«Αν δεν υπάρχει Ευρωπαϊκή Ενωση, θα υπάρξει πόλεμος. Η Γερμανία και η Γαλλία δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να προσεγγίσουν η μία την άλλη, διαφορετικά θα συγκρουστούν». Την πρόβλεψη αυτή έκανε ο Ν. Σαρκοζί, μιλώντας προχτές μπροστά σε 400 τραπεζίτες σε εκδήλωση βραζιλιάνικης επενδυτικής τράπεζας στη Νέα Υόρκη. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο πρώην Γάλλος πρόεδρος μιλάει για την απειλή πολέμου στην περίπτωση που οι ισχυρές καπιταλιστικές χώρες της ΕΕ δεν καταφέρουν να διαχειριστούν την κρίση. Το έχει πει και άλλες φορές στο παρελθόν, προκειμένου να στηρίξει τη διέξοδο της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης της ΕΕ υπό την κυριαρχία των δύο ισχυρότερων καπιταλιστικών κρατών. Ο Ν. Σαρκοζί γνωρίζει πολύ καλά «εκ των έσω» ότι οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί για το ξαναμοίρασμα των αγορών είναι τόσο οξυμένοι που αν δεν υπάρξει ένας συμβιβασμός μεταξύ των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών, ένας πιο γενικευμένος ιμπεριαλιστικός πόλεμος είναι μονόδρομος. Η ίδια η ιστορική εμπειρία άλλωστε έχει δείξει πως καπιταλιστική κρίση και ιμπεριαλιστικός πόλεμος πάνε χέρι-χέρι, καθώς όταν τα καπιταλιστικά κράτη δεν μπορούν να διαχειριστούν την κρίση και κυρίως τις συνέπειές της, καταφεύγουν και στα όπλα, στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Μπορεί σε αυτή τη φάση στο ευρωοικοδόμημα των μονοπωλίων να υπερισχύει η άποψη να παραμείνει ενωμένη η ΕΕ και η Ευρωζώνη, ωστόσο η διαμάχη για τη μοιρασιά της λείας και των αγορών αγριεύει ολοένα και περισσότερο και οι αντιθέσεις οξύνονται. Είναι επιτακτική ανάγκη, λοιπόν, ο λαός να ενισχύει την αντιιμπεριαλιστική-αντικαπιταλιστική πάλη του και να μη στηρίζει την αστική τάξη της χώρας του στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και στον πόλεμο για το ξαναμοίρασμα των αγορών.
Η είδηση για τη μεταφορά της έδρας της ΦΑΓΕ από την Ελλάδα στο Λουξεμβούργο έχει πυροδοτήσει στις στήλες των οικονομικών εφημερίδων μια πολύπλευρη συζήτηση για το μέλλον της επιχειρηματικότητας, τις κινήσεις που ανοίγονται ως επιλογές μπροστά στις εταιρείες, για την επιβίωση και ανάπτυξή τους κτλ. Από τη πλευρά των λαϊκών αναγκών, πρέπει να είναι καθαρό ότι τέτοιες «μετακομίσεις» των επιχειρήσεων δεν έχουν τίποτα θετικό να προσφέρουν στους εργαζόμενους.
Οι συνέπειες που «κουβαλάει» μαζί της μια τέτοια αλλαγή έδρας δεν αφορούν την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, π.χ. σε επαρκή ποσοτικά, θρεπτικά και ασφαλή γαλακτοκομικά προϊόντα. Αφορούν την πρόσβαση του Ομίλου σε περισσότερες ή μεγαλύτερες αγορές, τη μείωση του κόστους παραγωγής, μεταφοράς και κυρίως φορολογικούς παράδεισους, την εξασφάλιση -σε τελική ανάλυση- μεγαλύτερης «ανταγωνιστικότητας» έναντι των άλλων Ομίλων του κλάδου. Ανεξάρτητα από το κατά πόσο η διοίκηση της εταιρείας έχει καταλήξει στο αν θα γίνουν αλλαγές στο προσωπικό που σήμερα απασχολεί στην Ελλάδα (στη συρρίκνωση της γραμμής παραγωγής κ.ά.), τα σχέδια «αναδιάρθρωσης» στα οποία προχωρούν όλο και περισσότερες εταιρείες δεν αποσκοπούν στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων που αντικειμενικά έχει μια χώρα για την ανάπτυξη ενός κλάδου.
Οπως π.χ. τα προτερήματα που θα μπορούσε να αντλήσει η ντόπια γαλακτοβιομηχανία από την ανάπτυξη μιας κτηνοτροφίας που δε θα υπονομευόταν μέσω Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
Από την αξιοποίηση (και παραγωγή) του έμπειρου εργατοτεχνικού δυναμικού, μακριά από τη λογική του «κόστους» που πρέπει να περικοπεί και γι' αυτό οδηγεί σε απολύσεις ή αφήνει ανέργους αποφοίτους από τμήματα σχετικά που θα μπορούσαν να δώσουν σημαντική ώθηση στην ίδια την οργάνωση της παραγωγής.
Από την ένταξη στην παραγωγική αλυσίδα όλων των επιτευγμάτων της τεχνολογικής και επιστημονικής προόδου, χωρίς τα βαρίδια της «ανταγωνιστικότητας» που καθορίζουν το αν και το πότε μια νέα μηχανή θα αξιοποιηθεί σε έναν κλάδο με βάση το αν αυτό συμφέρει τον εκάστοτε επιχειρηματία.
Ολα αυτά όμως, δεν αφορούν ούτε τους καπιταλιστές, ούτε τις εφημερίδες τους, γιατί πολύ απλά, η υλοποίηση τέτοιων στόχων απαιτεί κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής.
Είναι όμως θέματα επίκαιρα για το λαό και κάθε εργάτη, γι' αυτό και το βάθεμα της αντιπαράθεσης και της κουβέντας σε κάθε κλάδο, είναι βασική ευθύνη κάθε πρωτοπόρου εργάτη, κάθε μέλους και οπαδού του ΚΚΕ.
Κυκλοφορεί από τη «Σύγχρονη Εποχή».
Αφορμή για τη νέα όξυνση αποτέλεσε η αθώωση 24 αξιωματικών των σωμάτων ασφαλείας επί Μουμπάρακ που κατηγορούνταν ως υπεύθυνοι για την πιο γνωστή σκηνή των διαμαρτυριών που οδήγησαν στην εκδίωξη Μουμπάρακ, όταν άνδρες των παραστρατιωτικών δυνάμεων του τότε καθεστώτος επιτέθηκαν σε διαδηλωτές με άλογα και καμήλες, προκαλώντας δεκάδες νεκρούς και πολλαπλάσιους τραυματίες.
Η απόφαση προκάλεσε λαϊκές αντιδράσεις και ο Μούρσι έσπευσε να απομακρύνει με προεδρικό διάταγμα τον γενικό εισαγγελέα του οποίου η τελική αγόρευση εκτιμήθηκε ότι διευκόλυνε την αθώωση. Ο γενικός εισαγγελέας αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη θέση του, ενώ άλλοι ανώτεροι δικαστικοί αντέδρασαν, θυμίζοντας ότι δεν έχει συνταγματικά τη δικαιοδοσία ο Μούρσι να αποπέμψει τον εισαγγελέα.