Σάββατο 4 Σεπτέμβρη 2021 - Κυριακή 5 Σεπτέμβρη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Ο μεγάλος Μίκης Θεοδωράκης την περασμένη Πέμπτη πέρασε στην αθανασία.

«Πότε πέρασαν κιόλας τόσοι αιώνες; Θα ζήσω άλλους τόσους ακούγοντας τις ρίζες να προχωρούν μέσα στο ξερό χώμα της καρδιάς μου», έγραφε κρατούμενος στην Ασφάλεια το 1967. Και πράγματι, το έργο του, σίγουρα, θα ζήσει «άλλους τόσους» αφού συνδέθηκε με τους αγώνες του λαού και γι' αυτό νίκησε τον θάνατο. «Ετσι είναι συλλογική, και όχι αποκλειστικά προσωπική, η νίκη με το θάνατο, όταν η κοινωνία μιας εποχής μπορεί να εκφραστεί και αναγνωριστεί μέσα στην πνευματική δημιουργία». Και ο Μίκης Θεοδωράκης αυτό το κατάφερε, μιας και το έργο του αντηχεί ακέριο όλη τη θυελλώδη διαδρομή του λαϊκού κινήματος στον 20ό αιώνα. Στο έργο του συναντάμε τη βαθιά αλληλεγγύη της Τέχνης στη ζωή και τους αγώνες του λαού μας.

Εμείς, με ένα ακατάπαυστο χειροκρότημα τον αποχαιρετάμε έχοντας βαθιά φυλαγμένα μέσα μας όλα του τα τραγούδια. Τραγούδια και μελωδίες μιας 70χρονης διαδρομής. Τραγούδια μεγάλων ποιητών, που ο Μίκης μάς έμαθε να τραγουδάμε. Στην 96χρονη ζωή του ευτύχησε να δει τα έργα του να ριζώνουν στην καρδιά και το μυαλό ενός ολόκληρο λαού, γιατί σε αυτά τα έργα είναι χαραγμένα οι αγωνίες, οι καημοί, τα βάσανα και τα όνειρά του. Τα όνειρα «όλων των πεινασμένων και των αδικημένων», μέχρι «να λάβουν εκδίκηση», όπως μας έμαθε ο ίδιος να τραγουδάμε. Πορευόμαστε με τη μουσική του στους μεγάλους δρόμους των αγώνων, ώσπου να «σημάνουν οι καμπάνες» της κοινωνικής απελευθέρωσης, ώσπου να «κοκκινίσουν τα όνειρα».

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑΣ
Οι μελλοντικές γενιές με τα τραγούδια του θα συνεχίσουν να περπατάνε κάτω απ' τις σημαίες του αγώνα

Από τη συναυλία που διοργάνωσε η ΚΕ του ΚΚΕ για τα 90χρονα του συνθέτη
Από τη συναυλία που διοργάνωσε η ΚΕ του ΚΚΕ για τα 90χρονα του συνθέτη
Για την παρακαταθήκη του Μίκη Θεοδωράκη μίλησε ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ την Παρασκευή σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ1 και τον δημοσιογράφο Γιάννη Πιτταρά, με αφορμή και την τελευταία επιστολή του συνθέτη προς τον ίδιο.

-- Καλή σας μέρα κύριε Γενικέ Γραμματέα, ευχαριστούμε που αποδεχτήκατε την πρόσκλησή μας (...) Κύριε Κουτσούμπα, νομίζω ότι κουβαλάτε πραγματικά ένα πολύ βαρύ φορτίο και ο Μίκης Θεοδωράκης σάς έχει ορκίσει ουσιαστικά να διαφυλάξετε την πολιτική, και όχι μόνο, παρακαταθήκη του.

-- Ο Μίκης νομίζω με αυτή του την επιστολή, ουσιαστικά πολιτική διαθήκη, τα λέει όλα. Εχει σβήσει τις «λεπτομέρειες», έχει κρατήσει τα «μεγάλα μεγέθη», θέλει να φύγει απ' αυτό τον κόσμο σαν κομμουνιστής και βεβαίως βάζει το βαρύ καθήκον στο ΚΚΕ και σε μένα προσωπικά, που το εκπροσωπώ ως Γενικός Γραμματέας, να επιληφθώ, ώστε να τηρηθούν όλα αυτά, να σεβαστούν όλη τη μνήμη του, την ιδεολογία του, την κομμουνιστική ιδεολογία του και τους αγώνες του για την ενότητα των Ελλήνων. Αυτό νομίζω πρέπει να κάνουμε και πρέπει να συμβάλουμε όλοι σε αυτό. Υποσχέθηκα στον Μίκη Θεοδωράκη γιατί εκτός απ' την επιστολή είχαμε και προσωπική επαφή...

-- Πότε είχατε επαφή για τελευταία φορά;

-- Η τελευταία, φυσικά, λόγω πανδημίας ήταν τηλεφωνική, γιατί ο ίδιος ήταν επιβαρυμένος και οι επισκέψεις δεν μπορούσαν να γίνουν στο σπίτι του, ούτε μπορούσε να μετακινηθεί. Στο σπίτι του την τελευταία φορά που φάγαμε μαζί ήταν δύο - τρία χρόνια πριν, πριν την πανδημία. Ηταν μια ωραία συνάντηση, οι δυο μας, απ' τις 7 το απόγευμα μέχρι τις 12 το βράδυ, ξεκινήσαμε με ρακές και συνεχίσαμε με κρασί και παϊδάκια και με μια συζήτηση για την ιστορία του τόπου μας, για την παγκόσμια ιστορία, για την τέχνη, για τη μουσική του, σκέψεις για το μέλλον.

Αναγνώριζε τον ιστορικό αλλά και τον σύγχρονο ρόλο του ΚΚΕ στην ελληνική κοινωνία


-- Απ' αυτήν τη συνάντηση τι σας έχει μείνει;

-- Ηταν μεγάλη προσωπικότητα ο Μίκης Θεοδωράκης. Πραγματικά ευχαριστιόσουν - ακόμα και με τη δυσκολία που είχε στο λόγο λόγω των προβλημάτων υγείας ορισμένες φορές - χαιρόσουν πραγματικά να συζητάς μαζί του, να ανταλλάσσεις απόψεις, ιδέες, σκέψεις.

-- Απ' αυτήν τη συνάντηση την τελευταία διά ζώσης ή αργότερα τα όσα είχατε πει στο τηλέφωνο, σας είχε πει για αυτή του την επιθυμία;

-- Ναι, βεβαίως. Καταρχήν, ο ίδιος - και γι' αυτό είπα ότι η ίδια η επιστολή του τα λέει όλα - μου είχε πει ότι οι λεπτομέρειες, οι διαφορετικές απόψεις, όλα αυτά τα ζητήματα τα αφήνω στην άκρη, γιατί μετράω ακριβώς και έχω εκτιμήσει τα «μεγάλα μεγέθη». Αναγνώριζε όχι μόνο τον ιστορικό αλλά και τον σύγχρονο ρόλο του ΚΚΕ στην ελληνική κοινωνία, για το καλό του λαού μας, για το καλό του τόπου μας. Μάλιστα, ακόμα και ζητήματα επιμέρους διαφωνιών ή διαφορετικής στάσης τα συζητούσαμε ανοιχτά. Για παράδειγμα, με αφορμή τη Συμφωνία των Πρεσπών, την οποία εμείς είχαμε καταψηφίσει στη Βουλή, όχι όμως απ' τη σκοπιά την αντιδραστική, συντηρητική, εθνικιστική που κάποιες δυνάμεις προβάλλαν. Αλλά απ' τη σκοπιά που είχαμε πει ανοιχτά στον ελληνικό λαό, δηλαδή ότι ουσιαστικά αυτή η συμφωνία με τον επείγοντα τρόπο που μπήκε απ' την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, οδηγεί στην ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας και των Δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ, άρα αυτός ήταν ο μοναδικός στόχος και γι' αυτό γίνονταν και υποχωρήσεις, όπως δεν επαλείφονταν ζητήματα στο Σύνταγμα και προβλήματα που ακόμα υπάρχουν φυσικά και φαίνονται. Φυσικά ο Μίκης είχε επιλέξει να πάει τότε σε αυτό το συλλαλητήριο, του είχα εκφράσει την αντίθεσή μου, γιατί το χαρακτηριστικό ήταν ότι ήταν ακροδεξιές, φασιστικές, αντιδραστικές δυνάμεις - εκτός από έναν κόσμο φυσικά, δεν ήταν όλοι τέτοιοι - αλλά λέω το στίγμα που έδιναν, το είδε και ο ίδιος. Τρεις επιστολές είχαμε ανταλλάξει, του έγραφα, μου έγραφε, γιατί δεν μπορούσαμε και διά ζώσης να τα πούμε εκείνη την περίοδο.

Εφυγε τιμημένος, θα μείνει αθάνατος

-- Είδαμε μαζί και βλέπουμε και τώρα μία φωτογραφία, το είδατε κι εσείς και είδα να χαμογελάτε αυτό το στιγμιότυπο το χαρακτηριστικό απ' το μακρινό '89 και τα όσα είχε πει ο Μάνος Χατζιδάκις για τον Μίκη Θεοδωράκη.

-- Κι αυτός, μεγάλη μουσική ιδιοφυΐα, τον οποίο επίσης τον είχε τιμήσει η ΚΕ του ΚΚΕ σε μια μεγάλη εκδήλωση πριν 15 χρόνια, ήταν ΓΓ η συντρόφισσα η Αλέκα Παπαρήγα.

-- Εσείς τα ζήσατε από κοντά εκείνα τα γεγονότα κι ήταν και έντονες πολιτικές στιγμές και άλλες εποχές τέλος πάντων και γενικά εκείνη την εποχή φαινόταν σαν να μην μπορεί ο κόσμος να καταλάβει τον Μίκη Θεοδωράκη στις πολιτικές του επιλογές. Ο ίδιος βέβαια έδινε μια εξήγηση πολύ συγκεκριμένη, μιλούσε διαρκώς για την εθνική συμφιλίωση και την εθνική συναίνεση, λέξεις που είναι επίκαιρες.

-- Η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη τα λέει όλα. Δίνει και το πολιτικό του στίγμα και την επαφή του με την κοινωνική πραγματικότητα, τη βιωματική σχέση με τους αγώνες του λαού μας, με τα δεινά που πέρασε αυτός ο τόπος και πάντα προβάλλει το δίκιο του αδικημένου, του καταπιεσμένου, του κατατρεγμένου. Γι' αυτό και η μουσική του έχει διεθνή διάσταση, έχει παγκόσμια διάσταση, τον ακούνε εξίσου και τον τραγουδάνε και χορεύουν με τα τραγούδια του και στη Λατινική Αμερική και στη Βόρεια Αμερική, σε όλη την Ευρώπη, στην Αφρική, στη Ρωσία, στην Ασία και εδώ στη γειτονιά μας στην Τουρκία, στην Κύπρο, στη Μέση Ανατολή. Εχει μια διεθνή διάσταση, γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, γιατί εκφράζει τους πόθους, τους καημούς, τα προβλήματα, τους αγώνες και τη θέληση των λαών για έναν καλύτερο κόσμο, για έναν δίκαιο κόσμο.

-- Τώρα απ' αυτή την επιθυμία του που σας την είχε εκφράσει και διά ζώσης και με αυτήν την επιστολή, υπάρχει κάτι άλλο το οποίο ήθελε να κάνει ή είχε ως επιθυμία, ως απωθημένο;

-- Δεν νομίζω, είχε ζήσει μια ολοκληρωμένη ζωή, μια γεμάτη ζωή, τον ταλαιπωρούσαν τα προβλήματα υγείας του γιατί ήταν άνθρωπος ζωντανός, γεμάτος, ήθελε να είναι μέσα στη δράση. Νομίζω ότι όχι μόνο φεύγει τιμημένος, αλλά ο Μίκης Θεοδωράκης μπορεί να έφυγε απ' τη ζωή ως υλική οντότητα να το πω έτσι, όμως είναι ζωντανός, είναι αθάνατος. Θα τον έχουμε στα τραγούδια, στις σκέψεις, σ' αυτή την παρακαταθήκη που άφησε και στη χώρα μας και παγκόσμια και βέβαια οι μελλοντικές γενιές θα εξακολουθούν να τον τραγουδάνε, να τον ακούνε, να χορεύουν στα γλέντια με τα τραγούδια του και κυρίως να περπατάνε κάτω απ' τις σημαίες του αγώνα για να «ανθρωπέψει» πραγματικά ο άνθρωπος.

-- Εμείς ένα παράπονο έχουμε ακούσει μόνο με όσους έχουμε συνομιλήσει και είχαν την τύχη να βρεθούν μαζί του και να συνεργαστούν, ότι δεν είχε γίνει ευρέως γνωστό το μεγάλο συμφωνικό του έργο (...) γιατί άφησε και πράγματα που εμείς δεν έχουμε ακούσει καν.

-- Βέβαια κι αυτά θα υπάρχουν στο μέλλον. Αλλωστε, γενικότερα η συμφωνική μουσική, αυτού του είδους η μουσική, θέλει ακόμα περισσότερα χρόνια, δεν φτάνουν 50 χρόνια ή 70 χρόνια πορείας για να γίνει κτήμα ευρύτερων δυνάμεων ή να παίζονται στις συναυλίες, προτιμούνται συνήθως τα έντεχνα, τα λαϊκά τραγούδια, φυσικά μεγάλα τραγούδια, μεγάλη μουσική και μεγάλη ποίηση, γιατί με τον Μίκη ποίηση, μουσική, λαός έγιναν ένα.

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ
Με τη μουσική του θα πορευόμαστε ώσπου «να σημάνουν οι καμπάνες» της κοινωνικής απελευθέρωσης και όταν «κοκκινίζουν τα όνειρα»

Ανακοίνωση της ΚΕ για τον θάνατο του μεγάλου μουσικοσυνθέτη

Για τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη η ΚΕ του ΚΚΕ εξέδωσε την παρακάτω ανακοίνωση:

«Με βαθιά συγκίνηση κι ένα ακατάπαυστο χειροκρότημα αποχαιρετούμε τον Μίκη Θεοδωράκη, αγωνιστή - δημιουργό, οδηγητή και πρωτεργάτη μιας νέας, μαχόμενης τέχνης στη μουσική.

Ορμητικός, εμπνευσμένος και φλεγόμενος από το πάθος της προσφοράς στον λαό, ο Θεοδωράκης κατόρθωσε να χωρέσει στο μεγαλειώδες έργο του όλο το έπος της λαϊκής πάλης του 20ού αιώνα στη χώρα μας. Αλλωστε, μέρος αυτού του έπους υπήρξε και ο ίδιος.

Από 17 κιόλας χρόνων οργανώθηκε στο ΕΑΜ και λίγο μετά στο ΚΚΕ, παίρνοντας μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Τον Δεκέμβρη του '44 πολέμησε στη μάχη της Αθήνας, που πνίγηκε στο αίμα και μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού μοιράστηκε με τους συντρόφους του τις άγριες διώξεις του αστικού κράτους ως εξόριστος στην Ικαρία και τη μαρτυρική Μακρόνησο, όπου βασανίστηκε άγρια. Στη συνέχεια, αγωνίστηκε μέσα από την ΕΔΑ και τους Λαμπράκηδες για την πολιτιστική αναγέννηση, ενώ "πλήρωσε" με νέες δοκιμασίες, φυλακές και εξορίες την παράνομη δράση του ενάντια στη δικτατορία των συνταγματαρχών το 1967. Συγκλονιστικές ήταν οι συναυλίες που έδινε στο εξωτερικό μέχρι την πτώση της δικτατορίας και στη συνέχεια σε όλη την Ελλάδα. Το 1978 ήταν υποψήφιος δήμαρχος του ΚΚΕ στην Αθήνα, ενώ το 1981 και το 1985 εκλέχτηκε βουλευτής του Κόμματος. "Τα πιο δυνατά και όμορφα χρόνια μου τα έζησα στις γραμμές του ΚΚΕ", είχε δηλώσει στην εκδήλωση που διοργάνωσε το Κόμμα για να τιμήσει τα 90 χρόνια της καλλιτεχνικής και κοινωνικής προσφοράς του.

Πράγματι, ο Θεοδωράκης δεν ξέχασε ποτέ τα ιδανικά της ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, που έμειναν ανεκπλήρωτα. Το έργο του είναι μια διαρκής αναμέτρηση με την αδικία και την ηττοπάθεια, ένα σάλπισμα πάλης, νέων αγώνων, αντίστασης, ανάτασης κι ελπίδας. "Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις... εκεί που πάει να σκύψει... να τη πετιέται από ξαρχής" είναι η απάντησή του στην πίκρα και την απογοήτευση ενός λαού, που τα όνειρά του δεν πήραν ακόμα εκδίκηση.

Αυτή η κατάφαση στη ζωή και τον αγώνα δεν είναι ρηχή και πάντα εύκολη. Κάποιες φορές αναδύεται μέσα από βασανιστικό αναστοχασμό. Χωρίς αμφιβολία ο Μίκης, όσο καλά ήξερε να χτυπά κάθε μικρή και μεγάλη αδικία, το ίδιο καλά ήξερε να εδραιώνει την πίστη ότι η αγάπη, η ευτυχία, η ειρήνη και η ελευθερία είναι πράγματα κατορθωτά. Αλλά κι όσο ρωμαλέα και δυνατά χειριζόταν το "δίκοπο μαχαίρι", το "αστραφτερό σπαθί" της μουσικής του, τόσο εύκολα ήξερε να απαλαίνει το τραγούδι του, αγγίζοντας με τρυφερή ευαισθησία κάθε καλό και ωραίο στη ζωή και τον κόσμο.

Η μουσική του Μίκη είναι ζυμωμένη με όλα εκείνα τα υλικά που φτιάχνουν τη μεγάλη τέχνη, την τέχνη που συλλαμβάνει τον σφυγμό της εποχής της και προαισθάνεται το επερχόμενο. Το αίσθημα, το φρόνημα, η μνήμη και η πείρα του λαού που αγωνίζεται είναι η πηγή της έμπνευσής του. "Ο,τι φτιάξαμε το πήραμε από τον λαό και στον λαό το επιστρέφουμε", έλεγε και αυτό δεν ήταν σεμνοτυφία. Ο Θεοδωράκης είχε βαθιά συνείδηση ότι για το προσωπικό του καλλιτεχνικό κατόρθωμα σπουδαίο ρόλο έπαιξε η εποχή του. Είχε απόλυτη επίγνωση ότι στον ιδιαίτερο τρόπο και τον δυναμισμό της τέχνης του αντανακλούσαν οι πράξεις του λαού κι ότι η δική του συμμετοχή στη λαϊκή δράση, παρότι τον αποσπούσε σε κάποιον βαθμό από τη δημιουργία του, ήταν το οξυγόνο της. "Ο καλλιτέχνης που ζει και δημιουργεί μέσα στην πάλη, εξασφαλίζει ξεχωριστή θέση για το έργο του", δήλωνε. Το έργο του είναι λαμπρή απόδειξη ότι η μεγάλη τέχνη είναι πάντα πολιτική, είτε το επιδιώκει είτε δεν το επιδιώκει ο δημιουργός της.

Ο Θεοδωράκης είχε και εμπιστοσύνη στον λαό. Πίστευε ότι ο λαός έχει τη δύναμη να κατακτήσει ό,τι πιο υψηλό και όμορφο δημιουργεί ο άνθρωπος στην ιστορία του. Γι' αυτό και με ιερή αφοσίωση καλλιέργησε μια τέχνη που ανυψώνει τον λαό. Ο Μίκης δεν μελοποίησε μόνο έξοχα τον ποιητικό λόγο χωρίς να τον προδίδει, τον αναδημιούργησε και τον παρέδωσε με εκείνη τη μορφή που μπαίνει κατευθείαν στη λαϊκή καρδιά. "Εφερε την ποίηση στο τραπέζι του λαού, πλάι στο ποτήρι και το ψωμί του", όπως έγραφε γι' αυτόν ο Ρίτσος. Δεν είναι μόνο η ανεπανάληπτη στην ιστορία συνομιλία της μουσικής του με την ποίηση του Ρίτσου στον "Επιτάφιο", που μέσα και από τις συγκλονιστικές ερμηνείες του Μπιθικώτση και του Χιώτη έγινε ένας διαχρονικός λαϊκός θρήνος και ύμνος μαζί στον θάνατο που γονιμοποιεί το μέλλον. Ο Θεοδωράκης πέτυχε να μιλήσει με την υψιπετή ποίηση στη λαϊκή ψυχή, ακόμα και μέσα από απαιτητικές και ασυνήθιστες στο λαϊκό αυτί μουσικές φόρμες, όπως αυτές στο "Αξιον Εστί" του Ελύτη, στο "Επιφάνεια - Αβέρωφ" του Σεφέρη, στο "Πνευματικό Εμβατήριο" του Αγγελου Σικελιανού κ.ά.

Στον ποταμό του έργου του συνυπάρχουν σχεδόν όλα τα είδη μουσικής: Οι λαϊκοί δρόμοι και το δημοτικό τραγούδι, αλλά και η αρχαία τραγωδία, το βυζαντινό μέλος, το κλασικό τραγούδι, η συμφωνική μουσική, τα ορατόρια. Πολύπλευρος και πολυτάλαντος, διανοούμενος καθώς ήταν, είχε και ένα πλούσιο συγγραφικό έργο. Στην περίπτωση του Μίκη Θεοδωράκη συναντήθηκε η καλλιτεχνική ιδιοφυία με μια προσωπικότητα ανήσυχη, άγρυπνη και δημιουργική, που ένιωθε πάντα την ανάγκη να ξεπερνά τον εαυτό της. Η μουσική του έσπασε τα σύνορα της χώρας, καθώς η γλώσσα της έχει την οικουμενικότητα από τα κοινά βάσανα, τις ελπίδες, τα οράματα που μοιράζονται όλοι οι λαοί, όλοι οι ταπεινοί της Γης. Η παγκόσμια αναγνώριση της καλλιτεχνικής και κοινωνικής προσφοράς του επισφραγίστηκε με το βραβείο Λένιν για την Ειρήνη. Και αύριο με τη δική του μουσική θα τραγουδήσουμε μαζί οι λαοί στην Ελλάδα, στην Τουρκία, στην Κύπρο, στα Βαλκάνια, στη Μέση Ανατολή, παντού στη Γη, στο τραγούδι της Ειρήνης.

Στον Μίκη άρεσε να περπατά, να αναπνέει "στους μεγάλους δρόμους, κάτω απ' τις αφίσες". Και εκεί η μουσική του θα συνεχίζει να ακούγεται, να εμπνέει, να παρακινεί, να διαπαιδαγωγεί. Με τη μουσική του Μίκη θα συνεχίζουμε να πορευόμαστε ώσπου... "να σημάνουν οι καμπάνες" της κοινωνικής απελευθέρωσης. Αλλά και όταν "τελειώσει ο πόλεμος" δεν θα τον ξεχάσουμε... Θα είναι μαζί μας και όταν "κοκκινίζουν τα όνειρα".

Αθάνατος Μίκη!

Στους οικείους του το ΚΚΕ απευθύνει τα θερμά του συλλυπητήρια και τους εύχεται καλή δύναμη».

«Θέλω να αφήσω αυτόν τον κόσμο σαν κομμουνιστής»

Επιστολή του Μ. Θεοδωράκη στον Δ. Κουτσούμπα τον Οκτώβρη του 2020

Ο Μίκης Θεοδωράκης, προαισθανόμενος το τέλος της ζωής του, είχε επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον Δημήτρη Κουτσούμπα, δίνοντάς του το στίγμα των τελευταίων του επιθυμιών.

Στην προσωπική του επιστολή στις 5 Οκτώβρη 2020 προς τον Δημήτρη Κουτσούμπα, έγραφε: «Τώρα στο τέλος της ζωής μου, την ώρα των απολογισμών, σβήνουν απ' το μυαλό μου οι λεπτομέρειες και μένουν τα "Μεγάλα Μεγέθη". Ετσι βλέπω ότι τα πιο κρίσιμα, τα δυνατά και τα ώριμα χρόνια μου τα πέρασα κάτω από τη σημαία του ΚΚΕ. Για το λόγο αυτό θέλω να αφήσω αυτόν τον κόσμο σαν κομμουνιστής».

Με την επιστολή του ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης ζητούσε από τον ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ να επιληφθεί εκείνος προσωπικά, ώστε, όπως έγραφε: «Να γίνει σεβαστή όχι μονάχα η ιδεολογία μου αλλά και οι αγώνες μου για την ενότητα των Ελλήνων. Καθώς επίσης βέβαια και όλα αυτά που ήδη έχω ρυθμίσει, σε συνεννόηση με την γραμματέα μου Ρένα Παρμενίδου και τον φίλο και Πρόεδρο του Παγκρητίου Συλλόγου Φίλων Μίκη Θεοδωράκη, Γιώργο Αγοραστάκη».

«Απλός στρατιώτης μέσα στην ακατάβλητη στρατιά των απλών ανθρώπων»
  • Στο έργο του οι λαοί όλου του κόσμου αντικρίζουν το πρόσωπό τους
  • Με μηνύματά τους τον αποχαιρετούν Κομμουνιστικά Κόμματα

Σε συναυλία αλληλεγγύης για τον Παλαιστινιακό λαό
Σε συναυλία αλληλεγγύης για τον Παλαιστινιακό λαό
«Στο ερώτημα για ποιον δημιουργώ απάντησα πάντοτε για τον λαό.

Ετσι, γράφοντας για το δικό μου λαό, τον ελληνικό, ευτύχησα να δω τη μουσική μου να ξεπερνά τα σύνορα της χώρας μου και ν' αγγίζει τις καρδιές των απλών ανθρώπων ανεξάρτητα από εθνικότητα, γλώσσα, θρησκεία, φυλή. Ετσι όπως έθεσα τη μουσική και τον εαυτό μου στην υπηρεσία του ελληνικού λαού, θέλω να υπηρετεί και έξω από τη χώρα μου τον κοινό αγώνα όλων των τίμιων ανθρώπων της Γης που αγωνίζονται ενάντια στην τυραννία, τη βία και την εκμετάλλευση, που αγωνίζονται για έναν κόσμο με λευτεριά, δημοκρατία, κοινωνική προκοπή και ειρήνη».

Αυτά δήλωνε μεταξύ άλλων στην ομιλία του ο Μίκης Θεοδωράκης κατά την απονομή του Βραβείου «Λένιν» το 1983, σημειώνοντας πως στέκεται μπροστά τους σαν ένας απλός εκπρόσωπος της γενιάς του, «της γενιάς της Εθνικής Αντίστασης, που η ψυχή της ήταν οι Ελληνες κομμουνιστές» και «πήραν μέρος σε όλους τους αγώνες του ελληνικού λαού, χέρι - χέρι με όλες τις προοδευτικές δυνάμεις του κόσμου και ιδιαίτερα χέρι - χέρι με τον μεγάλο σοβιετικό λαό». Και ολοκλήρωνε λέγοντας ότι «σαν μουσικός και σαν αγωνιστής, απλός στρατιώτης μέσα στην απέραντη και ακατάβλητη στρατιά των απλών ανθρώπων που είναι αποφασισμένοι να υπερασπίσουν με κάθε θυσία τα δημιουργήματα και τον πολιτισμό του ανθρώπου».

Πράγματι, στο έργο του οι λαοί όλου του κόσμου αντικρίζουν το πρόσωπό τους. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη τιμή για τον ίδιο. Για αυτό και στην πολυκύμαντη διαδρομή του Μίκη Θεοδωράκη έδωσε δύναμη στους κατατρεγμένους όπου Γης. Υψωσε το ανάστημά του απέναντι σε κάθε είδους καταπίεση.

Ηταν μια αμφίδρομη σχέση, γι' αυτό και όταν το 1970 κατόρθωσε και έφυγε από την Ελλάδα και ξεκίνησε τον αγώνα κατά της χούντας, συνάντησε τη στήριξη και την αποδοχή χιλιάδων εργαζομένων. Αλλωστε, με διάφορους τρόπους κατάφερνε να στέλνει μαγνητοταινίες με τα καινούργια έργα του στο εξωτερικό, όσο βρισκόταν σε απομόνωση στη Ζάτουνα. Τα έργα μεταδίδονταν από ξένους σταθμούς και ακούγονταν έτσι και στην Ελλάδα.

Παρασημοφορείται με το Βραβείο «Λένιν» το 1983
Παρασημοφορείται με το Βραβείο «Λένιν» το 1983
Σε αμέτρητες συναυλίες σε όλο τον κόσμο, αφιερωμένες στον αντιδικτατορικό αγώνα, παρουσίασε τα έργα που είχε συνθέσει κατά το διάστημα της παρανομίας, της φυλακής και της εξορίας.«Εξω συναντήθηκα με την Φαραντούρη και τον Καλογιάννη. Κάναμε μια ορχήστρα κι αρχίσαμε τις δραστηριότητες θυμάμαι από την Ιταλία. Στη συνέχεια η πρώτη μεγάλη εμφάνιση ήταν στη γιορτή της "Ουμανιτέ". Εκείνη τη μέρα υπολόγιζαν περίπου σε 600.000 κόσμο, όταν έγινε η συναυλία αυτή».

Ερχεται το δέντρο του λαού

Ξεχωριστή στιγμή της δημιουργίας του ήταν το μεγαλειώδες «Κάντο Χενεράλ» σε ποίηση Πάμπλο Νερούδα.«Κι έρχεται το δέντρο, το δέντρο της καταιγίδας, το δέντρο του λαού. Απ' τη γη ανεβαίνουν οι ήρωές του όπως τα φύλλα απ' το χυμό, κι ο άνεμος θρίβει τα φυλλώματα της βουερής ανθρωποθάλασσας...». Πρόκειται για ένα ποίημα στο οποίο ο ποιητής υμνεί τους αγώνες των λαών της Λατινικής Αμερικής, αλλά και όλων των καταπιεσμένων. Ο Μίκης μελοποίησε το έργο στις αρχές της δεκαετίας του '70. Τις πρόβες του έργου είχε παρακολουθήσει ο ίδιος ο ποιητής. Μάλιστα, επρόκειτο να παρουσιαστεί σε πρώτη εκτέλεση το 1973 στη Χιλή. Η συναυλία θα αφιερωνόταν στον αγώνα του ελληνικού λαού ενάντια στη χούντα. Η εκδήλωση ματαιώθηκε εξαιτίας του πραξικοπήματος του Πινοσέτ. Τελικά, η πρώτη εκτέλεση του έργου πραγματοποιήθηκε το 1975, στο γήπεδο «Γ. Καραϊσκάκης», με ερμηνευτές την Μαρία Φαραντούρη και τον Πέτρο Πανδή. Η συναυλία αφιερώθηκε στη μνήμη του Αλιέντε, του Νερούδα και στον αγωνιζόμενο λαό της Χιλής.

Στις πρόβες για το «Κάντο Χενεράλ». Ο Μίκης διευθύνει την Μ. Φαραντούρη και ο Νερούδα ακούει τη μελοποίηση
Στις πρόβες για το «Κάντο Χενεράλ». Ο Μίκης διευθύνει την Μ. Φαραντούρη και ο Νερούδα ακούει τη μελοποίηση
«Η κληρονομιά που μας άφησε θα μείνει για πάντα», σημειώνει η ΚΕ του ΚΚ Χιλής που τον αποχαιρετά σημειώνοντας ανάμεσα σε άλλα ότι ο συνθέτης «ήταν ένθερμος ακτιβιστής αλληλέγγυος με τον απελευθερωτικό αγώνα του Χιλιανού λαού στα σκοτεινά χρόνια της δικτατορίας. Η δημιουργία της μνημειώδους καντάτας Canto General, με τους στίχους του Πάμπλο Νερούδα, ήταν σημαντική συμβολή στον πολιτισμό της ηπείρου μας και μέσο ζύμωσης μέσα από την μουσική του ιδιοφυία. Χιλιάδες Χιλιανοί στην εξορία είχαν την ευκαιρία να τον δουν να διευθύνει συναυλίες με τα αγωνιστικά τραγούδια της Πατρίδας του και της μουσικής του, καλώντας τους λαούς στον αγώνα για την ζωή και ευτυχία σε αυτή τη γη».

Ο Νερούδα ανέφερε στα απομνημονεύματά του: «Ο Τσε μού είχε πει ότι διάβασε πολλές φορές το "Κάντο Χενεράλ" μου σε κείνους τους πρώτους σεμνούς και δοξασμένους γενειοφόρους». Αυτό, ίσως, εξηγεί γιατί το «Κάντο Χενεράλ» έγινε και ένα από τα αγαπημένα ακούσματα του Φιντέλ Κάστρο.

Ξεχωριστές στιγμές ήταν οι μεγάλες συναυλίες που έδωσε και με το συγκεκριμένο έργο ο Θεοδωράκης στην Αβάνα το 1981. Η στήριξη, άλλωστε, του Θεοδωράκη στο Νησί της Επανάστασης ξεκινά από τα πρώτα χρόνια, όταν ο συνθέτης είχε επισκεφθεί την Κούβα το 1962.

Τραγουδώντας για τη Γιουγκοσλαβία το 1999

Eurokinissi

Τραγουδώντας για τη Γιουγκοσλαβία το 1999
«Αντάμωσε με τον κομαντάντε Φιντέλ Κάστρο και τον Ερνέστο Τσε Γκεβάρα με τους οποίους σφυρηλάτησε μια σπουδαία φιλία» έγραψε η πρεσβεία της Κούβας στην Ελλάδα αποχαιρετώντας τον.

Σταθερά «στις επάλξεις» του διεθνισμού

Σταθερά στήριζε τη φιλία και την αλληλεγγύη με τον τουρκικό λαό. Οπως μας θύμισε και με αναρτήσεις του ο μεγάλος Ζουλφί Λιβανελί, μαζί ίδρυσαν την Ενωση Ελληνοτουρκικής Φιλίας πραγματοποιώντας εκατοντάδες συναυλίες. Ανάμεσα στα δεκάδες μηνύματα που τον αποχαιρετούν ξεχωρίζει αυτό του ΚΚ Τουρκίας για τον Μίκη που «υποστήριζε πάντα την αδελφική φιλία των λαών της Ελλάδας και της Τουρκίας. Θα συνεχίσει τον αγώνα του όντας τραγούδι στα στόματα των κομμουνιστών και επαναστατών σε όλο τον κόσμο. Το έργο του θα είναι ζωντανό στον αγώνα των κομμουνιστών στην Ελλάδα, στην Τουρκία και σε όλο τον κόσμο!».

Και βέβαια, δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε το θρυλικό «Μαουτχάουζεν» σε στίχους του Ιάκωβου Καμπανέλλη, εμπνευσμένους από το στρατόπεδο συγκέντρωσης και εξόντωσης Μαουτχάουζεν, όπου είχε φυλακιστεί. Είναι πολλοί που το έχουν χαρακτηρίσει ως το καλύτερο έργο για το Ολοκαύτωμα.

Εως το τέλος στήριζε και τον αγώνα του Παλαιστινιακού λαού. Σε συλλυπητήριο μήνυμά του, ο Πρόεδρος της Παλαιστίνης, Μαχμούντ Αμπάς, αναφέρει μεταξύ άλλων: «Θα τον θυμόμαστε με μεγάλη ευλάβεια ως φίλο και υποστηρικτή της δίκαιης υπόθεσής μας, κάτοχο της τιμητικής παλαιστινιακής ιθαγένειας, και φορώντας την παλαιστινιακή μαντήλα».

Με τον Φιντέλ Κάστρο
Με τον Φιντέλ Κάστρο
Ο Μίκης και τα επόμενα χρόνια δεν σταμάτησε να παίρνει ξεκάθαρη θέση μπροστά σε γεγονότα του καιρού μας. Σταθερά συμμετείχε στην έκφραση αλληλεγγύης στους λαούς που δοκιμάζονταν, στα συλλαλητήρια ενάντια σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και τη συμμετοχή της χώρας σε αυτές.

Αξέχαστη είναι η συναυλία που οργάνωσε το 1999 με τη συμμετοχή όλων των μεγάλων Ελλήνων ερμηνευτών ενάντια στους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία από το ΝΑΤΟ. «Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι μπαίνουμε σε έναν νέο μεσαίωνα. Προμηθευτείτε ρουχαλάκια ζεστά, μας περιμένει ένας ιστορικός παγετός», είχε αναφέρει μεταξύ άλλων στην ομιλία του τονίζοντας πως «Βελιγράδι τραγουδάμε για σένα... Το δίκαιο είναι μαζί σας».

Ενώ, πήρε σαφή θέση απέναντι στην προσπάθεια ξαναγραψίματος της Ιστορίας. Δήλωνε στον «Ριζοσπάστη» το 2005 με αφορμή το αντικομμουνιστικό μνημόνιο και το άθλιο κατασκεύασμα της ΕΕ για την εξίσωση του φασισμού με τον κομμουνισμό: «Το Συμβούλιο της Ευρώπης αποφάσισε να αλλάξει την Ιστορία. Να τη διαστρεβλώσει εξισώνοντας τα θύματα με τους θύτες. Τους εγκληματίες με τους ήρωες. Τους κατακτητές με τους απελευθερωτές και τους ναζιστές με τους κομμουνιστές». Και σε άλλο σημείο: «Το Συμβούλιο της Ευρώπης προαναγγέλλει τη μελλοντική δίωξη των Ευρωπαίων κομμουνιστών που δεν έχουν κάνει ακόμα δήλωση μετανοίας σαν κι αυτή που ζητούσαν οι δήμιοι της Γκεστάπο και οι βασανιστές στη Μακρόνησο». Η δήλωση αυτή είχε κάνει τον γύρο του κόσμου, με ξένες εφημερίδες να αναφέρουν: «Ο Μ. Θεοδωράκης στις επάλξεις»...


Αφίσα του Σ. Τζανετάκη που κυκλοφόρησε στο εξωτερικό και αναγράφει «ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΝ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥΣ 1968-1970»
Αφίσα του Σ. Τζανετάκη που κυκλοφόρησε στο εξωτερικό και αναγράφει «ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΝ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥΣ 1968-1970»
«Πολέμησε τον Δεκέμβρη»

«Ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να είναι μόνο με το έργο του κοντά στο λαό, αλλά ακόμα και με την ίδια τη ζωή του. Να βρίσκεται πάντα στο πλευρό του λαού. Και όταν ο λαός χαίρεται και όταν ο λαός πονάει. Εκεί που παλεύει, που ματώνει, που φυλακίζεται, εκεί που νικάει. Να μην ξεχωρίζει τη ζωή του από τη ζωή του εργαζόμενου, τη ζωή του πρωτοπόρου λαϊκού αγωνιστή. Αυτή η στάση δυναμώνει τον λαό. Δυναμώνει, όμως, ακόμα πιο πολύ τον ίδιο τον καλλιτέχνη και ανανεώνει την Τέχνη».

Η Τέχνη και ο Αγώνας έγιναν ένα στη ζωή του. Και γι' αυτό κατάφερε με το έργο του να καταγράψει σαν σεισμογράφος τις διακυμάνσεις της συνείδησης του λαού μας, καθώς τη διαμορφώνουν τα ιστορικά γεγονότα, οι κοινωνικές συνθήκες και οι πολιτικές εξελίξεις. Αλλωστε, μέσα από την Τέχνη του τον λαό και τους αγώνες του θέλησε να υπηρετήσει. Εκεί αφιέρωσε το ταλέντο και τη δημιουργία του. Γι' αυτό και ο λαός τον τίμησε και τον αγάπησε παρά τις αντιφάσεις του.

Ηταν και αυτός μέλος της γενιάς που ανδρώθηκε στην Αντίσταση, που πάλεψε για να έρθουν καλύτερες μέρες στον τόπο μας και γι' αυτή του την απόφαση διώχτηκε, φυλακίστηκε, εξορίστηκε, συνέχισε να παλεύει και να δημιουργεί. Γι' αυτόν, όμως, αυτά ήταν και τα πιο δυνατά και όμορφα χρόνια του. Είχε αναφέρει χαρακτηριστικά στη μεγάλη συναυλία που είχε διοργανώσει το Κόμμα για τα 90χρονά του δίνοντας με μια «πινελιά» τη μεγάλη διαδρομή: «Βρίσκομαι σήμερα εδώ μπροστά σας με μεγάλη συγκίνηση, γιατί τα πιο δυνατά και όμορφα χρόνια μου τα έζησα στις γραμμές του ΚΚΕ. Εθνική Αντίσταση, εμφύλιος πόλεμος, οι διώξεις που ακολούθησαν την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, η βαθιά παρανομία με την ένοπλη προσπάθεια το 1944 μέσα στην Αθήνα, που πνίγηκε στο αίμα, η Ικαρία και η Μακρόνησος, η αναγεννητική προσπάθεια μέσα από την ΕΔΑ και τους Λαμπράκηδες. Η παράνομη δράση με την ίδρυση του Πατριωτικού Μετώπου, δέκα μέρες μετά την επικράτηση της χούντας. Αργότερα, υποψήφιος δήμαρχος του ΚΚΕ στην Αθήνα και τέλος η εκλογή μου ως βουλευτής του Κόμματος το 1981 και το 1985».

Κι αν θα ξεχώριζε μια στιγμή; Τις μέρες του Δεκέμβρη του '44, αυτής της σκληρής ταξικής αναμέτρησης, στην οποία παίρνει μέρος μέσα από τις γραμμές του 1ου Λόχου του 1ου Τάγματος του Εφεδρικού ΕΛΑΣ, που είχε τη βάση του στην Ανω Νέα Σμύρνη. Τον σημαδεύουν τόσο, που θα ομολογήσει πολλά χρόνια αργότερα: «Εάν υπήρχε επιτύμβιο επίγραμμα - κατά το αισχύλειο - που θα επιθυμούσα να χαραχτεί στον τάφο μου, θα ήταν: Πολέμησε τον Δεκέμβρη».

Το τελευταίο «αντίο»

Σιγοτραγουδώντας ένα τραγούδι, μαθαίνοντας μια ιστορία για την πλούσια ζωή και το έργο του, αναπολώντας θύμησες και ξυπνώντας μνήμες, ακουμπώντας ένα λουλούδι έξω από το σπίτι που έμενε, ο λαός αποχαιρετά από την Πέμπτη έναν «δικό του» άνθρωπο, τον Μίκη Θεοδωράκη. Απ' όλες τις γωνιές του κόσμου απλοί άνθρωποι σπεύδουν να αποχαιρετήσουν τον μεγάλο συνθέτη...

Η τελευταία επιθυμία του Μίκη Θεοδωράκη, την οποία είχε μεταφέρει στον Δημήτρη Κουτσούμπα, στην Ρένα Παρμενίδου και τον Γιώργο Αγοραστάκη, ήταν η νεκρώσιμη ακολουθία και η ταφή να πραγματοποιηθούν στην πατρίδα του, τον Γαλατά Χανίων.

Το επιβεβαίωσε και ο δήμαρχος Χανίων Παναγιώτης Σημανδηράκης, δίνοντας την Παρασκευή στη δημοσιότητα επιστολή του Μίκη Θεοδωράκη από το 2013, προς τον τότε δήμαρχο Χανίων Μανώλη Σκουλάκη, με την οποία ζητούσε να ταφεί στον Γαλατά Χανίων. Μάλιστα, ο συνθέτης ανέφερε πως στο κοιμητήριο του Γαλατά Χανίων τού έχει παραχωρηθεί τάφος (που είχε ήδη αποπερατωθεί σύμφωνα με τις οδηγίες του) και πως εκεί βρίσκονται ήδη οι γονείς και ο αδελφός του. Σημείωνε μάλιστα την αντίρρηση της οικογένειάς του να ταφεί στο συγκεκριμένο μέρος και υπογράμμιζε πως «ο νόμος αναγνωρίζει το δικαίωμα του καθενός να αποφασίζει για την τύχη του σώματός του (μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας πάντα)», ζητώντας από τον Μ. Σκουλάκη «η τελευταία επιθυμία μου να κατισχύσει οποιασδήποτε αντίθετης και να πραγματοποιηθεί». Καταλήγοντας, καλούσε τον Μ. Σκουλάκη να ενημερώσει για την επιθυμία του αυτή τον νυν δήμαρχο της πόλης, αν δεν ήταν πλέον στο συγκεκριμένο αξίωμα όταν ο συνθέτης «έφευγε» από τη ζωή.

Στο μεταξύ, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών εξέδωσε την Παρασκευή το μεσημέρι προσωρινή διαταγή που απαγορεύει στα μέλη της οικογένειας του συνθέτη να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια για τον ενταφιασμό του εκλιπόντος, δεδομένου ότι υπάρχει γραπτή η επιθυμία του ίδιου σχετικά με αυτό το θέμα. Τη Δευτέρα προγραμματίζεται να συζητηθούν τα ασφαλιστικά μέτρα λόγω της κατεπείγουσας κατάστασης.

Η σορός του Μίκη Θεοδωράκη σύμφωνα με τελευταίες πληροφορίες την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, τη Δευτέρα το μεσημέρι θα μεταφερθεί στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης όπου θα τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα (Δευτέρα 3 μ.μ. - 7 μ.μ., Τρίτη 10 π.μ. - 7 μ.μ., Τετάρτη 10 π.μ. - 2 μ.μ.).

Την Πέμπτη, τη μέρα που αναμένεται να πραγματοποιηθεί η νεκρώσιμος ακολουθία, η Βουλή θα παραμείνει κλειστή, όπως ανακοίνωσε ο πρόεδρος της Βουλής, Κ. Τασούλας, με σχετική αναφορά του από την Ολομέλεια.

Ολη η κληρονομιά των μεγάλων δημιουργών ανήκει στον λαό

Από τη συναυλία στο γήπεδο Καραϊσκάκη το 1974

Eurokinissi

Από τη συναυλία στο γήπεδο Καραϊσκάκη το 1974
Τα λόγια είναι περιττά μπροστά στην τεράστια συμβολή του Μίκη Θεοδωράκη στον λαϊκό μας πολιτισμό. Η τέχνη του είναι μεγάλη, γιατί είναι δεμένη με τους πόθους, τις αγωνίες και την πάλη των ταπεινών αυτής της Γης. Γι' αυτό και εκείνος ανανέωσε την Τέχνη, άνοιξε νέους δρόμους. Κι ένα από τα μοναδικά στοιχεία που ξεχώρισαν στο έργο του ήταν η σταθερή προσήλωσή του στο ότι η μεγάλη, η υψηλή Τέχνη ανήκει στον λαό, ότι ο λαός έχει τη δύναμη να κατακτήσει ό,τι πιο υψηλό και όμορφο δημιουργεί ο άνθρωπος στην Ιστορία του. Γι' αυτό και, όπως σημειώνει η ΚΕ του ΚΚΕ στον αποχαιρετισμό της, «με ιερή αφοσίωση καλλιέργησε μια τέχνη που ανυψώνει τον λαό».

***

Τις δεκαετίες 1940 - 1960, αφού σπούδασε στα Ωδεία Αθηνών και Παρισιού μουσική σύνθεση και διεύθυνση ορχήστρας, αφιερώθηκε αποκλειστικά στη συμφωνική μουσική. Στη συνέχεια, όπως ο ίδιος αναφέρει, την εικοσαετία από το 1958 - με τη μελοποίηση του «Επιταφίου» - έως και το 1978 αφιερώθηκε στη σύνθεση και διεύθυνση της έντεχνης λαϊκής μουσικής. «Η αλήθεια είναι ότι ανάμεσα σε αυτές τις δύο δραστηριότητες δεν υπάρχουν σύνορα. Και το πιο μεγάλο μου καλλιτεχνικό όνειρο ήταν και είναι το δημιουργικό πάντρεμα ανάμεσα στη συμφωνική και τη λαϊκή μας μουσική. Νομίζω προς την κατεύθυνση αυτή αφιέρωσα ένα μεγάλο κομμάτι του έργου μου», δήλωνε ο συνθέτης στον «Ριζοσπάστη» το 1978. Αυτή η προσπάθεια τον καθιστά μια μοναδική περίπτωση, καθώς κινείται συνεχώς ανάμεσα σε αυτούς τους δύο κόσμους, προσπαθώντας να τους συνενώσει σε έναν και μοναδικό.

Στο χώρο του Πολυτεχνείου με τους Γ. Ρίτσο και Χ. Φλωράκη
Στο χώρο του Πολυτεχνείου με τους Γ. Ρίτσο και Χ. Φλωράκη
Ο ίδιος γνώριζε πως οι μεγάλοι ποιητές ανήκουν στον λαό, μόνο που δεν διέθετε τα απαραίτητα «κλειδιά» για να μπορέσει να τους προσεγγίσει, να «ξεκλειδώσει» τα μυστικά τους. «Κάνοντας τραγούδι και βάζοντας στα χείλη του λαού τη μεγάλη ποίηση, είναι σαν να του πρόσφερα αυτό το σπάνιο κλειδί να ανοίξει τις μεγάλες πόρτες και να μπει στο μαγικό κόσμο της λόγιας τέχνης». Του χρωστάμε πολλά, αφού είναι ο πρώτος που έβαλε στο στόμα του απλού λαού στίχους όλων των μεγάλων Ελλήνων αλλά και ξένων ποιητών. «Ο ελληνικός λαός τραγουδούσε, στις ταβέρνες, στα γιαπιά, στις εκδρομές, στις συντροφιές, στις διαδηλώσεις, μελωδίες βασισμένες σε αυστηρά ποιητικά κείμενα, που τα χαρακτήριζαν η τελειότητα του λόγου, η τόλμη της εικόνας και η δύναμη της έκφρασης».

***

Η δεκαετία του 1960 είναι από τις πιο δημιουργικές στη μουσική διαδρομή του συνθέτη. Με τη Μικρή Ορχήστρα Αθηνών, που ίδρυσε το 1962, επιδίωξε να απλώσει τη μουσική του, αλλά και σπουδαία έργα στην ιστορία της μουσικής μέσα στους βουερούς δρόμους, στα πανεπιστήμια και τις συνοικίες, στην επαρχία. Ποτέ άλλοτε δεν δέθηκε τόσο πολύ το πολιτικό σύνθημα με την Τέχνη. «Κίνημα Μαχόμενης Κουλτούρας» το είχε ονομάσει.

Να πώς το περιγράφει στον «Ριζοσπάστη». «Το χωριό, η συνοικία και η μικρή επαρχιακή πόλη ήταν σκοτεινές νησίδες χωρίς ίχνος πολιτιστικής ζωής. Η ποίηση, το θέατρο, η ζωγραφική, η γλυπτική, η συμφωνική και λυρική μουσική ήταν κτήματα μιας ελάχιστης κοινωνικής μειοψηφίας.

Μπροστά σε αυτόν τον καθολικό σκοταδισμό μας χρειαζόταν ένα κίνημα δυναμικό, μαχητικό, γιατί ο ταξικός αντίπαλος είχε απόλυτη συνείδηση για τον πολιτικό - ιδεολογικό ρόλο που έπαιζε αυτή η καταδίκη ενός ολόκληρου λαού στην αμορφωσιά και την έλλειψη κάθε επαφής με το "Ωραίο και Αληθινό"...

Επρεπε λοιπόν με κάθε θυσία να σπάσει το φράγμα του σκοταδισμού. Και μιας και ο λαός δεν μπορούσε να πάει προς το έργο τέχνης, τότε θα έπρεπε το έργο τέχνης να πάει στο λαό... Κάθε ζωντανός πνευματικός άνθρωπος και καλλιτέχνης θα έπρεπε να πάει με το έργο του εκεί που ζει και εργάζεται και παλεύει ο λαός. Να μοιραστεί μαζί του τόσο τα όνειρα και τους πόθους του όσο και τους αγώνες, τα βάσανα και τις δοκιμασίες...

Διαλέξαμε σαν αρχή για την προσπάθειά μας τη μουσική της Αναγέννησης, Βιβάλντι, Κορέλλι, Χάιντελ, Μπαχ κ.λπ. Οταν είμαστε έτοιμοι τότε καλέσαμε στο θέατρο "Καλουτά" πολλά εργατικά και φοιτητικά σωματεία και συλλόγους... Το κεντρικό επιχείρημα ήταν το εξής: Ολη η κληρονομιά των μεγάλων δημιουργών ανήκει στο λαό. Μην περιμένετε να σας δώσουν οι άλλοι αυτό που σας ανήκει. Απλώστε το χέρι να το πάρετε. Εμείς θα σας δώσουμε ένα μικρό κομμάτι από τα μουσικά αριστουργήματα που έγραψαν για εσάς ο κύριος Βιβάλντι και ο κύριος Μπαχ...

Νέοι εργάτες, εργαζόμενοι, μαθητές, φοιτητές γέμιζαν ασφυκτικά τις συναυλίες μας κάθε Κυριακή πρωί και Δευτέρα βράδυ. Ισως για πρώτη φορά στην ιστορία της συμφωνικής μουσικής υπήρχε τόσο ενθουσιαστική και πανηγυρική ατμόσφαιρα στη διάρκεια μιας συναυλίας...».

Ο Μίκης είχε την τύχη πριν φύγει να ζήσει την αθανασία του

Μαρία Φαραντούρη

Η Ελλάδα σήμερα ορφάνεψε. Ο Μίκης είναι η έκφραση της ελληνικής ψυχής και με το έργο του έδειξε σε όλο τον κόσμο ότι ελληνισμός σημαίνει πολιτισμός.

Γεννήθηκε με την ευλογία των Μουσών. Μίλησε με την οικουμενική γλώσσα της μουσικής και της ποίησης για τον άνθρωπο, τους αγώνες, τις χαρές και τους καημούς του. Ο Μίκης είναι παγκόσμιος, μα πάνω απ' όλα είναι Ελληνας κι αποτελεί την αντάξια συνέχεια των μεγάλων παραδόσεών μας.

Αγωνίστηκε κι υπέφερε υπερασπιζόμενος την ελευθερία, τη δημοκρατία και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Είχα τη χαρά και την τιμή να υπηρετήσω το μεγάλο του έργο, μια ολόκληρη ζωή, να μοιραστώ μαζί του συγκινητικές στιγμές, την επαφή με τόσους λαούς, τους αγώνες και την ιστορία τους δίνοντας συναυλίες σε ελληνικά και παγκόσμια ακροατήρια.

Ο Μίκης είχε την τύχη πριν φύγει να ζήσει την αθανασία του.

Μας χάρισε το ωραίο ταξίδι, για αυτό θα είναι πάντα κοντά μας σαν να μην έφυγε ποτέ.

Με τη μουσική και τα τραγούδια του θα ενώνει τις καρδιές μας, θα μας ανοίγει καινούργιους κόσμους όπως κάνει κάθε μεγάλη τέχνη που συνομιλεί με την εποχή της και την Ιστορία.

Μίκη μου, με τα χέρια - φτερά σου, όσο ζω θα σε βλέπω πάντα να διευθύνεις τα τραγούδια μας και τα όνειρά μας.

Εχει ξεπληρώσει το χρέος του στην Ιστορία τηρώντας τη ρήση του Αγγελου Σικελιανού: «Μπρος οι δημιουργοί την αχθοφόρα ορμή σας».

Αιώνια ευγνώμονες

Ερη Ρίτσου

Η απώλεια πνευματικών ανθρώπων, ανθρώπων της τέχνης και του πολιτισμού, αφήνει πάντα πίσω της ένα κενό, μια αίσθηση πως η χώρα χάνει ένα πολύτιμο παιδί της.

Ο θάνατος του Μίκη Θεοδωράκη αφήνει ένα τεράστιο, στην κυριολεξία δυσαναπλήρωτο, κενό, γιατί ο Μίκης Θεοδωράκης υπήρξε ένας άνθρωπος που με τη ζωή και το έργο του σημάδεψε τον 20ό και τούτα τα 21 χρόνια του 21ου αιώνα.

Απώλεια για τη χώρα μας αλλά και για τον παγκόσμιο πολιτισμό, καθώς η μουσική του ταξίδεψε παντού στον πλανήτη.

Το έργο που αφήνει πίσω του θα συνεχίσει να μας εμπνέει εμάς και τις επόμενες γενιές. Ο δημιουργός του πέρασε στην Αθανασία, αφήνοντάς μας πολύτιμο κληροδότημα και για τούτο τού είμαστε αιώνια ευγνώμονες.

Τα θεμέλιά του είναι στα βουνά

Γιώργος Νταλάρας

Η Ελλάδα κι ο κόσμος πενθεί. Απνοια. Σαν να κόπηκε ο αέρας. Εφυγε η φθαρτή υπόσταση. Αυτό το δυνατό, στιβαρό σώμα που υπέμεινε καρτερικά και αγόγγυστα, πολέμους, διωγμούς, εξορίες, φυλακές, φάλαγγα, προβοκάτσιες, κυνηγητά. Το πνεύμα όμως μένει. Αυτό το πνεύμα που έκανε την υψηλή ποίηση τραγούδι που ένωσε τον λαό και τον σήκωσε ψηλά. Η βαθιά ψυχή, η γενναιότητα, το ανεξάντλητο έργο που έγινε τραγούδι αξιοπρέπειας και παρηγοριάς, αυτό που ένωσε τους συνανθρώπους μας σε άλλες χώρες, από την Κρήτη μέχρι τη Λατινική Αμερική. Ο Μίκης, ως μέγιστος εθνικός ευεργέτης, προσέφερε απλόχερα τη μουσική του, τα τραγούδια του, τον λόγο του, το υπόδειγμα της ζωής του σε όλο τον κόσμο.

Ανεκτίμητη περιουσία!

Τα θεμέλιά του είναι στα βουνά. Και αυτά τα βουνά καλούμαστε όλοι και κυρίως ο σκεπτόμενος και ο ανήσυχος λαός που τόσο αγάπησε, να σηκώσει τώρα στους ώμους του, όσο αντέξει, αυτή την παρακαταθήκη. Ετσι όπως σήκωνε αυτός στους ώμους έναν αιώνα όλη την Ελλάδα ως τα πέρατα της Γης. Δεν είναι εύκολο ν' αντέξουμε, αλλά θα προσπαθήσουμε!

Μικρό παιδί με πήγε η μάνα μου, συναγωνίστριά του, στη Νέα Σμύρνη να τον δω για πρώτη φορά. Σήκωσα τα μάτια μου ψηλά, πολύ ψηλά, για να τον συναντήσω. Σήμερα τα κατέβασα για πρώτη φορά για να τον δω, για να του πω πόσο τον αγαπάμε και πόση ευγνωμοσύνη του χρωστάμε. Εμείς και ο κόσμος όλος.

Τώρα είναι η ώρα για τη λύπη

Φώντας Λάδης

Τίποτα δεν είναι υπερθετικό, κανένας χαρακτηρισμός δεν είναι υπερβολικός, αν θέλει κανείς να περιγράψει τον Μίκη, την εκρηκτική, επαναστατική - με την πλήρη έννοια της λέξης - προσωπικότητά του. «Περίσσευε» από οποιαδήποτε περιγραφή κι αν επιχειρούσε κανείς να του κάνει. Η όψη, το έργο του, η γενική παρουσία του.

Οταν συνειδητοποιήσουμε κάποια στιγμή πως πέθανε, θα μπορούμε να πούμε: «Ναι, πέθανε ένας μεγάλος Ελληνας, ένας παγκόσμιος καλλιτέχνης, μια βαθιά πολιτική προσωπικότητα, ένας διεθνιστής επαναστάτης. Πέθανε ένας άνθρωπος με μεγάλο ταλέντο στον γραπτό και τον προφορικό λόγο, ένας ακούραστος δουλευτής, ένας γλαφυρός αφηγητής, ένας συνοδοιπόρος με μεγάλη αίσθηση της συλλογικότητας και του χιούμορ, ένας γενναιόδωρος στους νεότερους συνεργάτες του άνθρωπος, ένας μαχητής της Εθνικής Αντίστασης στα χρόνια της Κατοχής και ένας ανήσυχος ηγέτης, με πρωτότυπες ιδέες και πρωτοβουλίες στη συνέχεια».

Εζησε πολύ. Οσο έπρεπε. Ετσι δέθηκε με πολλές γενιές Ελλήνων, ακόμα και με τους σημερινούς νέους. Αυτός και το έργο του.

Με την επανάσταση που έφερε στον χώρο της τέχνης, μαζί με άλλους μεγάλους της γενιάς του, στάθηκε για μας παράδειγμα και παροτρυντικός, προωθητικός παράγοντας.

Προσωπικά, δέθηκα αδιάσπαστα μαζί του στο καλλιτεχνικό, αλλά και στο ανθρώπινο πεδίο. Γι' αυτό κι όταν, καμιά φορά, είχαμε αντιθέσεις και έντονες αντιπαραθέσεις - όπως γίνεται σε κάθε οικογένεια - μου έλεγε συνοφρυωμένος αλλά και λίγο περιπαικτικά: «Την μάνα σου μη την πετροβολάς», θυμίζοντάς μου τον γνωστό στίχο από το έργο «Ενας Ομηρος» του Μπρένταν Μπήαν.

Θα έχουμε καιρό, πάλι και πάλι, να μιλήσουμε για τον Μίκη, να τραγουδήσουμε τα τραγούδια του, να αφηγηθούμε, να θυμηθούμε, να αποτιμήσουμε το πέρασμά του από τον τόπο και από τη ζωή μας, να τον ευχαριστήσουμε.

Τώρα είναι η ώρα για τη λύπη. Για το πένθος, που έρχεται σιγά - σιγά, να μας πικράνει - αναπόφευκτα - με τη βαριά σκιά του.

Που, να 'την, πλησιάζει.

Γεια σου, Μίκη.

47ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΝΕ - «ΟΔΗΓΗΤΗ»
Αφιερωμένη στον μεγάλο δημιουργό η τρίτη μέρα των εκδηλώσεων

Το Κεντρικό Συμβούλιο της ΚΝΕ αφιερώνει την τρίτη μέρα του κεντρικού Φεστιβάλ στην Αθήνα, το Σάββατο 25 Σεπτέμβρη, στον μεγάλο δημιουργό. Αλλωστε, όπως σημείωνε και στην ανακοίνωσή του, «ο Μίκης Θεοδωράκης, προσωπικότητα πολυδιάστατη, ανήσυχη, διαρκώς δημιουργική και παραγωγική, άφησε το δικό του αποτύπωμα στο Φεστιβάλ ΚΝΕ - "Οδηγητή", άλλοτε διευθύνοντας στη σκηνή, άλλοτε μιλώντας από το βήμα.

Ηταν παρών από τα πρώτα Φεστιβάλ βοηθώντας να εδραιωθούν τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού του μεγάλου θεσμού. Στο 8ο Φεστιβάλ υπήρξε μέλος της κριτικής επιτροπής καλλιτεχνικού διαγωνισμού που διοργανώθηκε μαζί με τον Γιάννη Ρίτσο και άλλους συντρόφους. Ξεχωριστή στιγμή και η μεγάλη συναυλία του στο 21ο Φεστιβάλ, αφιερωμένη στην προσπάθεια διάσωσης του Ιστορικού Αρχείου του Κόμματος μετά την καταστροφική πλημμύρα. Συγκινητική ήταν, επίσης, η παρουσία του στο 43ο Φεστιβάλ, το 2017».

Πιο συγκεκριμένα, στην Κεντρική Σκηνή το Σάββατο θα παρουσιαστεί το αφιέρωμα στα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη και του Γιάννη Ρίτσου με τίτλο «Είμαστε πολλοί... Είμαστε όλοι... Βήματα που βαδίζουν σίγουρα στο μέλλον...». Η καλλιτεχνική επιμέλεια και ενορχήστρωση είναι του Μανόλη Ανδρουλιδάκη. Τραγουδούν οι: Ρίτα Αντωνοπούλου, Γιάννης Κότσιρας, Κώστας Τριανταφυλλίδης, Μαρία Φαραντούρη. Στη συνέχεια ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου στη συναυλία του θα παρουσιάσει και τραγούδια από την κοινή πορεία των δύο καλλιτεχνών.

Ακόμα, την Πέμπτη 23 Σεπτέμβρη, στην Κεντρική Σκηνή, στις 23.00, ο Γιώργος Νταλάρας θα πραγματοποιήσει αφιέρωμα στην ποίηση στα τραγούδια του Μίκη. Μαζί του οι Βιολέτα Ικαρη και Ασπασία Στρατηγού.

«Οδηγητής»: Κυκλοφορεί με πολυσέλιδο αφιέρωμα στον Μίκη Θεοδωράκη

Το Σάββατο 4 Σεπτέμβρη θα κυκλοφορήσει το νέο τεύχος του «Οδηγητή» με το σύνθημα «Η γενιά μας να τολμήσει, για να ζήσει όπως της αξίζει» στο εξώφυλλό του.

Η είδηση του θανάτου του Μίκη Θεοδωράκη οδήγησε στην απόφαση να ξανατυπωθεί ο «Οδηγητής», που ήταν ήδη έτοιμος, ώστε να συμπεριλαμβάνει 8σέλιδο αφιέρωμα στη ζωή και το έργο του. Με αυτόν τον τρόπο το Οργανο του ΚΣ της ΚΝΕ αποχαιρετά τον μεγάλο μας μουσικοσυνθέτη, το έργο του οποίου θα συνεχίσει να φλογίζει τις καρδιές των νέων κομμουνιστών και όσων ονειρεύονται και παλεύουν για έναν πιο δίκαιο κόσμο.

Ο «Οδηγητής» στο πρώτο του τεύχος μετά τις πυκνές εξελίξεις του καλοκαιριού, φιλοξενεί άρθρο του Γραμματέα του ΚΣ της ΚΝΕ, Νίκου Αμπατιέλου, πλούσια ύλη για το Φεστιβάλ, ενότητα κειμένων με αφορμή τις καταστροφικές πυρκαγιές του Αυγούστου και δεκάδες άλλα ενδιαφέροντα θέματα.

«Για όλου του κόσμου το ψωμί, το φως και το τραγούδι»*

Οι μεγάλες στιγμές της συνομιλίας της μουσικής του Μ. Θεοδωράκη με την ποίηση του Γ. Ρίτσου

Μαζί, στο 4ο Φεστιβάλ ΚΝΕ - «Οδηγητή», το 1978, στο Περιστέρι
Μαζί, στο 4ο Φεστιβάλ ΚΝΕ - «Οδηγητή», το 1978, στο Περιστέρι
Γιάννης Ρίτσος - Μίκης Θεοδωράκης. Η προσωπική, καλλιτεχνική, δημιουργική σχέση μεταξύ τους κράτησε μια ολόκληρη ζωή χαρίζοντας σε όλους εμάς μερικά από τα πιο δυνατά, τα πιο όμορφα τραγούδια. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του ποιητή προς τον Μ. Θεοδωράκη: «Μέχρι τότε έλεγα ότι κάθε τέχνη είναι αυτάρκης και δεν έχει ανάγκη τη βοήθεια άλλης. Αλλά όταν έγραψες τον "Επιτάφιο" και αργότερα φυσικά τη "Ρωμιοσύνη", είπα, πραγματικά, εδώ είναι ένας δρόμος για να πλησιάσει η ποίηση μέσω της μουσικής εκείνους τους ανθρώπους που δεν θα τους πλησίαζε ίσως ποτέ».

«Επιτάφιος», «Ρωμιοσύνη», «18 λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας», «Οι Γειτονιές του Κόσμου», «7η Συμφωνία». Κάθε δίσκος και μια ιστορία... Κάθε δίσκος δεμένος και με μια ξεχωριστή στιγμή της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας και του λαϊκού κινήματος.

Ο Μ. Θεοδωράκης γνώρισε τον ποιητή Γιάννη Ρίτσο το 1945 στη Λέσχη της ΕΠΟΝ (Ακαδημίας και Κριεζώτου). Σύμφωνα με τα όσα έχει αναφέρει ο συνθέτης στο περιοδικό «Ελίτροχος» (1995), είχε αναλάβει να ανακαλύψει και να συγκεντρώσει τους άξιους νέους ποιητές και συγγραφείς, «τον Κώστα Κοτζιά, τον Τάσο Λειβαδίτη, τον Μιχάλη Κατσαρό και τόσους άλλους, που το όνομά τους θα το γνώριζε κάποτε όλη η Ελλάδα. Ο Ρίτσος, ο Βρεττάκος, ο Ρώτας ήταν αυτοί, που ακούγοντας τα κείμενά τους και συζητώντας μαζί τους μια φορά την εβδομάδα, θα βοηθούσαν ώστε να γεννηθεί μια νέα γενιά ποιητών και συγγραφέων, η Γενιά της Αντίστασης...».

«Μέρα Μαγιού μου μίσεψες...»


Ο «Επιτάφιος» γράφεται από τον Γιάννη Ρίτσο τον Μάη του 1936 και αποτυπώνει την ακατανίκητη δύναμη της εργατικής τάξης όταν συνειδητοποιεί τη δύναμη και την κοινωνική αποστολή της. Ο ποιητής, συγκλονισμένος από την εικόνα της μάνας που θρηνεί τον νεκρό απεργό γιο της, σε τρία μερόνυχτα γράφει τη σύνθεση. Ο «Ριζοσπάστης» εξέδωσε τη συλλογή σε 10.000 αντίτυπα, που πωλήθηκαν σε ελάχιστο διάστημα.

Ο Γ. Ρίτσος έστειλε την ποιητική σύνθεση στον Μ. Θεοδωράκη το 1957, ενώ βρισκόταν στο Παρίσι, με την παρακάτω υποσημείωση: «Το βιβλίο αυτό κάηκε στους στύλους του Ολυμπίου Διός». Ο Μ. Θεοδωράκης έγραψε τη μουσική «μονορούφι», στο περιθώριο του βιβλίου. Στη συνέχεια αντέγραψε όσα τραγούδια χώραγαν σε μια κόλλα και τα έστειλε στον Γ. Ρίτσο. «Απρόσμενα ο Μίκης μού έστειλε ένα γράμμα με την παρτιτούρα του "Επιτάφιου" μέσα. Την έπαιξα μόνος μου στο πιάνο...». Στον «Επιτάφιο» απεικονίζεται το μωσαϊκό της ελληνικής μουσικής. «Η ποίηση του Ρίτσου απελευθέρωσε από μέσα μου όλες αυτές τις μελωδίες... Εχει μέσα και το επτανησιακό, και το κρητικό, και το λαϊκό, και το ρεμπέτικο στοιχείο, αυτά τα ακούσματα που είχα μέσα μου...», θα πει χρόνια αργότερα ο συνθέτης σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ.

Το συγκεκριμένο έργο αποτελεί το ορόσημο για την είσοδο του συνθέτη στον χώρο της λαϊκής μουσικής. Συμπυκνώνοντας τι καινούριο έφερε ο «Επιτάφιος» στην ελληνική μουσική, σημειώνει: «Ηταν ένας κύκλος τραγουδιών. Ηταν ακόμα η καθιέρωση του λαϊκού τραγουδιστή και του λαϊκού μουσικού οργάνου (μπουζούκι) ως αυθεντικών εκφραστών του γνήσιου ποιητικού πάθους. Ηταν, τέλος, μια νέα μορφή επικοινωνίας με την καθιέρωση της λαϊκής συναυλίας, που έσπαζε τους παραδοσιακούς τρόπους παρουσίασης, ερμηνείας και επικοινωνίας και έφερνε σε άμεση επαφή τους δημιουργούς και τους ερμηνευτές με τις μάζες».


Κυκλοφόρησε σε τρεις εκδόσεις. Δύο, το 1960, η μία σε διεύθυνση Μίκη Θεοδωράκη, με ερμηνευτή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και σολίστ στο μπουζούκι τον Μανώλη Χιώτη και η άλλη σε διεύθυνση Μάνου Χατζιδάκι, με τη φωνή της Νάνας Μούσχουρη. Το 1963 έγινε η τρίτη με Θεοδωράκη - Χιώτη και ερμηνεύτρια την Μαίρη Λίντα.

«Αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο»

Το 1945 - '46 ο Ρίτσος γράφει τη «Ρωμιοσύνη». Το 1966 μελοποιείται από τον Μίκη. Είναι χαρακτηριστική η διήγηση του Μίκη για το πώς έγραψε τη «Ρωμιοσύνη» αλλά και για τη μεγάλη λαϊκή συναυλία που πραγματοποιήθηκε στο γήπεδο της ΑΕΚ στη Ν. Φιλαδέλφεια το 1966.

«Τη "Ρωμιοσύνη" μού την είχαν φέρει στο σπίτι γυναίκες κρατουμένων πολλά χρόνια πριν. Είχαν περάσει πρώτα από τον Ρίτσο, που διάλεξε ο ίδιος τα αποσπάσματα από τη "ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ", για να μου τα εμπιστευθεί. Ομως, τα χειρόγραφα σκεπάστηκαν από άλλα. Χάθηκαν. Ξεχάστηκαν. Ωσπου εκείνη ακριβώς τη στιγμή (σ.σ. Γιορτή των Φώτων του 1966) κάποιο χέρι τα ανέσυρε και τα ακούμπησε στο πιάνο. Είχαν προηγηθεί συγκρούσεις στον Πειραιά με την αστυνομία. Ο άγριος ξυλοδαρμός και η κακοποίησή μου, γεγονότα που με επηρέασαν βαθιά. Τόσο που, μόλις διάβασα τον πρώτο στίχο "Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό...", κάθισα, όπως ήμουν λερωμένος με λάσπη και αίματα, και συνέθεσα μονορούφι τη "Ρωμιοσύνη".

Το καλοκαίρι του '66, αποφασίσαμε να κάνουμε το μεγάλο άλμα: Συναυλία σε γήπεδο, μιας και δε μας χωρούσαν πια οι μικρές αίθουσες. Διαλέξαμε την ΑΕΚ στη Ν. Φιλαδέλφεια. Ηταν η πρώτη λαϊκή συναυλία σε ανοιχτό χώρο. Περάσαμε με το αυτοκίνητο και πήραμε απ' το σπίτι τους τον Γιάννη και την Φαλίτσα. Μπροστά στο γήπεδο, καθισμένοι στα καφενεία, οι ηλικιωμένοι άντρες και γυναίκες, όλοι τους αντιστασιακοί, περίμεναν να μπουν πρώτοι.

Τι δεν έκανε η αντίδραση τότε, για να εμποδίσει το λαό να 'ρθει να μας ακούσει! Εκατοντάδες με στολές γύρω γύρω, σαν μπαμπούλες, για να φοβίζουν. Αλλες εκατοντάδες χαφιέδες, για να αναγνωρίζουν και να τρομοκρατούν. Ως και το ηλεκτρικό ρεύμα σταμάτησαν, με αποτέλεσμα να μείνουν στο τούνελ οι συρμοί του Ηλεκτρικού.

Εμείς με τον Ρίτσο βγαίναμε απ' τα αποδυτήρια στο γήπεδο, που ήταν ακόμα άδειο. Κοιτάζαμε τον ουρανό και σαν μέλη κάποιου φανταστικού αρχαίου χορού, φωνάζαμε μισοαστεία - μισοσοβαρά:

- Ελα Λαέ! Νίκησε Λαέ! Λαέ, δείξε τη δύναμή σου!

Και από μέσα, οι γυναίκες μας να μας μαλώνουν, μήπως και μας ακούσει κανείς και μας περάσει για τρελούς... Φαίνεται, όμως, πως οι προσευχές μας εισακούσθηκαν, γιατί αιφνιδίως το στάδιο γέμισε. Λες και ήταν συνεννοημένοι, όρμησαν όλοι μαζί, γυναίκες, άντρες, παιδιά. Ξεχύθηκαν απ' τα σοκάκια και τα στενά...

Παραμέρισαν τη φανερή και τη μυστική τρομοκρατία και έγιναν στην αρχή ένα χαρούμενο, πολύβουο πλήθος, που μας γέμισε αγαλλίαση και αμέσως μετά ένα σιωπηλό, παλλόμενο εσωτερικά εκκλησίασμα (...)

Ο Γιάννης Ρίτσος, καθισμένος ακριβώς πίσω μου, ρουφούσε τη συγκλονιστική στιγμή με όλους τους πόρους της ψυχής του.

Δεν ήταν μόνο η μουσική, η ποίηση, το τραγούδι. Ηταν προπαντός αυτή η μυστική μέθεξη όλων αυτών των χιλιάδων, που μέσα απ' τη "Ρωμιοσύνη" ξαναζούσαν μέσα τους και ξαναδημιουργούσαν ιδεατά το μέγα όνειρο που είχαν όλοι μαζί ζήσει, αφού οι ίδιοι το είχαν πρώτα δημιουργήσει...».

«Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας»

Μέσα σε μια μέρα, στις 16 Σεπτέμβρη του 1968, στην καρδιά της δικτατορίας, ο εξόριστος Γιάννης Ρίτσος, στο Παρθένι της Λέρου, γράφει τα δεκαέξι από τα «Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας». Είχε προηγηθεί κρυφό μήνυμα του εξόριστου στη Ζάτουνα Μ. Θεοδωράκη, που ήθελε να μελοποιήσει ανέκδοτο έργο του ποιητή.

Το χρονικό του έργου περιγράφει ο ίδιος ο Γ. Ρίτσος, το 1973: «Τα "Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας", εκτός απ' το 16 και 17, γράφτηκαν σε μια μέρα - στις 16 του Σεπτέμβρη του 1968 - στο Παρθένι της Λέρου, ύστερ' από μήνυμα του Μίκη Θεοδωράκη με την παράκληση να μελοποιήσει κάτι δικό μου ανέκδοτο. Τα ξαναδούλεψα στο Καρλόβασι της Σάμου το Νοέμβρη του 1969. Το 16 και 17 γράφτηκαν την Πρωτομαγιά του 1970. Το 7 αλλάχτηκε ριζικά το Γενάρη του 1973. Δε σκόπευα να δημοσιεύσω τα Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα κι είχα ζητήσει να μη μεταφραστούν και εκδοθούν, παρά μόνο να τραγουδηθούν. Αλλά, να, που τα περισσότερα δημοσιεύτηκαν κιόλας σε διάφορα ντόπια και ξένα περιοδικά κι έχουν γίνει δύο γαλλικές μεταφράσεις (...) και δεν ξέρω σε πόσες άλλες γλώσσες... Ετσι, δεν υπάρχει πια λόγος να επιμείνω στην αρχική μου απόφαση. Και τα Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα είναι αφιερωμένα στον Μίκη Θεοδωράκη».

Μικρά στιγμιότυπα του χώρου, των ανθρώπων και της ιστορικής μνήμης αποτυπώνονται στην ποιητική σύνθεση, που μελοποιήθηκε στο εξωτερικό και υπήρξε το πρώτο μουσικό έργο του συνθέτη που κυκλοφόρησε αμέσως μετά τη δικτατορία με ερμηνευτές τον Γιώργο Νταλάρα και την Αννα Βίσση. Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε στις 17/1/73 στο «Αλμπερτ Χολ» του Λονδίνου, ενώ η πρώτη ηχογράφησή του έγινε στο Παρίσι, το 1973, με ερμηνευτές τους Μαρία Φαραντούρη, Πέτρο Πανδή, Αφροδίτη Μάνου και Αχ. Κωστούλη.

«Γειτονιές του κόσμου» και «Εβδομη Συμφωνία»

«Οι γειτονιές του κόσμου» γράφτηκαν από το 1949 έως το 1951, κατά τη διάρκεια της εξορίας του ποιητή στη Μακρόνησο και τον Αη Στράτη. Ο Γιάννης Ρίτσος ανασυνθέτει ολόκληρη τη δεκαετία του '40. Κατοχή, Αντίσταση, Απελευθέρωση, οι μέρες του Δεκέμβρη, ο Εμφύλιος, η εξορία είναι τα θέματα γι' αυτό το «τραγούδι», όπως το χαρακτηρίζει ο ποιητής. Ο Μ. Θεοδωράκης μελοποίησε εκτεταμένα αποσπάσματα της μεγάλης αυτής ποιητικής σύνθεσης το 1978. Ενα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε ο δίσκος με ερμηνευτές τους Μαρία Φαραντούρη και Γιάννη Θωμόπουλο, με τη συμμετοχή της Χορωδίας της Τερψιχόρης Παπαστεφάνου και απαγγελία του Γ. Ρίτσου.

Μια άλλη συναρπαστική «συνάντηση» του Μ. Θεοδωράκη με τον ποιητή της «Ρωμιοσύνης» γίνεται στο πεδίο της λόγιας μουσικής, με την «Εβδομη Συμφωνία» του («Εαρινή Συμφωνία», «Το εμβατήριο του ωκεανού», «Η κυρά των αμπελιών»).

* «18 Λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας», Γ. Ρίτσος - Μ. Θεοδωράκης

Κομμουνιστής Αρχάγγελος. Κι όμως υπήρξε...

Η Ζάτουνα, η Ικαρία, οι φυλακές Αβέρωφ, το στρατόπεδο Ωρωπού, η ταράτσα της Μπουμπουλίνας, το κολαστήριο της Μακρονήσου και όλοι εμείς αποχαιρετούμε τον Μίκη Θεοδωράκη, τον τελευταίο αθάνατο Ελληνα.

Την Πέμπτη μάζεψε τα μεγάλα φτερά του και ανελήφθη.

Ενα χρόνο πριν, με επιστολή του στον Δημήτρη Κουτσούμπα, έγραφε:

«Τώρα στο τέλος της ζωής μου, την ώρα των απολογισμών, σβήνουν απ' το μυαλό μου οι λεπτομέρειες και μένουν τα "Μεγάλα Μεγέθη". Ετσι βλέπω ότι τα πιο κρίσιμα, τα δυνατά και τα ώριμα χρόνια μου τα πέρασα κάτω από τη σημαία του ΚΚΕ. Για το λόγο αυτό θέλω να αφήσω αυτόν τον κόσμο σαν κομουνιστής».

* * *

Τον πρωτοείδα μπροστά μου, θεόρατο και γελαστό, στα μέσα της δεκαετίας του '70, στην οδό Ιπποκράτους. Ανήκα στην ομάδα των παιδιών από την ΚΝΕ, που είχαν πάει να βοηθήσουν εθελοντικά στο γραφείο του. Εκεί τον ζούσαμε καθημερινά, ανάμεσα στον Ρίτσο, την Φαραντούρη, τον Κατράκη, τον Πανδή, τον Ηλιού... Εκεί μας παρέσυρε σε διηγήσεις συναρπαστικές, εκεί μας ενέπνεε, εκεί «κοκκίνιζαν τα όνειρά» μας. Η επαφή με αυτόν τον φλεγόμενο γίγαντα πολλαπλασίαζε όσα είχαμε ακούσει και διαβάσει γι' αυτόν!

Δεν ξεχνάω ούτε ένα δευτερόλεπτο από τις συναυλίες του εκείνης της εποχής, με πιο ισχυρή στο χρόνο την εικόνα που διευθύνει με τα ανοιχτά φτερά του, μέσα σε μια θάλασσα από κόκκινες σημαίες.

Είχαμε την τύχη να ζήσουμε στην εποχή του, τραγουδήσαμε παρέα, και μαζί μας στον αιώνα του ήταν κι οι παππούδες μας, οι γονείς μας και τα παιδιά μας.

«Ο καπιταλισμός δημιούργησε μια νέα δυστυχία στον κόσμο»

Το 1998 - σε μια από τις πολλές συναντήσεις μου μαζί του - στην Πρετόρια της Νότιας Αφρικής, γύριζα δύο εκπομπές για την ΕΡΤ. Θα έδινε δύο συναυλίες με το ορατόριο του «Αξιον Εστί», σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, τις οποίες και θα διηύθυνε. Ηταν μαζί ο Γιώργος Νταλάρας, ο Ανδρέας Κουλουμπής, ο Γιάννης Φέρτης και η Λαϊκή Ορχήστρα «Μίκης Θεοδωράκης».


Eurokinissi

Την πρώτη μέρα το πρωί, ο αφηγητής στη συναυλία, ο Γιάννης Φέρτης, με ρωτάει: «Εμαθα πως θα πας στο Σοβέτο για γύρισμα. Να 'ρθω μαζί σου;». «Μεγάλη μας τιμή», του λέω, κι ο Μίκης συμπληρώνει: «Μην αργήσετε όμως, έχει κίνηση στους δρόμους».

Ο Φέρτης μας ακολουθεί στις φτωχογειτονιές και δεν βαρυγκομάει στιγμή για τις ταλαιπωρίες που υφίσταται. Παρασυρμένοι στον απίστευτο κόσμο του γκέτο, ακούγοντας μαρτυρίες για το ξεκίνημα της εξέγερσης των μαύρων κατά του ρατσισμού και της φτώχειας, για τους αγώνες που έδωσαν οι νομπελίστες Μαντέλα και Τούτου, οι οποίοι έζησαν εκεί, σχεδόν ξεχνάμε την πρόβα. Φεύγουμε άρον άρον, όταν εκείνος βλέπει ξαφνικά την ώρα.

Απίστευτη κίνηση στην Πρετόρια. Τρέχουμε σαν τρελοί. Συναντώ τον Μίκη με τις πιτζάμες στο καμαρίνι του. Ξεκουράζεται για λίγο, πριν από την πρόβα. Κάποιος πίσω μου ουρλιάζει: «Είστε τρελοί, θα βγάλετε στην τηλεόραση τον κύριο Θεοδωράκη με τις πιτζάμες;».

Πριν προλάβω ν' απαντήσω, ο Μίκης σηκώνεται από το μικρό ανάκλιντρο και απαντάει: «Ναι, έτσι ακριβώς θα με βγάλει. Ετσι θέλω. Ξεκινάμε;»

Λέω στον κάμεραμαν το πλάνο να είναι γκρο και να μη φαίνεται τι φοράει ο συνθέτης. Ωστόσο, η απόφασή του να βγει στις Ειδήσεις με τις πιτζάμες ήταν εντυπωσιακή!

Μετά, βέβαια, μου έδωσε μια πιο ...καλοντυμένη συνέντευξη, όπου - μεταξύ άλλων - τόνισε: «Ο καπιταλισμός δημιούργησε μια νέα δυστυχία σ' όλο τον κόσμο!».

Μίλησε ακόμη τότε, για το τι συνέβαινε στα σπίτια που κρυβόταν, όταν βρισκόταν στην παρανομία, για το ρόλο της χωροφυλακής, για τις σχολές που εκπαίδευαν βασανιστές, για τις διασυνδέσεις της αστυνομίας με τη Χρυσή Αυγή, για τον ανυπεράσπιστο ελληνικό πολιτισμό κ.ά.

Μια συνέντευξη του 1998, απολύτως σημερινή

«Οταν κρυβόμουν σ' ένα σπίτι και μετά μάθαιναν ποιος ήμουν, μ' έδιωχναν», μου λέει. «Δεν είχα πού να πάω. Κάποτε όμως στέριωσα, όταν με πήγαν να μείνω σ' ένα σπίτι στο Χαϊδάρι, και μάλιστα ως σύντροφο "Αναστασιάδη".

Ζούσε εκεί μια κυρία με την κόρη της. Τους είπαν ότι ήμουν καταζητούμενος από τη δικτατορία κι έπρεπε να με κρύψουν για μερικές μέρες. Αποφάσισαν οι δυο γυναίκες να με κρύψουν στο υπόγειο. Κάποια στιγμή η κόρη με ρωτάει: "Αλήθεια, ακούτε τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, αγαπάτε τη μουσική του;". "Ετσι κι έτσι", της απαντάω. Τότε πάει μέσα και μου φέρνει δίσκους μου. Με πιάσαν τα γέλια και αναγκαστικά φανερώθηκα. Αντί να φοβηθούν αυτές οι γυναίκες, πήγαν εκείνες τελικά στο υπόγειο κι άφησαν εμένα επάνω, σ' ολόκληρο το σπίτι, και με φρόντιζαν σαν πρίγκιπα. Κι όμως, δεν ήταν ενεργά μέλη της Αντίστασης».

-- Ποια εικόνα είναι πιο έντονη από εκείνες τις μέρες;

-- Επειδή αυτό ήταν το μοναδικό σπίτι με τηλέφωνο στην περιοχή, μπαινόβγαινε πολύς κόσμος. Θυμάμαι, λοιπόν, που μου είχαν μια ωραία κρυψώνα πίσω από ένα μεγάλο πιάνο, μου είχαν βάλει κι ένα άνετο μαξιλάρι στο πάτωμα και κρυβόμουν εκεί όταν έρχονταν γείτονες. Εκεί συνέβαινε να κάθομαι κι ολόκληρη τη μέρα για να περνάει η ώρα, έγραφα μουσική.

-- Και το βράδυ;

-- Αργά τη νύχτα με βγάζαν λίγο έξω. Θυμάμαι κάποτε, επειδή επρόκειτο να έρθει επίσκεψη ο αδελφός της ιδιοκτήτριας, μ' έκρυψαν σ' ένα... ντουλάπι! Μακρύ βέβαια. Εμεινα εκεί οριζοντιωμένος και ακίνητος από τις 8 το πρωί μέχρι τις 10 το βράδυ. Μετά αυτός ο παράξενος εγκλεισμός γινόταν όλο και πιο συχνά, όταν υπήρχαν μακράς διάρκειας επισκέψεις στο σπίτι.

Πήρα 10 κιλά από το φαγητό και την ακινησία. Και μόλις πάχυνα, με παρέλαβε η Ασφάλεια για κατανάλωση.

-- Τους ξανασυναντήσατε αυτούς τους ανθρώπους;

-- Βέβαια. Η κυρία Μαρία έζησε κοντά μας, της ζήτησα να μείνει μαζί μας και φρόντιζε τη μητέρα μου μέχρι το τέλος της.

-- Σ' εκείνο το σπίτι, σας συνέλαβαν τελικά, έτσι δεν είναι;

-- Ναι. Και πήγαν φυλακή και η μάνα και η κόρη και ο γιος και η νύφη. Ολοι φυλακίστηκαν εξαιτίας μου.

-- Ξέρετε, σκέφτομαι πως κάποια περιστατικά μπορεί ν' ακούγονται αστεία σήμερα, αλλά τότε που συνέβαιναν ήταν οδυνηρά.

-- Πράγματι. Και λουσμένα στον κρύο ιδρώτα. Η δικτατορία συνέπεσε να γίνει λίγο μετά από τη σφαγή στην Ινδονησία, τότε που γέμισαν οι ποταμοί με πτώματα. Λένε πως σφάχτηκαν 500.000 άνθρωποι, οπότε πιστεύαμε πως ήταν η σειρά μας μετά. Περιμέναμε να μας καθαρίσουν.

-- Ηταν κι εκείνα τα βασανιστήρια - και τα κλασικά και τα εισαγόμενα - εκείνη η θηριωδία που δεν την χωράει ανθρώπινος νους...

-- Οι περισσότεροι βασανιστές μας είχαν εκπαιδευτεί στην Αμερική, κάποια γεγονότα τα έχει περιγράψει κι ο Γαβράς στην «Κατάσταση Πολιορκίας». Πήγαιναν οι αξιωματικοί μας σε ειδικές σχολές βασανιστών στην Αμερική και σπούδαζαν την «τέχνη». Τότε εξειδικεύονταν και στη χρήση ηλεκτροδίων στους βασανισμούς. Αλλοι εκπαιδεύονταν στη βρετανική σχολή, την πιο εκλεπτυσμένη, και άλλοι στην πιο άγρια και βάρβαρη, γερμανική σχολή.

Ημουν πολύ θυμωμένος, πολύ αγανακτισμένος, το θεωρούσα άδικο με τους φόρους μας να τρέφονται αυτοί οι αξιωματικοί και μετά ν' αγοράζουν όπλα για να τα στρέφουν εναντίον μας. Ηταν χυδαίο.

-- Κάνατε τότε, ίσως, κάποιο λάθος στις πρώτες εκτιμήσεις σας;

-- Ναι. Δεν μπόρεσα να προβλέψω αυτήν την άμεση κατάρρευση του ελληνικού λαού. Φοβήθηκε γρήγορα ο κόσμος κι εμείς τότε οι αντιστασιακοί νιώθαμε μεγάλη μοναξιά. Το περίεργο είναι πως λίγα χρόνια πριν, το φρόνημα ήταν υψηλό, η ατμόσφαιρα ήταν αγωνιστική, κάναμε μαραθώνιες πορείες, διαδηλώσεις. Η χούντα ήταν ένα σοκ για το λαό.

-- Ηταν μια άγρια και απάνθρωπη εποχή, μια προέκταση του μετεμφυλιακού κράτους.

-- Ναι, βέβαια, και τότε κρινόσουν από τη στάση σου απέναντι σ' ένα φρούριο που δεν ήταν φτιαγμένο από πέτρες, ήταν φτιαγμένο από αγκάθια. Παντού υπήρχαν ρόπαλα. Είχαμε απέναντί μας μια αστυνομία και μια χωροφυλακή που βασάνιζε, ένα Παλάτι που οργίαζε, ποιος τολμούσε να τα βάλει με αυτό το άγριο καθεστώς; Τότε και λίγο άσχημα να μιλούσε κάποιος, δεν έπαιρνε, π.χ., άδεια αυτοκινήτου, δε διοριζόταν ούτε ως νεκροθάφτης.

Οταν τότε έβγαινε κάποιος και μιλούσε ενάντια στο κατεστημένο, έπαιζε κορόνα - γράμματα τη ζωή του. Θυμήσου μόνο πόσο πολλοί δολοφονήθηκαν επειδή αντέδρασαν, μίλησαν, αγωνίστηκαν. Βλέπουμε όμως ακόμη και σήμερα το φαινόμενο να στήνονται χουντογλέντια από την αστυνομία και να μην κουνιέται φύλλο. Παρατηρώ και έντονη φασιστική νοοτροπία μέσα στους κόλπους της και διασύνδεση με τη Χρυσή Αυγή. Υπάρχει μια επικίνδυνη συνέχεια στο χώρο της.

-- Διαπιστώνετε δηλαδή κάτι που σας ανησυχεί;

-- Καταλήγω στο ότι δεν έχουν ακόμη στερεωθεί καλά οι δημοκρατικοί θεσμοί στη χώρα. Δεν αντιστεκόμαστε στη βαρβαρότητα.

-- Πού οδηγεί τελικά το απάνθρωπο σύστημα μέσα στο οποίο ζούμε;

-- Πιστεύω πως πέρασε η περίοδος της αποθέωσης του καπιταλισμού και τώρα φαίνονται πλέον οι αδυναμίες του, τα φριχτά, τα τραγικά αδιέξοδα που δημιουργεί. Ο καπιταλισμός δημιούργησε μια νέα δυστυχία σ' όλο τον κόσμο! Αυτό αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε νέες σκέψεις, νέες ανακατατάξεις, νέες συγκρούσεις, αλλά και σε νέες λύσεις.

-- Πώς χαρακτηρίζετε την εποχή μας;

-- Εποχή άκρατου εγωισμού, που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε ατομικές και οικογενειακές δυστυχίες.

-- Τι δεν υπερασπιζόμαστε στην Ελλάδα σήμερα;

-- Την ιστορία μας, τη γλώσσα μας, τα ήθη και τα έθιμά μας, τον πολιτισμό μας, δηλαδή δεν υπερασπιζόμαστε την ψυχή της Ελλάδας.

-- Υπάρχει στήριξη του πολιτισμού σήμερα;

-- Κατηγορηματικά όχι! Τα κονδύλια που δίνονται στον πολιτισμό είναι ψίχουλα. Κι αυτό οπωσδήποτε θα το βρούμε μπροστά μας. Μια πολιτιστική επένδυση είναι τελικά οικονομική επένδυση, αλλά θέλει χρόνο και υπομονή. Εμείς παλιά θεωρούσαμε εθνικό ηγέτη μας τον Κωστή Παλαμά. Υπήρχαν αξίες πνευματικές, ηθικές, εθνικές και, όταν ήρθαν τα μεγάλα γεγονότα, ήμασταν δυνατοί να τ' αντιμετωπίσουμε, δε λυγίσαμε.

Ο χρόνος παραμορφώθηκε

Τον Μίκη, που η τέχνη του συνομίλησε με την εποχή του και με την Ιστορία, που μας είπε πως ελληνισμός σημαίνει πολιτισμός, που αναμετρήθηκε με την αδικία, αγωνίστηκε για κοινωνική δικαιοσύνη, που κάποτε μικρό παιδί μοίραζε φαγητό σε σκελετωμένους συμμαθητές του στο σχολείο, που μας ενέπνευσε, μας ξεσήκωσε, που κάποτε μπορεί και να μας ξάφνιασε, να μας θύμωσε, να μας πλήγωσε, αυτόν τον κομμουνιστή Αρχάγγελο πενθούμε.

Τον ευχαριστούμε που κάποτε έπαιξε με δυο νότες και μας τραγούδησε όλος ο κόσμος, που νοιαζόταν για μας στα νησιά της εξορίας του, στις φυλακές, στην παρανομία, που μας περπάτησε στους «Δρόμους του Αρχάγγελου», που γέμισε μουσικές «το όνειρο όλων των πεινασμένων και των αδικημένων», που έβαλε φτερά στη χώρα μας, την ταξίδεψε και τη σύστησε με το δικό του τρόπο στον πλανήτη.

Και ναι:

Ο χρόνος παραμορφώθηκε,

Τα χρόνια που έρχονται παραμορφώθηκαν.

Ξέρεις πού θα με βρεις,

Εγώ ο Φόβος.

Εγώ ο θάνατος.

Εγώ η μνήμη, ανήμερη.

Εγώ η θύμηση της τρυφεράδας του χεριού σου,

εγώ ο καημός της χαλασμένης μας ζωής.

Θα πολιορκώ το «κοίταζε τη δουλειά σου» με την αγωνία μου.

Θα θρυμματίζω τον ύπνο τους μ' άσεμνα, φρικιαστικά βεγγαλικά.

Σφαίρες αμέτρητες θα πέφτουν στους αδιάφορους διαβάτες,

ώσπου ν' αρχίσουν να σφαδάζουν

ώσπου ν' αρχίσουν ν' αναρωτιούνται.

Εμένα δε θα μπορούν να με σκοτώσουν.

Ομως θαρρώ, οι μόνοι που ίσως καταλάβουν θα 'ναι τα παιδιά,

πλούσια απ' την κληρονομιά μας

πρώτη φορά, τα παιδιά

σκληρά στη μνήμη, σκληρά σε μας,

θα διαβάσουν ίσως έγκαιρα

τ' αδέξια μηνύματα των προτελευταίων ναυαγών

διορθώνοντας τα λάθη,

σβήνοντας τα ψέματα,

ονοματίζοντας σωστά, χωρίς ρομαντισμούς τα παιδιά,

χωρίς αναγραμματισμούς ηλικίας

σημαδεμένα από την αστραπή

τη γνώση της μοναξιάς της δύναμης

που σε μας άργησε τόσο πολύ να 'ρθει.


Της
Σεμίνας ΔΙΓΕΝΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ