Κυριακή 11 Σεπτέμβρη 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ
Πάλη για σύγχρονα κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα

Από κινητοποίηση του ΠΑΜΕ για το Ασφαλιστικό
Από κινητοποίηση του ΠΑΜΕ για το Ασφαλιστικό
Με αφορμή την πρόσφατη, νέα περικοπή στις επικουρικές συντάξεις, επανήλθε στην επικαιρότητα το συνολικό ζήτημα του Ασφαλιστικού. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι στόχος της μεταρρύθμισης που κάνει είναι να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του συστήματος και ρίχνει τις ευθύνες στους προηγούμενους για την κατάσταση που βρήκε στα ασφαλιστικά ταμεία.

Αυτοί, με τη σειρά τους, καταγγέλλουν τον ΣΥΡΙΖΑ ότι κάνει κι αυτός μειώσεις, κανείς τους όμως δεν αμφισβητεί το επιχείρημα της βιωσιμότητας του συστήματος, με το οποίο και οι ίδιοι στήριξαν παλιότερες αντιασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις. Τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και τα άλλα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης, υπόσχονται αυξήσεις στις συντάξεις και αναπλήρωση μέρους των ασφαλιστικών δικαιωμάτων που χάθηκαν, όταν έρθει η ανάκαμψη της οικονομίας.

Λένε ψέματα, για να καλλιεργούν προσδοκίες στο λαό και να αποσπούν την ανοχή του. Ακόμα κι αν συμβεί μια σχετική αλλαγή της κατάστασης, ουσιαστική ανακούφιση από τη σημερινή αθλιότητα δεν πρόκειται να υπάρξει για τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα, πόσο μάλλον να ανακτήσουν το επίπεδο που βρίσκονταν πριν από την κρίση τα κοινωνικοασφαλιστικά τους δικαιώματα.

Το αντίθετο ακριβώς θα συμβεί: Η σημερινή και οι επόμενες μεταρρυθμίσεις, θα μεγαλώνουν διαρκώς την απόσταση που χωρίζει το επίπεδο των παροχών της Κοινωνικής Ασφάλισης από τις σύγχρονες ανάγκες των εργατικών - λαϊκών οικογενειών, παρά το γεγονός ότι σήμερα υπάρχουν και διαρκώς διευρύνονται οι υλικές προϋποθέσεις για την πλήρη ικανοποίησή τους.

Με άλλα λόγια, όσο τα κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα συνθλίβονται στις μυλόπετρες της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου, ανεξάρτητα από το ποια κυβέρνηση και ποια κόμματα ασκούν τη διαχείριση, ο λαός θα μετράει απώλειες, τόσο σε απόλυτους δείκτες (μείωση συντάξεων, αύξηση ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, συρρίκνωση των παροχών από το κρατικό σύστημα της Υγείας κ.ά.), όσο και σχετικά, παίρνοντας σαν μέτρο σύγκρισης το επίπεδο των παροχών που μπορεί να εξασφαλίσει το σημερινό υψηλό επίπεδο της παραγωγικότητας της εργασίας, η εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνικής.

Κόστος και «βάρος» για τα κέρδη τους

Ας πάρουμε το παράδειγμα των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης. Με βάση τα δεδομένα που περιγράψαμε πιο πάνω (π.χ. παραγωγικότητα της εργασίας), υπάρχουν εδώ και δεκαετίες όλες οι προϋποθέσεις αυτά να μειωθούν. Μια τέτοια εξέλιξη, μάλιστα, κάτω από άλλες συνθήκες, θα είχε ευεργετικές επιπτώσεις και στην αντιμετώπιση της ανεργίας.

Τι συμβαίνει όμως στην πραγματικότητα; Τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης αυξάνονται αντί να μειώνονται στην Ελλάδα και σε όλον τον καπιταλιστικό κόσμο, ανεξάρτητα από τον οικονομικό κύκλο, αν δηλαδή η οικονομία είναι σε ανάπτυξη ή σε κρίση. Η τάση αυτή θα ενταθεί στο μέλλον, και απόδειξη γι' αυτό είναι οι κατευθύνσεις της ΕΕ, που χρησιμοποιούν σαν πρόσχημα το δημογραφικό και την αναλογία συνταξιούχων προς εργαζόμενους που μεγαλώνει, για να στοιχειοθετήσουν την ανάγκη για παράταση του εργάσιμου βίου.

Βέβαια, αύξηση στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης είχαμε και τα προηγούμενα χρόνια, όταν το δημογραφικό δεν ήταν τόσο έντονο. Η πρόφαση που χρησιμοποιούνταν τότε ήταν ότι είναι άδικο να «καταδικάζει» κανείς τους ανθρώπους στη σύνταξη, όταν τα όρια της παραγωγικής ηλικίας έχουν επιμηκυνθεί, εξαιτίας της αύξησης του προσδόκιμου της ζωής. Επομένως, ο εργαζόμενος πρέπει να είναι περισσότερα χρόνια στην παραγωγή και η εργατική του δύναμη να συνεχίζει να αποτελεί πηγή υπεραξίας για το κεφάλαιο, μέχρι τα βαθιά γεράματα.

Τι δείχνουν όλα τα παραπάνω; Οτι για τους καπιταλιστές και το κράτος τους, τα κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα είναι βάρος, από το οποίο διαχρονικά παλεύουν να απαλλαγούν. Γιατί συμβαίνει αυτό; Επειδή η σύνταξη, η υγεία, η ασφάλιση για τον επαγγελματικό κίνδυνο, η πρόνοια του κράτους για τους ανάπηρους και τις άλλες ευπαθείς ομάδες, είναι μέρος αυτού που οι καπιταλιστές ονομάζουν «μη μισθολογικό κόστος» της εργασίας.

Στην πραγματικότητα, τα κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα στον καπιταλισμό είναι κομμάτι της τιμής που πουλάει ο εργαζόμενος την εργατική του δύναμη και έτσι εξηγείται η προσπάθεια που κάνουν συνεχώς το κεφάλαιο και το κράτος του να συρρικνώσουν τις συντάξεις, την πρόνοια, την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Το παραμύθι της «τριμερούς» χρηματοδότησης

Το επιχείρημα ότι η χρηματοδότηση του συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλισης είναι τριμερής και ότι σ' αυτή συμβάλλουν εξίσου εργαζόμενοι, εργοδότες και κράτος, είναι πέρα για πέρα κάλπικο. Το σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης συντηρείται εξολοκλήρου από τους εργαζόμενους: Ενα μέρος είναι οι εισφορές που οι ίδιοι πληρώνουν από το μισθό τους. Ενα ακόμα μέρος είναι κομμάτι της κλεμμένης υπεραξίας, που καταλήγει στην τσέπη του εργοδότη και παρουσιάζεται ψεύτικα ως εργοδοτική εισφορά στα Ταμεία.

Το τρίτο μέρος, η κρατική επιχορήγηση προέρχεται από τη φορολογία που πληρώνει ο εργαζόμενος επίσης από το μισθό του, και κατά ένα μέρος ο εργοδότης, ξανά από την κλεμμένη υπεραξία.

Να, λοιπόν, γιατί το κράτος και η εργοδοσία προσπαθούν να απαλλαγούν από την ευθύνη τους στη χρηματοδότηση της Κοινωνικής Ασφάλισης και να τη μετατρέψουν σε ατομική υπόθεση, ενισχύοντας τον κεφαλαιοποιητικό χαρακτήρα του συστήματος, ώστε το βασικό κριτήριο για τις μελλοντικές παροχές να είναι τα χρήματα που έχει «επενδύσει» ο ασφαλισμένος από τις εισφορές του σε έναν υποτυπώδη κρατικό και έναν πιο αναπτυγμένο ιδιωτικό ασφαλιστικό φορέα.

Τι πετυχαίνει με αυτόν τον τρόπο η εργοδοσία, το κεφάλαιο; Πρώτον, απαλλάσσεται το ίδιο από την υποχρέωση να καταβάλλει ένα μέρος της υπεραξίας που αποσπά από τον εργαζόμενο για την Κοινωνική του Ασφάλιση. Αρα, μεγαλώνει το ποσοστό και τη μάζα του κέρδους. Δεύτερο, το κράτος μειώνει κι αυτό τις υποχρεώσεις του προς το σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης και επομένως τα χρήματα που «περισσεύουν» μπορούν στο εξής να ενισχύσουν την άμεση και έμμεση στήριξη στο κεφάλαιο. Να γίνουν δηλαδή φοροαπαλλαγές, προγράμματα δωρεάν εργασίας, χρηματικές ενισχύσεις για επενδύσεις κ.ά.

Το ίδιο ισχύει και με τα αποθεματικά των Ταμείων, τον ιδρώτα δηλαδή των ασφαλισμένων, τα οποία διαχρονικά αξιοποιήθηκαν για να χρηματοδοτήσουν την καπιταλιστική ανάκαμψη, με τελευταίο παράδειγμα το «κούρεμα» των ομολόγων που είχαν οι ασφαλιστικοί οργανισμοί με το PSI.

Τρίτον, η παραπέρα ιδιωτικοποίηση του συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλισης ανοίγει το δρόμο και για μείωση των μισθών. Για παράδειγμα, στα επαγγελματικά ταμεία, έναν από τους τρεις «πυλώνες» της Ασφάλισης που αναπτύσσεται με το υπάρχον σύστημα, η εισφορά της εργοδοσίας συμφωνείται ξεχωριστά από το μισθό. Στο κοντινό μέλλον, με την ωρίμανση του συστήματος, ο εργαζόμενος θα επιλέγει πλέον από την ελεύθερη αγορά το πρόγραμμα που αντέχει η τσέπη του, ενώ το κρατικό σύστημα θα εγγυάται τις ελάχιστες μόνο παροχές, στο ύψος του στατιστικού ορίου της φτώχειας, όπως κάνει και σήμερα με την εθνική σύνταξη.

Ανατροπή του συσχετισμού δύναμης

Τα κείμενα και οι κατευθύνσεις της ΕΕ συνδέουν ολοένα και περισσότερο την πορεία των ασφαλιστικών συστημάτων με τη δημοσιονομική σταθερότητα στα κράτη - μέλη, την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και κατ' επέκταση την ανάκαμψή της. Είναι σαφές από τα παραπάνω ότι η συρρίκνωση των κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων, είτε αυτά αφορούν τις συντάξεις και τα όρια ηλικίας, είτε την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και τα προνοιακά επιδόματα, είναι όρος αναγκαίος για να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία του.

Τα κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα αποσπάστηκαν με σκληρούς ταξικούς αγώνες από το κεφάλαιο και το κράτος του, πολλές φορές αιματηρούς. Καμιά παραχώρηση δεν πρόκειται να κάνει η εργοδοσία που να θίγει τα κέρδη της. Το επίπεδο των κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων, η προσπάθεια της εργοδοσίας και του κράτους από τη μια να τα μειώσουν και των εργαζόμενων από την άλλη να τα προστατέψουν και να τα διευρύνουν, θα κρίνεται κάθε φορά στο πεδίο της ταξικής πάλης, με βάση το συσχετισμό που θα διαμορφώνεται, όχι σε συμμαχία, αλλά σε σύγκρουση με το κεφάλαιο και την πολιτική του.

Από αυτήν τη σκοπιά, έχει μεγάλη σημασία σήμερα η ενίσχυση του ταξικού πόλου στο συνδικαλιστικό κίνημα που μάχεται για την ανάκτηση των απωλειών από τα χρόνια της κρίσης, την κατάργηση όλων των αντεργατικών αντιασφαλιστικών νόμων, σαν βάση για την παραπέρα ανάπτυξη των αγώνων, με κριτήριο την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.

Σύγχρονα κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα για όλους μπορούν να υπάρξουν μόνο με ανατροπή του σημερινού συσχετισμού δύναμης υπέρ των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, με την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου και της ιδιοκτησίας του στα μέσα παραγωγής. Εκεί πρέπει να κατατείνει η πάλη και η συμμαχία του λαού. Γι' αυτό το καθήκον χρειάζεται σήμερα να ανασυνταχθεί και να συγκεντρώνει δυνάμεις το κίνημα.


Π.

ΠΑΝΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ
Δράση με όλες τις μορφές για να γεννηθούν εστίες αντίστασης και αντεπίθεσης παντού

Στόχος να δυναμώσει το ρεύμα που παλεύει για την κατάργηση των αντεργατικών νόμων, την κάλυψη των απωλειών, την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών

Η συγκέντρωση του ΠΑΜΕ στην Ομόνοια την περασμένη Παρασκευή
Η συγκέντρωση του ΠΑΜΕ στην Ομόνοια την περασμένη Παρασκευή
Η πλούσια δράση του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος τη βδομάδα που πέρασε, με αποκορύφωμα τα συλλαλητήρια στην Αθήνα την Παρασκευή και στη Θεσσαλονίκη το Σάββατο, στα εγκαίνια της ΔΕΘ, με τη συμμετοχή και άλλων φορέων του λαϊκού κινήματος, αποτελεί μια καλή «μαγιά» για τους αγώνες που προετοιμάζουν τα συνδικάτα, με όλες τις μορφές και με τη δημιουργία κλίματος για απεργία.

Απέναντι στην επίθεση που κλιμακώνεται σε όλα τα μέτωπα από το κεφάλαιο και τα κόμματά του, το ΠΑΜΕ απευθύνει κάλεσμα στην εργατική τάξη και στις συνδικαλιστικές της οργανώσεις για «διαρκή, ανυποχώρητο αγώνα με διεκδικητικό πνεύμα» απέναντι στη μείωση της απαιτητικότητας των εργαζομένων και στη λογική του συμβιβασμού με τα ελάχιστα, που καλλιεργούν τα αστικά κόμματα και ο εργοδοτικός - κυβερνητικός συνδικαλισμός.

Η προετοιμασία που κάνουν τα ταξικά συνδικάτα, δεν αποσκοπεί μόνο στο να αντιμετωπιστεί οργανωμένα και από καλύτερες θέσεις ο νέος γύρος της επίθεσης. Στόχος είναι να δυναμώσει η συσπείρωση στο ρεύμα που παλεύει για την κατάργηση των αντεργατικών νόμων, ιδιαίτερα αυτών που ψηφίστηκαν από το 2010 και μετά, για την κάλυψη των απωλειών σε μισθούς, συντάξεις, κοινωνικές παροχές, για τη διεκδίκηση δικαιωμάτων με βάση τις σύγχρονες ανάγκες της εργατικής - λαϊκής οικογένειας.


Αυτό είναι το πλαίσιο που προβάλλουν στο κοινό τους κείμενο Ομοσπονδίες και Εργατικά Κέντρα, προτείνοντας σε όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις να το συνυπογράψουν, αλλά να αναλάβουν και ευθύνη στο χώρο τους για την οργάνωση του αγώνα με αιχμή τις Συλλογικές Συμβάσεις. Το γεγονός ότι οι υπογραφές σ' αυτό το κείμενο, παρά τις δυσκολίες της καλοκαιρινής περιόδου, έχουν φτάσει τις 300, είναι ενθαρρυντικό και δείχνει τις δυνατότητες και τις διαθέσεις που υπάρχουν.

Σήμερα που υπάρχει πλέον πείρα από την κυβερνητική εναλλαγή, σήμερα που φανερώνεται πιο καθαρά πως κανένας κλάδος και κανένα σωματείο μόνο του δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την ενιαία κι οργανωμένη επίθεση κυβέρνησης και εργοδοσίας, το ΠΑΜΕ καλεί τους εργαζόμενους, τους ανέργους, τις γυναίκες, τους συνταξιούχους, να επιλέξουν και να χρησιμοποιήσουν την πιο ουσιαστική και δυναμική επιλογή που βρίσκεται σε αδράνεια.

Να επιλέξουν χωρίς άλλη καθυστέρηση και αναστολές το δρόμο της οργάνωσης στα σωματεία, στους χώρους δουλειάς και στους κλάδους, το δρόμο της σύγκρουσης με τη μεγαλοεργοδοσία κάθε κλάδου, με τις εργοδοτικές οργανώσεις και το πολιτικό τους προσωπικό. Για να γεννηθούν εστίες αντίστασης και αντεπίθεσης παντού. Να μεγαλώσει ο βαθμός οργάνωσης των εργαζομένων, να πυκνώσουν οι γραμμές των σωματείων με νέους εργάτες, με εργάτες που βρίσκονται μπροστά στους αγώνες. Για να γίνει αποφασιστικό βήμα στην ανασύνταξη του κινήματος, στο δυνάμωμα της λαϊκής συμμαχίας.

Στην κατεύθυνση αυτή θα συμβάλλει και η 4η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΠΑΜΕ, που όπως ανακοινώθηκε από την Εκτελεστική Γραμματεία, θα γίνει στις 19 και 20 Νοέμβρη στην Αθήνα, στο ΣΕΦ. Το ΠΑΜΕ βάζει στόχο να αποτελέσει αυτή η Συνδιάσκεψη γεγονός για το εργατικό κίνημα, να δώσει νέα ώθηση στις γραμμές του, στη συνολική πάλη για την αλλαγή των αρνητικών συσχετισμών που παραμένουν στο συνδικαλιστικό κίνημα, στον ταξικό προσανατολισμό του.

Βδομάδα εξελίξεων αυτή που ξεκινά αύριο

Επιταχύνονται οι διεργασίες για τις ανατροπές που σχεδιάζονται στα Εργασιακά

Βδομάδα εξελίξεων είναι αυτή που ξεκινά αύριο στο μέτωπο των Εργασιακών. Την Τρίτη, στα γραφεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Αθήνα, Ευρωπαϊκή Επιτροπή και κυβέρνηση στήνουν φιέστα για να διαφημίσουν την πρόταση Γιούνκερ για τον «Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων».

Πρόκειται για το περιτύλιγμα ενός σχεδίου κατοχύρωσης των ανατροπών που έχουν γίνει πανευρωπαϊκά τα τελευταία χρόνια στην αγορά εργασίας, με το πρόσχημα της θεσμοθέτησης ενός μίνιμουμ κοινών κανόνων για όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, στο πλαίσιο των ανατροπών που έχουν ήδη συντελεστεί, κυρίως με την επέκταση της ελαστικότητας και της ευελιξίας.

Ακολουθεί την ερχόμενη Παρασκευή και το Σάββατο (16 και 17 Σεπτέμβρη) η διάσκεψη που οργανώνει το υπουργείο Εργασίας, με καλεσμένους υπουργούς από τα κράτη - μέλη της ΕΕ, εργατοπατέρες από τα ευρωπαϊκά συνδικάτα και τη ΓΣΕΕ, με στόχο να διαφημίσουν όλοι μαζί το «ευρωπαϊκό κεκτημένο» και τις «βέλτιστες πρακτικές», βάσει των οποίων σχεδιάζει να νομοθετήσει η κυβέρνηση τους επόμενους μήνες.

Εως τότε, δεν είναι καθόλου απίθανο να έχει δοθεί στη δημοσιότητα και το πόρισμα της «επιτροπής των ειδικών» που συνέστησε η κυβέρνηση, προκειμένου να επεξεργαστεί τους άξονες της αντεργατικής μεταρρύθμισης. Οπως αποκάλυψε ο Ι. Κουκιάδης, μέλος της Επιτροπής, στην εκδήλωση που διοργάνωσε την περασμένη Πέμπτη στη Θεσσαλονίκη η ΓΣΕΕ με αφορμή τη ΔΕΘ, το πόρισμα αναμένεται να παραδοθεί στον υπουργό Εργασίας την ερχόμενη βδομάδα.

Ανατροπές από παλιά και παντού

Ενδιαφέρον, πάντως, είχαν και άλλα που είπε ο Ι. Κουκιάδης στη συγκεκριμένη εκδήλωση. Οπως για παράδειγμα ότι «εδώ και δύο δεκαετίες, όλες οι ευρωπαϊκές νομοθεσίες μεταρρυθμίζονται με ανατροπές για τα εργασιακά και κανένας δεν ξέρει ποιο είναι το μέλλον της εργασίας», δίνοντας επί της ουσίας το στίγμα των «βέλτιστων πρακτικών» που έχει κατοχυρώσει το κεφάλαιο στα κράτη - μέλη της ΕΕ, με αντεργατικά μέτρα που κλιμακώνονταν πολύ πριν την εκδήλωση της κρίσης.

Ο ίδιος πρόσθεσε ότι τα βασικά κριτήρια με τα οποία συντάσσεται το πόρισμα είναι το τι ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες για τις εργασιακές σχέσεις και «οι πιο αποτελεσματικές βέλτιστες πρακτικές», που θα ληφθούν σοβαρά υπόψη. Για να χρυσώσει το χάπι, πρόσθεσε ότι «θα πρέπει να απομονωθούν οι ακραίες εκδοχές που υπάρχουν σε ορισμένες χώρες για τα φλέγοντα θέματα των Συλλογικών Συμβάσεων, των ομαδικών απολύσεων και των απεργιών».

Παραδέχτηκε επίσης ότι η ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας «δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο, αλλά ευρωπαϊκό», σημειώνοντας ότι σήμερα στην Ευρώπη υπάρχουν περίπου 19 εκατ. ενοικιαζόμενοι εργαζόμενοι. Στο διά ταύτα, ζήτησε στην επικείμενη διαπραγμάτευση να διαμορφωθούν «νέοι όροι προστασίας των εργαζομένων», επειδή το φαινόμενο της αύξησης της μερικής απασχόλησης, της εκ περιτροπής εργασίας και της συνεχούς ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων «έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις».

Επί της ουσίας, η άποψή του «κουμπώνει» με το σχέδιο της Κομισιόν για τον «Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων». Επαληθεύει ότι η τάση για παραπέρα ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας θα συνεχιστεί και ότι τα επιτελεία της ΕΕ μελετούν ορισμένα μέτρα, ώστε από τη μια να καθυστερήσει όσο γίνεται η μαζική φτωχοποίηση από τη γενικευμένη ευελιξία στην αγορά εργασίας και από την άλλη να διασφαλιστούν ορισμένοι στοιχειώδεις κοινοί όροι στον ανταγωνισμό μεταξύ των μονοπωλιακών ομίλων ενός κλάδου, ή μεταξύ διαφορετικών κλάδων.

Προσπάθεια απαξίωσης της ταξικής πάλης

Υπάρχει ένα σημείο στην τοποθέτηση του Ι. Κουκιάδη που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο από τους εργαζόμενους: Η εμμονή του στη σημερινή διάρθρωση του συνδικαλιστικού κινήματος και στην αποτελεσματικότητα της πάλης στο εθνικό πεδίο. Καθόλου τυχαία, μάλιστα, ο τίτλος της παρέμβασής του στην εκδήλωση της ΓΣΕΕ στη Θεσσαλονίκη, ήταν «Η αναζήτηση νέας στρατηγικής των συνδικάτων για την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων».

Ανάμεσα σε άλλα, ο Ι. Κουκιάδης είπε ότι «οι απεργίες και οι διεκδικήσεις των εργαζομένων σε εθνικό επίπεδο έχουν έως μηδαμινό αποτέλεσμα. Για το λόγο αυτό, χρειάζεται διεθνοποίηση των αγώνων αλλά και των διαπραγματεύσεων. Αυτά τα δύο στοιχεία πρέπει να είναι πρώτη προτεραιότητα των συνδικάτων».

Τοποθετήσεις όπως αυτή συνδράμουν τη γενικότερη προσπάθεια να απαξιωθούν οι εργατικοί αγώνες και κυρίως η απεργία, ενισχύοντας την άποψη περί αναποτελεσματικότητας των αγώνων που διακινεί ευρέως στους χώρους δουλειάς η εργοδοσία, η κυβέρνηση και οι συνδικαλιστές τους.

Το γεγονός, εξάλλου, ότι αυτά λέγονται από ένα μέλος της επιτροπής που ανέλαβε να γνωμοδοτήσει για τα Εργασιακά, προκαταλαμβάνει σε μεγάλο βαθμό και το σκεπτικό με το οποίο θα προσπαθήσει να δικαιολογήσει η κυβέρνηση ενδεχόμενες αλλαγές στο συνδικαλιστικό νόμο, στη λειτουργία και στη δομή των συνδικάτων, ακόμα και στο δικαίωμα της απεργίας.

Τέλος, το επιχείρημα της «διεθνοποίησης της πάλης» δεν έχει στόχο, βέβαια, να αναδείξει την αναγκαιότητα του συντονισμού και της κοινής δράσης των εργαζομένων σε όλα τα κράτη ενάντια στον κοινό αντίπαλο, στα μονοπώλια και στην πολιτική που υπηρετεί τα συμφέροντά τους, αλλά να απαξιώσει το εθνικό πεδίο της ταξικής πάλης, το καθήκον δηλαδή της εργατικής τάξης να οργανώνεται και να παλεύει πρώτα και κύρια ενάντια στην αστική τάξη της χώρας της, μέχρι την ανατροπή της. Η εγκατάλειψη αυτής της γραμμής στο κίνημα των εργαζομένων είναι βούτυρο στο ψωμί του κεφαλαίου...



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ