Πριν να δούμε τις προτάσεις αυτές, αξίζει να κάνουμε μια, μικρή έστω, ιστορική αναδρομή σχετικά με τον Κέινς και τη σκέψη του. Ο Κέινς θεωρήθηκε ως ο «επαναστάτης» της αστικής πολιτικής οικονομίας. Η θεωρία του αποτέλεσε τη γενική θεωρία της κρατικομονοπωλιακής ρύθμισης και εμφανίστηκε τη δεκαετία του '30. Θεμελίωνε ένα ευρύ πρόγραμμα παρέμβασης του κράτους στην καπιταλιστική οικονομία. Ουσιαστικά, «απαντούσε» στην ισχυρότατη κρίση του καπιταλισμού την περίοδο του '29-'33, υποστήριζε πως η αιτία των υφέσεων βρίσκεται στην έλλειψη αγορών. Απέρριπτε τη μέχρι τότε κυρίαρχη αστική άποψη για την ανεργία, σύμφωνα με την οποία η ανεργία είναι εθελοντικού χαρακτήρα. Αντιθέτως, θεωρούσε πως είναι αναγκαστικό φαινόμενο. Συμπέραινε, τελικά, πως οι ασθένειες του καπιταλισμού είναι ιάσιμες, κάτω από την ενεργή παρέμβαση του αστικού κράτους στην οικονομία. Η ανάλυση του Κέινς περνάει από το μικροοικονομικό στο μακροοικονομικό επίπεδο και τον ενδιέφερε η πραγματοποίηση του κεφαλαίου. Αυτό σημαίνει πως έβλεπε πιο μακριά, σε σχέση με τους προγενεστέρους του αστούς αναλυτές.
Ωστόσο, όπως ήταν αναμενόμενο, η κεϊνσιανού τύπου διαχείριση στάθηκε ανίκανη να εξαλείψει τις εγγενείς στον καπιταλισμό κρίσεις. Μάλιστα, απαξιώθηκε ως μορφή διαχείρισης κατά τη δεκαετία του 1970, οπότε επικράτησε ο λεγόμενος στασιμοπληθωρισμός (χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, ανεργία, πληθωρισμός), με αποτέλεσμα να την αρνηθούν ακόμη και τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, υιοθετώντας νεοφιλελεύθερα οικονομικά προγράμματα, την πολιτική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων.
(α) «Στη διάρκεια των τελευταίων ετών η "Μοντ Ντιπλοματίκ" έχει επανειλημμένως αναφερθεί με άρθρα της στις έρευνες και στα πειράματα που γίνονται για την εξέλιξη της ανθρώπινης εργασίας σε ένα σύστημα ολοένα και περισσότερο αυτοματοποιημένο, για τη μείωση του χρόνου εργασίας, χωρίς να επηρεαστεί αρνητικά το βιοτικό επίπεδο, για το μοίρασμα των κερδών της παραγωγικότητας, ανάμεσα στις επιχειρήσεις και στους υπαλλήλους»1.
(β) «Τα άτομα, οι επιχειρήσεις, τα κράτη, οι διεθνείς οργανισμοί πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους στην προαγωγή της αρμονίας των κοινωνιών και των ανθρώπων μεταξύ τους και με το περιβάλλον τους. Οφείλουμε να μάθουμε να χαλιναγωγούμε την πλεονεξία μας. Οι πιο πλούσιοι, αυτοί που έχουν παρασυρθεί στη δίνη της σπατάλης, πρέπει να αναμορφώσουν τον τρόπο ζωής τους, να μετριάσουν την κατανάλωση που κάνουν, να μάθουν τη λιτότητα» 2 .
(γ) «Κατά το πρότυπο των εθνικών χρηματιστηρίων, ένα παγκόσμιο χρηματιστήριο συναλλάγματος θα χρησίμευε, για να βάλει τάξη στις συναλλαγές. Θα διαχειρίζονταν ηλεκτρονικά εντολές αγορών και πωλήσεων ακριβώς όπως γίνεται στο εντελώς αυτοματοποιημένο χρηματιστήριο του Τόκιο» 3.
(δ) «Οι κοινωνικοί εταίροι σημείωσαν πρόσφατα μερικά σημαντικά βήματα με τη συμφωνία της 6ης Σεπτέμβρη '95 σχετικά με την προοδευτική συνταξιοδότηση, σε συνδυασμό με ταυτόχρονες προσλήψεις, καθώς και εκείνη της 31ης Οκτώβρη, με τη μείωση του ωραρίου εργασίας -μένει να ενισχυθεί η στρατηγική αυτής της λογικής και συγκροτημένης ανακατανομής εργασίας» 4.
(ε) Απολύτως εναρμονισμένοι με όλη αυτήν την ενσωματωμένη προτασεομανία είναι οι απανταχού σοσιαλδημοκράτες και φυσικά ο ΣΥΝ. Στη συνάντηση του Συμβουλίου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, που πραγματοποιήθηκε στη Γενεύη το 1998, βρίσκει κανείς προτάσεις όπως την επιβολή ενός κώδικα συμπεριφοράς μεταξύ παραγόντων και χρηματιστικών αγορών, την οργάνωση ενός παγκόσμιου συστήματος παρακολούθησης δημοσιονομικών κινδύνων, την αύξηση του ταμείου εκτάκτων περιπτώσεων του ΔΝΤ, την ενθάρρυνση των περιφερειακών ολοκληρώσεων, τη διεύρυνση του «G7» μέσα στα πλαίσια του ΟΗΕ κλπ. Παρόμοιες προτάσεις συναντώνται και στις πολιτικές αποφάσεις της ΚΠΕ του ΣΥΝ, όπως για παράδειγμα την παρέμβαση της ΕΕ στις διαδικασίες παγκοσμιοποίησης από τη σκοπιά των αντιλήψεων του κοινωνικού κράτους, γενικά την αναδιανομή του πλούτου, την ιδέα της νέας παγκόσμιας ρύθμισης και το στόχο της δημοκρατικής πολιτικής διακυβέρνησης της παγκοσμιοποίησης κλπ.5.
(στ) Μεγάλη συζήτηση έχει γίνει και για τον περίφημο φόρο Τόμπιν. Αναφερόμαστε στην πρόταση του ομώνυμου Αμερικανού οικονομολόγου, ο οποίος πρότεινε το 1992 τη φορολόγηση των διασυνοριακών κινήσεων κεφαλαίου, καθώς κατέρρεε το σύστημα καθορισμού των συναλλαγματικών ισοτιμιών «Μπρέτον Γουντς». Οσον αφορά στον τρόπο εφαρμογής του, μερικοί προτείνουν τη φορολόγηση μόνο των βραχυπρόθεσμων συναλλαγών και άλλοι το διαχωρισμό ανάμεσα στις κερδοσκοπικές και στις μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, ενώ το ύψος του φόρου κυμαίνεται ανάμεσα στο 0,1% και το 1% της αξίας κάθε διασυνοριακής συναλλαγής. Το κωμικό της υπόθεσης είναι πως ο ίδιος ο εμπνευστής της ιδέας αποκήρυξε τους οπαδούς του «φόρου Τόμπιν», αφού ο ίδιος υποστηρίζει ότι η «παγκοσμιοποίηση» δεν είναι συνωμοσία και δηλώνει υποστηρικτής του ΔΝΤ, του ΠΟΕ και της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Να σημειώσουμε, τέλος, πως στη λογική της ρύθμισης κινούνται και οι λεγόμενες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ), καθώς και η επίσημη Εκκλησία (Ορθόδοξη και Καθολική). Οι ΜΚΟ έχουν γνωρίσει αξιοσημείωτη ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια με γνωστότερη απ' όλες την ATTAC. Σε γενικές γραμμές, τα αιτήματά τους είναι:
(Η ορολογία είναι αυτή που οι ίδιες οι ΜΚΟ χρησιμοποιούν).
Αυτό που πρέπει να σημειώσουμε είναι πως τα αιτήματα των ΜΚΟ λειτουργούν σαν συγκοινωνούντα δοχεία με τα αντίστοιχα της σοσιαλδημοκρατίας. Γι' αυτό, άλλωστε, ο χαρακτηρισμός ΜΚΟ πρέπει να θεωρείται ψευδεπίγραφος. (Αναδημοσιεύεται από την ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2/2002).
(Συνεχίζεται)
1.«Λε Μοντ Ντιπλοματίκ», τ. 10, σελ. 80.
2. Στο ίδιο, σελ. 95.
3.Λε Μοντ Ντιπλοματίκ», τ. 13, σελ. 91.
4.Λε Μοντ Ντιπλοματίκ», τ. 15, σελ. 96.
5. Πολιτική Απόφαση της ΚΠΕ του ΣΥΝ. «Αυγή», 28.10.01.