Περίπου 4,5 εκατομμύρια τόνοι πλαστικών από τη διάλυση παλιών αυτοκινήτων καταλήγουν κάθε χρόνο στις χωματερές των ΗΠΑ. Ενα ερευνητικό κονσόρτσιουμ από αρκετές αμερικανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, με τη συνδρομή του Εθνικού Εργαστηρίου Αργκόν των ΗΠΑ, έστειλαν μια μικρή ποσότητα από αυτό το υλικό για επεξεργασία στο εργοστάσιο θερμικής διάσπασης. Η καύση αυτών των υλικών θα οδηγούσε στην απελευθέρωση PCB και διοξινών. Η θερμική υδρόλυση αντίθετα διέσπασε τα PCB και μετέτρεψε το χλώριο που περιέχουν ορισμένα πλαστικά σε υδροχλωρικό οξύ χωρίς, όπως ισχυρίζονται, να παραχθούν καθόλου διοξίνες. Το πετρέλαιο που παράχθηκε ήταν ποιότητας που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί απευθείας π.χ. σε ένα εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής.
Σαν παραπροϊόν της θερμικής κατεργασίας παράγεται ισχυρότατο λίπασμα σε υγρή μορφή. Το λίπασμα αυτό περιέχει 9% άζωτο, 1% φωσφόρο, 2% κάλιο και 19 είδη αμινοξέων. Σύμφωνα με την εταιρία που διευθύνει το εργοστάσιο, το λίπασμα αυτό είναι πιο ισχυρό από το καλύτερο που κυκλοφορεί σήμερα και διαθέτει άζωτο σε ποσοστό μόλις 6%. Επιπλέον, δεν πάσχει από τα προβλήματα κολοβακτηριδίων και άλλων βιολογικών παραγόντων των λιπασμάτων από κοπριά, αφού παράγεται με διεργασίες υψηλής θερμοκρασίας.
Το πέρασμα από την πειραματική στη φάση παραγωγής, στις αρχές του 2005, δεν ήταν ούτε εύκολο ούτε ομαλό. Οσον αφορά την ουσία της μεθόδου, χρειάστηκε να γίνουν αρκετές προσαρμογές, ώστε να βρεθεί ο βέλτιστος συνδυασμός παραμέτρων που εξασφάλιζε την απαραίτητη απόδοση ανάλογα με το μείγμα πρώτων υλών. Η τροφοδοσία με εντόσθια από τα σφαγεία ήταν η πιο εύκολη περίπτωση, αλλά η τροφοδοσία με αίμα απ' την ίδια πηγή δημιουργούσε πλεόνασμα νερού, ενώ αντίθετα η χρήση πολλών φθαρμένων ελαστικών απαιτούσε την προσθήκη νερού. Μετά από αρκετούς μήνες δοκιμών και προσαρμογών η διαδικασία προσαρμόστηκε και καταλήχτηκε ότι ήταν σκοπιμότερο οι πρώτες ύλες να αναμειγνύονται σε δεξαμενές πριν εισαχθούν στο μύλο που τις αλέθει σε μικρά κομματάκια, τα οποία τροφοδοτούνται στη συνέχεια στη διεργασία θερμικής διάσπασης (υδρόλυση). Ετσι, μπορούσε να εξασφαλιστεί μια στοιχειώδης ομοιογένεια της πρώτης ύλης.
Ομως, η φύση των υλικών που χρησιμοποιεί το εργοστάσιο, από την πρώτη στιγμή δημιούργησε πρόβλημα δυσωδίας στη γύρω περιοχή, που έφτασε να οδηγήσει στο προσωρινό κλείσιμό του. Μετά από επανειλημμένες προσθήκες φίλτρων όζοντος και άλλων αερίων που μυρίζουν άσχημα, το πρόβλημα περιορίστηκε σημαντικά.
Στις ΗΠΑ η χρήση των εντοσθίων και των άλλων παραπροϊόντων της εκτροφής πουλερικών για την κατασκευή ζωοτροφών που χρησιμοποιούνται με τη σειρά τους σαν τροφή για άλλα πουλερικά γίνεται σε εκτεταμένη κλίμακα και απολύτως νόμιμα. Ετσι, τα σφαγεία αντί να πληρώνουν για τη διάθεση των αποβλήτων τους, απαιτούν να πληρώνονται 30 δολάρια τον τόνο. Αντίθετα, στην ΕΕ, τυπικά τουλάχιστον, η χρήση εντοσθίων και άλλων ζωικών παραπροϊόντων για ζωοτροφές απαγορεύεται όχι μόνο για τα βοοειδή, λόγω της «ασθένειας των τρελών αγελάδων», αλλά και για τα πουλερικά.
Ετσι στην Ιρλανδία οι εταιρίες που φροντίζουν για τη διάθεση των αποβλήτων των σφαγείων πληρώνονται 50 δολάρια τον τόνο. Οι διευθύνοντες το εργοστάσιο θερμικής διάσπασης στις ΗΠΑ υπολογίζουν ότι αν μεταφέρουν το εργοστάσιό τους στην Ιρλανδία θα επωφεληθούν όχι μόνο αυτό το ποσό, αλλά και άλλα 30 δολάρια ανά τόνο από το εμπόριο ρύπων... (αφού πρόκειται για ανακυκλώσιμη μορφή ενέργειας). Επιπλέον, από τις συζητήσεις που έχουν κάνει με Ευρωπαίους επιχειρηματίες εκτιμούν ότι θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν τιμή 92 δολαρίων ανά βαρέλι, εγγυημένη για 20 χρόνια! Σε ένα εργοστάσιο παραγωγής 500 τόνων πετρελαίου την ημέρα, το κόστος παραγωγής θα είναι κάτω από 30 δολάρια το βαρέλι, ενώ θα μπορούν να το πουλούν γύρω στα 100!
Είναι προφανές ότι αν οι τιμές του πετρελαίου ήταν ακόμα στα 20 δολάρια το βαρέλι και δεν είχαν εκτιναχτεί στα σημερινά ύψη, τότε το πετρέλαιο από γαλοπούλες και κοτόπουλα δε θα είχε ιδιαίτερη τύχη. Ποιος όμως και με βάση ποια κριτήρια καθορίζει την τιμή του πετρελαίου; Μήπως η αξιοποίηση κάποιων τεχνολογιών θα έπρεπε να επιδιωχτεί έτσι κι αλλιώς στο πλαίσιο των συνολικών πλεονεκτημάτων που προσφέρουν, ανεξάρτητα από το αν εξασφαλίζουν τα υπερκέρδη που επιδιώκουν κάποια μονοπώλια; Πάλι και πάλι όλα καταλήγουν στο ίδιο ζήτημα: ποιος κατέχει τα μέσα παραγωγής, τους φυσικούς πόρους, την τεχνολογία και για ποιο σκοπό τα χρησιμοποιεί;