ΚΕΒΙΝ ΜΑΚ ΝΤΟΝΑΛΝΤ
Ο αετός της αυτοκρατορίας
Από τα πιο αντιδραστικά φιλμικά κατασκευάσματα που υμνεί την ιδιότητα του προδότη και βρίθει από ρατσισμό στον τρόπο που παρουσιάζει την εικόνα των κατακτημένων που αντιστέκονται στον κατακτητή.
Συνέχεια της περσινής ταινίας Centurion «Σιωπηλός Εχθρός» για τον θρύλο της Ενατης Ρωμαϊκής Λεγεώνας που τον 2ο μ.Χ. αιώνα τη ρούφηξαν - χωρίς ίχνη - τα μαύρα κι απροσπέλαστα δάση της Σκοτίας. Το σενάριο αυτού του φιλμ βασίζεται σε ομότιτλη νουβέλα της Rosemary Sutcliff. Κοινότοπο, προβλέψιμο και ανιαρό, για τον νεαρό Ρωμαίο Μάρκους Ακουίλα, τον γιο του επικεφαλής της εξαφανισμένης Λεγεώνας Εκατόνταρχου, που επιστρέφει ως στρατιωτικός διοικητής στα σύνορα της Σκοτίας με σκοπό της ζωής του να βρει τον χρυσό αετό, το χαμένο λάβαρο της Λεγεώνας, ώστε να αποκαταστήσει την τιμή του πατέρα του.
Η αίσθηση της μόνιμης απειλής καθιστά τον Μάρκους, αυτόν που έχει τη δύναμη, αυτόν που είναι ο κατακτητής σε μια υπό κατοχή χώρα, απόλυτα ευάλωτο. Ο Μάρκους ανάγει την τιμή σε κάτι παραπάνω από έννοια, την εξισώνει με τον αέρα που αναπνέει ... Και είναι αυτό ακριβώς που κάνει τον Μάρκους, αργά αλλά σταθερά, να μεταμορφώνεται σε αρχέτυπο με παράλληλα γνωρίσματα με τη θέση της Αμερικής στα ανοιχτά μέτωπα όπου Γης αλλά και σε αυτά που επίκειται να ανοίξουν.
Παίζουν: Ντόναλντ Σάδερλαντ, Τσάνινγκ Τέιτουμ, Μαρκ Στρονγκ, Τζέιμι Μπελ, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ, Βρετανία (2010).
ΓΚΙΓΙΟΜ ΚΑΝΕ
Μικρά αθώα ψέματα
Η Γαλλία και η Ιταλία έχουν σημαντική παράδοση στις κινηματογραφικές ταινίες με θέμα τις παρέες και τους φίλους. Ο Κλοντ Σοτέ, ο Ιβ Ρομπέρ, ο Μάριο Μονιτσέλι, ο Ετορε Σκόλα, ο Μάρκο Φερέρι και τόσοι και τόσοι άλλοι έχουν δώσει αριστουργήματα. Σε αυτήν τη μεγάλη παράδοση έρχεται να προστεθεί η τρίτη (μετά τις «Mon Idole» 2002 και «Μην το πεις σε κανέναν» 2006), εξαιρετικά φιλόδοξη ταινία του 37χρονου ηθοποιού και σεναριογράφου Γκιγιόμ Κανέ, με διάρκεια πολύ μεγαλύτερη της κανονικής και πολυπληθές καστ με την αφρόκρεμα των νέων και ωραίων σταρ.Μια παρέα κολλητών ηλικίας 30 με 40 ετών έχει αποφασίσει και αυτό το καλοκαίρι να κάνει μαζί διακοπές. Θα τους φιλοξενήσει ο Μαξ, ο πιο πλούσιος της παρέας στο εξοχικό του, στο Cap Ferret, δημοφιλές θέρετρο πλάι στον Ατλαντικό. Το γεγονός ότι την τελευταία στιγμή ένας από την παρέα είχε ένα πολύ σοβαρό ατύχημα και νοσηλεύεται στο νοσοκομείο δεν τους κάνει να αλλάξουν τα προγραμματισμένα τους σχέδια. Ο άπλετος χρόνος και η υποχρεωτική συμβίωση των διακοπών θα κλονίσει τις βάσεις της φιλίας τους, θα αποκαλύψει μέσα από μικρά και αθώα μυστικά τον πραγματικό εαυτό του καθενός και τις βαθύτερες σχέσεις τόσο μεταξύ τους όσο με τον ίδιο τους τον εαυτό και τη ζωή.
Ανάλαφρη και χαριτωμένα γοητευτική ταινία για τις παρέες των αποξενωμένων μικροαστών του άστεως, που περιχαρακωμένοι στον εαυτό τους είναι καταδικασμένοι να βιώνουν τα μικρά μυστικά τους, που τα ανάγουν σε προσωπικά δραματάκια, καθένας μόνος του κι ας συνυπάρχουν μαζί στα ανέμελα και θορυβώδη. Η ίντριγκα σε μέγιστο βαθμό είναι πολύ κοντά στο προβλεπόμενο και το στοίχημα που παίζεται είναι στον τρόπο που ο σκηνοθέτης θα βρει για να το δώσει. Κλασική η αφήγηση με προσωπική γραφή, με κοντινά πλάνα που σκιτσάρουν πορτρέτα και ερμηνείες. Ο Κανέ παραμένει εκεί, στα προβλεπόμενα χωρίς να πηγαίνει παραπέρα, χωρίς καν να προσπαθήσει να ξύσει την επιφάνεια.
Παίζουν: Φρανσουά Κλουζέ, Μαριόν Κοτιγιάρ, Μπενουά Μαζιμέλ, Ζαν Ντιζαρντάν, Ζιλ Λελούς, Λοράν Λαφίτ κ.ά.
Παραγωγή: Γαλλία (2010).
Πλήρης METROPOLIS για πρώτη φορά!
Προβάλλεται επίσης στις αίθουσες η αμερικανική κωμωδία του Ντένις Ντάγκαν «Σύζυγος για Ενοικίαση» με την Τζένιφερ Ανιστον, τον Ανταμ Σάντλερ και την Νικόλ Κίντμαν, η ελληνική δραματική ταινία «Οι Ιππείς της Πύλου» σε σκηνοθεσία Νίκου Καλογερόπουλου με τον ίδιο, τον Ηλία Λογοθέτη, την Βάνα Μπάρμπα και πολλούς άλλους γνωστούς ηθοποιούς, όπως και η ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα καναδική ταινία «Μέσα από τις Φλόγες» του Ντενί Βιλνέβ...
ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ
ΦΡΙΤΣ ΛΑΝΓΚ
The complete Metropolis
Είναι πασίγνωστο ότι η γερμανική επανάσταση του 1918 απέτυχε να επαναστατικοποιήσει τη Γερμανία. Είναι πασίγνωστο ότι το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της εποχής αποδείχθηκε πανίσχυρο μόνο ως προς την αιματηρή καταστολή των επαναστατικών δυνάμεων και τη δολοφονία των ηγετών τους, Ρόζα Λούξενμπουργκ και Καρλ Λίμπκνεχτ. Βέβαια, εξυπακούεται ότι αποδείχθηκε παντελώς ανίσχυρο να διαλύσει το στρατό, τους μεγαλοϊδιοκτήτες γης και την πλουτοκρατίας. Και είναι πασίγνωστο ότι αυτές οι παραδοσιακές δυνάμεις συνέχισαν να κυβερνούν στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης και «παρέδωσαν» την εξουσία στους ναζί.Ο Φριτς Λανγκ στην κορυφαία «Metropolis» παρουσιάζει μιαν απλουστευτική αν όχι τρομακτική δυστροπία μιας ολοκληρωτικής κοινωνίας του μέλλοντος, όπου ο παράδεισος των λίγων, των αστών, είναι η κόλαση των πολλών, των εργατών. Η εικόνα της πόλης αυτής, με τη φουτουριστική αρχιτεκτονική της και τεχνολογία, είναι εμπνευσμένη από τους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης και συγκεκριμενοποιείται από τα ειδικά εφέ που σύστησαν τον κανόνα και καταπλήσσουν ακόμα και σήμερα. Η ταινία εντυπωσίασε το γερμανικό κοινό, οι Αμερικανοί βρήκαν απόλαυση στην τεχνική της αρτιότητα, οι Βρετανοί παρέμειναν αμέτοχοι και οι Γάλλοι αντίκριζαν μια ταινία που στα μάτια τους έμοιαζε μείγμα από Βάγκνερ και Κρουπ. Στην ολότητα του ενιαίου έργου διέκριναν μια νύξη για συναγερμό απέναντι στη γερμανική «ζωτικότητα».
Η «Metropolis» έλεγε τα πράγματα πολύ πιο καθαρά από τις άλλες ταινίες της εποχής της. Με την εμφάνισή της, το 1927, χαρακτηρίστηκε ορόσημο του γερμανικού εξπρεσιονισμού για τη μορφή της, αλλά και για το ευφυές θέμα της: Τα πλήθη των εργατών επαναστατούν ενάντια σε μια κοινωνία απόλυτης εκμετάλλευσης όπου κυριαρχούν οι άψυχες μηχανές και οι νέες τεχνολογίες. Η ταινία είναι και λειτουργεί ως κάτι παραπάνω από μεταφορά, ιδιότητα που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην σεναριογράφο Τέα φον Χάρμπου και στον ευτυχή συνδυασμό δεκτικότητας και σύνθεσης που διέθετε. Η Τέα φον Χάρμπου (συζύγος του σκηνοθέτη, παρέμεινε στη ναζιστική Γερμανία όταν ο Λανγκ έφυγε αυτοεξόριστος στην Αμερική) δεν ήταν μόνον ευαίσθητη στα υπόγεια ρεύματα της εποχής, αλλά και ιδιαίτερα παρατηρητική σε ό,τι συνέβαινε και ερέθιζε τη φαντασία της. Η «Metropolis» γυριζόταν στα περίφημα γερμανικά στούντιο της UFA επί δύο χρόνια, απασχόλησε 30.000 κομπάρσους και στοίχισε το αστρονομικό για την εποχή ποσό των 5 εκατομμυρίων μάρκων. Σε αυτό το φιλμ, που προβάλλεται για πρώτη φορά σε πλήρη μορφή, «το πλούσιο σε υπόγειο περιεχόμενο, που, λαθραία, πέρασε τα σύνορα της συνείδησης χωρίς να αμφισβητείται, η παραλυμένη συλλογική μνήμη μοιάζει να παραμιλάει στον ύπνο της με ασυνήθιστη καθαρότητα», αναφέρει ο θεωρητικός Ζιγκφριντ Κράκαουερ στο βιβλίο του «Από τον Καλιγκάρι στον Χίτλερ».
Σκηνοθεσία: Φριτς Λανγκ. Παίζουν: Γκούσταφ Φρέλιχ, Μπριγκίτε Χελμ, Αλφρεντ Αμπελ, Ρούντολφ Κλάιν - Ρόγκε, κ.ά.
Παραγωγή: Γερμανία (1927).
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΜΟΝΑΧΑΝ
London Boulevard
Οι συνθήκες οικονομικής απελπισίας στρώνουν το έδαφος στο οργανωμένο έγκλημα για να κάνει μπίζνες και να βγάζει λεφτά. Και η οικονομική απελπισία βασιλεύει, καλύπτει πια τη συντριπτική επιφάνεια της Ευρωένωσης. Προς στιγμήν πιστέψαμε - αφελώς βέβαια - ότι η ταινία ενδιαφερόταν να αναδείξει και την προαναφερθείσα κοινωνική διάσταση η οποία εγγράφεται καθαρά στο φιλμ υπό τύπον σχολιασμού και καταγγελίας και συνθέτει το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον εντός του οποίου τοποθετείται η κοινότοπη ερωτική ιστορία, με πρωταγωνιστές την Κίρα Νάιτλι και τον Κόλιν Φαρέλ, δύο από τους σημαντικούς κράχτες του starsystem των καιρών.Πανέμορφη η φωτογραφία αποκαλύπτει ένα νυχτερινό Λονδίνο με κίβδηλη λάμψη. Σε κάθε στροφή του δρόμου εικόνες αστικής εξαθλίωσης που λες και βγαίνουν από τα τέλη του 19ου αιώνα, αναβαθμισμένες σε ό,τι αφορά στην όψη. Υποβαθμισμένες γειτονιές, κέντρα νυχτερινά που στεγάζουν σεξ, ναρκωτικά, όπλα και οργανωμένο έγκλημα. Στους δρόμους φιγούρες λιωμένες από τη μιζέρια και το αδιέξοδο, άστεγοι θλιβερές σκιές, νεαροί αδίστακτοι με πλάτες δυνατών. Σίγουρο εισόδημα μόνο από μαφιόζικες συμμορίες που τροφοδοτούνται από την ανεργία που σπάει κόκαλα στα πλαίσια ενός συστημικά οργανωμένου υπόκοσμου που το κράτος φαίνεται να ανταγωνίζεται. Και η βία κάθε φορά έρχεται απροειδοποίητα.
«Μη θέλεις να γίνω γκάνγκστερ γιατί αν γίνω εσένα θα σκοτώσω πρώτο και θα σε κλέψω» απαντά ο Μίτσελ στον Γκαντ, τον σούπερ μπος, που του προτείνει να δουλέψει γι' αυτόν με άριστες αποδοχές. Ο Μίτσελ κάθισε στη φυλακή τρία χρόνια, πλήρωσε για κάτι που αυτός δεν έκανε. Δε μίλησε, δεν κατέδωσε. Αυτό τον ανεβάζει στα μάτια του πρώην σιναφιού. Γιατί ο σκληρός απέξω και μαλακός μέσα Μιτς - που στη φυλακή διάβασε και Ρίλκε - είναι αποφασισμένος να ζήσει έντιμα. Να δουλεύει όπως όλος ο κόσμος σε μια νορμάλ δουλίτσα με ένα νορμάλ μισθό. Δέχεται να γίνει κάτι σαν «σεκιούριτι εφ' όλης της ύλης» της αποτραβηγμένης από τα κοσμικά, σούπερ σταρ Σαρλότ, που ερωτεύεται. Ο άνθρωπος θέλει να αγιάσει αλλά δεν τον αφήνει ο μαφιόζος Γκαντ. Τον εκβιάζει απειλώντας τη ζωή αγαπημένων του προσώπων, της μανιακής αδελφής του και ενός αστέγου, φίλου του καρδιακού, που δολοφονείται εν ψυχρώ κάτω από μια γέφυρα από ένα 16χρονο αλητήριο με οξυζεναρισμένο μαλλί, μια αυριανή ελπίδα του επαγγελματικού ποδοσφαίρου από το γκέτο που ο Γκαντ επένδυσε πάνω του.
Η ταινία, ένα παστίς από προϋπάρχουσες του είδους, θρίλερ με μπόλικη δόση ερωτικού ρομάντζου, πορεύεται στα παράλληλα μέτωπα που άνοιξε. Σε πολλά σημεία είναι άνευρη και βαρετή με μια αίσθηση ότι κάτι λείπει... ίσως κάτι στην ατμόσφαιρα ή στη χημεία...
Είναι η πρώτη σκηνοθετική δουλειά του Αμερικανού - από τη Βοστόνη - Γουίλιαμ Μόναχαν, που είναι και παραγωγός της και που έχει βραβευτεί με Οσκαρ για το σενάριο του φιλμ του Μάρτιν Σκορτσέζε «The Departed». Το «London Boulevard» στηρίζεται κατά βάση σε στοιχεία και σχήματα της ομότιτλης νουβέλας του 2001 του πολυγραφότατου Ιρλανδού συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων Ken Bruen. Η νουβέλα του Bruen ξεπατικώνει τις δομικές σταθερές του περίφημου φιλμ του Μπίλι Γουάιλντερ του 1950, «Sunset Boulevard». Ο σκηνοθέτης Μόναχαν κράτησε - όπως φαίνεται - μόνο τον λειτουργικό πυρήνα της ιστορίας. Αντικατέστησε τη γερασμένη και ξεχασμένη ντίβα του κινηματογράφου, με τη νεαρή, εύθραυστη κι ευάλωτη Σαρλότ, ένα τοπ φωτομοντέλο και μια σταρ του σινεμά που κυνηγούν οι παπαράτσι, ενώ στο ρόλο του πιστού της Γερμανού οικονόμου έβαλε ένα πρώην παιδί των λουλουδιών, αποτυχημένο ηθοποιό, που όμως αναβάθμισε τις «δεξιότητες» που απαιτεί το πόστο του έμπιστου που τα πάντα πληροί σε ένα περιβάλλον που για να επιβιώσει κάποιος αναγκάζεται ή να υποτάσσεται στις θελήσεις του υπάρχοντος οργανωμένου εγκλήματος ή να κάνει δικιά του δουλειά, δική του ανταγωνιστική συμμορία. Το ηθικό δίδαγμα δε θα μπορούσε εντέλει να είναι άλλο από: Σκότωσέ τους πριν προλάβουν να σε σκοτώσουν...
Παίζουν: Κόλιν Φαρέλ, Κίρα Νάιτλι, Αννα Φρίελ, Ντέιβιντ Θίουλις, Ρέι Γουίνστοουν, Μπεν Τσάπλιν, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ, Βρετανία (2010).
ΓΚΟΡ ΒΕΡΜΠΙΝΣΚΙ
Rango
Ταινία κινουμένων σχεδίων που δε μοιάζει με καμιά προηγούμενη, μια που δεν υπακούει σε νόρμες και κανόνες. Υβρίδιο με στιλ αιρετικό, με αυθεντικότητα που εκπλήσσει και εφευρετικότητα ενταγμένη σε ένα φαινομενικά άναρχο σχήμα. Πρόκειται για πραγματικό φιλμ, με δημιουργική γραφή και πρωτότυπες κι έξυπνες λεπτομέρειες που όμως δεν προσέτρεξε - και καλά έκανε - στον εντυπωσιασμό της 3D τεχνικής. Κατά βάση, απευθύνεται σε ενήλικες, ιδίως σε εκείνους που θα αναγνωρίσουν και θα αποκωδικοποιήσουν την πληθώρα αναφορών στα γουέστερν σπαγγέτι της Τσινετσιτά και του Σέρτζιο Λεόνε. Ο Γκορ Βερμπίνσκι, ο σκηνοθέτης των «Πειρατών της Καραϊβικής» συνεργάζεται ξανά με τον Τζόνι Ντεπ, που δίνει φωνή στον μικρό χαμαιλέοντα Ράνγκο, που φαντάζεται τον εαυτό του ήρωα μυθικών περιπετειών. Ταινία που μικροί και - κυρίως - μεγάλοι θα απολαύσουν και θα καταλάβουν ο καθένας με τον δικό του τρόπο.Φιλόδοξη προσπάθεια, με ανθρωπόμορφα ζώα, φόρος τιμής στα Β φιλμ και το γουέστερν, είδος που - εκτός «κλασικών» εξαιρέσεων - διέπρεψε κυρίως ως Β φιλμ. Φόρος τιμής στον Σέρτζιο Λεόνε, στο «Ο Καλός, ο Κακός και ο Ασχημος», στον Κλιντ Ιστγουντ και τα γουέστερν σπαγγέτι, στα σκηνογραφικά στερεότυπα με τις σκονισμένες, βρώμικες πόλεις, τα σαλούν αλλά και τα ερμηνευτικά, στους ήρωες με τις στάνταρντ κινήσεις, βλέμματα και συμπεριφορές τα οποία αποδίδονται με ανατρεπτική οπτική και εκλεκτική αίσθηση του χιούμορ. Μικρές και ανεπαίσθητα μονότονες κοιλιές, κάποια δυσκολία να ταξινομηθούν στόχοι και επιρροές, στιγμές που αισθάνεται κανείς κουρασμένος από την ελικοειδή δομή της αφήγησης και ελαφρά δυσπεψία από την ποσότητα καινοτομίας, είναι όλα παρόντα όχι όμως σε επικίνδυνες δόσεις.
Ο Ράνγκο ένας μικρός εξημερωμένος χαμαιλέοντας, είναι το ζωάκι μιας οικογένειας. Ζει σε ένα γυάλινο κουτί και παίζει με κάτι σπασμένα παιχνίδια. Σκηνοθετεί φανταστικές περιπέτειες σε κόσμους μακρινούς. Η οικογένεια θα πάει διακοπές, θα πάρει και το pet μαζί της. Το κλουβί με τον Ράνγκο όμως πέφτει από το όχημα, που τρέχει σαν τρελό στον καυτό από τον ήλιο αυτοκινητόδρομο, και σπάει. Στο δύσκολο δρόμο προς την ενδοχώρα υποχρεώνεται να αντιμετωπίσει στην έρημο αληθινές περιπέτειες με αληθινούς κινδύνους. Με το που φθάνει στην πρώτη πόλη τον ανακηρύσσουν σερίφη, γιατί σκότωσε - κατά τύχη - το φοβερό γεράκι, κερδίζοντας έτσι την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό των κατοίκων. Οι μεγάλες περιπέτειες του Ράνγκο μόλις τώρα άρχισαν και υποχρεούται να τις αντιμετωπίσει.
Αφηγηματική απόλαυση για έναν λάτρη του είδους με καθοριστικό οπτικό προσόν την animation και τη φωνή του Τζόνι Ντεπ που καλύπτει τον Ράνγκο, αποδίδοντας με σπουδαία ευαισθησία τις ποικίλες διαθέσεις και τα συναισθήματά του. Για να μη μιλήσουμε για τους αφηγητές, τους τέσσερις «αμίγκος» που συνδέουν την ιστορία και σχολιάζουν με ιντερμέδια μουσικά.
Φωνές: Τζόνι Ντεπ, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ (2011).