Αρχισα, λοιπόν, με πολύ κέφι να διαβάζω το βιβλίο χωρίς να σηκώσω κεφάλι και ίσως να τις απολάμβανα μέχρι τέλους, και με το νου και με την ψυχή, αν δε με έτρωγε από ώρες η απορία: Μα τελικά ποιος είναι αυτός Εμανουέλ Μάτα; Ποτέ άλλοτε δεν τον είχα ακούσει. Στο «αυτί» του βιβλίου διαβάζω ότι γεννήθηκε το 1902 στο Μεξικό. Οτι, όταν έμεινε ορφανός σε ηλικία εννέα ετών, τον περιμάζεψαν οι πιστοί του Καθεδρικού Ναού της Μορέλια και μαζί με τα θεωρητικά μαθήματα που παρακολούθησε, εντάχθηκε και στην Παιδική Χορωδία. Μετά το τέλος της Επανάστασης, ο Μάτα γνώρισε μεγάλη επιτυχία ως λυρικός τραγουδιστής, κάτι που προκάλεσε το φθόνο. Το 1937, κατά τη διάρκεια της παράστασης του Ντον Τζιοβάνι, ο Μάτα έπεσε, μάλλον με τη βοήθεια του αντίζηλού του, στην καταπακτή και έμεινε ανάπηρος για πάντα. Πρώτα πεθαίνει ο άνθρωπος και μετά το χούι του... Ετσι ο «τενόρος» - συγγραφέας δεν μπορεί να απομακρυνθεί από την αγαπημένη του Οπερα και επειδή ξέρει ότι το ατύχημά του δεν ήταν τυχαίο, γίνεται ερασιτέχνης ντετέκτιβ μετατρέποντας το μπαρ η Οπερα σε γραφείο αστυνομικών επιχειρήσεων. Μπαίνω στο διαδίκτυο πουθενά δεν είναι καταχωρημένο το όνομά του ούτε με την ιδιότητα του συγγραφέα ούτε με εκείνη του τενόρου. Ανοίγω λεξικά. Τίποτε. Το παίρνω απόφαση: Ο Μάτα είναι ένας από τους κορυφαίους συγγραφείς του καιρού μας, ένας μεγάλος παραμυθάς, που κάνει παιχνιδάκια πίσω από ένα ψευδώνυμο.
Ετσι, σχεδόν ήρεμη πια, συνεχίζω την ανάγνωση, έχοντας καταλήξει στο συμπέρασμα πως ναι, ο φερόμενος ως Μάτα ασφαλώς και είναι μεγάλος αλλά ατύχησε ή ευτύχησε να μην μπορεί να κοροϊδέψει τον επαρκή αναγνώστη. Κι αν εκείνος με άνεση βρίσκει το δολοφόνο, θα βάλω τα δυνατά μου να λύσω το μυστήριο της ταυτότητας του. Είμαι στα ίχνη του, να προσέχει...
Βρίσκεται 52 χλμ. νοτιοανατολικά των Ιωαννίνων και αποτελεί υπόδειγμα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Χώρος που προσφέρει μοναδικές εμπειρίες στον επισκέπτη, αφού συνδυάζει αρμονικά και με σεβασμό το παρελθόν με το παρόν.
Κατοικήθηκε πριν από το 15ο μ.Χ. αι. από Ελληνες βλαχόφωνους. Σε αυτό συνηγορούν διάφορα στοιχεία, όπως η χρονολόγηση των πλατάνων στην πλατεία του χωριού. Στο διάστημα της τουρκοκρατίας, μετά το 1480, ήταν πρωτεύουσα της αυτοδιοίκητης ομοσπονδίας του Μαλακασίου, αποτελούμενης από 42 χωριά, η οποία ανήκε στη βασιλομήτορα (Βαλιδέ Σουλτάνα), απολαμβάνοντας έτσι προνομιακή μεταχείριση. Τότε αναπτύσσεται το χωριό σε μεγάλο βαθμό. Πρώτα οι κάτοικοι εργάζονται ως κτηνοτρόφοι και έπειτα αναπτύσσουν το εμπόριο μαζί με τη βιοτεχνία παραγωγής μάλλινων υφασμάτων και κτηνοτροφικών προϊόντων. Η τεράστια έκταση των βοσκοτόπων (περίπου 75.000 στρέμματα) βοηθά τους κατοίκους να φτάσουν τον αριθμό των γιδοπροβάτων σε πολλές χιλιάδες και τις μεγάλες ποσότητες των προϊόντων, στα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας (Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Οδησσό, Μόσχα, Βουκουρέστι, Βελιγράδι, Κωνσταντινούπολη και αλλού). Η συρρακιώτικη κάπα ήταν περιζήτητη και λέγεται ότι και ο στρατός του Μεγάλου Ναπολέοντα εφοδιαζόταν με μεγάλες ποσότητες. Οι ξένοι περιηγητές Leake και Pouqueville που το 1815 και το 1818 αναφέρουν ότι βρήκαν στο Συρράκο «εμπορικήν κίνησιν, αμιλλωμένην προς τας καλυτέρας ευρωπαϊκάς πόλεις», δηλώνουν την ύπαρξη σημαντικών βιβλιοθηκών και κυκλοφορία ευρωπαϊκών εφημερίδων, ένδειξη της πνευματικής ανάπτυξης παράλληλα με την εμπορική.
Η απελευθέρωση ήρθε στις 23 Νοέμβρη 1912. Στην απογραφή του 1913 τα Γιάννενα αριθμούν 17.000 κατοίκους, η Κόνιτσα 2.000 και το Συρράκο 3.500.
Το Συρράκο έδωσε στην Ελλάδα σπουδαίους άνδρες που διέπρεψαν σε πολλούς τομείς και άφησαν ανεξίτηλο το στίγμα τους στο πέρασμα της ιστορίας. Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους κατέχει ο πεζογράφος και ποιητής του «Βουνού και της Στάνης», Κώστας Κρυστάλλης (1868-1894), ο δημιουργός του «Σταυραετού», των «Σκιών του Aδου», των «Βλάχων της Πίνδου» και τόσων άλλων. Ακόμα, ο πρώτος συνταγματικός πρωθυπουργός της Ελλάδας Ιωάννης Κωλέττης, ο οποίος υπήρξε - μεταξύ άλλων - μέλος της Φιλικής Εταιρείας και προσωπικός γιατρός του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Από το Συρράκο καταγόταν επίσης, ο ποιητής και αγωνιστής του 1821 Γεώργιος Ζαλοκώστας καθώς και οι οπλαρχηγοί Κατσικογιάννης, Λεπενιώτης κ.ά., όπως και πολλοί άλλοι άνθρωποι των γραμμάτων, των τεχνών και του εμπορίου.
Με ένα εξαιρετικό τρόπο οι τοπικοί μάστορες, εκφράζοντας τις κοινωνικές ανάγκες και αισθητικές αντιλήψεις της τοπικής κοινωνίας εναρμόνισαν την κατοικία με το φυσικό της περιβάλλον αλλά και τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα του χώρου και της εποχής.
Η κατοικία δεν είναι ανεξάρτητη αλλά υπάρχει η ακολουθία: κατοικία - πεζόδρομος (καλντερίμι - βρύση - δημόσιος χώρος). Τα σπίτια είναι με δύο ή τρεις ορόφους με μεγάλη κλίση. Ετσι υπάρχει η ανάγκη μιας κλιμακωτής πρόσβασης, η οποία επιτυγχάνεται με την επιδομή μιας πέτρινης σκάλας η οποία από τη μια μεριά εφάπτεται στην κύρια οικοδομή και από την άλλη στηρίζεται σε ένα τοξωτό τοίχο.
Το άνοιγμα του τόξου αυτού επιτρέπει την είσοδο ανθρώπων, πραγμάτων και πολλές φορές ζώων στο κατώγι, δηλαδή στον ωφέλιμο χώρο του σπιτιού που προκύπτει από την κλίση του εδάφους. Το κύριο υλικό δομής είναι η πέτρα στους τοίχους και η σχιστόπλακα στις στέγες.
Τα καλντερίμια είναι στενά, φτιαγμένα από πέτρα, όπως και οι βρύσες που υπάρχουν διάσπαρτες σε όλο το χωριό, με πιο ενδιαφέρουσα, ίσως, την κατασκευή της «Γκούρας», της κεντρικής βρύσης με τη θολωτή στέγη φτιαγμένη από ειδική ελαφρόπετρα. Βρίσκεται κοντά στην πλατεία, στο κέντρο του χωριού, στο «χοροστάσι», το πιο προσεγμένο σημείο του χωριού στρωμένο με πλάκα και ωραία θέα. Είναι επίσης δίπλα από το πέτρινο τριώροφο σχολείο, το πιο μεγάλο κτίσμα του χωριού.
Στην είσοδο του χωριού ανακατασκευάζεται ο νερόμυλος, ενώ ο άλλος που χρησίμευε και ως νεροτριβείο βρίσκεται στη χαράδρα του Χρούσια.
Σε πολύ καλή κατάσταση είναι το μονοπάτι που ενώνει το Συρράκο με τους Καλαρρύτες, διάρκειας μιας περίπου ώρας πεζοπορίας μέσα από την άγρια χαράδρα με την πλούσια χλωρίδα. Χαρακτηριστικό του είναι η πέτρινη σκάλα, μεγάλης κλίσης.
Οι περισσότεροι από τους βοσκότοπους του χωριού εντυπωσιάζουν με την έκταση και τη βλάστησή τους. Γνωστότερος, το οροπέδιο του «Γαλαρόκαμπου».
Ιδανική για ανάβαση είναι η κορυφή της «Τσουκαρέλλας» (2.195 μ.), από τις ψηλότερες της Πίνδου.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το σπίτι του ποιητή Κώστα Κρυστάλλη, που μετατρέπεται σε βιβλιοθήκη και μουσείο καθώς και το παλαιό οικοτροφείο που λειτουργεί ως ξενοδοχείο.
Στοιχεία του τρόπου ζωής των Συρρακιωτών πριν 150 χρόνια, όπως αυθεντικά έπιπλα, κεντήματα, πλεκτά, υφαντά και φορεσιές του χωριού, εκτίθενται στο παραδοσιακό σπίτι - μουσείο (Κ. Αυδίκου), το οποίο λειτουργεί κάθε Αύγουστο ή όταν κάποιος επισκέπτης ζητήσει να το επισκεφτεί.
Με κέντρο το Συρράκο ο επισκέπτης εκτός των παραπάνω μπορεί να γνωρίσει, σε απόσταση ως μία ώρα οδικώς, το ιστορικό γεφύρι της Πλάκας, το μοναστήρι της Κηπίνας, σκαρφαλωμένο στο βράχο, τα χωριά των Καλαρρυτών, των Αγνάντων, των Πραμάντων και άλλες φυσικές και τεχνητές ομορφιές.
Οσοι επιθυμούν να συναντήσουν τόπους που αποπνέουν έναν αέρα περηφάνιας και εμπνέουν παραπέμποντας με τα σύμβολά τους σε ένα πνεύμα αντίστασης και ελευθερίας, δεν έχουν παρά να επισκεφθούν το Συρράκο.
Η Γεωργία Σάνδη μια από τις πολύ μεγάλες μορφές του 19ου αιώνα, είναι μια ρομαντική συγγραφέας που μάχεται για τα δικαιώματα του γυναικείου φύλου, μια απόγονος του βασιλιά της Πολωνίας, που κατεβαίνει στους δρόμους πολεμώντας για την Κομμούνα.
Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα, το «τρομερό κορίτσι» των γαλλικών γραμμάτων, επιλέγει να κάνει μια κατάθεση ψυχής εμπνεόμενη από τον ερωτά της με τον μεγάλο συνθέτη Φρειδερίκο Σοπέν. Το έργο γράφτηκε το 1846, όταν η θυελλώδης σχέση τους πλησίαζε στο τέλος της: Η ηθοποιός Λουκρητία Φλοριάνι, που έχει αποσυρθεί πλέον από τη σκηνή κι έχει αφοσιωθεί στα εκτός γάμου παιδιά της, συναντά τυχαία τον λεπτεπίλεπτο, ασθενικό και υπερευαίσθητο πρίγκιπα Κάρολ ντε Ρόσβαλντ. Δύο πλάσματα -πρόθυμα ν' αγαπήσουν με τη μεγαλύτερη αφοσίωση - έρχονται κοντά και η «έλξη των ετερώνυμων» είναι τόσο δυνατή, που στην αρχή πείθει ότι η απόλυτη ευτυχία μπορεί και να υπάρξει. Το ζητούμενο, όμως, σε μια σχέση που διαρκεί είναι η αντοχή στην καθημερινότητα... Γιατί ο έρωτας μπορεί να πληγωθεί, να πληγώσει, να φτερουγίσει μακριά, να ξαναγίνει άπιαστο όνειρο και ουτοπία...