Πέμπτη 22 Σεπτέμβρη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΣΕΜΙΧ ΚΑΠΛΑΝΟΓΛΟΥ
Γάλα

Στον αντίποδα της επιδημίας των φτηνιάρικων, παγκοσμιοποιημένης αισθητικής, σίριαλ, που αφειδώς προμηθεύεται και προβάλλει η ελληνική τηλεόραση, ο τουρκικός κινηματογράφος που φθάνει ως τις ελληνικές αίθουσες συνιστά δείγμα κινηματογραφίας που μοιάζει να ανδρώνεται σεβόμενη τους κανόνες, τις αφηγηματικές αρχές, τις θεωρίες, τη γλώσσα και τις συμβάσεις της τέχνης του κινηματογράφου και δεν αντιλαμβάνεται τον κινηματογράφο σαν συνονθύλευμα κινούμενων εικόνων που διέπονται και διατάσσονται σύμφωνα με αισθητικές και τεχνικές οπτικοακουστικών, τηλεοπτικών ή διαφημιστικών παραγωγών. Η τουρκική κινηματογραφία ανθεί τα τελευταία χρόνια και λειτουργεί σαν καθρέφτης μιας χώρας και μιας κοινωνίας σε σύγκρουση και σύγκριση, ανάμεσα στο παλιό και το καινούριο, την ταχεία εκβιομηχάνιση και την καθυστερημένη και παραδοσιακή Τουρκία, ενώ δημιουργοί σαν τον Σεμίχ Καπλάνογλου, τον Φατίχ Ακίν, τον Νούρι Μπίλτζε Σειλάν χαίρουν αναγνώρισης εντός και εκτός της χώρας.

Σε επίπεδο σύλληψης, η «Τριλογία του Γιουσούφ» σχεδιάστηκε ήδη από το 2007 να συγκροτήσει ενιαίο έργο, μέρη του οποίου θα συνιστούσαν οι τρεις ταινίες που έφεραν τους εμβληματικούς τίτλους «ΑΥΓΟ» (2007), «ΓΑΛΑ» (2008) και «ΜΕΛΙ» (2010) με δομή και λειτουργία μακροσκελούς κινηματογραφικού flash back. Βέβαια, καθεμιά από τις τρεις αυτές ταινίες υφίσταται ωραιότατα και σαν αυτόνομο και αυτοτελές φιλμ, παρά την ύπαρξη συνεχών επικλήσεων της μιας προς την άλλη. Στα θεμέλια της τριλογίας βρίσκεται ο κεντρικός χαρακτήρας Γιουσούφ, που τον συναντάμε, σε διαφορετικές στιγμές της ζωής του, να διανύει ένα εσωτερικό ταξίδι προς το «αυθεντικό», μακριά από το παγκοσμιοποιημένο προφίλ των επαρχιών του κόσμου. Η τριλογία αυτή - αναφέρει ο Καπλάνογλου - θυμίζει κάτι από αρχαιολογική ανασκαφή: Ξεκινά από τις τελευταίες μέρες της σχέσης μητέρας - γιου (με το θάνατο της μητέρας στο «ΑΥΓΟ») και καταλήγει στην αρχή, στην γέννηση του Γιουσούφ στο «ΜΕΛΙ». Παρά το γεγονός ότι η πορεία της αφήγησης εκτυλίσσεται προς τα πίσω - από την ώριμη ηλικία στα παιδικά χρόνια - και στις τρεις ταινίες η γραμμική αφήγηση εξελίσσεται στο παρόν.

Στην εύθραυστη ιστορία στο «ΑΥΓΟ», ο ώριμος Γιουσούφ, ποιητής και ιδιοκτήτης βιβλιοπωλείου στην Κωνσταντινούπολη, επιστρέφει μετά από μακρόχρονη απουσία στον τόπο της παιδικής και εφηβικής του ζωής, χώρος που ισορροπεί στο μεταίχμιο των παραδοσιακών αξιών και τρόπου ζωής και της επέλασης ενός εκ-μοντερνιστικού, διαβρωτικού πολιτισμικού μοντέλου. Ο Γιουσούφ επιστρέφει για την κηδεία της μητέρας του που πέθανε αιφνίδια. Η συνάντησή του με πρόσωπα - κλειδιά, συνδέσμους του παρελθόντος, συμβάλλει στην επαναπροσέγγιση της οπτικής του για τον τόπο και τον υποχρεώνει σε διακανονισμό των λογαριασμών του με τις ρίζες του!

Το «ΓΑΛΑ» είναι το δεύτερο και το πιο όμορφο μέρος της τριλογίας. Με έκφραση απλή, με στιλ, η ταινία ανταποκρίνεται στο ύψος της απαιτητικότητας, αλλά είναι λιγότερο εντυπωσιακή, σε σχήματα και χρώματα, από το «ΜΕΛΙ» που έπεται. Το «ΓΑΛΑ» βαδίζει την ήρεμη, μελαγχολική οδό της εσωτερικής αρμονίας με απόλυτη συνοχή, προκαλώντας παρέλαση συνειρμών και υποδόριων συγκινήσεων. Η αφήγηση ελλειπτική, περισσότερο για λόγους ανάγκης, ρέει χωρίς εμπόδια. Κυλά και χώνεται στην τετριμμένη καθημερινότητα των φτωχών ανθρώπων, στις οπτικές λεπτομέρειες των απλών πραγμάτων, στις ταλαιπωρίες τους, σε κάποιες χαρές τους και στην ονειροπόλα, ουμανιστική ενατένιση του μέλλοντος από τον νεαρό Γιουσούφ. Χωρίς μουσικό σχολιασμό και, σχεδόν, χωρίς λέξεις. Με μόνο ηχητικό φόντο τις αέναες ακουστικές λεπτομέρειες από την καθημερινή ζωή, από τη φύση και τα ζώα, την ηχώ του ανέμου και της βροχής. Ο ρυθμός αργός, ιδιαίτερα στο εσωτερικό των ποιητικών, μεγάλης διάρκειας, πλάνων. Ο ρυθμός της ταινίας σιγά - σιγά επιταχύνεται και η ένταση κλιμακώνεται όσο πλησιάζει η κορύφωση του δράματος. Ο μοναχικός έφηβος Γιουσούφ ακουμπά στην ποίηση, στην καλλιτεχνική δημιουργία σαν απαραίτητο στοιχείο, ανάγκη της καθημερινότητάς του, με την - ακόμα νέα - χήρα μητέρα του που υπεραγαπά και βοηθάει στις βιοποριστικές της δραστηριότητες που σχετίζονται με το γάλα. Το γάλα που λειτουργεί συμβολικά σαν ομφάλιος λώρος μάνας και γιου, σύμβολο που επαναλαμβάνεται στωικά εν είδει ρεφρέν, σαν μεθυστικό δηλητήριο. Ο Γιουσούφ στο κατώφλι της ενηλικίωσης έχει δυσκολία απογαλακτισμού, ιδιαίτερα όταν ανακαλύπτει πως η μητέρα του έχει εραστή ...

Στο «ΜΕΛΙ» που βραβεύτηκε με τη Χρυσή Αρκτο στο Βερολίνο το 2010, τοποθετημένο στα βάθη των υποβλητικών πυκνών δασών της ενδοχώρας, ο Γιουσούφ είναι μικρός μαθητής που ζει με τους γονείς του σε ένα απομονωμένο σπίτι και έχει μια μοναδική και σπάνια σχέση με τον μελισσουργό πατέρα του, που, όταν εκείνος πεθαίνει ξαφνικά σε ατύχημα, ο μικρός μπαίνει ήδη από τα τρυφερά του χρόνια στη διαδικασία επεξεργασίας του πένθους, κάτι που συνεχίζει κάτω από το βάρος του πόνου και του χρόνου που περνάει.

Κάθε ένα από τα φιλμ της τριλογίας ανοίγει - προτού πέσουν οι τίτλοι της αρχής - με κάποιο επεισόδιο υψηλής ποιητικής. Το «ΓΑΛΑ» ανοίγει με ένα μαγευτικό, καταρχήν ακατανόητο πλάνο - σεκάνς με τον ηλικιωμένο εξορκιστή φιδιών, απαραίτητο στις αγροτικές περιοχές, τον οποίον ξανασυναντάμε μέσα στο σπίτι του Γιουσούφ, να απομακρύνει ένα φίδι. Ο Καπλάνογλου έχει πει ότι οι ταινίες του δεν είναι αμετάκλητα προσκολλημένες στην ιστορία που διηγούνται. Το σενάριο είναι μόνο ο καμβάς που πάνω του ο σκηνοθέτης υφαίνει τη θεμελιώδη ίντριγκα και τις ακατάπαυστες ερωταποκρίσεις πάνω σε αυτό που βρίσκεται «πίσω και πέρα» απ' αυτό που φαίνεται. Αποκλείοντας τις αναδρομικές επεξηγήσεις και τις ψυχαναλυτικές ερμηνείες, ο Καπλάνογλου κεφαλαιοποιεί περαιτέρω τις λανθάνουσες αισθήσεις με δύναμη οραματική και μαγική και με συμβολικές αναφορές, στη βάση μιας κινηματογραφικής μορφής, όπου το απλό πηγαίνει χέρι - χέρι με το θαυματουργό.

Ο Καπλάνογλου ορίζει σαν πρώτη ύλη στο δικό του κινηματογράφο το χρόνο. Ονοματίζει τον κινηματογράφο του, πνευματικό ρεαλισμό, με έντονη την παρουσία της φύσης, η οποία ενδυναμώνει την ταινία. Στοιχείο που ο σκηνοθέτης, μας καλεί να πλησιάσουμε και να εμπιστευτούμε, γιατί ίσως κατ' αυτόν τον τρόπο μπορέσουμε να βρούμε κάποιες απαντήσεις στις ανησυχίες μας...

Παίζουν: Μελίχ Σελτσούκ, Ρίζα Ακίν, Σααντέτ Ισίλ Ακσόι, κ.ά.

Παραγωγή: Τουρκία (2008).

Ταινίες και ... αυθεντική τέχνη

Σε μια βδομάδα γενικευμένων κινητοποιήσεων, το λιγότερο που ενδιαφέρει το νοήμον κοινό, είναι το συμβατικό σινεμά και οι νέες δημιουργίες του, ταινίες που ούτως ή άλλως δεν συνηθίζουν να παρουσιάζουν το παραμικρό, ουσιαστικό, ενδιαφέρον... Σε τέτοιες περιόδους, έκτακτης ανάγκης, τότε που η πραγματικότητα ξεπερνά την όποια ευφυή φαντασία, η «τέχνη» έπεται... Βέβαια ανάπαυλα για το βλέμμα συνιστά η τουρκική ταινία το «ΓΑΛΑ» του Σεμίχ Καπλάνογλου.

Εντελώς πληροφοριακά, αναφερόμαστε στις πρεμιέρες της βδομάδας:

«JOHNNY ENGLISH: Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ» Παραγωγής 2011, συμπαραγωγή: Μ. Βρετανίας, Ισραήλ, Γαλλίας και Ιαπωνίας η κωμωδία του νέου σκηνοθέτη Ολιβερ Πάρκερ με πρωταγωνιστή τον τηλεοπτικό Mr. Bean, άλλως δημοφιλή κωμικό Ρόουαν Ατκινσον, στον ρόλο του ατζαμή Βρετανού κατάσκοπου Johnny English. Ο Johnny English λοιπόν που γεννήθηκε στην μεγάλη οθόνη το 2003 και γνώρισε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία, επιστρέφει το 2011, με μια από τα ίδια ...

«ΜΑ ΠΩΣ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΝΕΙ!» Αμερικάνικη ρομαντική κωμωδία του 2011 σε σκηνοθεσία Ντάγκλας Μακ Γκραθ, κινηματογραφική διασκευή του ομώνυμου αισθηματικού μπεστ σέλερ της συγγραφέα Αλισον Πίρσον για τις επιλογές που κάνουμε και τις συνέπειες που αυτές μπορούν να έχουν στην ζωή την δική μας και των γύρω μας. Με την Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, τον Πιρς Μπρόσναν , τον Γκρεγκ Κινίαρ και την Κριστίνα Χέντρικς στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.

«TT3D: ΑΔΡΕΝΑΛΙΝΗ ΣΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ» Βρετανικό ντοκιμαντέρ, παραγωγής 2011 για τον πιο επικίνδυνο αγώνα μοτοσυκλετών στον κόσμο : The Isleof ManTourist Trophy. Σε σκηνοθεσία Ρίτσαρντ Ντε Αραγκές, το ντοκιμαντέρ γυρίστηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου με χρήση της τελευταίας λέξης της τεχνολογίας 3D που αιχμαλωτίζει την έξαψη και το δράμα των αγώνων του 2010 στα πρόσωπα των οδηγών, ανδρών και γυναικών, που ζουν και αναπνέουν για την αθλητική πίστα.

«DRIVE» είναι ο τίτλος του λίαν ενδιαφέροντος, αμερικάνικου αστυνομικού θρίλερ, τελευταίας σοδιάς, σε σκηνοθεσία του, δανέζικης καταγωγής, Νίκολας Γουίντινγκ Ρεφν και βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζέιμς Σάλι του 2005. Ο «οδηγός» την μέρα δουλεύει ως κασκαντέρ σε κινηματογραφικές ταινίες και την νύχτα σαν οδηγός αυτοκινήτων που παίρνουν μέρος σε ληστείες. Οταν όμως γνωρίζει την Αϊρίν αισθάνεται την ζωή του να αλλάζει. Στους κύριους ρόλους οι Ράιαν Γκόσλινγκ, Κάρεϊ Μάλιγκαν και Ρον Πέρλμαν.

«THE BANG BANGCLUB» ήταν το παρατσούκλι τεσσάρων φωτογράφων γιατί πάντα βρίσκονταν στην καρδιά του πυρός απαθανατίζοντας την τελευταία αιματηρή περίοδο του απαρτχάιντ στην Νότια Αφρική το 1994. Η ταινία χρησιμοποιεί σαν πρώτη ύλη το βιβλίοThe Bang Bang Club : Snapshots from aHidden Warτων Γκρεγκ Μαρίνοβιτς και Γιοάο Σίλβα (των 2 εκ των 4 φωτογράφων). Αυτό το δραματικό φιλμ του 2010 σε σκηνοθεσία Στίβεν Σίλβερ, είναι συμπαραγωγή Καναδά και Νότιας Αφρικής.

«ABDUCTION» Περιπετειώδες αμερικάνικο θρίλερ του κιλού, παραγωγής 2011, σε σκηνοθεσία Τζον Σίνγκλετον. Σφηκοφωλιά πρακτόρων η ταινία που ξεχειλίζει από κλισέ δράσης, βίας, έρωτα και όχι μόνο! Μήλον της έριδος μια λίστα με καυτά ονόματα, που έχει πέσει στα χέρια ενός νεαρού γόνου μυστικών πρακτόρων. Η καλή CIA από την μια, ο κακός Σέρβος - με άσχημο δέρμα γεμάτο ουλές από ακμή - από την άλλη ... και ποιοι λέτε να κέρδισαν το χαρτί τελικά; Οχι παίζουμε ...


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ