έως το 1974 ανελλιπώς, με τις εκτελέσεις και τις δολοφονίες, τις εξορίες, τα «πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων», το ξήλωμα συνδικαλιστικών ηγεσιών, τις αποβολές από τα σχολεία, κλπ. (Ο ασφαλίτης, που πρόσφατα άρχισε να χτυπά ξανά την πόρτα μας, «δι' υπόθεσίν μας», δεν είναι προϊόν της «νοσταλγίας» του λαού αλλά συνειδητή τρομοκρατική επιλογή του αστικού κράτους!).
Οσο για τους λαούς που ...«υπέστησαν» το σοσιαλισμό, ο Σ.Κ. μπορεί ως λάτρης του καπιταλιστικού συστήματος να θέλει να πιστέψουμε ότι (αστική) κυβέρνηση και λαός είναι ένα πράγμα, όμως δεν είναι. Αν ως λάτρης της έρευνας του «ειδικού» και του «τοπικού», ρίξει μια πρόχειρη ματιά στη σχέση μεταξύ του αριθμού αυτών που έχουν δικαίωμα ψήφου και του αριθμού των ψήφων που πήραν τα κόμματα που αποτελούν τις κυβερνήσεις της Ανατολικής Ευρώπης (όχι ότι στη Δυτική τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά), θα διαπιστώσει ότι αυτές οι «δημοκρατικά» εκλεγμένες κυβερνήσεις εκφράζουν το πολύ πολύ ένα 35-40% των λαών. Χώρια που είναι συζητήσιμο αν στο σύνολό του αυτό το ποσοστό τους εξέλεξε για να «απομακρύνουν τη μνήμη» του σοσιαλισμού.
Αλλά κι αν ο Σ.Κ. δεν μπορεί να σπαταλήσει το χρόνο του για τέτοιες έρευνες, υπάρχουν και οι σχετικές σφυγμομετρήσεις, οι οποίες δείχνουν ότι στις χώρες αυτές, αυτό που ο Σ.Κ. αποκαλεί «νοσταλγία» όχι απλά δε μειώνεται με την πάροδο του χρόνου, αλλά αντιθέτως αυξάνεται! Αυτό άλλωστε αποτέλεσε και ένα από τα επιχειρήματα του Λίντμπλαντ. Οσο κι αν προσπαθεί, πάντως, δεν μπορεί να κρύψει το φόβο του ότι η πισωδρόμηση συνειδήσεων είναι προσωρινή...
Και για να μην προτρέξει κανείς να ισχυριστεί ότι το παραπάνω φαινόμενο - της νοσταλγίας - περιορίζεται αποκλειστικά στην «εθνικιστική», όπως αρέσκονται να λένε, Ρωσία:
Στις 26 του Μάη 2004, η πολωνική καθημερινή εφημερίδα «Gazeta Wyborcza» δημοσίευσε με τον τίτλο «Κομμούνα γύρνα πίσω!» τα αποτελέσματα μιας σφυγμομέτρησης, που διενεργήθηκε εκείνο το μήνα. Στην ερώτηση, λοιπόν, ποιος μεταπολεμικός κρατικός ηγέτης έκανε τα περισσότερα για τη χώρα, σχεδόν οι μισοί (46%) τοποθετήθηκαν υπέρ του Εντουαρντ Γκιέρεκ (Α΄ Γραμματέας του Ενωμένου Πολωνικού Κόμματος των Εργαζομένων 1970-1980). Στον αγροτικό πληθυσμό, μάλιστα, οι προτιμήσεις άγγιξαν το «αντιδημοκρατικό» 75% των ερωτηθέντων! Το σύμβολο της αστικής αντεπανάστασης, ο «ηγέτης» Λεχ Βαλέσα, άγγιξε μόλις το 39% επί του συνόλου, κάτι που πολλοί «συνοδοιπόροι» του Σ.Κ. αποκάλεσαν «πολιτικό σκάνδαλο». Και αυτό σε μια χώρα (από τις πολλές) που ο αντικομμουνισμός αποτελεί εδώ και χρόνια επίσημο κρατικό δόγμα! (Μη βιαστεί κανείς «καλοθελητής» να χαρακτηρίσει την αναφερόμενη εφημερίδα «φιλοκομμουνιστική», γιατί μπορεί και να κληθεί στα δικαστήρια για «προσβολή»!).
Σημειώσεις
1. Mark Mazower (Επιμέλεια), Μετά τον Πόλεμο - Η ανασυγκρότηση της οικογένειας, του έθνους και του κράτους στην Ελλάδα, 1943-1960, εκδ. «Αλεξάνδρεια», 2003, σελ. 162.
2. Ο.π. σελ. 175.
3. Στάθης Ν. Καλύβας, «Ποιοι φοβούνται την επιστημονική έρευνα της ιστορίας μας», «Τα Νέα», 8-9 Νοέμβρη 2003.
4. Βλ. μεταξύ άλλων τα φύλλα 16/4/04, 12/9/04, 3/10/04, 28/10/04, 21/11/04, 25/12/04, 22/5/05, 10/7/05 και 11/12/05.
5. «Το Βήμα» 22 και 27/1/06.
6. Βλ. «Τα Νέα», 19-20/06/04.