Σάββατο 4 Απρίλη 2020 - Κυριακή 5 Απρίλη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΓΥΝΑΙΚΑ
Βασιλίσα Μαλίγκινα: Ο έρωτας στα χρόνια της επανάστασης

Μια παρουσίαση του μυθιστορήματος της Αλεξάνδρας Κολοντάι που κυκλοφορεί από τη «Σύγχρονη Εποχή»

Στο μυθιστόρημά της «Βασιλίσα Μαλίγκινα» η Αλεξάνδρα Κολοντάι πραγματεύεται την ανάλυση της προσωπικότητας και της στάσης ζωής μιας νεαρής εργάτριας που έζησε την περίοδο της προετοιμασίας και νίκης της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης αλλά και τα πρώτα χρόνια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Η μπολσεβίκα Βασιλίσα (ή Βάσια) ερωτεύεται τον αναρχικό Βλαντίμιρ που, κάτω από την αίγλη της Οκτωβριανής Επανάστασης και τη δική της προσωπική επιρροή, προσχωρεί στο μπολσεβίκικο κόμμα. Οι δυο τους γίνονται ζευγάρι κυριολεκτικά μέσα στη φωτιά της Επανάστασης. «Αλήθεια, πώς ήταν τότε οι άνθρωποι;... Πολεμούσαν. Με πάθος. Με πίστη. Ανυποχώρητα. Στα μάτια τους έβλεπες μια σιωπηλή αποφασιστικότητα: Δε θα υποχωρούσαν ούτε μπροστά στο θάνατο! Κανείς δε σκεφτόταν τον εαυτό του... Μπορούσε κανένας να σταθεί μόνος του;».

Η Βάσια και ο Βλαντίμιρ συναντήθηκαν σε μια λαϊκή συνέλευση, τότε που οι πιο πολλοί ένα πράγμα σκέφτονταν: Τη νίκη των μπολσεβίκων. Ο έρωτάς τους σφυρηλατήθηκε μέσα στις συγκρούσεις που γίνονταν όλο και πιο βίαιες, στην ατμόσφαιρα που γινόταν όλο και πιο εκρηκτική, στην προσμονή της καταιγίδας που παραμόνευε αναπόφευκτη.

Τις νύχτες που κινδύνευαν από τους λευκοφρουρούς ή τους συνωμότες, οι δυο ερωτευμένοι υπόσχονταν ο ένας στον άλλον ότι κανείς τους δεν θ' άφηνε τη δουλειά, ακόμα κι αν το ταίρι του σκοτωνόταν. Ηταν δυο επαναστάτες που έπρεπε να συνεχίσουν τον αγώνα τους. Ν' αγωνιστούν, να νικήσουν, και μόνο μετά τη νίκη, αν το έφερνε η ανάγκη, να θρηνήσουν το χωρισμό...

«Σε λίγο καιρό, τούτος ο δεσμός ενός πλάσματος μ' ένα άλλο, ο γεμάτος εμπιστοσύνη που μου φέρνει δάκρυα, δεν θα υφίσταται πια. Ολα τούτα, όλα όσα σκέφτομαι τούτη τη στιγμή είναι γοητεία, "ρομαντισμός" - ρομαντισμός είναι όλη η ζωή μου εδώ και μερικά χρόνια... Ρομαντισμός ίσως κι η ζωή του κόκκινου επαναστάτη που τραβάει καβάλα στο άλογό του. Πού να τραβάει τάχα; Στο θάνατο, τις περισσότερες φορές, μα θυσιάζεται για μια ομορφότερη, δικαιότερη, ευτυχέστερη και βαθύτερη σε νόημα ζωή» (Ναζίμ Χικμέτ, «Οι ρομαντικοί»).

Διαπάλη ανάμεσα στο «παλιό» και το «καινούργιο»

Η συγγραφέας του μυθυστορήματος Αλεξάνδρα Κολοντάι
Η συγγραφέας του μυθυστορήματος Αλεξάνδρα Κολοντάι
Η Βασιλίσα και ο Βλαντίμιρ κατάφεραν να δουν μαζί τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης, συνεχίζοντας τον αγώνα τους χωρίς να γευτούν την πίκρα της απώλειας του αγαπημένου τους προσώπου.

Πάλεψαν για τη θεμελίωση και ανάπτυξη της νέας κοινωνίας που συντελέστηκε από την επαναστατική εργατική εξουσία με καθοδηγητικό πυρήνα της το Κομμουνιστικό Κόμμα. Από την αρχή, το πρώτο εργατικό κράτος που διαμορφώθηκε στη Σοβιετική Ρωσία σάρωσε όλους τους νόμους που διατηρούσαν και ενίσχυαν την ανισότητα των δύο φύλων, που υποδούλωναν τη γυναίκα στον άντρα μέσα στην οικογένεια. Για να θεμελιώσει αυτό το επαναστατικό έργο επιτέλεσε σπουδαία άλματα στην οικονομική και κοινωνική ζωή αλλά και στη νομοθεσία. Ομως, «η ισότητα απέναντι στο νόμο δεν είναι ακόμα και ισότητα στη ζωή» (Λένιν).

Στην προεπαναστατική Ρωσία εκατομμύρια γυναίκες ήταν αποκλεισμένες από την κοινωνική παραγωγή και την κοινωνική δράση, εγκλωβισμένες στη φροντίδα του ατομικού νοικοκυριού και της οικογένειας. Οι δυσκολίες που εμφανίστηκαν για το πέρασμα από την τυπική στην ουσιαστική ισοτιμία των δύο φύλων συνδέονταν και με το γενικό οικονομικό - πολιτιστικό επίπεδο εκκίνησης της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στη Ρωσία και συνολικά στη Σοβιετική Ενωση.

«...Για μας τους επαναστάτες, αδελφούλη μου, οι γυναίκες είναι το όπιο του λαού! Αν ήταν στο χέρι μου, θα έγραφα αυτό το ρητό με κεφαλαία γράμματα ανάμεσα στους κομματικούς κανόνες και θα διέταζα κάθε κομμουνιστή, κάθε κομματικό μέλος, να το διαβάζει τρεις φορές το βράδυ πριν πέσει να κοιμηθεί και τρεις φορές το πρωί με αδειανό το στομάχι» (Μιχαήλ Σόλοχοφ, «Ξεχερσωμένη Γη», 1930).

Η διαπροσωπική σχέση του Βλαντίμιρ και της Βάσιας πέρασε σε άλλη φάση. Ενας άντρας και μια γυναίκα που βγήκαν από το καμίνι της επανάστασης ρίχτηκαν στη δουλειά, συμβάλλοντας με τη δράση τους στη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Σ' ένα πρώτο επίπεδο, η σχέση μεταξύ των δύο χαρακτήρων του μυθιστορήματος αντανακλά τις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων. Βαθύτερα εκφράζει τη διαπάλη ανάμεσα στο «παλιό» και το «καινούργιο».

Το επαναστατικό κύμα έφερε στην επιφάνεια τα ζητήματα των κοινωνικών σχέσεων, των σχέσεων ανάμεσα στα δύο φύλα, των οικογενειακών σχέσεων, του γάμου, του έρωτα. Οι νέες αξίες και αντιλήψεις, οι νέοι κανόνες ανάμεσα στις υποχρεώσεις του ατόμου απέναντι στην κοινωνία, οδηγούν στην επαναστατικοποίηση των σχέσεων και μέσα στην οικογένεια.

Το ζευγάρι αναγκάστηκε να ζει χώρια, καθένας σε διαφορετικό μέρος της Ρωσίας. Η Επανάσταση δεν είναι παιχνίδι ούτε γιορτή, ζητά απ' όλους θυσίες. «Ολα για το κοινό καλό... όλα για τη νίκη της Επανάστασης».

Ωστόσο, ο πρώην αναρχικός αποδείχτηκε λιγότερο ανθεκτικός στις «Σειρήνες» από τη χαλκέντερη μπολσεβίκα. Αρχίζει να υποτάσσει την επανάσταση στις δικές του ατομικές ανάγκες. Στις ατομικές του ανάγκες επιθυμεί να υποταχθούν και οι επιλογές της συντρόφισσάς του. Η κατανόησή του εξαντλείται όταν τα δικά της κομματικά καθήκοντα συγκρούονται με τις συζυγικές «υποχρεώσεις» (νοικοκυριό, φαγητό, εμφάνιση, συντροφιά, σεξουαλική έλξη κ.ά.). Προτιμά να συμπεριφέρεται σαν «παλαιάς κοπής» σύζυγος, λες και δεν υπήρξε ισάξια συντρόφισσά του στην Επανάσταση, στον κίνδυνο, στην οικοδόμηση, στο Κόμμα. «...Οι δυο μας θα ζήσουμε "σαν άρχοντες", θα το δεις! Εχω δικό μου άλογο και αγελάδα και αυτοκίνητο πάντα στη διάθεσή μου. Εχω και υπηρέτρια, δε θα έχεις καμιά έγνοια για τις δουλειές του σπιτιού, θα ξεκουραστείς...».

Με τη Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ) τα πάντα αλλάζουν για το νεαρό ζευγάρι. Ο πρώην αναρχικός γίνεται «διευθυντής» και η μπολσεβίκα εργάτρια, που ζούσε σε μια σοφίτα, τρεφόταν με τα σοβιετικά συσσίτια και αφιέρωνε όλες τις δυνάμεις της στην κομματική δουλειά, «προβιβάζεται» ακούσια σε «κυρία διευθυντού».

Η ΝΕΠ εγκαινιάστηκε το 1921 σε στιγμές δύσκολες για τη Σοβιετική Ενωση. Σε αντιδιαστολή με τον «πολεμικό κομμουνισμό», ενίσχυσε τις εμπορευματικές - χρηματικές σχέσεις και αναστάλθηκε σταδιακά, έχοντας όμως προηγουμένως διαμορφώσει προβλήματα που λειτούργησαν σε βάρος του συνολικού κοινωνικού συμφέροντος.

Η Βασιλίσα παλεύει. Παλεύει με τις κοινωνικές και ιδεολογικές συνέπειες της ΝΕΠ, παλεύει να επαναφέρει τον σύντροφό της στον επαναστατικό δρόμο, παλεύει με τα συναισθήματά της. Είναι δυνατό να συνεχίσει να ζει με κάποιον που αρχίζει να μην εκτιμά; Πώς μπορεί να συμβιώνει μ' έναν «διευθυντή» που αντικρίζει αφ' υψηλού τους εργάτες; Να είναι η «κυρία» του «κυρίου», δεμένη μαζί του με μια αγάπη που συντηρείται μόνο από τον δικό της έρωτα, χωρίς πια να στηρίζεται σε αμοιβαία κατανόηση, στον αλληλοσεβασμό;

Ακου το τραγούδι της φλογέρας που θρηνεί το χωρισμό...*

«...Κι αν δε θέλεις πια να τ' ακούσεις, δεν έχει νόημα να συνεχίσεις. Πες ένα απλό αντίο και φύγε...» (Τζελαλεντίν Ρουμί).

Μέσα από ένα λογοτεχνικό κείμενο - έκπληξη (αν και υπερβολικά περίτεχνο κάπου κάπου), η συγγραφέας εστιάζει ανάμεσα στα άλλα και στον έρωτα. Τον έρωτα που γεννιέται μέσα σε ακραίες συνθήκες της ταξικής πάλης. Που μεγαλώνει μέσα στη φωτιά της σοσιαλιστικής επανάστασης, που τρέφεται από αυτήν και που θα τροφοδοτήσει με τη δυναμική του τη ζωή και τη δράση των επαναστατών. Η ίδια η επανάσταση τον διαμορφώνει, τον καθορίζει, τον καθοδηγεί.

Η επανάσταση θα τον βάλει ταυτόχρονα και σε δοκιμασία. Η αναμόρφωση συνολικά της κοινωνίας, που θα δώσει νέο περιεχόμενο στις σχέσεις μεταξύ των φύλων και τον συναισθηματικό δεσμό τους, βρίσκεται εν τω γίγνεσθαι ακόμα. Οι επαναστατικές προκλήσεις δοκιμάζουν τις σχέσεις, ακόμα και τον ίδιο τον έρωτα. Πριν όμως πλήξουν τον έρωτα, επιτίθενται στη συμβίωση. Για να ζήσουν και να δράσουν μαζί δύο άνθρωποι χρειάζονται κάτι περισσότερο από έρωτα.

Η Βάσια, βαθιά πληγωμένη από την προδοσία του Βλαντίμιρ, παλεύει με τα συναισθήματά της. Ο σύντροφός της, συνοδοιπόρος ως χτες στους στόχους και στη ζωή, πρόδωσε τα όνειρα και πλήγωσε τα συναισθήματα που άνθισαν στο έδαφος των κοινών ονείρων.

Η Βασιλίσα εξακολουθεί να τον αγαπά. Μα δεν τον χρειάζεται πια. «...Της είναι απαραίτητος για να πορευτούν μαζί στη ζωή; Οχι, απάντησε η καρδιά της, πέρα από κάθε αμφιβολία. Αυτή ήταν η απάντηση όταν ρώτησε τον εαυτό της. Τέτοιος που κατάντησε δεν τον έχει ανάγκη».

Πάνω απ' όλα είναι η ζωή. Και η ζωή, για τον κομμουνιστή, και κυρίως για την κομμουνίστρια, που βλέπει να ανατέλλει ένα καλύτερο μέλλον μέσα από την πίστη της, τη δράση της, τις δυνατότητες που της παρέχει η εργατική εξουσία, μπορεί να γίνει ένας παράδεισος. Ενας παράδεισος καμωμένος από τα χέρια των πολλών. «Πρέπει να ζήσουμε... Να ζήσουμε! Πόσο όμορφο είναι να ζεις και να δουλεύεις. Να ζεις και ν' αγωνίζεσαι. Να ζεις και ν' αγαπάς τη ζωή...».

* Ποίημα του Πέρση ποιητή Τζελαλεντίν Ρουμί


Εύη ΚΟΝΤΟΡΑ
Μέλος του Τμήματος της ΚΕ για την Ισοτιμία των Γυναικών



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ