Κυριακή 30 Μάη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Η Παρισινή Κομμούνα

«Η εξέγερση» έργο του Γάλλου ζωγράφου Ονορέ Ντομιέ
«Η εξέγερση» έργο του Γάλλου ζωγράφου Ονορέ Ντομιέ
«Το Παρίσι των εργατών με την Κομμούνα του θα γιορτάζεται πάντα σαν δοξασμένος προάγγελος μιας νέας κοινωνίας. Τους μάρτυρές της τους έχει κλείσει μέσα στη μεγάλη της καρδιά η εργατική τάξη. Τους εξολοθρευτές της τους κάρφωσε κιόλας η Ιστορία στον πάσσαλο της ατίμωσης απ' όπου δεν μπορούν να τους λυτρώσουν μήτε όλες οι προσευχές των παπάδων τους».

Καρλ Μαρξ

Η εξέγερση των κομμουνάρων είναι η πρώτη στην ιστορία προλεταριακή επανάσταση και η Κομμούνα η πρώτη εργατική εξουσία. Η «ζωή» της μπορεί να κράτησε μόνο 72 μέρες. Εγκαθιδρύθηκε στις 18 Μάρτη και ανατράπηκε στις 28 Μάη του 1871. Αλλά το ιστορικό της έργο είναι τεράστιο. Ο «Ριζοσπάστης» παρουσιάζει σήμερα ένα μικρό χρονικό της Ιστορίας της Κομμούνας, την Ιστορία του Υμνου της Διεθνούς, εμπνευσμένου από την Κομμούνα καθώς και σύντομη αναφορά στη συμμετοχή γυναικών. Το αφιέρωμα επιμελήθηκε ομάδα συντακτών του «Ριζοσπάστη».

Η γυναίκα στην Κομμούνα

«

Οι γυναίκες του Παρισιού δίνουν χαρούμενα τη ζωή τους στα οδοφράγματα και στον τόπο της εκτέλεσης»!(Κ. Μαρξ, «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», σελ. 95). Αυτά έγραφε ο Μαρξ προσθέτοντας ότι «οι γυναίκες δεν υστέρησαν σε γενναιότητα από τους άντρες».

Και πράγματι έτσι ήταν. Το μεγαλείο χαρακτήρισε τη στάση των γυναικών (προλετάριες και άλλες των λαϊκών στρωμάτων), που πήραν μέρος στην ανάταση του παρισινού προλεταριάτου. Κι έδωσαν, αυτές οι απλές γυναίκες της καθημερινής ζωής, μαθήματα άφθαστου ηρωισμού, προσφέροντας απλόχερα και τη ζωή τους. Μέσα στη συλλογική επαναστατική δράση ανέδειξαν τις αρετές τους, έκαναν τη συμβολή τους, σ' έναν υψηλό σκοπό, νόημα της ζωής τους.

Η γαλλική εφημερίδα «ο Χρόνος» έγραφε: «Δεν έχω την παραμικρότερη αμφιβολία ότι πολλούς τραυματίες τούς θάψανε ζωντανούς. Μπορώ να εγγυηθώ για μια περίπτωση: Οταν ο Μπρινέλ τουφεκίστηκε μαζί με τη φιλενάδα του στις 24 του Μάη, στην αυλή ενός σπιτιού στην πλατεία της Βαντόμ, τα κορμιά τους κείτονταν εκεί ως το απόγευμα της 27 του Μάη. Οταν ήρθαν επιτέλους να σηκώσουν τα πτώματα, βρήκαν τη γυναίκα ζωντανή ακόμα και την πήγαν στο σταθμό επίδεσης. Αν και είχε δεχτεί τέσσερις σφαίρες, βρίσκεται τώρα εκτός κινδύνου. (Ο ανταποκριτής του "Ιβνινγκ Στάνταρ" στο Παρίσι, 8 του Ιούνη)» (Κ. Μαρξ, ο.π., σελ. 104).

Στην Κομμούνα δεν πρωταγωνίστησαν μόνο οι γυναίκες του Παρισιού. Πασίγνωστο έγινε το όνομα της Ελισάβετ Δημητρίγιεβα (Τουμανόφσκαγια), που γνωριζόταν προσωπικά με τον Μαρξ και συνδεόταν με το γενικό συμβούλιο της Διεθνούς. Εκτός από τη Δημητρίγιεβα πήρε μέρος και μια άλλη Ρωσίδα σοσιαλίστρια - μέλος του «ρωσικού τμήματος» της Διεθνούς - η Αννα Βασίλιεβνα Κορβίνα - Κρουκόφσκαγια (γυναίκα του Γάλλου σοσιαλιστή κομμουνάρου Ζακλάρ), που είχε εκλεγεί μέλος της επιτροπής επαγρύπνησης στο δωδέκατο τμήμα του Παρισιού. Ανάμεσα στους Πολωνούς, που μάχονταν πλάι στους κομμουνάρους, ξεχώριζε για τη γενναιότητά της και η νεαρή Πολωνέζα Αννα Πουστοβοΐτοβα, που σκοτώθηκε στις τελευταίες οδομαχίες.

Στον αγώνα των κομμουνάρων είχαν μεγάλη συμμετοχή πολλές γυναικείες οργανώσεις του Παρισιού. Η πιο μεγάλη από αυτές, που πήρε μέρος στην εξέγερση, ήταν η «Ενωση γυναικών για την υπεράσπιση του Παρισιού και την περίθαλψη των τραυματιών». Επικεφαλής αυτής της οργάνωσης ήταν μια κεντρική επιτροπή, που την καθοδηγούσε η εργάτρια - σοσιαλίστρια Ναταλία Λεμέλ και μερικά άλλα δραστήρια γυναικεία στελέχη του εργατικού κινήματος. Μέλος της κεντρικής επιτροπής της ένωσης ήταν και η Ελισάβετ Δημητρίγιεβα.

Πάνω από 500 οδοφράγματα σηκώθηκαν στους δρόμους του Παρισιού εκείνες τις μέρες. Και σηκώθηκαν με τη δουλειά - με πυρετώδη ταχύτητα - και των γυναικών, καθώς και των παιδιών.

Οι γυναίκες της Κομμούνας δούλεψαν με αυτοθυσία σε όλους τους τομείς. Στον ιδεολογικοπολιτικό, στον οργανωτικό, στα οδοφράγματα με το όπλο στο χέρι, στις επιτροπές επαγρύπνησης. Την έκκληση, που μοιράστηκε στην ύπαιθρο σε 100 χιλιάδες αντίτυπα, τη σύνταξε στις αρχές Απρίλη η σοσιαλίστρια συγγραφέας Αντρέ Λεό. Στην έκκληση δινόταν μια ζωντανή περιγραφή της βαριάς θέσης των εργαζομένων αγροτών και αναλυόταν το πρόγραμμα των κοινωνικοοικονομικών μεταρρυθμίσεων που είχε προγραμματίσει η Κομμούνα για τους αγρότες.

Οι γυναίκες της Κομμούνας έδρασαν σε αντίθεση με τις γυναίκες της αστικής τάξης, για τις οποίες, όπως έγραφε ένας Γάλλος της εποχής, ανταποκριτής εγγλέζικης συντηρητικής εφημερίδας, «... προκαλεί αγανάχτηση να βλέπει κανείς τη γυναικεία διαφθορά να περιφέρεται στα βουλεβάρτα και να ακούει τις φωνές του οργίου που βγαίνουνε από τα σεπαρέ των εστιατορίων πολυτελείας να ταράζουν τη νυχτερινή ησυχία» (ο.π., σελ. 94). Και έδρασαν, προσπαθώντας να γεμίσουν τη ζωή τους, να τη συνδέσουν με την επαναστατική πάλη. Στις αναμνήσεις της η Λοΐζα Μισέλ, που είχε ηρωική δράση στην Κομμούνα, έγραψε: «Ο κόσμος ήθελε να τα αγκαλιάσει όλα μεμιάς - τις τέχνες, τις επιστήμες, τη λογοτεχνία, τις ανακαλύψεις. Η ζωή έβραζε. Ολοι βιάζονταν να ξεφύγουν από τον παλαιό κόσμο» (Παγκόσμια Ιστορία Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ, σελ. 43).

Οπως έγραψε ο Μαρξ, «η ηρωική αυτοθυσία με την οποία εξακολουθούσε να πολεμά ο πληθυσμός του Παρισιού - άνδρες, γυναίκες και παιδιά - οχτώ ολόκληρες μέρες ύστερα απ' την είσοδο των βερσαλλιέρων, αντανακλά τόσο πολύ το μεγαλείο της υπόθεσής τους, όπως και οι κτηνώδεις πράξεις του στρατού αντανακλούν το έμφυτο πνεύμα αυτού του πολιτισμού, του οποίου είναι μισθοφόρος εκδικητής του» (Κ. Μαρξ, ο.π., σελ. 93).

Ο Ντεζετέ και η μελοποίηση της «Διεθνούς»

Ο συνθέτης του Υμνου της Διεθνούς, Πιερ Ντεζετέ
Ο συνθέτης του Υμνου της Διεθνούς, Πιερ Ντεζετέ
Το ποίημά του, ο Ποτιέ, ποτέ δεν το άκουσε να τραγουδιέται. Κι αυτό γιατί μελοποιήθηκε στη γαλλική πόλη Λιλ (Lille), ένα χρόνο μετά το θάνατό του. Συνθέτης - όπως είδαμε - ήταν ο Πιερ Ντεζετέ.

Πρώτη φορά τραγουδήθηκε σε ένα καφενείο στην οδό Βινιέτ 21, από τη χορωδία των εργατών της Λιλ, με την ονομασία «Λύρα των εργαζομένων» στις 23 Ιούνη 1888, στη γιορτή των εφημεριδοπωλών. Η Λιλ εκείνον τον καιρό ήταν το κέντρο των βιομηχανιών κλωστοϋφαντουργίας και ορυχείων και ακόμη η έδρα του Κόμματος των Γάλλων Εργατών, που ίδρυσε ο Ζιλ Γκεστ. Ετσι, ήταν ο πλέον κατάλληλος τόπος, για να ακουστεί για πρώτη φορά ο Υμνος της «Διεθνούς».

Ο Ντεζετέ γεννήθηκε στη βελγική Γάνδη το 1848 και πέθανε το 1932 στο Σεν Ντενί στο Παρίσι. Καταγόταν από εργατική οικογένεια, που αργότερα μετανάστευσε στη Γαλλία και κέρδιζε τη ζωή του κατασκευάζοντας έπιπλα. Από παιδί, εργαζόταν σε διάφορες επιχειρήσεις στη Λιλ, τραγουδούσε σε χορωδία, μελετούσε θεωρία της μουσικής και μάθαινε μουσικά όργανα.

Αργότερα, προσχώρησε στο επαναστατικό κίνημα και έγινε αρχηγός της «Λύρας των εργαζομένων». Η μουσική της «Διεθνούς» δημοσιεύτηκε μόνο με το επώνυμό του, χωρίς να αναφέρεται το όνομά του. Αργότερα οι σοσιαλιστές της δεξιάς, που αντιμάχονταν τον Ντεζετέ, εκμεταλλεύτηκαν την παράλειψη αυτή και πίεσαν τον αδελφό του Αντολφ (επίσης συνθέτη) να αμφισβητήσει τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στο τραγούδι. Το 1922, έπειτα από μακρά διαδικασία, το εφετείο επικύρωσε τα δικαιώματα του Πιερ.

Η εργασία μελοποίησης της «Διεθνούς» ανατέθηκε στον Ντεζετέ, από ένα στέλεχος του Κόμματος των Γάλλων Εργαζομένων, τον Γουσταύο Ντελορί, που αργότερα έγινε και δήμαρχος της πόλης. Στον Ντελορί άρεσε το άγνωστο αυτό ποίημα του Ποτιέ και ήθελε να το κάνει ύμνο του κόμματος με την ευκαιρία των εργασιών της ίδρυσης της Δεύτερης Διεθνούς, η οποία τελικά έγινε στις 21 Ιουλίου του 1889.

Αλλα τραγούδια του, από τα οποία μερικά παρέμειναν αδημοσίευτα είναι «Ο κομμουνιστής» (στίχοι Ποτιέ), «Εμπρός», «Εργάτες», «Δρεπάνι και σφυρί» και «Ο θρίαμβος της Ρωσικής Επανάστασης» (στίχοι του ίδιου). Από το 1902, ο Ντεζετέ ζούσε στο Σεν Ντενί. Το 1920, έγινε μέλος του ΚΚ Γαλλίας και το 1928 επισκέφτηκε την ΕΣΣΔ. Το 1962 δημοσιεύτηκε στη Μόσχα συλλογή διασκευασμένων τραγουδιών του από τον Β.Α. Μπέλυι.

Ο Ντεζετέ πήρε πολύ λίγους επαίνους για τη συνεισφορά του στη μουσική και ιστορική κληρονομιά της Γαλλίας. Μάλιστα, απολύθηκε από τη δουλειά του και μπήκε στο «μαυροπίνακα» της Ενωσης Εργοδοτών της χώρας του. Κανείς, όμως, δεν μπορεί να υποτιμήσει την επίδραση που είχε η μουσική του.

Η «ζωή» του Υμνου

Οπως συμβαίνει με όλα τα καλλιτεχνικά έργα, έτσι και με τον Υμνο της «Διεθνούς», ο ύμνος, όταν έφυγε απ' τα χέρια των δημιουργών του, απέκτησε δική του «ζωή». Κι αυτή τη ζωή θα δούμε εδώ.

Το 1888, την ίδια χρονιά που μελοποιείται, ο ύμνος εκδίδεται σε ξεχωριστό φυλλάδιο σε 6.000 αντίτυπα και εκδότη τον Boldoduc. Από τις αρχές του 1890, η «Διεθνής» διαδόθηκε στους κύκλους των εργαζομένων στη Βόρεια Γαλλία και το Βέλγιο, ενώ μετά το 1ο Συνέδριο της Β΄ Διεθνούς στο Παρίσι, κυκλοφόρησε και πέρα από τα σύνορα Γαλλίας - Βελγίου και άρχισε να τραγουδιέται σαν διεθνής ύμνος του επαναστατικού αγώνα του προλεταριάτου.

Στα 1894, ο Γάλλος σοσιαλιστής Γκοσελέν καταδικάστηκε σε φυλάκιση για τη δεύτερη έκδοση της μουσικής της «Διεθνούς». Αιτία ήταν η 5η στροφή που απηχούσε την αντιμιλιταριστική εκστρατεία της Α΄ Διεθνούς. Οι πρώτες μεταφράσεις του κειμένου του ποιήματος εμφανίστηκαν στα 1890 - 1900. Στην παγκόσμια, όμως, διάδοση της «Διεθνούς» και στη μετάφραση των στίχων της στις γλώσσες όλων των λαών του κόσμου, συνέβαλε και η Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση. Η μουσική της «Διεθνούς» απέκτησε δεύτερη ιστορική ζωή σε νέα χορωδιακή έκδοση και με μελωδία ελαφρά αλλαγμένη στη Ρωσία, τα πρώτα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας.

Η Οχτωβριανή Επανάσταση και ο Υμνος

Το κείμενο της μουσικής της «Διεθνούς» δημοσιεύτηκε στη ρωσική γλώσσα στο 1ο φύλλο της λενινιστικής «Ισκρα», το Δεκέμβρη του 1900. Στα 1902 ο Κοτς έγραψε και δημοσίευσε τους στίχους της «Διεθνούς», στα ρώσικα και η γραφή αυτή έγινε δεκτή απ' όλους. Την ίδια χρονιά, οι στίχοι τυπώθηκαν στο περιοδικό «Ζιζν» που εκδιδόταν στο Λονδίνο και τη Γενεύη. Το ρωσικό κείμενο, που είναι μετάφραση της 1ης, 2ης και 3ης στροφής, με την επίδραση των ιδεών του Λένιν απέκτησε πρωτότυπη μορφή, που ανταποκρινόταν στα αγωνιστικά προβλήματα του νέου σταδίου του ρωσικού επαναστατικού κινήματος. Στροφές της «Διεθνούς», εκτός από τις εφημερίδες και τα περιοδικά των μπολσεβίκων και τις συλλογές των επαναστατικών τραγουδιών, δημοσιεύτηκαν και σε περισσότερες από μισό εκατομμύριο προκηρύξεις και διακηρύξεις πριν από την Επανάσταση του Οχτώβρη.

Με βάση τους ρωσικούς στίχους, η «Διεθνής» μεταφράστηκε σε όλες τις γλώσσες των λαών της ΕΣΣΔ και σε πολλές γλώσσες άλλων χωρών. Αρχίζοντας από το 4ο Συνέδριο του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Ρωσίας (1906), η «Διεθνής» έγινε κομματικός ύμνος της ρωσικής επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας. Στην έναρξη του 3ου Πανρωσικού Συνεδρίου των Σοβιέτ, στις 10 Ιανουαρίου 1918, η «Διεθνής» εκτελέστηκε σαν κρατικός Υμνος του νεαρού Σοβιετικού Κράτους.

Παρέμεινε Εθνικός Υμνος της ΕΣΣΔ, μέχρι το 1944, όταν και καθιερώθηκε ο νέος κρατικός Υμνος της Σοβιετικής Ενωσης. Τότε η «Διεθνής» - σύμφωνα με απόφαση της Ολομέλειας του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (μπολσεβίκων) - καθιερώθηκε ως Υμνος του Κόμματος. Παράλληλα, ήταν Υμνος και της Γ΄ Διεθνούς.

Μικρό ιστορικό χρονικό

Η Ανακήρυξη της Κομμούνας του Παρισιού, 18/3/1871
Η Ανακήρυξη της Κομμούνας του Παρισιού, 18/3/1871
Στις 19 Ιούλη του 1870, ο αυτοκράτορας Ναπολέων ο ΙΙΙ, με προκήρυξη προς το γαλλικό λαό, ανακοινώνει τον πόλεμο με την Πρωσία, λέγοντας πως «είναι ο δικαιότερος των δικαίων αγώνων», από αυτούς που έχει κάνει μέχρι τώρα η Γαλλία. Οι στρατηγοί, από την άλλη, διαβεβαιώνουν ότι η νίκη είναι σίγουρη.

Το αποτέλεσμα ήταν η καταστροφική ήττα της Γαλλίας. Στις 3 Σεπτέμβρη ο Ναπολέοντας, παραδίδοντας το σπαθί του στους Πρώσους, παραδίδει κι ένα στράτευμα από 80.000 άνδρες. «Η είδηση της συνθηκολόγησης του Sedan γίνεται γνωστή στο Παρίσι την ίδια μέρα (2 Σεπτέμβρη) και προκαλεί μεγάλο αναβρασμό. Η αντιπολίτευση ενάντια στον Ναπολέοντα τον 3ο, έντονη από καιρό, ξεσπά. Ταυτόχρονα, στο Παρίσι χιλιάδες λαού ξεχύνονται στους δρόμους και κατευθύνονται προς το «Παλέ - Βουρβόν» όπου συνεδριάζει η Εθνοσυνέλευση. Τα συνθήματα που βροντοφωνάζουν είναι: «Κάτω η αυτοκρατορία», «Ζήτω η Δημοκρατία». Η επανάσταση έχει ξεκινήσει, αλλά διαμορφώνονται δύο τάσεις. Από τη μια μεριά οι υπερασπιστές της «οικογένειας, της περιουσίας και της θρησκείας», κι από την άλλη - οι «κόκκινοι» που δεν ικανοποιούνται με μιαν απλή αλλαγή πολιτεύματος, αλλά επιθυμούν αλλαγές στην ίδια τη σύνθεση της κοινωνίας. Αντικειμενικά, υπάρχει όξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα στην αστική και την εργατική τάξη.

Μάχες στο Ελιζέο
Μάχες στο Ελιζέο
Στις 4 του Σεπτέμβρη οι βουλευτές αναγκάζονται από τον εξεγερμένο λαό να διακηρύξουν την εκθρόνιση του αυτοκράτορα και να ανακηρύξουν τη δημοκρατία και παίρνουν πολλές ριζικές αποφάσεις. Οι πιο σημαντικές είναι οι εξής:

α) Κατάργηση της μοναρχίας και εγκαθίδρυση της δημοκρατίας (4 Σεπτέμβρη).

β) Δημιουργία κυβέρνησης «Εθνικής Αμυνας».

γ) Δημιουργία Εθνοφρουράς για την υπεράσπιση της πόλης από τον κίνδυνο άμεσης κατάληψης που φαίνεται πια καθαρά.

Η κυβέρνηση βρίσκεται βασικά κάτω από την καθοδήγηση αστών οπαδών του ρεπουμπλικανικού καθεστώτος (L. Gambetta, Jules Ferry, J. Favre κλπ.). Η Εθνοφρουρά αποτελείται βασικά από ένοπλους εργάτες και μικροαστούς. Η προσωρινή κυβέρνηση ονομάστηκε «κυβέρνηση εθνικής άμυνας», με επικεφαλής τον Θιέρσο.

Με την εμφάνιση των Πρώσων (19 Σεπτέμβρη) αρχίζει η πολιορκία της πόλης. Καθώς ο καιρός περνά και οι στερήσεις δυναμώνουν, στις γραμμές των υπερασπιστών της πόλης εμφανίζονται σοβαρές διαμάχες.

Η «κυβέρνηση εθνικής άμυνας» σύντομα μετατρέπεται σε κυβέρνηση εθνικής προδοσίας, αφού φοβάται το εξοπλισμένο παρισινό προλεταριάτο (η αστική τάξη πάνω απ' όλα έχει τα ταξικά της συμφέροντα), απ' ό,τι τους Πρώσους του Βίσμαρκ. Η κυβέρνηση Θιέρσου προετοιμάζει τη συνθηκολόγηση της Γαλλίας.

Στο λόφο της Μονμάρτης, παραμονές της εξέγερσης
Στο λόφο της Μονμάρτης, παραμονές της εξέγερσης
Την 1 Γενάρη του 1871 μια επιτροπή, αποκαλούμενη «Επιτροπή των οδοφραγμάτων» εκπροσωπούμενη από τον Ανρί Ροσφόρ, βετεράνο αγωνιστή του 1848, καλεί τους κατοίκους του Παρισιού να ετοιμάσουν σάκους με άμμο και χώμα, για να φτιάξουν οδοφράγματα, σε περίπτωση που οι Γερμανοί μπουν στο Παρίσι.

Στις 28 Γενάρη 1871, η κυβέρνηση Εθνικής Αμυνας υπογράφει ανακωχή με τους Γερμανούς. Η ανακωχή αυτή δεν είναι τίποτε άλλο από πλήρης συνθηκολόγηση. Η συνθήκη προβλέπει παράδοση των οχυρών και διάλυση του τακτικού στρατού.

Η αναγγελία της ανακωχής προκαλεί την ανοιχτή εκδήλωση των αντιθέσεων στους κόλπους των υπερασπιστών της πόλης. Η Εθνοφρουρά αρνείται να παραδοθεί και συγκεντρώνει τα κανόνια της (που είχαν κατασκευαστεί με έρανο των κατοίκων και όχι με κρατικά κονδύλια) στο λόφο της Μονμάρτης. Σε πολλές περιοχές του Παρισιού δημιουργείται επαναστατικός αναβρασμός.

Ο λαός δηλώνει: «Καλύτερα να χαθούμε κάτω από τα ερείπια του Παρισιού παρά να συνθηκολογήσουμε». Στο Παρίσι στήνονται οδοφράγματα.

Η κατάσταση επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο, με τις εκλογές που γίνονται στις 7 του Φλεβάρη για την ανάδειξη Εθνοσυνέλευσης που θα επικύρωνε την ανακωχή, αλλά και τους όρους της συνθήκης ειρήνης που θα υπογραφόταν. Στην Εθνοσυνέλευση κυριαρχούν συντριπτικά οι αντιδραστικές δυνάμεις των άκρων. Από τους 700 αντιπροσώπους, οι 375 είναι ανοιχτά μοναρχικοί, ενώ όλοι οι άλλοι - με ελάχιστες εξαιρέσεις - ανήκουν στην άκρα Δεξιά των μεγαλοαστικών κομμάτων. Η Εθνοσυνέλευση συνέρχεται στο Bordeaux. Σχηματίζεται κυβέρνηση με επικεφαλής τον Adolfe Thiers (πιο γνωστός με το εξελληνισμένο όνομα Θιέρσος), που εξουσιοδοτείται να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς για την άμεση υπογραφή συνθήκης ειρήνης.

Ομάδα Παρισινών εργατών, που συμμετείχαν στην εξέγερση της Παρισινής Κομμούνας
Ομάδα Παρισινών εργατών, που συμμετείχαν στην εξέγερση της Παρισινής Κομμούνας
Στις 26 Φλεβάρη, γίνονται γνωστοί οι προκαταρκτικοί όροι της συνθήκης ειρήνης. Οι όροι επικυρώνονται από την Εθνοσυνέλευση του Bordeaux την 1η Μάρτη. Την ίδια ημέρα ο γερμανικός στρατός εισέρχεται στο Παρίσι και καταλαμβάνει τα φρούρια της βόρειας και ανατολικής πλευράς της πόλης.

Στο Παρίσι, η κατάσταση έχει πια φτάσει σε εκρηκτικό σημείο. Η Εθνοφρουρά και τα επαναστατικά στοιχεία έχουν εξοργιστεί με τη σύνθεση της Εθνοσυνέλευσης και με την πολιτική της. Απορρίπτουν την ανακωχή και τη συνθήκη ειρήνης και γίνεται μάλιστα και λόγος για ένοπλη αντίσταση.

Ο Θιέρσος γνωρίζει πολύ καλά ότι, εκτός από τη δική του εξουσία, υπάρχει και η εξουσία του εξοπλισμένου λαού με την Εθνοφρουρά. Ετσι, συνεδριάζει η κυβέρνηση στο Δημαρχείο και αποφασίζει να την καταστρέψει ή το πολύ να την αποδυναμώσει, αφού πάρει τα όπλα της που βρίσκονται στα υψώματα της Μονμάρτης, της Μπελβί και Μπιτ Σιμόν.

Η Κομμούνα

Η κυβέρνηση προσπαθεί να προλάβει τις εξελίξεις. Γύρω στις 5 η ώρα τα ξημερώματα, στις 18 Μάρτη, κάποιος πληγωμένος πολίτης καταφεύγει στο σπίτι όπου βρίσκεται η Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς και ανακοινώνει ότι είδε κάποια ύποπτη προώθηση του κυβερνητικού στρατεύματος. Ο έλεγχος που γίνεται επαληθεύει την πληροφορία. Με συνθηματικό συναγερμό οι άντρες της Εθνοφρουράς καταλαμβάνουν τις καθορισμένες τους θέσεις.

Πράγματι, στις 18 Μάρτη, κυβερνητικά στρατεύματα εισβάλλουν στις εργατικές συνοικίες και περικυκλώνουν τη Μονμάρτη, απαιτώντας την παράδοση των όπλων της Εθνοφρουράς. Οταν συναντούν άρνηση, διατάσσεται γενική επίθεση. Οι στρατιώτες, όμως, αρνούνται να υπακούσουν.

Αυτή είναι η αρχή της εξέγερσης. Οι εξεγερμένοι καταλαμβάνουν το Δημαρχείο, ενώ η εξουσία περνά στα χέρια της Κεντρικής Επιτροπής της Εθνοφρουράς. Στις 20 Μάρτη γίνονται προσπάθειες εξέγερσης και σε άλλες πόλεις. Οι προσπάθειες αποτυχαίνουν.

Η Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς διατάζει γενική αντεπίθεση στο «Hotel de Ville». Σε πολλά σημεία του Παρισιού έχουμε συναδέλφωση του εξοπλισμένου λαού με τους στρατιώτες του Θιέρσου. Γύρω στις 11 το βράδυ, η Εθνοφρουρά έχει στα χέρια της όλο το Παρίσι, μαζί με το Δικαστήριο και τον Κεραμεικό. Ο Θιέρσος, πανικόβλητος, καταφεύγει στις Βερσαλλίες, ξεχνώντας ακόμα και τη γυναίκα του. Με εξαίρεση κάποια επεισόδια, αυτή ήταν η πιο αναίμακτη επανάσταση που γνώρισε ποτέ το Παρίσι.

Στις 26 Μάρτη, εκλέγεται η Παρισινή Κομμούνα και στις 28 ανακηρύσσεται πανηγυρικά και επίσημα σε κυβέρνηση.

Εκείνη τη μέρα αρχίζει μια από τις πιο τρανές εποποιίες του Παρισιού και συγχρόνως ένα από τα πιο μεγάλα δράματα, που η διάρκειά του έφτασε τις 10 εβδομάδες, συγκεκριμένα 72 μέρες. Γίνεται ένας τιτάνιος αγώνας για το δρόμο προς τον κομμουνισμό, για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση.

Η Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς από τις 18 έως τις 26 Μάρτη εκπληρώνει καθήκοντα προσωρινής κυβέρνησης. Η πραγματική ιστορία της Κομμούνας αρχίζει στις 27 Μάρτη, όταν η Κεντρική Επιτροπή παραδίνει την εξουσία στο εκλεγμένο Συμβούλιο της Κομμούνας.

Η κυβέρνηση των Βερσαλλιών, μόλις βεβαιώνεται για την υπεροχή της, αρνείται κάθε σχέση με την Κομμούνα και αποκλείει το Παρίσι. Ετσι, σχηματίζονται δύο κυβερνήσεις. Η Κομμούνα, που εδρεύει στο Παρίσι και αντιτίθεται στη συνθηκολόγηση, και οι Βερσαλλίες, που είναι υπέρ της άμεσης συνθηκολόγησης.

Μπροστά σ' αυτήν την εξελισσόμενη πραγματικότητα για την αστική τάξη της Γαλλίας, οι Γερμανοί αφήνουν τον αιχμάλωτο από τους ίδιους γαλλικό στρατό να ανασυνταχθεί και να επιτεθεί στο Παρίσι των εργατών. Ετσι, μπροστά στον κοινό ταξικό εχθρό, δυο αντίπαλες αστικές τάξεις συνεργάζονται για να τον συντρίψουν.

Ετσι, στις 21 Μάη, τα στρατεύματα του στρατηγού Μακ - Μαόν, που είχε νικηθεί από τους Γερμανούς στο Sedan - αρχίζουν γενική επίθεση ενάντια στο Παρίσι. Πρόκειται για στρατιωτική επίθεση καλά προετοιμασμένη. Στηρίζεται στην κινητοποίηση 130.000 καλά οπλισμένων και εκπαιδευμένων στρατιωτών που υποστηρίζονται από μεγάλες μονάδες βαρέος πυροβολικού. Απέναντί τους βρίσκονται 10.000 Εθνοφρουροί και γύρω στις 20.000 «Ομόσπονδοι», άσχημα οπλισμένοι και εφοδιασμένοι.

Η επίθεση προχωρά γρήγορα διασχίζοντας τις εύπορες συνοικίες του Δ. Παρισιού. Προσκρούει, όμως, σε σκληρή αντίσταση όσο προχωρεί στο κέντρο της πόλης. Οι μάχες για την κατάληψη της πόλης κράτησαν συνολικά μία εβδομάδα, από τις 21 ως τις 28 Μάη, που έμεινε στην ιστορία με το όνομα « Ματωμένη Εβδομάδα». Η σύγκρουση πήρε γρήγορα αγριότατο και αιματηρότατο χαρακτήρα. Τελικά, οι κυβερνητικές δυνάμεις συνέτριψαν την Κομμούνα, με την κατάληψη των τελευταίων οδοφραγμάτων της στην οδό Ραμπονό στις 28 Μάη.

Ιστορικό το έργο της

Μέσα στις 70 μέρες που κράτησε η Κομμούνα, μέχρι τις 28 Μάη, υλοποίησε ένα πλούσιο έργο και πήρε ιστορικές αποφάσεις. Να πώς περιγράφει ο Μαρξ τα διατάγματα της Κομμούνας στο έργο του «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία»:

«Το πρώτο διάταγμα της Κομμούνας ήταν το διάταγμα για την κατάργηση του μόνιμου στρατού και για την αντικατάστασή του με τον οπλισμένο λαό». «Η Κομμούνα - συνεχίζει σε άλλο σημείο - δεν επρόκειτο να είναι ένα κοινοβουλευτικό, αλλά ένα εργαζόμενο Σώμα, εκτελεστικό και νομοθετικό ταυτόχρονα. Η αστυνομία, που ως τότε ήταν το όργανο της κεντρικής κυβέρνησης, απογυμνώθηκε αμέσως από όλες τις πολιτικές της ιδιότητες και μετατράπηκε σε υπεύθυνο όργανο της Κομμούνας, που μπορούσε να ανακληθεί σε οποιαδήποτε στιγμή».

Αναλυτικά τα βασικά διατάγματα ήταν: Κατάργησε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία και τον τακτικό στρατό και στη θέση του δημιούργησε την Εθνοφρουρά, που αποτελείτο από «όλους τους ικανούς άνδρες». Κατάργησε τα τυχερά παιχνίδια. Θεσμοθέτησε το χωρισμό της Εκκλησίας από το κράτος, κατάργησε τον εκκλησιαστικό προϋπολογισμό, εθνικοποίησε τα εκκλησιαστικά ακίνητα. Κατέστρεψε δημόσια τη λαιμητόμο και καθιέρωσε το μέτρο των αντιποίνων ενάντια στους αντεπαναστάτες. Απελευθέρωσε όσους κρατούμενους κρατούνταν χωρίς κατηγορία. Κατάργησε τις διώξεις για διαμαρτυρία γραμματίων. Καθιέρωσε τη δημοσιότητα των συνεδριάσεών της. Θεσμοθέτησε τη δημιουργία επιτροπής για την καταγραφή των επιχειρήσεων που εγκατέλειψαν οι ιδιοκτήτες τους και τρόπους για την αποκατάσταση της λειτουργίας τους, σε συνεργασία με τους εργαζόμενους. Θέσπισε την ολοκληρωτική κατάργηση των προνομίων των δημοσίων υπαλλήλων, θεσμοθέτησε την εκλογή και την ανακλητότητά τους, καθόρισε νόμιμη αμοιβή τους. Διόρισε επιτροπή για τη δημιουργία «Ελεύθερων Πανεπιστημίων». Διόρισε επιτροπή για την αναδιοργάνωση των πολιτικών δικαστηρίων με βάση το καθολικό εκλογικό δικαίωμα. Προώθησε ολοκληρωτική κατάργηση ποινικής και αστικής δικαιοδοσίας των επιχειρηματιών στους τόπους δουλειάς. Απόφαση κατάργησης δικαιώματος προστίμων και επιστροφή όσων είχαν εισπραχθεί. Καθιέρωσε την ασυλία των ξένων ενάντια στις κατασχέσεις. Διόρισε επιτροπή για την αναδιοργάνωση της εκπαίδευσης. Καθιέρωσε τη δωρεάν Παιδεία. Κατάργησε την αστυνομία και την αντικατέστησε με την Πολιτοφυλακή.

«Η Κομμούνα αναγκάστηκε αμέσως από την αρχή», σημειώνει ο Ενγκελς στον πρόλογο του έργου του Μαρξ «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», 20 χρόνια μετά την ήττα της Κομμούνας, «να αναγνωρίσει ότι όταν η εργατική τάξη έρθει πια στην εξουσία δεν μπορεί να εξακολουθεί να διοικεί με την παλιά κρατική μηχανή, ότι η εργατική αυτή τάξη, για να μην ξαναχάσει την κυριαρχία που μόλις είχε κατακτήσει, πρέπει, από τη μια, να παραμερίσει όλη την παλιά καταπιεστική μηχανή που ως τότε είχε χρησιμοποιηθεί εναντίον της κι, από την άλλη, να εξασφαλίσει τον εαυτό της από τους ίδιους της τους βουλευτές και υπαλλήλους, ορίζοντας ότι όλοι, δίχως καμιά εξαίρεση, να μπορούν ν' ανακληθούν σ' οποιαδήποτε στιγμή».

Και σε άλλο σημείο, στο ίδιο έργο: «Τα μέλη της Κομμούνας χωρίζονταν σε μια πλειοψηφία, τους μπλανκιστές που επικρατούσαν και στην Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφυλακής και σε μια μειοψηφία: Μέλη της Διεθνούς Ενωσης των Εργατών, κυρίως από οπαδούς της σοσιαλιστικής σχολής του Προυντόν (...) Καταλαβαίνει κανείς, λοιπόν, ότι στον οικονομικό τομέα η Κομμούνα παράλειψε αρκετά πράγματα, που, κατά τη σημερινή μας αντίληψη, έπρεπε να τα είχε κάνει. Δυσκολότερα, βέβαια, από όλα μπορεί να κατανοηθεί το γεγονός ότι η Κομμούνα στάθηκε ευλαβικά με ιερό σεβασμό μπροστά στις πόρτες της τράπεζας της Γαλλίας. Αυτό ήταν επίσης σοβαρό πολιτικό λάθος. Η τράπεζα στα χέρια της Κομμούνας - αυτό θα άξιζε περισσότερο από δέκα χιλιάδες ομήρους».

Από την πλευρά του, ο Λένιν αναφέρει στα «Διδάγματα της Κομμούνας»: «Δυο όμως λάθη κατάστρεψαν τους καρπούς της λαμπρής νίκης. Το προλεταριάτο σταμάτησε στη μέση του δρόμου: Αντί να αρχίσει την "απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών", παρασύρθηκε από το όνειρο να εγκαθιδρύσει ανώτερη Δικαιοσύνη σε μια χώρα που να την ενώνει το πανεθνικό καθήκον. Δεν κατέλαβε, λ.χ., τέτοια ιδρύματα, σαν την Τράπεζα, οι θεωρίες των προυντονιστών για "δίκαιη ανταλλαγή" κτλ. επικρατούσαν ακόμα ανάμεσα στους σοσιαλιστές. Το δεύτερο λάθος είναι η υπερβολική μεγαλοψυχία του προλεταριάτου: Επρεπε να εξοντώσει τους εχθρούς του. Απεναντίας, το προλεταριάτο του Παρισιού προσπαθούσε να επιδράσει ηθικά επάνω τους, περιφρόνησε τη σημασία των καθαρά πολεμικών ενεργειών στον εμφύλιο πόλεμο και, αντί να στεφανώσει τη νίκη του στο Παρίσι με αποφασιστική επίθεση ενάντια στις Βερσαλλίες, αργοπόρησε κι έδωσε στην κυβέρνηση των Βερσαλλιών τον καιρό να συγκεντρώσει τις σκοτεινές δυνάμεις και να προετοιμαστεί για τη ματωμένη εβδομάδα του Μάη».

Για να συνεχίσει: «Παρ' όλα όμως τα λάθη της, η Κομμούνα αποτελεί το πιο υψηλό παράδειγμα του πιο περίλαμπρου προλεταριακού κινήματος του 19ου αιώνα».

Τα γεγονότα της εποχής εκείνης ανέδειξαν για πρώτη φορά την εργατική τάξη στην εξουσία, έστω και για 72 μέρες, και απέδειξαν, για πρώτη φορά, στην ιστορία της ταξικής πάλης και των επαναστάσεων ότι η εργατική τάξη βρίσκεται στο προσκήνιο των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων «ως τάξη για τον εαυτό της», χειραφετημένη πολιτικά από την αστική τάξη. Οπως έγραψε χαρακτηριστικά ο Μαρξ στο έργο του «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», «ήταν η πρώτη επανάσταση με την οποία η εργατική τάξη αναγνωρίστηκε ανοιχτά, σαν η μόνη τάξη που ήταν ακόμα ικανή για κοινωνική πρωτοβουλία».

Το ιστορικό της Κομμούνας είναι έργο ζωτικής σημασίας για την ταξική πάλη της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, για την ίδια την επανάσταση, για τη θεωρητική μόρφωση και διαπαιδαγώγηση του υποκειμενικού παράγοντα που αντικειμενικά επωμίζεται το καθήκον της εκπλήρωσης της ιστορικής του αποστολής: Να δρα με κάθε μέσο και αποτελεσματικά ώστε να γίνεται ο μοχλός για το νομοτελειακό πέρασμα στην ανώτερη κοινωνική βαθμίδα της ιστορίας, τον Κομμουνισμό.

ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΠΟΤΙΕ
Ο ποιητής του Υμνου της Διεθνούς

Ο Ευγένιος Ποτιέ
Ο Ευγένιος Ποτιέ
Εμπρός της Γης οι κολασμένοι

της πείνας σκλάβοι εμπρός εμπρός

Το δίκιο από τον κρατήρα βγαίνει

σα βροντή σαν κεραυνός.

Φτάνουν πια της σκλαβιάς τα χρόνια

όλοι εμείς οι ταπεινοί της Γης

που ζούσαμε στην καταφρόνια

θα γίνουμε το παν εμείς.

* * *

Στον αγώνα ενωμένοι

κι ας μη λείψει κανείς

Ω! Νάτη, μας προσμένει

στον κόσμο η Διεθνής.

* * *

Θεοί, αρχόντοι, βασιλιάδες

με πλάνα λόγια μας γελούν

της Γης οι δούλοι κι οι ραγιάδες

μοναχοί τους θα σωθούν...

Για να λείψουν τα δεσμά μας

για να πάψει πια η σκλαβιά

να νιώσουν πρέπει τη γροθιά μας

και της ψυχής μας τη φωτιά.

Ο Υμνος της Διεθνούς μπορεί να είναι γνωστός και μάλιστα να τραγουδιέται από τους εργάτες και τους κομμουνιστές σε διάφορες επετείους του εργατικού κινήματος. Η ιστορία του, όμως, και κυρίως ο ποιητής, ο οποίος έγραψε τον Υμνο της παγκόσμιας εργατικής τάξης, δεν είναι γνωστός. Πολύ περισσότερο, δεν είναι γνωστό ότι ο ποιητής της Διεθνούς ήταν εργάτης και όχι διανοούμενος, και μάλιστα εργάτης πρωτοπόρος, έχοντας πάρει μέρος στην επανάσταση του Φλεβάρη στη Γαλλία, ως μαχητής στα οδοφράγματα στα 1848 και μετά βεβαίως στην εξέγερση του 1871 και στην Κομμούνα του Παρισιού, της οποίας ήταν μέλος. Πρόκειται για τον Ευγένιο Ποτιέ.

Η προσωρινή κυβέρνηση της Δημοκρατικής Γαλλίας

Ο Ευγένιος Ποτιέ γεννήθηκε τον Οκτώβρη του 1816 στο Παρίσι. Ηταν εργάτης από πολύ μικρή ηλικία, ζώντας έτσι και ο ίδιος τα βάσανα μιας ζωής που καθορίζεται από τις συνθήκες της εκμετάλλευσης του προλεταριάτου από το κεφάλαιο. Αυτή η πραγματικότητα αντανακλά στη συνείδησή του την αναγκαιότητα της πάλης των εργατών ενάντια στους εκμεταλλευτές τους, ενώ ταυτόχρονα γίνεται η πηγή της έμπνευσης της ποίησής του, η οποία επίσης υπηρετεί τους σκοπούς του αγώνα, όπως τους αντιλαμβανόταν τότε ο Ευγένιος Ποτιέ. Αυθόρμητα στην αρχή και μάλιστα κάτω από τις ιδέες των ουτοπικών σοσιαλιστών. Παίρνει μέρος στην επανάσταση του Ιούλη του 1830 στο Παρίσι. Τότε γράφει και τα πρώτα του ποιήματα. Το 1830 εκδόθηκε η συλλογή τραγουδιών του με τίτλο «Η νέα μούσα» και γίνεται γνωστός ως ποιητής της εργατιάς.

Στα οδοφράγματα του 1848

Γκραβούρα για τον Υμνο της Διεθνούς
Γκραβούρα για τον Υμνο της Διεθνούς
Συμμετέχει στους εργατικούς αγώνες στη Γαλλία, βρίσκεται στα οδοφράγματα της επανάστασης του Φλεβάρη του 1848 και πολεμάει μαζί με το παριζιάνικο προλεταριάτο για τη δημοκρατία μέχρι την ανατροπή της αυτοκρατορίας του Λουδοβίκου Φίλιππου. Μαχητής από τους πρωτοπόρους της εργατικής τάξης συνδυάζει τη δουλειά, τον αγώνα, με την ποίηση.

Στην επανάσταση του Φλεβάρη, για πρώτη φορά η εργατική τάξη, παίρνοντας μέρος με τους δικούς της ηγέτες Λουί Μπλαν, Αλμπέρ, Μπλανκί, Καμπέ, Ρασπάιγ και άλλους, αλλά από κοινού με τη βιομηχανική αστική τάξη και τα μικροαστικά στρώματα για την ανατροπή της αυτοκρατορίας και τη Δημοκρατία, ξεχωρίζει θέτοντας δικά της αιτήματα. Εξασφάλισε μάλιστα τη συμμετοχή με τους δικούς της εκπροσώπους (Λουί Μπλαν και Αλμπέρ) στην προσωρινή κυβέρνηση που προήλθε από την επανάσταση. «Το προλεταριάτο, επιβάλλοντας τη δημοκρατία στην προσωρινή κυβέρνηση και μέσω της προσωρινής κυβέρνησης σ' ολόκληρη τη Γαλλία, εμφανίστηκε μεμιάς στο προσκήνιο σαν ανεξάρτητο κόμμα, ταυτόχρονα όμως προκαλούσε σε αγώνα ενάντιά του ολόκληρη την αστική Γαλλία. Εκείνο που το προλεταριάτο κατάχτησε ήταν το έδαφος του αγώνα για την επαναστατική του χειραφέτηση. Σε καμιά περίπτωση όμως την ίδια τη χειραφέτηση. Αντίθετα, η δημοκρατία του Φλεβάρη έπρεπε πριν απ' όλα να ολοκληρώσει την κυριαρχία της αστικής τάξης μπάζοντας πλάι στην αριστοκρατία του χρήματος, όλες τις ιδιοκτήτριες τάξεις στη σφαίρα της πολιτικής εξουσίας»1 (Μαρξ). Η επανάσταση ήταν, λοιπόν, αστική και επιδίωκε την εξασφάλιση της εξουσίας κυρίως από τη βιομηχανική αστική τάξη, που πολιτικά, έως τότε, ήταν στην αντιπολίτευση, ενώ την κυβερνητική εξουσία κατείχαν οι τραπεζίτες και οι χρηματιστές. «Η δημοκρατία του Φλεβάρη έκανε, τέλος, να προβάλλει καθαρά η αστική κυριαρχία, παραμερίζοντας το στέμμα που πίσω του έμενε κρυμμένο το κεφάλαιο»2 (Μαρξ). Αντικειμενικά στις τότε συνθήκες η επανάσταση δεν μπορούσε να πάει πιο μπροστά. Το προλεταριάτο, εκτός από την επιβολή του γενικού εκλογικού δικαιώματος και των αστικών θεσμών, απέσπασε και την υπόσχεση για την εξασφάλιση της ζωής των εργατών δίνοντάς τους δουλειά, ως υποχρέωση της προσωρινής κυβέρνησης. Μάλιστα, το σχετικό διάταγμα το υπαγόρευσε ένας εργάτης, ο Μαρς3.

Και όταν η κυβέρνηση ξέχασε την υπόσχεση, οι εργάτες πρόβαλλαν το σύνθημα: «Οργάνωση της εργασίας! Υπουργείο εργασίας»4(Μαρξ). Εως εδώ μπορούσε να φτάσει η εργατική τάξη και όχι πιο μπροστά. Δεν μπορούσε ακόμη να συνειδητοποιήσει ότι το μοίρασμα της εξουσίας με τους αστούς ήταν αδύνατο και ας είχε καταχτήσει τη δημοκρατία, όπως επίσης και η λύση των δικών της αιτημάτων ήταν απραγματοποίητη στο σύνολό τους από μια τέτοια εξουσία. Απόδειξη ότι η προσωρινή κυβέρνηση όρισε μια επιτροπή να εξετάσει τα αιτήματα των εργατών, ενώ την ίδια ώρα όλη η εξουσία περνούσε στην αστική τάξη. Αλλωστε, ο Λαμαρτίνος, ένας από τους ηγέτες της επανάστασης και της αστικής τάξης, αμφισβήτησε στους μαχητές των οδοφραγμάτων, στους εργάτες δηλαδή, την ανακήρυξη της δημοκρατίας. Αυτή έπρεπε να ανακηρυχτεί με εκλογές απ' όλους τους Γάλλους. Και «το παρισινό προλεταριάτο δεν έπρεπε να λερώσει τη νίκη του με ένα σφετερισμό». Ηταν ένα βήμα να απαλλαγούν οι αστοί από την επαναστατημένη εργατική τάξη, αφού αυτός τώρα ήταν ο πραγματικός τους αντίπαλος. Και ολοκληρώθηκε όταν έσπρωξαν την εργατική τάξη σε νέα εξέγερση τον Ιούνη του 1848, δηλαδή όταν αρνήθηκαν την υλοποίηση του αιτήματος για υπουργείο εργασίας.

«Στη θέση των διεκδικήσεων που ήταν υπερβολικές στη μορφή, μικρόπρεπες και μάλιστα αστικές στο περιεχόμενο, και που ήθελε να τις αποσπάσει από τη δημοκρατία του Φλεβάρη, μπήκε το θαρραλέο επαναστατικό μαχητικό σύνθημα: Ανατροπή της αστικής τάξης! Δικτατορία της εργατικής τάξης!»5. Αλλά μόνο οι δυνάμεις της εργατικής τάξης δεν έφταναν γι' αυτό το σκοπό της εξέγερσής τους. Ετσι ηττήθηκαν. Αλλωστε, η αστική τάξη προετοίμαζε αυτή την εξέλιξη πιο νωρίς, τον Απρίλη, όταν η προσωρινή κυβέρνηση διέδωσε ψευδώς ότι οι εργάτες που είχαν συγκεντρωθεί στο Πεδίο του Αρεως στις 16 Απρίλη του 1848 ήταν οπλισμένοι και ετοιμάζονταν, «κάτω από την ηγεσία του Λουί Μπλαν, του Μπλανκί, του Καμπέ και του Ρασπάιγ, για να βαδίσουν από κει προς το δημαρχείο, να ρίξουν την προσωρινή κυβέρνηση και να ανακηρύξουν μια κομμουνιστική κυβέρνηση»6 (Μαρξ). Ετσι ανακλήθηκε ο στρατός στο Παρίσι και ενώ έως εκείνη τη στιγμή οπλισμένοι μαχητές ήταν οι εργάτες, τώρα ο συσχετισμός άλλαξε υπέρ της αστικής τάξης. Ουσιαστικά, το ζήτημα της εξουσίας είχε λήξει. Το σπρώξιμο στην εξέγερση του Ιούνη χρειαζόταν, για να ολοκληρωθεί η εδραίωση της αστικής εξουσίας με τη σφαγή των εξεγερμένων εργατών.

Ο Ευγένιος Ποτιέ ζει και την επανάσταση και την ήττα της εργατικής τάξης. Σ' αυτές τις συνθήκες συνεχίζει να γράφει ποιήματα για το δίκιο του αγώνα των εργατών, κάνοντας ταυτόχρονα βήματα μπροστά ως προς την ωρίμανση της συνείδησής του για τον τελικό σκοπό της ταξικής πάλης. Βεβαίως, είναι και η εποχή που εμφανίζονται τα έργα των Μαρξ, Ενγκελς, η εποχή που αρχίζει να μπολιάζεται το εργατικό κίνημα με τη δική του θεωρία.

Από τους πρωτεργάτες της εξέγερσης του Παρισιού στα 1871

Η πιο σημαντική περίοδος στη ζωή και στο έργο του Ποτιέ άρχισε την εποχή της Παρισινής Κομμούνας το 1871. Υπερασπίστηκε το Παρίσι, όταν το πολιορκούσαν τα γερμανικά στρατεύματα και ήταν μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της εθνοφρουράς. Εχει ήδη προσχωρήσει στην Α΄ Διεθνή, έχοντας περάσει από τις ιδέες του ουτοπικού σοσιαλισμού στην επαναστατική υλιστική κοσμοαντίληψη. Από ποιητής των καταπιεζομένων και των φτωχών έγινε ποιητής του επαναστατημένου προλεταριάτου. Ηταν από τους οργανωτές της Κομμούνας, εκλεγμένο μέλος της και πολέμησε στα οδοφράγματα.

Ετσι, ο Ευγένιος Ποτιέ ζει όλες τις εξελίξεις, από την ήττα των Γάλλων στο Γαλλογερμανικό πόλεμο και τη συνθηκολόγηση της αστικής κυβέρνησης της Γαλλίας έως την ήττα της Κομμούνας στις 28 του Μάη. Η τελευταία βδομάδα έμεινε στην Ιστορία με το όνομα «Ματωμένη Βδομάδα» αφού η σύγκρουση πήρε αιματηρό χαρακτήρα.

Προπαγανδιστής με το τραγούδι

Στην τελευταία βδομάδα, κατ' άλλους τον Ιούνη του 1871, ο Ευγένιος Ποτιέ, όντας παράνομος στο Παρίσι, μετουσιώνει σε ποίημα την εργατική εξέγερση και την Κομμούνα που καθοδήγησε η Α΄ Διεθνής με τον Μαρξ, γράφει τους στίχους της Διεθνούς που έμελλε να γίνει ο Υμνος της παγκόσμιας εργατικής τάξης.

Μετά την ήττα της Κομμούνας και τη σφαγή του επαναστατημένου προλεταριάτου του Παρισιού, μετουσιώνει καλλιτεχνικά την ήττα συνεχίζοντας να γράφει ποίηση, που εκφράζει το στόχο και τη δράση της Κομμούνας, και καλεί στον αγώνα για το ταξικό όραμα του προλεταριάτου, την κομμουνιστική κοινωνία, «μιλώντας» απλά, καθαρά, στην καρδιά και στο νου του λαού, παρακινώντας για τη συνέχιση και ένταση της ταξικής πάλης για την επιβολή της ιστορικής ανάγκης ανατροπής της εκμεταλλευτικής κοινωνίας.

Μετά την ήττα της Κομμούνας ο Ευγένιος Ποτιέ έφυγε από τη Γαλλία, αρχικά για τη Μεγάλη Βρετανία και στη συνέχεια στις ΗΠΑ. Εζησε εξόριστος έως το 1880 οπότε επέστρεψε στη Γαλλία, σε ηλικία 64 ετών, μισοπαράλυτος και φτωχός, μα πλούσιος από επαναστατικό - καλλιτεχνικό ταλέντο, που το αφιερώνει στους αγώνες, στο ηθικό και στη δικαίωση των οραμάτων της τάξης του. Συνέχισε τον ταξικό αγώνα και με την επιστροφή του στη Γαλλία εντάσσεται στο εργατικό κόμμα. Το 1884 δημοσίευσε τις συλλογές «Κοινωνικο- οικονομικοί στίχοι και σοσιαλιστικά επαναστατικά τραγούδια», «Ποιος είναι τρελός;». Το 1887 δημοσιεύει τη συλλογή «Επαναστατικά τραγούδια». Σε αυτές τις εκδόσεις συμπεριλαμβάνονται τα καλύτερα τραγούδια και ποιήματα7.

Πέθανε μέσα στην αγάπη της εργατικής τάξης του λαού, σ' αναγνώριση της δράσης του, στις 8 του Νοέμβρη 1887. Ο Ποτιέ ήταν κατά τον Β. Ι. Λένιν «...ένας από τους πιο μεγάλους προπαγανδιστές με το τραγούδι»8.

Τον Υμνο της Διεθνούς μελοποίησε ο Γάλλος επίσης εργάτης Πιερ Ντεζετέ.

1. Καρλ Μαρξ, «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 ως το 1850», σελ. 44-45, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»

2. Καρλ Μαρξ, στο ίδιο, σελ. 45

3. Καρλ Μαρξ, στο ίδιο, σελ. 45

4. Καρλ Μαρξ, στο ίδιο, σελ. 46

5. Καρλ Μαρξ, στο ίδιο, σελ. 67

6. Καρλ Μαρξ, στο ίδιο, σελ. 60

7. Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια

8. Β. Ι. Λένιν, «Απαντα», 5η έκδ., τ. 22, σελ. 285, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ