Κυριακή 8 Ιούλη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΓΥΝΑΙΚΑ
Η ΑΛΛΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Η Κατερίνα με το πανέρι!

Στις 13-5-07 η «άλλη διάσταση», με αφορμή τα εγκαίνια του Ογκολογικού Νοσοκομείου, από την «αφρόκρεμα» του τόπου, παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας και άλλων «πρωτοκλασάτων» πολιτικών, έγραφε για τους σύγχρονους «ευεργέτες», οργισμένη: «Ολοι οι παραπάνω, και μερικοί άλλοι, που χάριν συντομίας, παρέλειψα, συμμετείχαν σε ένα στημένο παιχνίδι, σε μια φαντασμαγορική συμπαιγνία! Ολοι οι παριστάμενοι και οι άλλοι της ίδιας συνομοταξίας, που για λόγους τυχαίους, δεν παραβρέθηκαν, γνώριζαν πως τα θεμέλια του ογκολογικού νοσοκομείου για τα παιδιά τα έβαλε ο ιδρώτας του εργαζόμενου και όχι η γυναίκα του Βαρδινογιάννη...».

Το ίδιο βράδυ στο e-mail μου έφτασε πρώτα μια φωτογραφία, την οποία, δυστυχώς, δεν μπορώ να δημοσιεύσω! Αμέσως, όμως, μετά έφτασε και ένα κείμενο. Το οποίο, έστω και με καθυστέρηση, δημοσιεύω. (Η καθυστέρηση δεν άλλαξε σε τίποτα τα πράγματα. Να τα χειροτέρεψε μπορεί, να τα διόρθωσε, σας βεβαιώνω, όχι).

«Στο Νυδρί της Λευκάδας, γνωρίσαμε την Κατερίνα. Γυρνούσε στα τραπέζια και πουλούσε τριαντάφυλλα σε ζελατίνα. Είχε μια πλαστική γλάστρα και τα κρατούσε στην αγκαλιά της. Τη ρώτησα πού είν' το σπίτι της και μου είπε, σπίτι δεν έχω ζούμε σε τσαντίρι, στο πάρκιν του χωριού. Η μάνα μου, ο πατέρας μου και τ' αδέρφια μου. Τέσσερα είμαστε, δύο αγόρια και δύο κορίτσια. Μια θεία μου, έχει δέκα, μας είπε. Πέντε αγόρια, πέντε κορίτσια. Κοιμάσαι καλά το βράδυ; της λέω. Εχει δροσιά, έρχεται αεράκι απ' τη θάλασσα κι είναι όμορφα, κοιτάζω τ' αστέρια και με παίρνει ο ύπνος. Το πρωί, όμως, κρεμάμε κουβέρτες, γιατί μας χτυπάει ο ήλιος. Σε ποια τάξη πηγαίνεις; τη ρωτάω. Στην Τρίτη, μου απαντά. Δεν την πίστεψα. Εγώ στα σχολεία βλέπω μόνο καλοσιδερωμένα παιδάκια και στα φροντιστήρια δε συνάντησα τσιγγάνους ποτέ. Δεν τους δέχονται.

Απέναντί μας στην προβλήτα ο δήμαρχος έστησε ανδριάντα στον Ωνάση. Η δουλικότητα σε όλο το μεγαλείο της. Ο μεγιστάνας μ' ένα σακάκι ριγμένο στον ώμο. Πλεϊμπόι με ύφος διανοούμενου. Εγώ γ... με τα λεφτά μου πριμαντόνες, συζύγους προέδρων, αγοράζω νησιά για να έρχομαι για κατούρημα. Αγοράζω πλοία, πουλάω όπλα, κάνω δωρεές, τσακίζω σαπιοκάραβα κι αρμέγω τις ασφάλειες, πουλάω όπλα, φτιάχνω ιδρύματα. Ο Ωνάσης είναι σταθερή αξία. Φέρνει τουρίστες. Δηλαδή φράγκα.

Ενας γέρος κάποτε που καθότανε δίπλα μου στα εξωτερικά ιατρεία του Ευαγγελισμού, έβηχε τόσο άσχημα σα να χτυπούσες τσαπί σε νταμάρι. Γύρισε στη μεριά μου κάποια στιγμή και μου είπε, σε λίγο θα χέσω το πλεμόνι μου. Γέλασα και τον ρώτησα τι έχει. Καρκίνο, μου λέει κοφτά. Δωρεά του Παπαστράτου...».

Μόλις διάβασα το ηλεκτρονικό μήνυμα, πήρα αμέσως τον συντάκτη του, τον ανιψιό μου, παιδί του αδερφού μου, που χάσαμε πρόσφατα. «Διαχρονικοί οι ευεργέτες, Αντώνη»; τον ρώτησα. «Διαχρονικοί αυτοί, διαχρονικοί και εμείς, που τους αποκαλύπτουμε και τους καταγγέλλουμε», μου απάντησε! «Τι να πούνε, όμως, τα λόγια, η εικόνα της Κατερίνας που σου 'στειλα μιλάει καλύτερα. Είδες τα μάτια της; Αυτά είναι φωτιές, δεν είναι μάτια! Ο Ωνάσης με το ριγμένο σακάκι, με τα καράβια και τα σκάνδαλα, και από κάτω η Κατερίνα με το πανέρι, με το τσαντίρι στο πάρκιν, με τα τέσσερα αδέλφια και τα δέκα ξαδέλφια. Πάντως, τώρα πια, αν αρρωστήσει, θα τη γιατρέψουν στο Ογκολογικό» σάρκασε! «Δεν μπορούμε να τη δημοσιεύσουμε! Φτάνει η ταλαιπωρία της, να μην την κάνουμε και βούκινο, καταλαβαίνεις»! «Δίκαιο έχεις! Μόλις κλείσουμε, όμως, θα σου στείλω μια "φωτογραφία" του Ασημάκη Πανσέληνου. Αυτή, σίγουρα, μπορείς να τη βάλεις»!

Σε χρόνο μηδέν έφτασε το τρίτο e-mail. Και εγώ κράτησα την υπόσχεσή μου. Οι «ΕΘΝΙΚΟΙ ΕΥΕΡΓΕΤΕΣ» του Ασημάκη Πανσέληνου, αφιερωμένοι στην Κατερίνα με το πανέρι.

Του έθνους μας αείμνηστοι Ευεργέτες/ ο Γεώργιος Αβέρωφ κι ο Συγγρός

(όρα και λεξικό Ελευθερουδάκη,/ να ιδείς κι οι δυο πως πήρανε τα εμπρός!)

Πνεύματα ζωτικά κι εξυψωμένα,/ και προπαντός: στο χρήμα φειδωλοί.

πλουτίσαν για της φτώχειας το χατίρι/ κι ωφέλησαν τον τόπο μας πολύ!

Γι' αυτό, σαν που απαιτεί δα κι η επιστήμη, χτίσαν στερεές, κι ευάερες φυλακές!

(Το πνεύμα και το χρήμα είν' υπερούσιες/ δυνάμεις υψηλές κι ευγενικές!)

Τώρα πια ο δικαστής με δίχως τύψη / κοιτάει του Ιησού την όψη την αιώνια,

το γράμμα και το πνεύμα του Ιδιώνυμου,/ και σε σφαλνά εκεί μέσα λίγα χρόνια!

Τώρα οι πατέρες βγάζουν για παράδειγμα / τα τέκνα τους σεργιάνι κατά κει,

κι εύχονται να γενούν χρηστοί πολίτες / να χτίσουνε κι αυτά μια φυλακή!


Του
Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ

Μια κόρη για τον πατέρα της

Ο Δημήτρης Κούκουρας
Ο Δημήτρης Κούκουρας
Εξήντα χρόνια συμπληρώθηκαν φέτος τον Ιούνη από τον τραγικό θάνατο του αγωνιστή Δημητρίου Κούκουρα, αντισυνταγματάρχη Πεζικού και επιτελάρχη της 8ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ. Με αφορμή την πρόσφατη επέτειο δημοσιεύουμε ένα αφιέρωμα στη μνήμη του, γραμμένο από την κόρη του, την Μάχη Κούκουρα, ειδική γραμματέα της ΠΕΑΦΕ. Δεν πρόλαβε να τον γνωρίσει, όμως η παρουσία του, νοερή, τη συνόδεψε τα χρόνια που ακολούθησαν το βίαιο θάνατό του μετά από βασανιστήρια... Η θύμηση, οδυνηρή, είναι και ένας οδηγητής...

«Εχουν περάσει εξήντα χρόνια», γράφει η Μάχη, «από τότε που τελείωσε η περιπλάνησή Σου, μέσα σε πολέμους και μάχες που έδινες εκεί, που μόνο το άδικο κυριαρχούσε. Αλλά εγώ, από τότε και πάντα δεν έπαυσα να μην ξέρω πού θα σε αντάμωνα... Και αυτό γιατί πάντα αισθανόμουνα την ανάγκη να ευχαριστήσω ΕΣΕΝΑ, τον ΓΕΝΝΗΤΟΡΑ μου, για το υπέρτατο δώρο της περηφάνιας που μου χάρισες.

Από διήγησή Σου Σε βρίσκω μαθητούδι ακόμη, ΕΣΕΝΑ να διαλέγει ο δάσκαλος του Δημοτικού Σχολείου της ιδιαίτερής Σου πατρίδας, της Κάτω Αχαγιάς της Αχαΐας ν' απαγγέλλεις για την επέτειο της εθνικής μας παλιγγενεσίας το κλέφτικο ποίημα.

"Βασίλη, κάτσε φρόνιμα, να γίνεις νοικοκύρης, για ν' αποκτήσεις πρόβατα, ζευγάρια και αγελάδες, χωριά κι αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν!"

Εδώ καθώς απαγγέλλεις αυτό το ποίημα, ταυτίζονται οι τάσεις και τα συναισθήματα Σου μ' εκείνα του ήρωα Βασίλη και σφραγίζουν τη ζωή Σου.

Συνέχιζες μέσα Σου ν' απαγγέλλεις αυτό το ποίημα και Συ ο ίδιος να δίνεις την απάντηση:

"Μάνα μου, εγώ δεν κάθομαι να γίνω νοικοκύρης, να κάνω αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν και να 'μαι σκλάβος των Τουρκων, κοπέλι στους γερόντους!"

Ετσι, μ' αυτή τη δήλωση και την πίστη Σου, που φανερώνει αγνά πατριωτικά αισθήματα, ΝΕΑΡΟΣ πλέον, διαλέγεις το επάγγελμα του στρατιωτικού, πιστεύοντας πως από τις γραμμές του Ελληνικού Στρατού θα μπορούσες να περιφρουρήσεις και να εξυπηρετήσεις τον τόπο, το ψωμί, το μόχθο και τη λευτεριά του Λαού μας!

Αντί όμως γι' αυτό, νεαρός αξιωματικός, τραβιέσαι στον τυχοδιωκτισμό της ουκρανικής εκστρατείας και στη συνέχεια στη συμφορά της Μικράς Ασίας. Γεγονότα που συγκλόνισαν συθέμελα την προσωπικότητά Σου και ξεκαθάρισες στο μυαλό Σου, το γιατί και για ποιους χύνουν το αίμα τους οι λαοί.

Ετσι ήρθε και για Σένα η ώρα ν' αποφασίσεις το ποιους θ' άφηνες και με ποιους θα πήγαινες!

Οταν πραξικοπηματικά έφεραν τον Βασιλιά Γεώργιο στην πατρίδα μας και επέβαλαν την μεταξική δικτατορία, σαν δημοκρατικός αξιωματικός παραιτήθηκες και σαν απλός πολίτης στρατεύτηκες μαζί με άλλους δημοκράτες, ενάντια στη βασιλομεταξική δικτατορία, με αποτέλεσμα να σταλείς εξορία στην Αμοργό το 1938-39.

Και ήλθε η γερμανική κατοχή. Το κλέφτικο ποίημα αντάριασε ξανά την ψυχή Σου:

"Φέρε μου τ' αλαφρό σπαθί και το βαρύ ντουφέκι να πεταχτώ σαν το πουλί, ψηλά στα κορφοβούνια να πάρω δίπλα τα βουνά, να περπατήσω λόγκους, να βρω λημέρια των κλεφτών, γιατάκια καπετάνιων και να σουρίξω κλέφτικα, να σμίξω τους συντρόφους, που πολεμούν για λευτεριά και ενάντια στους φασίστες"

(Μικρή παραλλαγή στις λέξεις του ποιήματος Τουρκιά - Λευτεριά. Αρβανίτες - Φασίστες).

Και όταν πάλι, όχι πολύ αργότερα από την απελευθέρωση, ήρθε η επόμενη αγγλοαμερικανική κατοχή στην πατρίδα μας, Σε βρίσκω εξόριστο στη Νάξο. Και όταν ο αγώνας ζήτησε στρατιωτικούς για τις ανάγκες του Δημοκρατικού Στρατού, ένας αγώνας που φούντωσε στα βουνά της πατρίδας μας, τους ίδιους στίχους του κλέφτικου τραγουδιού "Φέρε μου τ' αλαφρό σπαθί και το βαρύ ντουφέκι" επανέλαβες και μαζί με άλλους έντεκα γενναίους αξιωματικούς δραπετεύσατε από τον τόπο της εξορίας για να βρείτε "λημέρια κλεφτών, γιατάκια καπετάνιων" που πολεμούσαν για το Λαό και την Εθνική Ανεξαρτησία.

Ομως, αυτή τη φορά, η προσπάθειά Σου για νέο αντάμωμα στα κλέφτικα λημέρια δεν τελεσφόρησε...

Το λαβωμένο πόδι Σου, από παλιές τέτοιες μαχητικές εξορμήσεις δεν υπάκουσε στις απαιτήσεις μιας μακράς μετ' εμποδίων και κυνηγητού πορείας.

Ακόμη και με λαβωμένο και με πρησμένο πόδι, στάθηκες ολόρθος μπροστά στους στρατοδίκες της Λαμίας και παρουσίασες μπροστά τους όλο το μεγαλείο και τη θυσία ενός Λαού, του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ, που αγωνίζεται με αυταπάρνηση και υπερασπίζεται σπιθαμή προς σπιθαμή την Εθνική του Ανεξαρτησία, το παρόν και το μέλλον των παιδιών του. Ενα μέλλον που μόνο η εγκαθίδρυση στον τόπο μας της Λαϊκής Δημοκρατίας θα επέτρεπε στους Ελληνες να ζουν καλύτερα και ελεύθεροι από κάθε ξένη επιβουλή.

Η καταδίκη Σου σε θάνατο περισσότερο από μία φορά και η καθαίρεσή Σου από τα στρατιωτικά αξιώματα και βαθμούς Σε αναγόρευσε σε απλό λαϊκό αγωνιστή, τίτλο υπέρτατο, που μόνο οι πραγματικοί ήρωες τον φέρουν.

Και ο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ της ημέρας εκείνης, στις 13 Ιούνη 1947 έγραφε: "Πίσω από το νεκροταφείο της Λαμίας έπεσες λευκός και άσπιλος, γενναίος όσο και τη στιγμή που πολεμούσες τους κατακτητές σαν επιτελάρχης της 8ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ και αργότερα όταν έφευγες, δραπέτης από τη Νάξο για να συνεχίσεις την πάλη σου σε νέους λαϊκούς αγώνες".

Πιστεύω, όταν τα ξένα βόλια τρύπησαν την ευγενική καρδιά Σου, ΕΣΥ, με μια τελευταία υπόκλιση θ' αποτελείωνες το ποίημά σου "Γεια σας βουνά με τους γκρεμούς, λαγκάδια με τις πάχνες".

Και η Λαμιώτικη γη που δέχτηκε το κορμί Σου θα σου έδωσε την απάντηση "ΚΑΛΩΣ ΤΟ Τ' ΑΞΙΟ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Τ' ΑΞΙΟ ΠΑΛΙΚΑΡΙ"».


Α. Ξ. - Β.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ