Πέμπτη 28 Φλεβάρη 2013
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΤΟΜΠΙΑΣ ΛΙΝΤΧΟΛΜ
Πειρατεία στον ωκεανό

Η απάνθρωπη «ρεάλ πολιτίκ» σε όλο της το μεγαλείο!!! Ενα ξεκάθαρο ταξικό δίπολο με τις διαστρωματώσεις του... Από τη μια, οι ιδιοκτήτες του εφοπλιστικού ομίλου και το περί αυτών σινάφι, golden boys διαφόρων κλιμάκων. Από την άλλη, αυτοί που θαλασσοδέρνονται για να πλουτίζουν οι ιδιοκτήτες και να παραμένουν ιδιοκτήτες!!! Κι έρχεται η αποκαλυπτική - για όλους - στιγμή. Πειρατεία ενός εμπορικού πλοίου του ομίλου στον Ινδικό ωκεανό, από Σομαλούς πειρατές. Κι εκεί ξεκαθαρίζουν πλήρως τα αντιθετικά συμφέροντα των δύο τάξεων. Ξεκαθαρίζουν ακόμα πιο ευκρινώς μέσα από τις διαδικασίες της οικονομικής «διαπραγμάτευσης». Πόσο, αλήθεια, κοστίζει στις μέρες μας μια ουγγιά ανθρώπινου κρέατος, όπως αναρωτιόταν ο Σαίξπηρ στον «Εμπορο της Βενετίας»;

Εγχειρίδιο θεωρίας και πρακτικής στις διαπραγματεύσεις με τους πειρατές - και όχι μόνο. 127 οι μέρες ομηρίας και διαπραγματεύσεων. Για να πάρουν - οι πειρατές - από τα 15 εκατομμύρια δολάρια που ζήτησαν αρχικά 3.3, απ' αυτούς που ξεκίνησαν δίνοντας μόλις 250 χιλιάδες. Αρτια τεχνικά η ταινία με ενδιαφέροντα «περάσματα» από σεκάνς σε σεκάνς και ιδιαίτερα αποτελεσματική κάμερα. Ρατσιστική η απεικόνιση των πειρατών, κανένα σχόλιο για τους μη Δανούς, μαυριδερούς μέλη του πληρώματος, τα res, δηλαδή... Και, βέβαια, παρήλθε πια η εποχή των φαντασιακών σούπερ μεν, τώρα το ρόλο αυτό τον επωμίζεται ο εκπρόσωπος της πολυεθνικής που, όλα τα σφάζει όλα τα μαχαιρώνει... και χωρίς να σοκάρεται, σαν τον πληθωρικό λαϊκό μάγειρα που παθαίνει σοκ - λειτουργεί σωρευτικά; - όταν τον υποχρεώνουν να σφάξει την κατσίκα να τη φάνε..., κι όχι με τη συμπεριφορά των καπιταλιστών...

Παίζουν: Σέρεν Μάλινγκ, Γιόχαν Φίλιπ Ασμπεκ, Νταρ Σαλίμ, κ.ά.

Παραγωγή: Δανία (2012).

Παράδεισοι στην Κόλαση

Αύριο βγαίνουν στις αίθουσες πάμπολλες ταινίες! Οκτώ σε σύνολο, συμπεριλαμβανομένης και, της μεταγλωττισμένης στα ελληνικά, αμερικάνικης οικογενειακής παραγωγής κινούμενων σχεδίων «BARBIE: Η ΜΠΑΛΑΡΙΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΜΑΓΙΚΕΣ ΠΟΥΕΝΤ» με την καλλίγραμμη Μπάρμπι, τη φορά αυτή, να πρωταγωνιστεί σε μια σύγχρονη ιστορία, στο ρόλο της Κριστίν μιας νεαρής κοπέλας που ονειρεύεται να γίνει μεγάλη μπαλαρίνα... Τη βδομάδα που διανύουμε υπάρχει και εγχώρια εκπροσώπηση από δύο ταινίες. Μέσα από το τελευταίο φιλμ του Κωνσταντίνου Γιάνναρη «MAN AT SEA» (2011) στο οποίο επιχειρείται συνύπαρξη του προσωπικού προβλήματος με του μεταναστευτικού και μέσα από - τουλάχιστον κατά το ήμισυ - τη βαλκανική συμπαραγωγή του Αλβανού σκηνοθέτη Ρόμπερτ Μπουντίνα με τίτλο «ΞΗΜΕΡΩΜΑ» (2011). Ρηχή, απολύτως προβλέψιμη, «στουμπωμένη» κλισέ και προκαταλήψεις η ταινία, για δυο αδελφούς από την Αλβανία που μεταναστεύουν στην Ελλάδα. Ενσωμάτωση, αφομοίωση, περιθωριοποίηση, οργανωμένο έγκλημα, βεντάλια όλες οι «ελεύθερες» επιλογές στη νέα κοινωνία, μέσα από ένα στερεοτυπικά συμβατικό και κοινότοπο τραχύ κινηματογράφο.

Η ιεραρχική διάταξη των υπολοίπων, θα μπορούσε να απεικονίζεται ως εξής: Στην απόλυτη πρωτιά, η πορτογαλική «ΧΑΜΕΝΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ» του Μιγκέλ Γκόμεζ, ταινία δημιουργού, καθαρόαιμος κινηματογράφος τέχνης, έργο σπάνιου λυρισμού. Ερχεται κατόπιν η επανέκδοση μιας παρεξηγημένης Σοβιετικής κινηματογραφικής βερσιόν του «ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗ» του Θερβάντες από το 1957 σε σκηνοθεσία Γκριγκόρι Κόζιντσεφ, με τον εκπληκτικού εκτοπίσματος Νικολάι Τσερκάσοφ (Ιβάν ο Τρομερός) στον ομώνυμο ρόλο. Στην τρίτη θέση, η χρήσιμη και επίκαιρη ταινία του Γκας Bαν Σαντ «Η ΓΗ ΤΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΙΑΣ» με τον Ματ Ντάμον. Εικονογραφεί ρεαλιστικά την τακτική των εκβιασμών μιας μεγάλης εταιρείας εξόρυξης φυσικού αερίου σε ξεκληρισμένους φτωχούς Αμερικάνους αγρότες, ώστε να πάρει τη γη τους σε εξευτελιστική τιμή. Λίγο πριν το τέλος κατατάσσεται η άρτια τεχνικά, βραβευμένη με το Α΄ Βραβείο του τελευταίου φεστιβάλ Θεσσαλονίκης δανέζικη «καταψυγμένη» «ΠΕΙΡΑΤΕΙΑ» του Τομπίας Λίντχολμ και τέλος η εφηβική -με αντιστοιχίες στο πνεύμα της Sagaτου Twilight- «ΟΜΟΡΦΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ» του Ρίτσαρντ Λα Γκραβενέζε.


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ

ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΛΑ ΓΚΡΑΒΕΝΕΖΕ
Ομορφα πλάσματα

Ταινία εφηβική, υποείδος του «Twilight». Λίγο πιο έξυπνη και πιο πικρόχολη, με πιο αστείες νότες, γεύση αλά Tim Burton και λογοτεχνικές αναφορές που επισκιάζονται από κλισέ και «υπερπαίξιμο» των ηθοποιών. Η ταινία, με φόντο τον μακρινό αμερικανικό εμφύλιο, κινείται σε διάφορα επίπεδα, ένα απ' αυτά οι ειρωνικές αναφορές στη θρησκοληψία και την ηθική υποκρισία της επαρχίας του Νότου. Η ταινία του Λα Γκραβενέζε είναι μεταφορά στον κινηματογράφο του πρώτου από τα τέσσερα βιβλία των Βρετανών συγγραφέων Kami Garcia και Margaret Stohl, που λανσάρεται στην αγορά ως επίδοξος κληρονόμος της επιτυχίας «Twilight». Βέβαια, τα «ΟΜΟΡΦΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ» ήταν υποχρεωμένα να προσφέρουν διαφοροποιημένες παραλλαγές της ίδιας ιδέας. Σε αντίθεση με την «Twilight» η κοπέλα εδώ είναι η μάγισσα και το αγόρι ο ερωτευμένος. Μπορεί η ταινία να ξεκινά εντυπωσιακά, με την αφηγηματική φωνή του νεαρού από ένα ξεχασμένο από το θεό ξέφωτο στη Νότια Καρολίνα κατά τον αμερικανικό εμφύλιο, αρκετά γρήγορα όμως απογοητεύει, όταν εκτροχιάζεται σε οκνηρά κλισέ...

Το να μην κάνει κανείς παραλληλισμούς με το έπος των βαμπίρ, σε ό,τι αφορά στο στοιχείο της ηλικίας των πρωταγωνιστών και στη θεματική, είναι μάλλον αδύνατο. Αναμφισβήτητα υπάρχουν ομοιότητες με την ιστορία των εφήβων μαθητών Λυκείου στη μικρή - φανταστική - πόλη Γκάτλιν, στην καρδιά μιας βαθιά θρησκόληπτης και οπισθοδρομικής επαρχίας του αμερικανικού νότου, όπου οι άνθρωποι είναι ή πολύ ηλίθιοι ώστε να κινηθούν ή πολύ άκαμπτοι ώστε να ξεφύγουν! Ενώ όμως στη σειρά Twilight κινητήρια δύναμη στο ξεδίπλωμα της δράσης είναι το κορίτσι, στα «ΟΜΟΡΦΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ» το πράγμα λειτουργεί αντίθετα. Μοχλός κίνησης είναι ο νεαρός Ιθαν, ορφανός από μητέρα και παθιασμένος με τη λογοτεχνία. Παρότι η ερωτική ιστορία μεταξύ του Ιθαν και της Λίνα (στο ρόλο η κόρη της σκηνοθέτη Τζέιν Κάμπιον) είναι αρκετά σύνθετη κατά κάποιο θετικό τρόπο, το αποτέλεσμα είναι μη ικανοποιητικό και κατακερματισμένο. Κι αυτό γιατί το υπερφυσικό στοιχείο καταλαμβάνει πολύ χώρο και μπαίνει στην αφήγηση πολύ νωρίς. Τα μαγικά συμβάντα έχουν ανάγκη από ένα είδος εσωτερικής λογικής για να πείσουν. Ισως να δοθούν πολλές επεξηγηματικές απαντήσεις σε ταινίες της ίδιας σειράς που χωρίς άλλο θα ακολουθήσουν. Οι ουσιαστικές δυνάμεις της ταινίας είναι η Εμα Τόμσον και ο Τζέρεμι Αϊρονς, ακαταμάχητος ως ανθεκτικός κακός που πνίγεται ανάμεσα σε μάγισσες, ταχυδακτυλουργίες και τελετουργίες... Οι έμπειροι αυτοί ηθοποιοί φθάνει να ρίξουν ένα βλέμμα ή μια ατάκα για να δημιουργήσουν προσδοκίες για ίντριγκα, ύπουλες ανατροπές και πικρούς αιμομικτικούς διακανονισμούς.

Προτού ο Ιθαν συναντήσει την Λίνα, το μυστηριώδες κι ασυνήθιστο κορίτσι της τάξης του, την ονειρεύτηκε σ' ένα όραμα υπνωτικό. Η σχέση των δυο τους αποδεικνύεται σχέση πολλαπλών αισθήσεων. Η φιλία τους είναι στην πραγματικότητα το εφαλτήριο για την ιστορία έρωτα που θα μεταβληθεί σε δεσμό υπερφυσικό. Η κοπέλα είναι μάγισσα, είναι θύμα μιας παλιάς κατάρας και βαδίζει πάνω στο δίστρατο καλού και κακού, αλλά τη μέρα που θα συμπληρώσει τα 16 της χρόνια θα πρέπει να αποφασίσει ποιον από τους δύο δρόμους θα πάρει. Στην αρκετά τακτοποιημένη αρχικά αφήγηση εισβάλλει το απογοητευτικό με την εμφάνιση της κακιάς ξαδέλφης που καταφθάνει οδηγώντας ένα κατακόκκινο σπορ καμπριολέ. Από εκεί και ύστερα αφηνιάζουν όλα τα είδη παραλογισμών και η ταινία εκτροχιάζεται. Υπερβολικές δόσεις από υπερφυσικές δυνάμεις, από μπρος - πίσω στον ιστορικό χρόνο, μάγισσες, εφέ και δράση, ό,τι επιθυμεί κανείς εισβάλλει στην εικόνα αλλά κυριαρχεί η αίσθηση ενός εναπομείναντος πικνίκ με μπαγιάτικο φαγητό από το ντουλάπι της φαντασίας.

Εν ολίγοις, η ταινία έχει καλές ερμηνείες και είναι αρχικά συναρπαστική αλλά χάνει την ισορροπία της, χάνει όλες τις ρεαλιστικές αντανακλάσεις και ανατρέπεται στη χαρούμενη επίδραση των εφέ και στα τεμπέλικα κλισέ.

Παίζουν: Τζέρεμι Αϊρονς, Εμα Τόμσον, Αλις Ενγκλερτ, Αλντεν Ερενράιχ, Βιόλα Ντέιβις, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2013).

ΜΙΓΚΕΛ ΓΚΟΜΕΖ
Χαμένος Παράδεισος

Γενικός, πρωτότυπος τίτλος της ταινίας: «TABU». Διττής σημασίας έννοια. Εχει να κάνει με μια ανεπαίσθητη ιστορική αντανάκλαση που περνά από συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο καθότι Ταμπού, ονομάζεται το βουνό στους πρόποδες του οποίου βρισκόταν η κατοικία της Αουρόρα, στην πορτογαλική αποικία της Αφρικής. Ταμπού όμως, ήταν και η εξωσυζυγική της σχέση με τον Τζιαν Λούκα Βεντούρα από τη Γένοβα... Ταινία δημιουργού που με γιγαντιαία φιλοδοξία πραγματεύεται την κατασκευή και την παρακμή του «δυτικού» φαντασιακού... Δομημένη σε δύο ισόχρονα μέρη η ταινία. «Χαμένος Παράδεισος» ο τίτλος του πρώτου μέρους και «Παράδεισος» του δεύτερου, που εν είδει τεράστιου flash back, αναφέρεται αμιγώς στις ανέμελες σχέσεις της παρέας των νεαρών «κυρίων», σε μια αφρικάνικη αποικία, λίγο πριν την απελευθέρωσή της...

Η ασπρόμαυρη ταινία, αμιγώς κινηματογραφικό αντικείμενο, ανήκει σε κείνη την ειδική κατηγορία που δυσκολεύεται κανείς να βάλει λόγια παρά το γεγονός ότι το αποτέλεσμα πυροδοτεί στο θεατή έναν «τεκτονικό» σεισμό συναισθηματικής, ποιητικής και κινηματογραφικής διάστασης, απελευθερώνοντας την ευφορία κάποιου που ξυπνά από όνειρο.

Η αφήγηση υφασμένη με το θεσπέσια μελαγχολικό μοτίβο πιάνου παράγει αίσθηση αντίστοιχη με κείνη που εξέπεμπε το αριστούργημα της Ντυράς «INDIA SONG». Με voice - over στο μεγαλύτερό της μέρος, γλιστράει αθόρυβα από τη Λισαβόνα του σήμερα, στο μυθικό παρελθόν της αποικίας, με τρόπο που δεν είναι παρά καθαρή και ατόφια τέχνη του «σινεμά»! Με έντονα στοιχεία μελοδράματος και λεπτεπίλεπτης ιστορικής αναφοράς, αυτή η επινοημένα επική ταινία έρωτα, αναδιπλώνει, με γλυκύτητα και ακατέργαστο πάθος, τη ζωή πάνω στις αναμνήσεις και κρέμεται από ένα αόρατο σύμπλεγμα συνυφασμένου χρόνου μέσα στον οποίο συγχωνεύεται η ιστορική μνήμη, οι ερωτικές και μουσικές μνήμες και η μνήμη του σινεμά.

Βραβευμένη σε πολλά φεστιβάλ η ταινία του Πορτογάλου Μιγκέλ Γκόμεζ είναι η απόλυτα σινεφίλ ταινία της σεζόν, ένα απίστευτης πρωτοτυπίας ταξίδι μέσα στο χρόνο, ένα ηδονικά αισθησιακό κομψοτέχνημα με θεϊκά γραμμένους διαλόγους, εκπληκτική σκηνοθεσία πλάνου και μοντάζ, ένα έργο σπάνιας σύνθεσης και τόλμης καθοδηγούμενο από τον παθιασμένο έρωτα του δημιουργού του για τον κινηματογράφο. Αποκλειστικά στον κινηματογράφο ΕΛΛΗ.

Παίζουν: Τερέζα Μαντρούγκα, Λάουρα Σοβεράλ, Ανα Μορέιρα, Καρλότο Κότα, κ.ά.

Παραγωγή: Πορτογαλία (2011).

ΓΚΡΙΓΚΟΡΙ ΚΟΖΙΝΤΣΕΦ
Δον Κιχώτης

Από τις πολλές μεταφορές στον κινηματογράφο του «ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗ» αξίζει τον κόπο να σταθεί κανείς στη σοβιετική εκδοχή του Γκριγκόρι Κόζιντσεφ του 1957 - την πρώτη ταινία της επικής του τριλογίας μαζί με τον «ΑΜΛΕΤ» και τον «ΒΑΣΙΛΙΑ ΛΗΡ». Η ταινία αναγιγνώσκει, με έντονα πολιτικό κλειδί, τις άδοξες περιπέτειες του ξεπεσμένου Ισπανού ευγενούς και του πιστού του ιπποκόμου. Ο μέγας Κόζιντσεφ (1905 - 1973), συνθέτει μια έγχρωμη, σινεμασκόπ βερσιόν που προβλήθηκε και αγαπήθηκε ευρέως. Μια απεικόνιση πολυποίκιλη και πλούσια σε κίνηση - παρά το κυρίαρχο θεατρικό στίγμα, μια απεικόνιση πιστή στη σκηνική διασκευή του θεατρικού συγγραφέα Γεβγένι Σβαρτς («Ο Δράκος») πάνω στο κλασικό, ομώνυμο μυθιστόρημα του Μιγκέλ ντε Θερβάντες, από τις αρχές του 1600...

Τα ιπποτικά μυθιστορήματα αναπτύχθηκαν ως λογοτεχνικό είδος το μεσαίωνα, είδος που απόκτησε μεγάλη δημοφιλία. Σε ποιον δεν άρεσε να χάνεται μέσα σε ιστορίες για ηρωικούς καβαλιέρους που με αυταπάρνηση έσωζαν από τα νύχια του κακού νεαρές και όμορφες παρθένες; Τα ιπποτικά μυθιστορήματα παράγονταν μαζικά και ασταμάτητα, θα μπορούσαν κατά κάποιο τρόπο να συγκριθούν με τα σημερινά αστυνομικά... Ο Θερβάντες, που εμφανίζεται πολύ αργότερα, στέκεται κριτικά σ' αυτό το λογοτεχνικό είδος. Μπορεί μάλιστα κανείς να ισχυριστεί ότι το μυθιστόρημά του «Δον Κιχώτης» γεννιέται σαν αντίδραση στη συγκεκριμένη λογοτεχνία, σαν μια παρωδία του είδους...

Ο Σοβιετικός «ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗΣ» αποτελεί μια από τις πιο ποιητικές ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου. Ο ξεπεσμένος κι αδέξιος ευγενής που διαβάζει από το πρωί ως το βράδυ ιπποτικά μυθιστορήματα που του ξεχειλίζουν τη βιβλιοθήκη και το μυαλό ... Η ψηλόλιγνη αυτή καρικατούρα έχει καταπιεί τόσους ανιδιοτελείς ήρωες που στο τέλος μεταμορφώνεται σε έναν από δαύτους. Καβαλάει κι ένα γάιδαρο που νομίζει φαρί και, με τον πιστό του ιπποκόμο τα βάζει με δράκους και θεριά, που δεν είναι παρά... ανεμόμυλοι. Ηλίθιος θεατής στο δικό του θέαμα ο ξεπεσμένος ευγενής, ανακτά αρχοντιά από τις «ενάρετές» του περιπέτειες.

Η ηθική συμπάθεια για το χαρακτήρα είναι εμφανής και τείνει να τονίσει τις όψεις εκείνες που πλησιάζουν στη μαρξιστική ιδεολογία, όπως π.χ. στο επεισόδιο στην αυλή του Δούκα. Κυρίως όμως σε ό,τι αφορά τον καθορισμό των χαρακτήρων του Δον Κιχώτη και του Σάντσο Πάντσα που μέσα από την εξέλιξη της ιστορίας διεισδύει ο ένας μέσα στον άλλο σε βαθμό που να χρωματίζεται ο ένας με τα συναισθήματα του άλλου. Πανέμορφη σύνθεση, πληρότητα στην αίσθηση και έξυπνη και δημιουργική κάμερα. Μνημειώδης η είσοδος του Νικολάι Τσερκάσοφ με το κολοσσιαίο εκτόπισμα, όπου διαψεύδεται παταγωδώς η ρήση «ουδείς αναντικατάστατος»...

Παίζουν: Νικολάι Τσερκάσοφ, Γιούρι Τολουμπέγιεφ, Σεραφίμα Μπίρμαν, Λουντμίλα Κασιάνοβα κ.ά.

Παραγωγή: Σοβιετική Ενωση (1957).

ΓΚΑΣ ΒΑΝ ΣΑΝΤ
Η Γη της Επαγγελίας

Β©Focus Features

Η ταινία θα σηματοδοτούσε το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Ματ Ντάμον που τελικά απέρριψε τη δουλειά λόγω στενότητας χρόνου από ανειλημμένες καλλιτεχνικές υποχρεώσεις. Ετσι, ο 60χρονος πια Βαν Σαντ, αποκαλύπτεται μάλλον γερασμένος από το παλιό του σφρίγος. Τέτοια «κύματα» εκπέμπονται από τη «ΓΗ ΤΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΙΑΣ», που υφάδι έχει την έννοια της «επιλογής» και στημόνι τη «συνείδηση», στο πλαίσιο ενός μετριοπαθούς τελάρου και μιας προσέγγισης μακριά από όποια θρησκευόμενη χροιά. Πάντως, η υποβλητική δεξιοτεχνία του σκηνοθέτη στην απόδοση του κόσμου, με εικόνες από περιβάλλοντα και πορτρέτα, επιβεβαιώνεται περίτρανα, με πεμπτουσία τα, από αέρος πλάνα, μιας ειδυλλιακής αγροτικής Αμερικής, ξεχασμένης από θεούς κι ανθρώπους...

Μέσα από την ιστορία της αποστολής δύο υπαλλήλων της πολυεθνικής εξορύξεως φυσικού αερίου GLOBAL (όνομα - σύμβολο κυριολεκτικά και μεταφορικά) σε μια, γονατισμένη οικονομικά αγροτική περιοχή, με κοιτάσματα αερίου στο υπέδαφός της, με στόχο να πείσουν τους κατοίκους να πουλήσουν τη γη τους για ένα κομμάτι ψωμί, βλέπουμε θεόρατη μπροστά μας την επικαιρότητα, που τη χαρακτηρίζει το επιθετικό ψυχορράγημα του καπιταλισμού, με τη μια ή την άλλη μορφή.

Κατώτατοι υπάλληλοι της πολυεθνικής και οι δυο τους, μ' έναν μισθουδάκο που, βέβαια, ποιος δεν τον έχει ανάγκη; Και η ανάγκη έχει πάντα προτεραιότητα... «Αν δεν το κάνω εγώ θα το κάνει κάποιος άλλος», «είναι μόνο μια δουλειά» ισχυρισμοί - με εμφανείς τύψεις - της γυναίκας υπαλλήλου, της χωρισμένης με έφηβο γιο.

Φόντο της αφήγησης, η θεμελιώδης θεματική της οικονομικής κρίσης, ζήτημα που ο Βαν Σαντ δεν εκμεταλλεύεται διεξοδικά αλλά αρκείται στο να επικεντρώνει σε πλευρές δευτερεύουσες και ουσιαστικά ρητορικές. Επικεντρώνει στην εσωτερική πάλη του 38χρονου υπαλλήλου Στιβ Μπάτλερ, του φτωχού αγροτόπαιδου με τις έντονες προσωπικές μνήμες από παλαιότερες καταστάσεις οικονομικής κρίσης, που ταλαντεύεται από έλλειψη αυτοεκτίμησης, δεδομένου ότι δεν πιστεύει βαθιά σε αυτό που κάνει.

Η ταινία σκοντάφτει στη θεματική της ανακτηθείσας ανάγκης για επιστροφή στις «ρίζες» και ναυαγεί στο πέλαγος των καλών κι ευγενικών αισθημάτων, χάνοντας έτσι από την ορατότητά της, άλλα πολύ πιο ενδιαφέροντα δυνητικά στοιχεία. Στηρίζεται, κατά πολύ, σε παραστάσεις και εικόνες συμβολικές - ένα από τα χαρακτηριστικά του σινεμά του Βαν Σαντ - οι μπότες, εν προκειμένω, του παππού, ένα στοιχείο - κλειδί, σημαίνον μιας καθοριστικής φιγούρας στη ζωή του «κατά λάθος» γιούπι. Αυτό όμως που πραγματικά λείπει τόσο από την ταινία όσο και τον πρωταγωνιστή, είναι ακριβώς μια ενσυνείδητα προσδιορισμένη προσωπικότητα. Αυτό είναι ένα κενό που γίνεται αισθητό!

Μειλίχια και αδύναμη εμφανίζεται παράλληλα και η ρηχή φιγούρα του Φρανκ Γέιτς, του παθιασμένου γερο - δάσκαλου - με πληθώρα πολύτιμων ακαδημαϊκών τίτλων. Ανθρωπος με βαθιά αξιοπρέπεια που αντιπροσωπεύει την αξιοπρέπεια των φτωχών λαϊκών στρωμάτων της κοινωνίας.

Το άξιο καστ, οι ενδιαφέρουσες στιγμές της ταινίας, όπως π.χ. κάποιοι πνευματώδεις διάλογοι ή, ακόμα, ο μονόλογος του Στιβ πάνω στο «Fuck you money» ή, το ρευστό χρήμα ως τον οριστικό απελευθερωτή... ή τέλος, το ταλέντο του σκηνοθέτη σε ό,τι αφορά το να υποβάλει ή να επιβάλει, επιφανειακές ρητορείες ή δεδομένες δημαγωγίες, μένουν κάπως μετέωρα και η ταινία - μονότονη, παρά τα κάποια τραντάγματα και τη μεγάλη σεναριακή ανατροπή του τέλους - παραμένει χωρίς «λύση». Δυστυχώς, η επαναφορά της καθαρότητας ενός έθνους που κάποτε ήταν Γη της Επαγγελίας, παρήλθε ανεπιστρεπτί... Η ιστορία πάει μόνο μπροστά ...

Παίζουν: Ματ Ντάμον, Τζον Κραζίνσκι, Χαλ Χόλμπρουκ, Φράνσις Μακ Ντόρμαντ, Ρόζμαρι Ντε Γουίτ, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2012).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ