Και ζητά να σταματήσει η συζήτηση για τις «κόκκινες γραμμές» της Μόσχας
Νέες εκκλήσεις για επέκταση της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ και Ρωσίας απηύθυνε ο Ουκρανός Πρόεδρος Β. Ζελένσκι, με φόντο τον σκληρό γεωπολιτικό ανταγωνισμό γύρω από τις εκλογές σε Γεωργία και Μολδαβία.
Ο Ζελένσκι δήλωσε πως η «Δύση» θα πρέπει να παραδεχτεί ότι η Ρωσία «κέρδισε» στη Γεωργία και οδεύει προς «νίκη» και στη Μολδαβία, εκτός κι αν ΗΠΑ - ΝΑΤΟ σταματήσουν να δέχονται τις «κόκκινες γραμμές» της Μόσχας και επιτρέψουν τα χτυπήματα στη ρωσική ενδοχώρα με «δυτικούς» πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς.
«Πρέπει να το αναγνωρίσουμε, στη Γεωργία σήμερα κέρδισε η Ρωσία. Πρώτα πήραν κομμάτι της Γεωργίας, μετά άλλαξαν πολιτική, την κυβέρνηση. Και τώρα η Γεωργία έχει φιλορωσική κυβέρνηση», δήλωσε. Πρόσθεσε δε ότι η Ρωσία οδεύει προς το να κάνει το ίδιο στη Μολδαβία «και θα το κάνουν, εάν φυσικά η Δύση δεν σταματήσει τη συζήτηση περί μη παραβίασης των κόκκινων γραμμών».
Στη Γεωργία, το Γραφείο του εισαγγελέα ανακοίνωσε χθες ότι ξεκινάει έρευνα για πιθανή παραποίηση του εκλογικού αποτελέσματος του Σαββάτου. Τα αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν ανέδειξαν πρώτο το - θεωρούμενο «φιλορωσικό» - κόμμα «Γεωργιανό Ονειρο» με απόλυτη πλειοψηφία, κάτι που τα κόμματα της «φιλοδυτικής» αντιπολίτευσης αποδίδουν σε νοθεία.
Στο πλαίσιο της έρευνας, ανέφερε η Εισαγγελία, θα κληθεί να καταθέσει σήμερα η «φιλοδυτική» Πρόεδρος της Γεωργίας Σ. Ζουραμπισβίλι, που έχει κάνει λόγο για νοθεία επανειλημμένως.
Η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή της Γεωργίας έχει ανακοινώσει ότι το «Γεωργιανό Ονειρο» κέρδισε τις βουλευτικές εκλογές με ποσοστό 54%, έναντι 38% για τον «φιλοευρωπαϊκό» συνασπισμό. Ανακοίνωσε επανακαταμέτρηση στο 14% των εκλογικών τμημάτων.
Η αντιπολίτευση καταγγέλλει ότι η νίκη του «Γεωργιανού Ονείρου» οδηγεί τη χώρα του Καυκάσου στην επιρροή της Μόσχας και απομακρύνει την ένταξή της στην ΕΕ, που αποτελεί στόχο εγγεγραμμένο και στο Σύνταγμα της χώρας. Οι δε υποστηρικτές των «φιλορωσικών» κομμάτων κατηγορούν την αντιπολίτευση ότι θα σύρει τη Γεωργία σε πόλεμο με τη Ρωσία, μετατρέποντάς τη σε «νέα Ουκρανία».
Η Κομισιόν αρνήθηκε να συστήσει την έναρξη διαπραγματεύσεων με τη Γεωργία για την ένταξη στην ΕΕ, απαιτώντας «αλλαγή της πολιτικής πορείας της Τιφλίδας», σύμφωνα με τη χθεσινή ανακοίνωση της Επιτροπής για την πολιτική διεύρυνσης της ΕΕ το 2024.
Για την Ουκρανία και τη Μολδαβία αναφέρεται ότι «η έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων ήταν μια σημαντική αναγνώριση της αποφασιστικότητας» να συνεχίσουν «τις μεταρρυθμίσεις στην πορεία ένταξης στην ΕΕ», «παρά τη συνεχή ρωσική παρέμβαση και τον αντίκτυπο του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας», αναφέρεται.
Στο μεταξύ, χθες έφτασε στη Μόσχα η Βορειοκορεάτισσα ΥΠΕΞ Τσόε Σον Χούι για «στρατηγικές συνομιλίες» με τον Ρώσο ομόλογό της, Σ. Λαβρόφ, εν μέσω καταγγελιών από τη Νότια Κορέα, τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ ότι στη Ρωσία βρίσκονται χιλιάδες Βορειοκορεάτες στρατιώτες.
Σύμφωνα με το Πεντάγωνο, συνολικά 10.000 στρατιώτες από τη Βόρεια Κορέα βρίσκονται ήδη στη Ρωσία, «ένας μικρός αριθμός» των οποίων στη ρωσική μεθοριακή περιφέρεια Κουρσκ, που σε περιοχές της έχουν εισβάλει από τον Αύγουστο ουκρανικά στρατεύματα.
Ο Ουκρανός Πρόεδρος υποστήριξε ότι συνολικά 12.000 Βορειοκορεάτες στρατιώτες θα βρίσκονται «σύντομα» στο ρωσικό έδαφος για να εκπαιδευτούν, ενώ το ΝΑΤΟ δήλωσε πως Βορειοκορεάτες στρατιώτες βρίσκονται στο Κουρσκ.
Η ακριβής αποστολή τους δίπλα στον ρωσικό στρατό παραμένει ωστόσο συγκεχυμένη στο στάδιο αυτό.
Στο μεταξύ, Ρώσοι στρατιωτικοί αναλυτές αναφέρουν την αποστολή πυρομαχικών και πυραύλων από τη Β. Κορέα.
«Η ρωσική πολεμική βιομηχανία παράγει περισσότερα όπλα από όσα λαμβάνει η Ουκρανία», εκτίμησε ο Αλ. Χραμτσίχιν, και η Ρωσία έχει «περισσότερα πυρομαχικά χάρη στη δική της βιομηχανία και στη Βόρεια Κορέα».
Στις αρχές του 2024 το πάγωμα, από το Κογκρέσο, της βοήθειας που παρέχουν οι ΗΠΑ στην Ουκρανία προκάλεσε σημαντικές καθυστερήσεις στον ανεφοδιασμό του ουκρανικού στρατού, «ενώ την ίδια ώρα 3 εκατ. βορειοκορεατικές οβίδες έφτασαν στις ρωσικές αποθήκες», ανέφερε ο Γάλλος στρατηγός Μ. Γκογιά, ιστορικός πολέμου. Παράλληλα η Μόσχα φέρεται να χρησιμοποίησε περίπου 1.600 βορειοκορεατικούς βαλλιστικούς πυραύλους KN-02 εναντίον της Ουκρανίας.
Την ίδια ώρα η πρόοδος των ρωσικών στρατευμάτων στην Ουκρανία είναι συνεχής. Εδώ και πολλές εβδομάδες ο στρατός της Ρωσίας προελαύνει σε πολλά σημεία στο ουκρανικό μέτωπο και σημειώνει εδαφικά κέρδη, αυξάνοντας τις αμφιβολίες για την ικανότητα του Κιέβου να αντιστρέψει την τάση αυτή.
Ο ρωσικός στρατός κατέλαβε 478 τ.χλμ. ουκρανικού εδάφους από την αρχή του Οκτώβρη, τα μεγαλύτερα εδαφικά κέρδη που έχει καταγράψει μέσα σε έναν μήνα από τις πρώτες εβδομάδες του πολέμου, σύμφωνα με ανάλυση του Γαλλικού Πρακτορείου, με βάση τα δεδομένα του αμερικανικού Ινστιτούτου Μελέτης του Πολέμου (ISW). Η Μόσχα ανακοινώνει σχεδόν κάθε μέρα από μία νέα νίκη.
Το Κίεβο ανακοίνωσε την Τρίτη νέα επιστράτευση 160.000 ανδρών, καθώς δυσκολεύεται να βρει νέους στρατιώτες για την αναπλήρωση των τεράστιων απωλειών και την ανανέωση των μαχόμενων δυνάμεων.
Η Ουκρανία και η Ρωσία βρίσκονται στα πρώτα στάδια διαπραγματεύσεων για τον ενδεχόμενο τερματισμό των εκατέρωθεν αεροπορικών πληγμάτων στις ενεργειακές εγκαταστάσεις, αναφέρουν οι «Financial Times», επικαλούμενοι ανώνυμα πρόσωπα που γνωρίζουν το θέμα.
Σύμφωνα πάντα με την εφημερίδα, Ουκρανοί ανώτεροι αξιωματούχοι αναφέρουν ότι το Κίεβο επιδιώκει να επαναλάβει συνομιλίες που τον Αύγουστο είχαν φτάσει κοντά σε μια συμφωνία, και για τις οποίες είχε μεσολαβήσει το Κατάρ.
Οι συνομιλίες, είπαν οι πηγές στους FT, εκτροχιάστηκαν από την επιδρομή που εξαπέλυσαν οι ουκρανικές δυνάμεις εκείνο τον μήνα στη ρωσική περιφέρεια Κουρσκ.
Το Κρεμλίνο διέψευσε το εν λόγω δημοσίευμα, με τον εκπρόσωπο Ντμ. Πεσκόφ να δηλώνει χθες ότι κυκλοφορούν πολλές πληροφορίες «που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα».
Οι πολεμικές βιομηχανίες ζητούν επέκταση και αύξηση του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Αμυντικής Βιομηχανίας
2024 The Associated Press. All |
Αυτό αναφέρει η έκθεση που κατέθεσε χτες στην πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο πρώην Πρόεδρος της Φινλανδίας, Σαουλί Νιινίστο, σε μια περίοδο που η ΕΕ προετοιμάζεται και εξοπλίζεται για μια γενικευμένη ιμπεριαλιστική σύγκρουση με τη Ρωσία και άλλους ανταγωνιστές.
Το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Αμυντικής Βιομηχανίας (EDIP), ύψους 1,5 δισ. ευρώ που προτάθηκε από την Κομισιόν τον Μάρτη, «επικρίνεται» ως «ανεπαρκές» και υπάρχουν σενάρια ότι η ΕΕ θα προτείνει αναδιαμόρφωση του επταετούς προϋπολογισμού της το επόμενο έτος.
«Η τρέχουσα διαθέσιμη χρηματοδότηση από τον προϋπολογισμό της ΕΕ για στρατιωτικές δαπάνες είναι χαμηλότερη από αυτή που απαιτείται υπό το φως του στρατηγικού πλαισίου (...) Αυτό είναι ένα σημαντικό μήνυμα προς τις ΗΠΑ και άλλους βασικούς εταίρους», αναφέρει η έκθεση Νιινίστο, μόλις μια βδομάδα πριν από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, τονίζοντας ότι η ΕΕ πρέπει να στείλει ένα μήνυμα ότι είναι πρόθυμη να πληρώσει για τις στρατιωτικές της δυνατότητες.
«Οι απειλές δεν σταματούν στα σύνορά μας αλλά διαχέονται μεταξύ των διασυνδεδεμένων τομέων της οικονομίας μας», υπογραμμίζει η έκθεση που γράφτηκε κατόπιν αιτήματος της προέδρου της Κομισιόν.
«Τα κράτη - μέλη δεν είναι ακόμη πλήρως προετοιμασμένα για τα πιο σοβαρά πολυδιάστατα σενάρια κρίσης», αναφέρεται.
Ο Νιινίστο υπογραμμίζει δύο βασικά κενά στη «στρατηγική ετοιμότητας» της ΕΕ: Την έλλειψη σαφούς σχεδίου σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης εναντίον ενός κράτους - μέλους και την αδυναμία της ΕΕ να συντονίζει και να ενεργεί από κοινού σε θεσμικά και επιχειρησιακά ζητήματα.
«Η εδαφική ακεραιότητα και η πολιτική ανεξαρτησία κάθε κράτους - μέλους είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Εάν παραβιαστεί η ασφάλεια ενός κράτους - μέλους ή παραβιαστεί η κυριαρχία του, αυτό αφορά άμεσα τα άλλα 26 και την Ενωση συνολικά», αναφέρει η έκθεση, προτείνοντας ουσιαστικά ένα «άρθρο 5» της ΕΕ για «αμοιβαία άμυνα».
Ενδεχόμενη εκλογή του Ντ. Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ θεωρείται ότι θα έχει απρόβλεπτες συνέπειες για τους όρους συμμετοχής της χώρας στο ΝΑΤΟ, τη δέσμευσή τους στην «ασφάλεια» της Ευρώπης και στο «άρθρο 5» του ιμπεριαλιστικού οργανισμού.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει επίσης τονίσει τα σημαντικά κενά στις στρατιωτικές και «αμυντικές» δυνατότητες της Ευρώπης. Η Κομισιόν εκτιμά ότι θα χρειαστούν περίπου 50 δισ. ευρώ την επόμενη δεκαετία για να παραμείνει «ανταγωνιστική» με παγκόσμιους παίκτες όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα.
«Τα κράτη - μέλη θα πρέπει να ενισχύσουν τη συνεργασία τους στην ευρωπαϊκή Αμυνα, επενδύοντας από κοινού περισσότερα για να καλύψουν τα μακροχρόνια κενά στη στρατιωτική και αμυντική βιομηχανική μας ετοιμότητα», προσθέτει η έκθεση και υπογραμμίζει παράλληλα τη σημασία της μακροπρόθεσμης υποστήριξης της ουκρανικής βιομηχανίας με επενδύσεις.
Το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Αμυντικής Βιομηχανίας των 1,5 δισ. ευρώ δεν έχει αρκετό προϋπολογισμό για να καλύψει τους στόχους του, ανέφερε πρόσφατα το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, απηχώντας τις απαιτήσεις των ευρωπαϊκών ομίλων πολεμικής βιομηχανίας.
Σε έγγραφό της η χρηματοοικονομική εποπτική αρχή της ΕΕ «προειδοποίησε» ότι τα χρήματα θα μπορούσαν να καταλήξουν να κατανεμηθούν «αραιά σε ένα ευρύ φάσμα έργων χωρίς μετρήσιμο αντίκτυπο» και συνέστησε τον καθορισμό «ρεαλιστικών στόχων» μέχρι το τέλος του 2027.
Οι ελεγκτές της ΕΕ κάλεσαν επίσης την Επιτροπή να εξετάσει μια μακροπρόθεσμη στρατηγική χρηματοδότησης για την ενίσχυση των «αμυντικών» δυνατοτήτων στο επόμενο 7ετές πρόγραμμα δαπανών της, που θα ξεκινήσει το 2028.
Σε έγγραφο που στάλθηκε στα κράτη - μέλη στις 24 Σεπτέμβρη και επικαλείται το «Euronews», 28 ευρωπαϊκές «αμυντικές» εταιρείες δήλωσαν ότι η οικονομική στήριξη της ΕΕ πρέπει να στοχεύει στον εγχώριο τομέα.
Το βραχυπρόθεσμο σχέδιο «θα πρέπει επίσης να χρησιμεύσει ως δοκιμαστικό για να μάθουμε γρήγορα για ένα πιο μακροπρόθεσμο και πιο φιλόδοξο πρόγραμμα μετά το 2028», ανέφερε η επιστολή την οποία υπογράφουν οι όμιλοι «Leonardo», SAAB, «Airbus», «Rheinmetall» και «Indra».
Η έκθεση Νιινίστο περιλαμβάνει επίσης σχέδια για μεγαλύτερη συνεργασία στις μυστικές υπηρεσίες - ένα αμφιλεγόμενο θέμα για τα κράτη-μέλη.
Ο Nιινίστο προτείνει «να ενισχυθούν οι δομές πληροφοριών της ΕΕ βήμα προς βήμα προς μια ολοκληρωμένη υπηρεσία της ΕΕ για τη συνεργασία πληροφοριών», αναφέροντας την εξουσία «συντονισμού συγκεκριμένων καθηκόντων αντικατασκοπείας».
Αυτό απηχεί μια προηγούμενη δέσμευση, του 2022, από την υπηρεσία εξωτερικής δράσης της ΕΕ, για μεγαλύτερη ικανότητα στην ανάλυση πληροφοριών, βασιζόμενη στις εθνικές υπηρεσίες ασφαλείας, μια κίνηση που, όπως είπε η φον ντερ Λάιεν, θα ήταν προς το συμφέρον των χωρών της ΕΕ λόγω «κοινών διασυνοριακών απειλών».