Σάββατο 1 Ιούνη 2024 - Κυριακή 2 Ιούνη 2024
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
«Ανοιξε και κανένα βιβλίο!... »

Τα σχολεία τελειώνουν και οι διακοπές των μαθητών και των μαθητριών (τουλάχιστον του Δημοτικού και του Γυμνασίου) βρίσκονται επί θύραις. Για τρεις περίπου μήνες οι γονείς θα αναζητούν τρόπους να απασχοληθούν τα παιδιά τους με τρόπο δημιουργικό, ευχάριστο, συμβατό με τις ανάγκες της ηλικίας τους. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται αρχικά οι (δυσεύρετες ή πανάκριβες για το βαλάντιο των περισσότερων εργαζομένων) ομαδικές δραστηριότητες αθλητικού ή πολιτιστικού περιεχομένου. Ομως, το καλοκαίρι θεωρείται μια πολύ κατάλληλη εποχή και για «διάβασμα εξωσχολικό»...

Ωστόσο, τις τελευταίες δεκαετίες βλέπουμε τα παιδιά να απομακρύνονται από το διάβασμα και το βιβλίο, καλύπτοντας όλο και περισσότερο τον ελεύθερο χρόνο τους με άλλες μορφές διασκέδασης και ψυχαγωγίας. Πολλοί γονείς προβληματίζονται και ανησυχούν: Πώς μπορεί το παιδί μου να κάνει μέρος της ζωής του το διάβασμα, να αγαπήσει το βιβλίο και τη λογοτεχνία, να ανακαλύψει μέσα στις σελίδες την ομορφιά, να συναντήσει τη γνώση, την εκφρασμένη και διατυπωμένη εμπειρία και όσα άλλα έχει να του προσφέρει;...

Οι πρόσφατες συναντήσεις της Διατμηματικής Επιτροπής με γονείς, στο πλαίσιο των δράσεων του «κόκκινου Αερόστατου», αλλά και μία πρόσφατη έρευνα του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Εργων του Λόγου (ΟΣΔΕΛ) για την αναγνωστική συμπεριφορά των παιδιών αποτέλεσαν την αφορμή να ασχοληθούμε με ορισμένες πλευρές αυτού του ζητήματος, το οποίο διατηρεί την επικαιρότητά του, τείνοντας να αποκτά και νέες εκφάνσεις.

Διάβασμα: Ευχαρίστηση ή αγγαρεία;

Ποια είναι η σημασία του βιβλίου για ένα παιδί στην εποχή μας; Ποια ανάγκη έρχεται σήμερα να εξυπηρετήσει το διάβασμα ενός βιβλίου; Μήπως είναι μια ξεπερασμένη πια συνήθεια που σταδιακά αντικαθίσταται από τις εκπληκτικές δυνατότητες της ραγδαία αναπτυσσόμενης σύγχρονης τεχνολογίας, δυνατότητες οι οποίες διαμορφώνουν όλο και πιο νέα κανάλια γνώσης και επικοινωνίας ανάμεσα στους ανθρώπους;

Παρά τα καινούργια φαινόμενα, υπάρχει μια γενική συμφωνία ότι η ανάγνωση ανήκει στις καλές συνήθειες της ζωής που, μάλιστα, καλλιεργούνται σε μικρή ηλικία. Με την ανάγνωση εξασκούμαστε στην πειθαρχία, στην υπομονή, στην περισυλλογή, στον στοχασμό, γιατί το βιβλίο επιβάλλει τους δικούς του ρυθμούς και τον δικό του χρόνο ροής της ιστορίας, ανάλογα με το θέμα του και τις δυσκολίες που εμπεριέχει. Μιλώντας για τη σχέση του με αυτήν τη διαδικασία, ο Προυστ τη χαρακτήριζε «εθελούσια δουλεία που μας οδηγεί όμως στην ελευθερία»...

Δυστυχώς, η εμπειρία αλλά και η στατιστική επιμένουν ότι δύσκολα ένα παιδί, που το οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον βρίσκεται μακριά από το βιβλίο και την αναγνωστική διαδικασία, μπορεί να αποκομίσει αισθητική απόλαυση από το διάβασμα και να εντάξει τη συνήθεια αυτή στην καθημερινότητά του. Από την άλλη μεριά, το ευνοϊκό περιβάλλον έχει αποδειχτεί ότι δεν οδηγεί κατ' ανάγκην στη φιλαναγνωσία. Σύμφωνα με την έρευνα του ΟΣΔΕΛ, τα παιδιά των οποίων οι γονείς έχουν υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο και βρίσκονται σε καλύτερη οικονομική κατάσταση αποκτούν στενότερη σχέση με το βιβλίο και το διάβασμα. Σημαντικό ρόλο φαίνεται πως παίζουν και οι αναγνωστικές συνήθειες της μητέρας και του πατέρα (μπορούν, δηλαδή, να γίνουν παράδειγμα προς μίμηση για τα παιδιά τους), πλην όμως η γενική εικόνα δεν αλλάζει θεαματικά.

Και η ανάπτυξη της «φιλαναγνωσίας» είναι, εν πολλοίς, όπως αποδεικνύεται, ζήτημα ταξικό. Το σχολείο είναι ταξικό, το πανεπιστήμιο ακόμα πιο ταξικό. Οι μορφωτικές δυνατότητες είναι και θα εξακολουθήσουν να είναι για τα λαϊκά στρώματα περιορισμένες - και προσανατολισμένες στην εξυπηρέτηση των επιχειρηματικών ομίλων που αναζητούν απλά «καταρτισμένους», πειθήνιους εργαζόμενους - και για τα παιδιά της αστικής τάξης απεριόριστες, αφού και η γνώση αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα. Η σχέση των υποψήφιων αναγνωστών με το βιβλίο δεν μπορεί παρά να ακολουθεί την ίδια περίπου διαδρομή.

Σήμερα, τα παιδιά (από τις πολύ μικρές ηλικίες ως λίγο μετά την είσοδό τους στην εφηβεία) είναι πλέον, σε μεγάλο βαθμό, θύματα της οθόνης, της έτοιμης εικόνας, της πληροφορίας έναντι της γνώσης, της «ευκολίας» έναντι της προσπάθειας για έναν στόχο. Η μεγαλύτερη ηλικία φαίνεται να αυξάνει την απομάκρυνση από το διάβασμα, από την ευχαρίστηση που μπορεί να αποκομίσει ένα παιδί μέσω της αναγνωστικής διαδικασίας, από τα οφέλη της αυτοπειθαρχίας και της αυτοσυγκέντρωσης που απαιτεί η προσήλωση στην εξέλιξη μιας ιστορίας, είτε είναι μυθοπλασία είτε όχι.

Ο «οδικός χάρτης» της ανάγνωσης

Το πώς γίνεται κανείς αναγνώστης, ακροατής και θεατής είναι κατά κύριο λόγο αντικείμενα που πρέπει να εντάσσονται στην εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά τα προγράμματα του σχολείου σε καμιά από τις δύο πρώτες βαθμίδες δεν περιλαμβάνουν τέτοιας κατεύθυνσης ύλη. Αντίθετα, τείνουν να «ξεφορτώνονται» με ραγδαίους ρυθμούς και τα «καλλιτεχνικά» μαθήματα, άρα η ειδική γνώση και η απαραίτητη εξάσκηση προκειμένου να εντρυφήσει κανείς στα έργα τέχνης και στη λογοτεχνία είναι εκτός προγράμματος. Ποιος ο λόγος να αντιληφθεί ο μαθητής, για παράδειγμα, ότι η ανάγνωση ενός λογοτεχνικού βιβλίου δεν εξαντλείται άπαξ;... Η πρώτη φορά οδηγεί μόνο στο πρώτο επίπεδο της ιστορίας, ενώ η δεύτερη, η τρίτη, η τέταρτη λειτουργούν όπως τα σκαλιά μιας κλίμακας που πηγαίνει τον αναγνώστη ακόμα πιο ψηλά. Οπωσδήποτε, οι συνταγές μαγειρικής που περιέχουν τα βιβλία της γλώσσας δεν διαθέτουν παραπάνω επίπεδα, οπότε γιατί να μπει κανείς στον κόπο;... Η βαθιά γνώση της τέχνης και της λογοτεχνίας είναι «πολυτέλεια», την οποία η κοινωνία του κέρδους και της εκμετάλλευσης πετάει - όπως τόσες άλλες σύγχρονες ανάγκες - στην «ατομική» και «οικογενειακή ευθύνη».

Μαζί με την απουσία προσανατολισμού προς την κατεύθυνση της «φιλαναγνωσίας» από τα εκπαιδευτικά προγράμματα, ας μετρήσουμε και την ανυπαρξία μέριμνας για τις σχολικές «βιβλιοθήκες». Συνήθως παρατημένες στην τύχη τους, καταδικασμένες στον λήθαργο και στην απαξία, χωρίς βιβλιοθηκονόμους, χωρίς τη στοιχειώδη προστασία για τα βιβλία, βρίσκονται κυριολεκτικά στο έλεος κανενός «φιλαναγνώστη» εκπαιδευτικού...

Κατά συνέπεια, η αναγνωστική διαδικασία, αντί να αποτελεί αντικείμενο επιστημονικής προσέγγισης, στηρίζεται εξολοκλήρου στην «ερασιτεχνική» ενασχόληση των υποψήφιων αναγνωστών. Ο καθένας μας θα επιχειρήσει να ανακαλύψει, μόνος και σε όποιον βαθμό μπορεί, τα «μυστικά» της κατάδυσης στο περιβάλλον που έχει δημιουργήσει για το κοινό του ο συγγραφέας. Ετσι, ο αναγνώστης, είτε μικρός είναι είτε μεγάλος, παίρνει το δισάκι του στον ώμο και γίνεται περιηγητής, αφού «διαβάζω» σημαίνει ακριβώς αυτό: Γίνομαι «διαβάτης» σε μιαν άγνωστη και ανεξερεύνητη περιοχή, διασχίζοντας τις σελίδες, ψάχνοντας κι ανακαλύπτοντας θησαυρούς σε μέρη που δεν μπορεί κανείς να φανταστεί αν δεν μπει πρώτα στην περιπέτεια.

Η αντιστοίχιση της ανάγνωσης ενός βιβλίου με ένα περιπετειώδες ταξίδι είναι ισχυρός σύμμαχος του γονέα (ή του εκπαιδευτικού) που θα θελήσει να φέρει ένα παιδί πιο κοντά σε αυτήν τη διαδικασία. Τα παιδιά αγαπούν τη δράση, την περιπέτεια, το μυστήριο. Αλλά μήπως και ο τρόπος με τον οποίο είναι φτιαγμένες οι ιστορίες των βιβλίων δεν αποτελεί μυστήριο;... Ο συγγραφέας έκανε ένα μεγάλο ταξίδι στον χώρο και στον χρόνο, οι αναγνώστες ακολουθούν τα ίχνη που άφησε και, χρησιμοποιώντας τους δικούς του κώδικες, προσπαθούν να ανακαλύψουν τα μονοπάτια του, να εισχωρήσουν στις κρύπτες του, να παρακολουθήσουν τη σκέψη του, να μοιραστούν με δυο λόγια το ταξίδι του που, στη συνέχεια, γίνεται και δικό τους. Για εκείνους κρατά μέχρι να διαβάσουν το βιβλίο, για εκείνον όσον καιρό έκανε να το γράψει.

Μέσα στην ιστορία ενός βιβλίου συμβαίνουν πράγματα «μαγικά»... Τα παιδιά αγαπούν τη μαγεία. Είναι όμως δική μας δουλειά να αντιληφθούν πως η αληθινή «μαγεία» δεν βρίσκεται σε «υπερφυσικά» φαινόμενα και πλάσματα ούτε σε μεταφυσικές αναζητήσεις, αλλά στην οπτική με την οποία αντιμετωπίζουμε τη ζωή. «Μαγικά» αποτελέσματα θα έρθουν αν το κριτήριο που διαμορφώνουμε μας βοηθά ώστε να μη βλέπουμε τις δυσκολίες ως αιώνια μιζέρια, αλλά σαν μια κατάσταση που επιδέχεται αλλαγή και μάλιστα την υπέρτατη αλλαγή, την ανατροπή!

Φυσικά, δεν στρέφονται όλα τα βιβλία στην ίδια κατεύθυνση. Μέσα από αυτά αναπτύσσεται ιδεολογική και πολιτική διαπάλη, με αποτέλεσμα η εκπληκτική περιπέτεια του αναγνώστη να εμπεριέχει και την έννοια του κινδύνου, γιατί δεν υπάρχει ταξίδι χωρίς Κύκλωπες και Λαιστρυγόνες. Εξάλλου, η γνώση ότι το βιβλίο αντιμετωπίζεται σαν εμπόρευμα όχι μόνο από τους περισσότερους εκδότες αλλά και από αρκετούς συγγραφείς μπορεί να γεμίσει με σκεπτικισμό τους γονείς, τους παιδαγωγούς, τους δασκάλους: Πώς να επιλέξουμε;... Τι να προτείνουμε στα παιδιά μας;...

Δεν απαγορεύουμε στα παιδιά μας να διαβάσουν κάτι που θέλουν. Φυσικά, δεν αρκεί ένα παιδί να διαβάσει ένα βιβλίο επειδή απλώς του αρέσει, επειδή κάποιος συγγραφέας γράφει χρησιμοποιώντας μορφές που ελκύουν τις μικρές ηλικίες ή γιατί λέει πράγματα που θωπεύουν τις φαντασιώσεις ή τρέφουν τον εγωισμό του. Ούτε γίνεται κανείς αναγνώστης με την ανάγνωση ενός ή δύο βιβλίων στον ελεύθερο χρόνο του. Για έναν αληθινό αναγνώστη, η αναγνωστική διαδικασία ξεφεύγει εντελώς από τα στενά πλαίσια της αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου, γιατί καταλαμβάνει πολύ μεγαλύτερο μέρος στη ζωή του κι έχει διαφορετικό περιεχόμενο από μια απλή ψυχαγωγική ασχολία.

Η πιο σημαντική προϋπόθεση είναι να μπούμε εμείς οι ίδιοι στην περιπέτεια πριν από τα παιδιά μας. Τότε και μόνο τότε θα μπορέσουμε να τα βοηθήσουμε να ταξιδέψουν, να ονειρευτούν, να οραματιστούν, θα τα οδηγήσουμε σ' ένα παιχνίδι γνώσης και φαντασίας. Αν δεν μπορέσουν να φανταστούν έναν διαφορετικό κόσμο, πώς θα διανοηθούν ποτέ να τον αλλάξουν;...


Εύη ΚΟΝΤΟΡΑ
Συγγραφέας λογοτεχνίας για παιδιά και νέους, μέλος του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, μέλος της Διατμηματικής Επιτροπής για τις μικρότερες ηλικίες της ΚΕ του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ