Σάββατο 25 Μάρτη 2000 - Κυριακή 26 Μάρτη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΓΥΝΑΙΚΑ
Η ΑΛΛΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Το κόκκινο κασκόλ

Ποιος λέει ότι το κόκκινο δεν πηγαίνει με το πράσινο; Με τα χρώματα δεν πρέπει να είναι κανείς συντηρητικός! Φτάνει ένα κόκκινο κασκόλ και όλα ξεχνιούνται! Ο κόσμος καρφώνει τα μάτια του - έκπληκτος - πάνω σε αυτή τα θαυμάσια κόκκινη λουρίδα. Ποιος νοιάζεται για την απάτη! Η Εντύπωση έχει σημασία. Κόκκινο, λοιπόν! Για να τραβάει την προσοχή. Για να εξαπατά. Για να δικαιολογεί τα αδικαιολόγητα: την παραχάραξη, την παραποίηση, την κλεψιά!

Μετά την πρώτη κατρακύλα ποιος τον σταματάει; Παίρνει τους δρόμους, τις πλατείες, τα βουνά και τα λαγκάδια και έτσι όπως ανεμίζει το κόκκινο κασκόλ στον αέρα - και απαλλαγμένος από σοβαρότητα - σφυρίζει αδιάφορα. Κανένας - ελπίζει - δε θα τον καταλάβει! (Το κόκκινο - θέλει να πιστεύει - όλα τα εξαγνίζει).

Ανοίγει τα σύνορα στα ξένα στρατεύματα, πουλάει σε ιδιώτες τις δημόσιες επιχειρήσεις, ανεβάζει την ανεργία στα ύψη, φέρνει κάτω από τα όρια της φτώχειας το 1/4 του λαού, βυθίζει την παιδεία στην ανυποληψία, παραδίδει την υγεία στην αγκαλιά των ιδιωτικών ιατρικών κέντρων, εξαφανίζει τις συντάξεις, εξαθλιώνει, ακόμα, και αυτό το κουτσό αστικό κράτος πρόνοιας, ανοίγει διάπλατα τις πόρτες στην ΟΝΕ... και το κόκκινο κόκκινο! Και η αιδώς πάει - μαζί του και αυτή - περίπατο!

Οσο βρίσκεται στο γραφείο του, βέβαια, ποιος νοιάζεται για τα χρώματα. Είναι αυτός και οι δικοί του εκεί. Φοράει ό,τι πραγματικά τον εκφράζει. Πράσινο - κι αυτό, όπως το κατάντησαν - ξεβαμμένο. Οταν όμως βγαίνει «στο λαό» τότε αλλάζει. Απλώνει το χέρι του - χωρίς ενδοιασμούς - στην ντουλάπα και τραβάει το πολύτιμο κόκκινο κασμίρ! «Τώρα θα ντυθώ Λένιν», αποφαίνεται. «Θέλω - οπωσδήποτε - τις αριστερές ψήφους»! Περνάει την κόκκινη κορδέλα στο σβέρκο του. Στέκεται μπροστά στον καθρέφτη. Καμαρώνει! «Τα χρώματα ανήκουν σε όλους», φωνάζει για να δικαιολογηθεί.

Ποιος θα εμποδίσει τον πρωθυπουργό να βάφεται κόκκινος; Ποιος τον εμποδίζει να βάφεται σοσιαλιστής; Δε νοιάζεται αυτός που μασκαρεύεται, οι άλλοι θα νοιαστούν; Ετσι κι αλλιώς - για πολλούς, δυστυχώς - οι έννοιες έχουν χάσει το νόημά τους. Και Λουδοβίκος μπορεί να βαφτεί. Και Ινδιάνος, ακόμα! Η «γκάμα» των αμφιέσεων είναι τεράστια. Ανάλογη με τις περιπτώσεις! Τα χρώματα θα κοιτάξουμε τώρα;

Και όμως τα χρώματα, αν δεν τα προσέξεις, έχουν τη δική τους - ξεχωριστή - λογική. Τη δική τους - ξεχωριστή - γλώσσα. Τιμωρούν! Δεν ταιριάζουν όλα με όλους. Κάποιοι, όπως ο πρωθυπουργός - για παράδειγμα - φορώντας κόκκινο γίνονται ωχροί. Τους «βάφει» - με την ανταύγειά του - και τα χείλη τους έντονα κόκκινα. (Καταλαβαίνετε...). Και όταν έρχεται σε επαφή με τον ήλιο ή με δυνατά φώτα κάνει πάνω στα μάγουλα αυτού που το φοράει - και δεν του ταιριάζει, βέβαια - άλλες παράξενες ανταύγειες, που μοιάζουν μάλλον με ντροπή που πάει και έρχεται. Δηλαδή με ντροπή που δεν είναι - ούτε καν - ντροπή. (Μια γίνεται κόκκινο και μια κίτρινο πεθαμένο!).

Τιμωρούνε τα χρώματα! Οποιος δεν τα σέβεται δέχεται την εκδίκησή τους. Τον κάνουν να φαίνεται αστείος, απροσάρμοστος... Γιατί, τι δουλιά έχει η - βαμμένη κόκκινη - αλεπού στο παζάρι; Ποιος παίρνει στα σοβαρά το κόκκινο κασμίρ που περιφέρεται; Ποιον ξεγελάει το περπάτημα της κόκκινης κορδέλας στους δρόμους; Δε βλέπουν το - ανατριχιαστικό - θέαμα; Ενα μακρύ κόκκινο κασκόλ περιφέρουν. Ενα μακρύ κόκκινο κασκόλ που ζητιανεύει - αριστερές- ψήφους!

Το κόκκινο, όμως, είναι το χρώμα του ποιητή, δεν είναι να το φοράει ο κ. Σημίτης. Το κόκκινο είναι το χρώμα της απόλυτης αρμονίας έργων και λόγων. Είναι το χρώμα της συνέπειας. Της επανάστασης. Πώς θα ταιριάξει το κόκκινο με όλη αυτή την απελπισία που περιφέρεται; Με όλη αυτή την ηττοπάθεια; Με όλη αυτή την παράδοση;

Φτάνει, ελπίζετε, μια κόκκινη πρόσθεση στο σβέρκο του να τον μετατρέψει από δυστυχία σε ελπίδα; Μπορεί, λέτε, το «Λακόστ» να του δώσει το κύρος που έχασε με τις πράξεις του; Μπορεί, λέτε, να ξεγελάσει, να ξεγελάσετε; Ξεχνάτε πως ετούτος ο λαός το κόκκινο το φτιάχνει μόνος του; Με τους αγώνες του; Και γι' αυτό το προσφέρει - μόνον - σε αυτούς που τους πάει! Σε αυτούς που το σέβονται!


Του
Νίκου Αντωνάκου

Τι είχαμε, τι χάσαμε...

Οι αγρότισσες δεν ξεγελιούνται

Κυβερνητικά στελέχη διατρέχουν την ύπαιθρο χώρα «σε αναζήτηση του χαμένου καιρού» - και της... χαμένης εμπιστοσύνης αγροτών και αγροτισσών. Τάζουν, όπως πάντα πριν από τις εκλογές, «λαγούς με πετραχήλια». Ομως οι πρόσφατες στατιστικές της EUROSTAT τους διαψεύδουν πανηγυρικά: Κατά 3% μειώθηκε ο αριθμός των αγροτών - αλλά και το αγροτικό εισόδημα - τον τελευταίο χρόνο, κατά 4% μειώθηκαν οι επιδοτήσεις, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα αυξήθηκαν οι φορολογικές επιβαρύνσεις κατά 9%. Ηδη η τιμή του λαδιού έχει συρρικνωθεί κατά 16%, ενώ αναμένονται με την «Ατζέντα του 2000» παραπέρα μειώσεις των αγροτικών τιμών.

Καθόλου τυχαία όλ' αυτά: Στα σχέδια της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι η αναγκαστική μείωση του αγροτικού μας πληθυσμού από 27% σε 8%. Και οι αγρότισσες το έχουν συνειδητοποιήσει: Χαρακτηριστικά τα λόγια της Σούλας Αγιώτου από το Βόλο, που διαβάζουμε στο βιβλίο «Η εικόνα της άνεργης γυναίκας στα αστικά κέντρα της Θεσσαλίας» (πρόσφατη έκδοση της Ομοσπονδίας Γυναικών Ελλάδας, που υλοποίησε το Κέντρο Γυναικών Καρδίτσας).

Ποιο είναι το μέλλον μας;

«Ποια είναι η υποστήριξή μας - ρωτάει η αγρότισσα - από τα αρμόδια υπουργεία Γεωργίας και Εμπορίου, όταν τα αμύγδαλα έχουν ξεπεράσει στην κατανάλωση τις 2.000 δρχ. το κιλό και σε μας δεν προσφέρουν ούτε 1.000; Ποιος θα υποστηρίξει τους αγρότες της περιοχής μας, που πληρώνουν μεροκάματα για κλάδεμα, για όργωμα, για προμήθειες λιπασμάτων, φυτοφάρμακα, έτσι ώστε να προετοιμαστούν για τη νέα σοδειά;

»Δυστυχώς στα προβλήματα και την αγωνία του αγρότη για το αύριο δεν τους καίγεται καρφί. Ποιο είναι το μέλλον μας; Πού θα στραφούμε για δουλιά εμείς και τα παιδιά μας; Στα κλειστά εργοστάσια του Βόλου ή στους καταλόγους των χιλιάδων ανέργων;».

Οι γυναίκες της υπαίθρους έχουν καταλάβει πολύ καλά τους στόχους των ιθυνόντων, έχουν νιώσει στο πετσί τους πως αυτό που επιδιώκεται είναι να φύγει από τα χέρια των αγροτών η αγροτική παραγωγή, να μειωθεί ή να την υφαρπάξουν άλλοι για να την εκμεταλλευτούν, αυξάνοντας τα ήδη μεγάλα κέρδη τους. Η Θεσσαλία λ.χ., μια από τις πιο καρπερές περιοχές της χώρας μας βλέπει τη γεωργία και την κτηνοτροφία της να συρρικνώνεται, να διαλύεται, να καταστρέφεται - με δραματικές συνέπειες όχι μόνο για τους αγρότες, αλλά και για άλλα στρώματα εργαζομένων.

Φυγή προς την πόλη

Επισημαίνει στην ίδια έρευνα η Ρούλα Χαλάτση, μέλος του ΔΣ της ΟΓΕ και στέλεχος του Συλλόγου Γυναικών Καρδίτσας: «Οπως είδαμε και στην έρευνα για τη γυναίκα της υπαίθρου (σ.σ. έρευνα της ΟΓΕ που προηγήθηκε) το όνειρο και η ελπίδα τους είναι να φύγουν από το χωριό και τη σκληρή ζωή της αγρότισσας. Η πόλη φαντάζει σωτήρια. Βέβαια, από την έρευνα φαίνεται ότι ούτε αυτή η επιλογή, ή η διέξοδος καλύτερα, τους δίνει τη ζωή που ονειρεύτηκαν... Μόνο το 20% περίπου των γυναικών των πόλεων θεωρούνται εύπορες, ενώ το υπόλοιπο 80% ανήκει στα πολύ χαμηλά ή μέτρια εισοδήματα...

... Θα πρέπει να τους πούμε ότι η εργασία είναι δικαίωμα και κανείς δεν μπορεί να τους το στερεί στο όνομα καμιάς σύγκλισης, απόκλισης και ό,τι άλλο βρίσκουν για να παραπλανήσουν τις γυναίκες. Θα πρέπει να μιλήσουμε στις γυναίκες της πόλης και των χωριών για το τι σημαίνει να παίρνονται οι αποφάσεις σε κέντρα έξω από την πατρίδα μας, με συνυπευθυνότητα και της ελληνικής κυβέρνησης, βέβαια. Θα πρέπει να τους πούμε ότι η παραγωγή των χωραφιών τους είναι κόπος, είναι χρόνος από τη ζωή τους, είναι η ίδια η ζωή τους και κανείς από πουθενά - και στο όνομα τίνος; - δεν μπορεί να φτιάχνει ατζέντες που θα λένε πόσο, τι, γιατί, όχι άλλο, όχι αυτό, ούτε το άλλο και τελικά φύγετε από τα χωριά σας. Και να γίνετε τι; Αναλώσιμα των ριάλιτι και αποχαυνωμένοι θεατές σίριαλ, σαπουνόπερων ή ναι, είναι κι αυτό... καταρτίσιμες σε προγράμματα με περίεργα ονόματα».

Ενα συμπληρωματικό εισόδημα...

Αποκαλυπτική για τη σημερινή κατάσταση των αγροτισσών είναι όσα λέει η πρόεδρος του συλλόγου γυναικών Λιτόχωρου Νίκη Τσιμούρτα (και να σκεφτεί κανείς ότι η περίπτωση του Λιτόχωρου δεν είναι από τις χειρότερες). «Βέβαια, η οικονομική κρίση επηρεάζει κάπως αργότερα το Λιτόχωρο, γιατί μαζί με το εισόδημα της δουλιάς του άντρα υπάρχει σε κάθε νοικοκυριό και ένα συμπληρωματικό εισόδημα από ένα σπίτι, ένα μαγαζί, που νοικιάζεται, χωράφι και άλλα. Τώρα όμως δεν αποδίδουν αυτά τα συμπληρωματικά εισοδήματα, γιατί ούτε τα σπίτια νοικιάζονται, ούτε το χωράφι έχεις συμφέρον να το καλλιεργείς, ένας όταν δουλεύει στην οικογένεια δε φτάνει πια για να καλύψει τις ανάγκες της σε σχέση με τις αυξημένες απαιτήσεις των παιδιών.

»Καταλαβαίνει η γυναίκα ότι πρέπει να δουλέψει, όχι απλά για να κατακτήσει την ισοτιμία της, αλλά γιατί αυτό είναι ανάγκη. Βρίσκεται απροετοίμαστη να δουλέψει: Αλλά πού; Τι; Πολλές βγαίνουν να βοηθήσουν στις οικογενειακές επιχειρήσεις, εποχιακά κυρίως, όπως «κάμπιγκ», εμπορικά κλπ. γιατί δε «βγαίνουν» αυτές οι οικογενειακές επιχειρήσεις όταν απασχολούν και εργάτες με την κρίση που υπάρχει. Πολλές νέες κοπέλες κυρίως, κυνηγούν τα σεμινάρια, επιδοτούμενα ή μη, που και σε αυτά μόνο με μέσο μπορείς να πάρεις μέρος, ελπίζοντας σε μια δουλιά που δε βρίσκεται. Πολλές δουλεύουν εποχιακά σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις ή παίρνουν «φασόν», όλες κάνουν ό,τι μπορούν για να αντεπεξέλθει η οικογένεια στα έξοδα που έγιναν δυσβάσταχτα. Για ασφάλεια, ούτε σκέψη, τώρα επείγει να βγει το καθημερινό. Βρίσκει η γυναίκα συμπληρωματικές δουλιές ανασφάλιστη...».

Και μια που έγινε λόγος για την ασφάλιση της αγρότισσας να θυμίσουμε το «εκσυγχρονιστικό» πισωγύρισμα που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια:

... χωρίς ασφάλιση

Με νέο νόμο άλλαξαν οι προϋποθέσεις ασφάλισης και σύνταξης από τον ΟΓΑ: Σύμφωνα με το νόμο αυτό, όλα τα μέλη της οικογένειας που ασχολούνται με αγροτικές εργασίες ασφαλίζονται υποχρεωτικά στο νέο οργανισμό με πολύ υψηλά ασφάλιστρα για τον κλάδο σύνταξης και ασθένειας. Παρέχουν όμως τη δυνατότητα στο αντρόγυνο αν δεν επιθυμούν να ασφαλιστούν και οι δύο, λόγω της μεγάλης οικονομικής επιβάρυνσης, ο ένας από τους δυο να κάνει υπεύθυνη δήλωση του νόμου ότι δεν επιθυμεί να ασφαλιστεί (!) Είναι αυτονόητο ότι το πρόσωπο που θα εξαιρείται από την ασφάλιση θα είναι η γυναίκας.

Ετσι, η αγρότισσα, που με αγώνες πέτυχε μια ανεξάρτητη σύνταξη, έστω και ελάχιστη, θα τη στερηθεί και αυτή και θα γίνει και πάλι εξάρτημα του συζύγου, γιατί εκτός από τη στέρηση της σύνταξης, αν δεν είναι ασφαλισμένη, δε θα μπορεί να πάρει δάνειο από τράπεζες.

Η ασφάλιση, με το νόμο αυτό, θα γίνεται σε επτά ασφαλιστικές κλάσεις, ανάλογα με το πουγκί του καθενός. Είναι ευνόητο ότι τα ποσά των συντάξεων θα είναι και αυτά ανάλογα με την κλάση στην οποία θα ασφαλίζεται η αγρότισσα. Ετσι και στην περίπτωση ακόμη που αντέχει το οικογενειακό εισόδημα για την ασφάλιση και των δυο συζύγων, η γυναίκα θα είναι αυτή που θα ασφαλίζεται σε κατώτερες κλάσεις, γιατί η επιβάρυνση είναι μεγάλη.

Και ποιες είναι οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης;

* Σύνταξη γήρατος θα παίρνει η αγρότισσα μόλις συμπληρώσει το 65ο χρόνος της ηλικίας της και έχει συμπληρώσει εισφορές για πέντε χρόνια. Από το 2004 ο χρόνος των πέντε ετών προσαυξάνεται ανά ημερολογιακό έτος κατά ένα χρόνο μέχρι τη συμπλήρωση 15 ετών ασφάλισης.

* Σύνταξη αναπηρίας θα παίρνει όταν έχει συμπληρώσει πέντε χρόνια ασφάλισης και να έχει 600 ένσημα κατά την τελευταία 5ετία ή 15 χρόνια, ανεξάρτητα από πενταετία και έχει κριθεί ανάπηρη σε ποσοστό 67%.

(Στοιχεία από την έκδοση της ΟΓΕ «Γυναίκα, εργασιακές σχέσεις, κοινωνική πολιτική»).


Επιμέλεια:
Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ