Κυριακή 14 Νοέμβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Ζητήματα στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος

Σκέψεις με βάση τις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 17ο Συνέδριο

Χωρίς αμφιβολία οι Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 17ο Συνέδριο αναδεικνύουν ζητήματα στρατηγικής σημασίας για το διεθνές, αλλά και το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα. Στο εξ ανάγκης σύντομο σημείωμα που ακολουθεί, διατυπώνω ορισμένες σκέψεις με απώτερο σκοπό να συμβάλω στην ανάπτυξη ενός γόνιμου προσυνεδριακού διαλόγου.

  • Θέμα μείζονος ενδιαφέροντος για τη στρατηγική ενός κομμουνιστικού κόμματος αποτελεί ασφαλώς η εκτίμησή του όσον αφορά στη φάση ανάπτυξης του παγκόσμιου καπιταλισμού στη δεδομένη κάθε φορά ιστορική στιγμή. Είναι στο σημείο αυτό που εστιάζονται από τις αρχές του 20ού αιώνα κορυφαίες θεωρητικές και πολιτικές συζητήσεις για τον ιμπεριαλισμό (βλ. τις αναλύσεις των Λούξεμπουργκ, Χίλφερντιγκ, Κάουτσκι, Μπουχάριν κ.ά.), ορόσημο στις οποίες αποτέλεσε η ανάλυση του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό ως νεότερο και ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού.

Στις μέρες μας, και με αφετηρία την ανάπτυξη των κοινωνικών κινημάτων εναντίον της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης, η συζήτηση αυτή επανέρχεται στο προσκήνιο, και από την άποψη αυτή αναδεικνύεται αδήριτη ανάγκη η ιδεολογική και πολιτική τοποθέτηση του ΚΚΕ στο ζήτημα της φύσης του σύγχρονου παγκόσμιου καπιταλισμού, τοποθέτηση που διατυπώνεται στη Θέση 2 της ΚΕ του Κόμματος για το 17ο Συνέδριο. Εμμέσως, πλην σαφώς, η ΚΕ παραμένει σταθερά στην υιοθέτηση της λενινιστικής ανάλυσης για τον ιμπεριαλισμό ως ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, και από την αφετηρία αυτή εξαπολύει μια σφοδρή επίθεση εναντίον των απόψεων του Νέγκρι για την Αυτοκρατορία σα νέο στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού, καθώς επίσης και εναντίον των αταξικών κινημάτων κατά της παγκοσμιοποίησης, η οποία πάντα, σύμφωνα με τις Θέσεις, αποτελεί ιδεολόγημα.

Από μαρξιστική άποψη είναι δεδομένο ότι το θεωρητικό και, εν τέλει, πολιτικό δίλημμα Ιμπεριαλισμός ή Αυτοκρατορία - ένα δίλημμα που συζητείται παγκοσμίως και με ιδιαίτερη ένταση τουλάχιστον την τελευταία δεκαετία - απαντάται με βάση τη θέση ότι ο παγκόσμιος καπιταλισμός εξακολουθεί να εκδηλώνεται ως ιμπεριαλισμός. Με αυτή την έννοια, ο μαρξισμός ως ανοιχτό σύστημα ερμηνείας και επαναστατικής αλλαγής του κόσμου παραμένει το κατεξοχήν επιστημονικό εργαλείο ανάλυσης της σύγχρονης διεθνούς καπιταλιστικής πραγματικότητας. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, ο ιμπεριαλισμός του 21ου αιώνα δεν μπορεί να είναι εκείνος των αρχών του 20ού, γεγονός που σημαίνει ότι η σχετική ανάλυση του ιμπεριαλιστικού φαινομένου δεν εξαντλείται με τη συγγραφή του Λένιν. Απαιτούνται νέες επεξεργασίες, νέες μελέτες, και μάλιστα συλλογικού και διεπιστημονικού χαρακτήρα, για την προώθηση των οποίων ένα κόμμα που δε λέγεται μόνο, αλλά και είναι κομμουνιστικό, οφείλει να δώσει σαφή δείγματα πολιτικής βούλησης.

Είναι προφανές ότι η ανάπτυξη συστηματικής έρευνας πάνω στη φύση του ιμπεριαλισμού της εποχής μας θα επιτρέψει τη διαμόρφωση μιας εξίσου σύγχρονης τοποθέτησης στο ζήτημα του επαναστατικού υποκειμένου και του συναφούς χαρακτήρα των κοινωνικών κινημάτων που αναπτύσσονται στις μέρες μας. Δε δυσκολεύομαι να συμφωνήσω με τις Θέσεις στο ότι το πλήθος - που ωστόσο στις αναλύσεις του Negri προσλαμβάνει μια σημασία διαφορετική από την τρέχουσα έννοια του όρου - δεν μπορεί να υποκαταστήσει την εργατική τάξη στο ρόλο της ως δυνάμει επαναστατικού υποκειμένου. Αλλά για ποια εργατική τάξη γίνεται λόγος; Χωρίς να υποτιμώ μελέτες που πραγματοποιήθηκαν με κομματική πρωτοβουλία κατά το παρελθόν, θεωρώ αυτονόητη την ανάγκη διαρκούς και πολυεδρικής έρευνας, με θέμα τη σύγχρονη εργατική τάξη και με ιδιαίτερη έμφαση στις σημερινές μορφές αλλοτρίωσής της.

  • Ο χαρακτηρισμός των κινημάτων εναντίον της «παγκοσμιοποίησης», συλλήβδην σαν ρεφορμιστικών (βλ. Θέση 7) περισσότερο συσκοτίζει, παρά διαφωτίζει ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον, κατά τη γνώμη μου, κοινωνικό φαινόμενο. Προσωπικά θα μπορούσα εύκολα να συμφωνήσω ότι η κυρίαρχη τάση αυτών των κινημάτων είναι ρεφορμιστική. Δεν είναι όμως αυτή η μόνη συνιστώσα των συγκεκριμένων κινημάτων. Δε συμμετέχουν άραγε σ' αυτά και δυνάμεις με αναφορές μαρξιστικού ή ελευθεριακού / αναρχικού κομμουνισμού; Εχω την άποψη ότι μια αυθεντικά μαρξιστική, δηλαδή διαλεκτική, αντιμετώπιση αυτού του πολύμορφου και πολύχρωμου κινήματος οφείλει να αναδεικνύει και να αξιοποιεί τις αντιφάσεις του και όχι να σπεύδει να το ταυτίζει με τη μέχρι σήμερα κυρίαρχη, ρεφορμιστική πράγματι, συνιστώσα του. Μια μονοδιάστατη προσέγγιση ενός τέτοιου κινήματος δημιουργεί βεβαίως την ψευδαίσθηση μιας σαφούς ιδεολογικής και πολιτικής οριοθέτησής μας από το «άλλο», σύντομα ωστόσο, αυτή η οριοθέτηση θα αποδειχθεί άγονη, και με αυτή την έννοια επιζήμια, στο βαθμό ακριβώς που δεν επιτρέπει μια δημιουργική παρέμβαση στα κινήματα, όπου οι αντιφάσεις αναπτύσσονται.

Δε χρειάζεται ασφαλώς ιδιαίτερη επιχειρηματολογία, για να αναδείξει κανείς τη στρατηγική σημασία που έχει το ζήτημα του σοσιαλισμού ως πρώτης φάσης της κομμουνιστικής κοινωνίας για ένα κόμμα που επαγγέλλεται τον κομμουνισμό. Με αυτή την έννοια, θεωρώ θετική την κεντρική και επαναλαμβανόμενη αναφορά των Θέσεων (Προοίμιο, Θέσεις 7, 8, 15, 18, 35) στο σοσιαλισμό ως επίκαιρο, ρεαλιστικό και στρατηγικό στόχο του κομμουνιστικού κινήματος. Στο ίδιο πλαίσιο ανάλυσης, θετική και μόνο θετική θα μπορούσε να κριθεί η διακήρυξη για άμεση σύνδεση του σοσιαλισμού ως στρατηγικού στόχου του επαναστατικού κινήματος με τις καθημερινές διεκδικήσεις των εργαζομένων. Αλλά στο σημείο αυτό, αναδεικνύεται το θεμελιώδες, κατά την κρίση μου, ερώτημα: Για ποιον σοσιαλισμό κάνουμε λόγο;

Για τις Θέσεις υπάρχει ο «σοσιαλισμός που γνωρίσαμε». Είναι σε ιστορική συνέχεια προς αυτό το σοσιαλισμό, σύμφωνα πάντοτε με τις Θέσεις, που μπορούμε να προσεγγίσουμε το μέλλον του κομμουνιστικού κινήματος (Θέση 7). Ο σοσιαλισμός που γνωρίσαμε, σύμφωνα με την ΚΕ του ΚΚΕ, ανατράπηκε διαμέσου αντεπανάστασης, διαδικασία στην οποία συνέβαλαν «λάθη και αδυναμίες που εμφανίστηκαν κατά την πρώτη απόπειρα σοσιαλιστικής οικοδόμησης» (Θέση 18).

Και όμως διαλεκτική, και με αυτή την έννοια, επαναστατική προσέγγιση του ζητήματος του σοσιαλισμού σημαίνει να αντιμετωπίζεις το παρόν και το μέλλον όχι μόνο με όρους συνέχειας, αλλά και με όρους τομής, ρήξης, α-συνέχειας προς το παρελθόν. Οι Θέσεις της ΚΕ του Κόμματος δεν κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση. Απουσιάζει το στοιχείο της κριτικής αποτίμησης ενός παρελθόντος που, σε κάθε περίπτωση και με όποια ερμηνεία, βαρύνει και θα βαρύνει στις εξελίξεις του κομμουνιστικού κινήματος διεθνώς, αλλά και στη χώρα μας. Εκτός αυτού, η εκτίμηση ότι ο «σοσιαλισμός που γνωρίσαμε» ανατράπηκε και μάλιστα με αντεπανάσταση μόνον ως υπόθεση εργασίας θα μπορούσε να διατυπωθεί, αν πράγματι υπάρχει η πολιτική βούληση για μια συστηματική έρευνα και μελέτη των όσων συνέβησαν. Σε αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή η υπόθεση εργασίας εκληφθεί εξ αρχής σαν συμπέρασμα, τα όρια της εξαγγελλόμενης μελέτης και έρευνας προδιαγράφονται με πολιτική απόφαση, επιλογή που δε θα εξυπηρετούσε ούτε το σκοπό ούτε το συμφέρον ενός κομμουνιστικού κόμματος του 21ου αιώνα.

Ας μιλήσω, λοιπόν, με εκτίμηση στην πολύχρονη Ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, γι' αυτό και χωρίς περιφράσεις: Η μέχρι σήμερα αποτίμηση του σοσιαλισμού «που γνωρίσαμε», από την πλευρά του ΚΚΕ δε συστοιχίζεται με την κριτική και αυτοκριτική των προλεταριακών επαναστάσεων που εισηγείται ο ίδιος ο Μαρξ:

Οι προλεταριακές επαναστάσεις ασκούν σταθερά την αυτοκριτική τους, διακόπτουν συνεχώς την πορεία τους, επανέρχονται στο φαινομενικά ολοκληρωμένο, για να ξεκινήσουν και πάλι, χλευάζουν με ανελέητη ενδελέχεια τις ανεπάρκειές τους, τις αδυναμίες τους και τις μικρότητες των πρώτων εγχειρημάτων τους, δίνουν την εντύπωση ότι σωριάζουν στο έδαφος τον αντίπαλό τους, μόνον όμως για να αντλήσει δύναμη από τη γη και να σηκωθεί και πάλι, πιο γιγάντιος μπροστά τους, οι προλεταριακές επαναστάσεις οπισθοχωρούν πάλι και πάλι μπροστά στο απροσδιόριστο μεγαλείο των σκοπών τους, μέχρις ότου δημιουργηθεί μια κατάσταση που καθιστά αδύνατη κάθε επιστροφή, οπότε οι συνθήκες μιλούν από μόνες τους:

Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα!

Εδώ το τριαντάφυλλο, εδώ χόρεψε!

(Καρλ Μαρξ, «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη»)

Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα! Με σεβασμό στη φιλοσοφική μας παράδοση, αλλά και στους ιστορικούς αγώνες των κομμουνιστών για μια παγκόσμια κοινωνία χωρίς τάξεις και κράτος, είναι καιρός να πορευτούμε χωρίς φόβο, αλλά με πάθος τον ανηφορικό δρόμο της αυτοκριτικής και της κριτικής. Μόνον έτσι και η ιδεολογική αναβάθμιση, που για μια ακόμη φορά προσυνεδριακές Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ αναδεικνύουν σε κρίσιμη επιλογή, θα γίνει επιτέλους πράξη, συλλογική, και μάλιστα όχι στενά κομματική διαδικασία, μεστή πολιτικού περιεχομένου.

Με θερμές ευχές για την επιτυχία των εργασιών του 17ου Συνεδρίου του ΚΚΕ!

Αλέξανδρος Α. Χρύσης

Επίκουρος Καθηγητής Φιλοσοφίας

Πάντειο Πανεπιστήμιο

Μερικές σκέψεις για την ισχυροποίηση των Κομματικών Οργανώσεων Εξωτερικού

Οι Θέσεις για το 17ο Συνέδριο καταπιάνονται με μια σειρά ζητήματα γύρω από το πώς θα ισχυροποιήσουμε το Κόμμα, από δω και πέρα, πώς θα δυναμώσει η διεθνής αλληλεγγύη, καθώς και το πώς ο καθένας μας θα συμβάλει πιο εποικοδομητικά σ' αυτόν τον αγώνα.

Το πιο σημαντικό είναι ότι μας δίνεται η δυνατότητα και η βοήθεια βέβαια να αντιληφθούμε πιο ενιαία τι σημαίνει ισχυρό ΚΚΕ και παράλληλα να αυτοκριθούμε αν εμείς όλοι, σαν μέλη και φίλοι του Κόμματος δουλεύουμε ουσιαστικά και συγκεκριμένα για το στόχο αυτό.

Και σαν μετανάστης θα βάλω μερικά ζητήματα προς σκέψη και συζήτηση για τον δικό μας το χώρο, δηλαδή τις ΚΟ που δρουν στη Δυτική Ευρώπη και οι οποίες, κατά τη γνώμη μου, έχουν πολύ αξιόλογο έργο να παρουσιάσουν κι αν με τη βοήθεια της καθοδήγησης συγκεκριμενοποιήσουν το περιεχόμενο δουλιάς και την τακτική τους, συντονιστούν λίγο καλύτερα μεταξύ τους, και επαναξιολογήσουν τις προτεραιότητες στη δουλιά τους, μπορούν να πετύχουν πολλά συγκεκριμένα και θετικά αποτελέσματα.

Οι ΚΟ της Δυτικής Ευρώπης έχουν μια μακρόχρονη και πλούσια ιστορία σε αγώνες και εμπειρίες και μεγάλο κύρος στους Ελληνες μετανάστες, αφού παλεύουν όλα αυτά τα χρόνια στο πλευρό τους για τη λύση των προβλημάτων τους.

Δεν πρέπει ακόμη να ξεχνάμε ότι οι οργανώσεις μας είχαν ελάχιστες απώλειες μετά το 13ο Συνέδριο, πράγμα που αποδεικνύει και το ότι υπήρχε και υπάρχει ανεβασμένο ταξικό επίπεδο, καθώς και ένας αριθμός άξιων στελεχών που αντιμετώπισαν την κρίση χωρίς μεγάλες απώλειες για το Κόμμα. Χαλάρωσε όμως η δουλιά των οργανώσεων μετά το 13ο και περιορίστηκε στις κατά τόπους ελληνικές κοινότητες, έγινε ανιαρή και ρουτινιάρικη χωρίς να εμπνέει τις μάζες και χωρίς να δίνει πολιτικά οφέλη. Παράλληλα σ' αυτές τις χώρες, ειδικά στη Βόρεια Ευρώπη, ο αντικομμουνισμός οξύνθηκε, τα ντόπια κόμματα και κινήματα πέρασαν μεγάλες κρίσεις, ο ρεφορμισμός, ειδικά στη Σκανδιναβία, έχει την έδρα του, η δικιά μας καθοδήγηση έπρεπε να λύσει μια σειρά ζητήματα στην Ελλάδα και όλοι αυτοί οι παράγοντες επηρέασαν τη δουλιά μας, ιδιαίτερα στο θεωρητικό επίπεδο, στο ζήτημα της κατανόησης του αγώνα για το μέτωπο. Στο ζήτημα που μπαίνει για τη σχέση στρατηγικής / τακτικής. Βέβαια, η δουλιά τον τελευταίο καιρό έχει βελτιωθεί κατά πολύ.

Οι αντικειμενικές συνθήκες αλλάζουν. Οι αναδιαρθρώσεις εδώ ήρθαν πριν από την Ελλάδα. Εχουν πρόβλημα να δικαιολογήσουν στον κόσμο το γιατί όλες αυτές οι περικοπές των κοινωνικών παροχών, που μια ζωή διαφήμιζαν και μάλιστα σε εποχή που ο κοινωνικός πλούτος αυξάνεται. Αρα, όλα ήτανε για τη βιτρίνα, επειδή βρισκόμαστε γεωγραφικά απέναντι στις σοσιαλιστικές χώρες. Ο κόσμος αρχίζει και αγανακτεί και τα όρια υπομονής του να εξαντλούνται. Βλέπουμε μεγάλη συμμετοχή, μετά από πολλά χρόνια, στο αντιπολεμικό κίνημα. Σε κινήσεις για τα δημοκρατικά δικαιώματα. Επιτροπές αλληλεγγύης π.χ. στην Παλαιστίνη, αντιρατσιστικές κινήσεις και μεγάλη άνοδο του κινήματος ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Κίνηση για να πούμε ΟΧΙ στο ευρωσύνταγμα, στο δημοψήφισμα που θα γίνει για το θέμα αυτό.

Ο πρόσφατος προεκλογικός αγώνας, με την ευκαιρία των ευρωεκλογών, έδωσε τη δυνατότητα για μια επανασύνταξη και ενεργή συμμετοχή των κομματικών δυνάμεων και άνοιγμα στους μετανάστες. Γιατί υπήρχε συγκεκριμένος στόχος. Ο οποίος και επιτεύχθηκε σε βαθμό ικανοποιητικό. Τα μεγαλύτερα ποσοστά που είχαμε ποτέ. Σουηδία πάνω από 90%, Δανία σχεδόν 60% κλπ. Ο στόχος αυτός όμως είχε ημερομηνία λήξης και εδώ είναι το ζητούμενο, πώς δηλαδή θα δοθεί συνέχεια στη δουλιά μας και τέτοιο περιεχόμενο που να μας δίνει τη δυνατότητα να κρατήσουμε την επαφή με τον κόσμο που μας εμπιστεύτηκε, τους νέους που πλησιάσαμε, τους παλιούς που ξαναήρθαν κοντά μας, να του προκαλούμε το ενδιαφέρον και την αγωνιστική διάθεση, και παράλληλα να διευρύνουμε τον κύκλο επιρροής μας στις μάζες των μεταναστών, αναπτύσσοντάς τους τη διάθεση για ρήξη με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό.

Εδώ χρειάζεται σχεδιασμένη πολιτικοϊδεολογική δουλιά.

Πρωταρχικό καθήκον πρέπει να μπει η δράση της οργάνωσης, αλλά και του κάθε συντρόφου χωριστά στο ντόπιο κίνημα. Πρώτα απ' όλα, όπου είναι δυνατό, σε συνεννόηση βέβαια με την καθοδήγηση, στενή επαφή με τα ντόπια κομμουνιστικά κόμματα. Να σταθούμε με όλες μας τις δυνάμεις δίπλα στους συντρόφους που δίνουν τη μάχη μέσα στα σωματεία, ενάντια στις ρεφορμιστικές ηγεσίες και τους εργατοπατέρες, που εδώ είναι κατεστημένο. Τα κόλπα περί κοινωνικού διαλόγου εδώ πρωτοεφαρμόστηκαν. Από δω εξάγονται.

Παράλληλα να βελτιωθεί η δουλιά μας μέσα στις κοινότητες. Πρέπει οι σύντροφοι που αναλαμβάνουν πόστα σε συμβούλια, πρώτα απ' όλα να μη δρουν μόνοι. Η δουλιά πρέπει να είναι συλλογική ευθύνη της ΚΟΒ. Εκεί πρέπει να ξεσκεπάζεται η πολιτική του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, που επί χρόνια κοροϊδεύουν τους μετανάστες και κανένα αίτημα δεν έχουν λύσει. Ούτε καν το δικαίωμα του ψήφου στις εθνικές εκλογές ή τη θεσμική αναγνώριση των κοινοτήτων και την ενίσχυσή τους από τον κρατικό προϋπολογισμό. Μια σειρά κοινότητες είναι στα πρόθυρα της πτώχευσης, λόγω οικονομικών δυσχερειών. Παράλληλα όμως, πρέπει με δικιά μας πρωτοβουλία οι κοινότητες να συμμετέχουν ενεργά στα ντόπια κινήματα που αναφέραμε παραπάνω. Μαζί με το ντόπιο ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα. Πρέπει να συνεργάζονται και με κοινότητες άλλων εθνοτήτων, γιατί τα προβλήματα είναι κοινά. Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία παίρνουν επικίνδυνες διαστάσεις. Το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ στη δεκαετία του '80 έκαναν μεγάλη προπαγάνδα ότι η ένταξή μας στην ΕΕ θα μας δώσει και άλλο status και δε θα υπάρχει πρόβλημα με το ρατσισμό. Θέση επικίνδυνη και ρατσιστική. Λες και γράφεται Ελληνας στο μέτωπό μας. Σήμερα η πραγματικότητα επιβεβαιώνει τις δικές μας θέσεις.

Σοβαρότατο το λεγόμενο πρόβλημα των νέων δεύτερης και τρίτης γενιάς των οικονομικών μεταναστών, συμπεριλαμβανομένων και των Ελλήνων. Συζήτηση και με την ΚΝΕ και με συντρόφους από άλλες εθνότητες και συντονισμός πάλης για τέτοια ζητήματα και για τα ΔΣ των Κοινοτήτων.

Για το θέμα της ενσωμάτωσης πρέπει να προβάλλουμε τις θετικές εμπειρίες από τις σοσιαλιστικές χώρες με τα παιδιά των πολιτικών προσφύγων. Προσωπικά τυχαίνει να έχω γνωρίσει αρκετούς και από παλιότερες επισκέψεις στις χώρες αυτές και όλοι ξέρανε άπταιστα και την ντόπια γλώσσα και την ελληνική και όλοι, μα όλοι, είχαν κάποια μόρφωση, που τους παρασχέθηκε δωρεάν. Ενσωματωμένοι στην ντόπια κοινωνία και κανένα πρόβλημα ρατσισμού.

Γιατί η Σουηδία ή η Γερμανία ή οποιαδήποτε άλλη χώρα σήμερα, παρ' όλο που μας λένε ότι είναι αναπτυγμένες, δεν μπορούν να λύσουν τέτοια ζητήματα που οξύνονται και θα εκραγούν σύντομα.

Να ένα επιχείρημα, ότι αυτά τα ζητήματα μόνο στο σοσιαλισμό λύνονται. Γιατί ο καπιταλισμός γεννάει και ρατσισμό. Να η ανωτερότητα και η ανθρωπιά του σοσιαλισμού.

Γενικά οι εμπειρίες που θα αποκτούν οι σύντροφοι και φίλοι μας από τη συμμετοχή τους στο ντόπιο κίνημα, θα βοηθούν και το Κόμμα μας να έχει καλύτερη και ακριβέστερη εικόνα για το βαθμό ανάπτυξης του κινήματος στις χώρες αυτές.

Για να γίνουν πιο σωστά τα παραπάνω, χρειάζεται να επεξεργαστούμε ενιαίο πρόγραμμα δράσης για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Πρέπει να πέσει πολύ βάρος στην ιδεολογική δουλιά και πρώτα απ' όλα να αφομοιωθεί απ' όλους η διαλεχτική σχέση τακτικής - στρατηγικής.

Εκτός από τα κομματικά έντυπα να δούμε και πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε τον «902», αφού μπορούμε όλοι και τον βλέπουμε εδώ στην Ευρώπη.

Πάνος Απέργης

ΚΟΒ Κοπεγχάγης

Θεωρία και πράξη στην καθημερινή πολιτική καθοδηγητική δουλιά

Η θεωρία με την πράξη είναι οι δύο αντίθετοι πόλοι μιας διαλεκτικής ενότητας.

Δεν μπορεί να κάνει το ένα χωρίς το άλλο.

Ετσι ακριβώς συμβαίνει και στην πολιτική δραστηριότητα.

Δεν μπορείς να κατανοήσεις την κίνηση της πολιτικής ζωής, άρα και την τακτική και τη στρατηγική του κόμματός σου, αν δε γνωρίζεις τουλάχιστον μερικά βασικά ζητήματα της κοσμοθεωρίας μας.

1. Το γεγονός ότι η κίνηση υλοποιείται μέσα από την αδιάκοπη σύγκρουση αντιθέτων, όπου η μια πλευρά της αντίθεσης, υπάρχει πάντα μαζί με την άλλη.

Π.χ., μπορώ και δεν μπορώ. Συνυπάρχουν. Αρα δεν μπορείς να υποστηρίζεις ότι δεν μπορείς, γιατί έτσι αγνοείς τον άλλο πόλο της αντίθεσης, το ΜΠΟΡΩ. Επόμενα κι εκεί που δε βλέπεις διέξοδο και νομίζεις ότι δεν μπορείς, ψάξτο καλύτερα να βρεις αυτό που μπορείς και θα προωθήσει το στόχο σου.

Π.χ., λένε μερικοί σύντροφοι: «Τόσα μπορούμε, τόσα κάνουμε». Ενώ δηλαδή αναγνωρίζει ΓΝΩΣΗ των δυνατοτήτων του ο σύντροφος, ταυτόχρονα αγνοεί τον άλλο πόλο της αντίθεσης, γνώση - άγνοια, δηλαδή αγνοεί την ΑΓΝΟΙΑ του για τις δυνατότητες που έχει για πολιτική δράση.

2. Το νόμο της ποσοτικής συσσώρευσης που οδηγεί στην ποιοτική αλλαγή.

Π.χ., ακούς συχνά μετά από ανάλυση της σημασίας επίτευξης κάποιου επιμέρους στόχου, όπως για παράδειγμα το συλλαλητήριο της 9.10.04, «Ε! και τι θα γίνει; Τι θα βγει;»

Μα η ποιοτική αλλαγή της συνείδησης της εργατικής τάξης, δηλαδή η επαναστατικοποίησή της, δεν είναι έργο μιας πράξης. Είναι έργο πολλών πράξεων, όπου σε κάθε πράξη συσσωρεύονται εμπειρίες, γνώση, που σε συνδυασμό με τη δική μας καθημερινή παρέμβαση οδηγούν στο πέρασμα της συνείδησης στην επόμενη πράξη, που είναι βήμα ποιοτικά ανώτερο από την προηγούμενη πράξη (φυσικά, μπορεί να συμβεί και το αντίθετο). Το Κόμμα με τα συνέδριά του και με τις αποφάσεις των οργάνων του, αποφασίζει σε τελική ανάλυση τον τρόπο, τη μορφή και το περιεχόμενο της παρέμβασης στη συνείδηση της εργατικής τάξης.

Οταν λέει, το Κόμμα ότι άρχισε να διακρίνεται ένας ριζοσπαστικός πόλος, αυτό δεν έγινε με την καθημερινή μας πολιτική δουλιά, με δράση που οδήγησε στην ποιοτική αλλαγή της συνείδησης κάποιου τμήματος της εργατικής τάξης;

Π.χ., «Ο αγώνας για το σοσιαλισμό», λένε οι Θέσεις, «κατανοείται από στελέχη και μέλη ως στόχος του απώτερου μέλλοντος και όχι ως αγώνας που επηρεάζει και καθορίζει τη δράση του σήμερα».

Δεν αντανακλάται εδώ άγνοια, ή λειψή αφομοίωση του νόμου της ποσοτικής συσσώρευσης;

Δεν αντανακλάται εδώ άγνοια ή λειψή αφομοίωση της σχέσης ανάμεσα στη στρατηγική και τακτική; Οτι δηλαδή είναι διαλεκτική σχέση, ότι δηλαδή δεν μπορεί να υπάρχει το ένα χωρίς το άλλο, άρα κι αφού η στρατηγική σου, σαν κόμματος νέου τύπου που έχει διατυπωθεί και κατοχυρωθεί από τις αρχές του 20ού αιώνα είναι ο σοσιαλισμός, πώς είναι δυνατόν η ταχτική σου, που είναι διαλεκτικά δεμένη με τη στρατηγική σου, δηλαδή το σοσιαλισμό, να μην έχει αναφορά σ' αυτόν;

3. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολλά ακόμα τέτοια παραδείγματα.

Ομως θέλω να σκεφτούμε και το εξής:

Φτάνουν τα μαθήματα στις κομματικές σχολές και η αυτομόρφωση, που οπωσδήποτε είναι τα βασικά βήματα που πρέπει να γίνουν και γρήγορα και μαζικά; Νομίζω πως όχι.

Πιστεύω ότι χρειάζεται καθημερινό μπόλιασμα, δέσιμο της θεωρίας μας με τις πολιτικές μας αποφάσεις (που σε σχέση με τις θεωρητικές μας βάσεις είναι η πράξη - ενώ σε σχέση με την υλοποίησή τους οι πολιτικές αποφάσεις είναι η θεωρία).

Π.χ. Δε βλέπεις τέτοιο μπόλιασμα στις θέσεις που είναι πολιτικό ντοκουμέντο, εξαιρετικά σημαντικό. Οπως και σε άλλα σημαντικά πολιτικά ντοκουμέντα. Να υπάρχει δηλαδή, αναφορά στο κείμενο του πολιτικού ντοκουμέντου, σε βασικά σημεία της κοσμοθεωρίας μας, όπου πατάνε τα βασικά σημεία του πολιτικού ντοκουμέντου.

Δε βλέπεις, επίσης, τέτοιο μπόλιασμα στην καθημερινή καθοδηγητική δουλιά, στο Γραφείο Περιοχής, στην Επιτροπή Πόλης, στα Νομαρχιακά Γραφεία, και στις Νομαρχιακές Επιτροπές. Πολύ περισσότερο στις ΚΟΒ. Π.χ. πόσοι και πόσο συνδέσαμε την ανάλυση των αιτημάτων του ΚΚΕ για το συλλαλητήριο της 9.10.2004, με το νόμο της αξίας, της υπεραξίας, της πτωτικής τάσης του μέσου ποσοστού κέρδους;

Ισως θεωρούμε θεωρία την πολιτική απόφαση. Ισως επειδή μια τέτοια καθοδηγητική δουλιά απαιτεί ποσοτικά και ποιοτικά πιο ανεβασμένη καθοδηγητική δουλιά, γεγονός που απαιτεί περισσότερο χρόνο προετοιμασίας, χρόνο που θέλουμε να τον διαθέσουμε και σε πολλές άλλες δουλιές - χρεώσεις που έχουμε. Ισως γιατί υποτιμούμε τη σημασία, αλλά κυρίως τη βοήθεια που θα δώσει στην καθοδηγητική μας δουλιά ένας τέτοιος τρόπος καθοδήγησης.

Νίκος Φακιρίδης

Μέλος του Γραφείου Περιοχής

Αν. Μακεδονίας - Θράκης του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ