«Μία από τις μεγαλύτερες αδυναμίες στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος, που καθυστέρησε την υλοποίηση των αναγκαίων αλλαγών και αύξησε το κόστος προσαρμογής, υπήρξε η αδυναμία επίτευξης συναινέσεων. Αντίθετα απ' ό,τι συνέβη στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία. Η αποδυνάμωση του παραδοσιακού δικομματισμού καθιστά αναγκαίο ένα πλαίσιο λειτουργίας κυβέρνησης και Βουλής, που θα διευκολύνει τη συγκρότηση πολυκομματικών κυβερνήσεων, βάσει προγραμματικών συμφωνιών ακόμη και κομμάτων με διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες. Σε αυτό το πλαίσιο, εντάσσονται και αλλαγές που αφορούν τη διάρκεια μιας Βουλής που προκύπτει ύστερα από πρόωρη διάλυση προηγούμενης, το εκλογικό σύστημα, τις εκλογικές περιφέρειες, τον τρόπο εκλογής βουλευτών, τα οικονομικά των κομμάτων κ.ά., προκειμένου η χώρα να διαμορφώσει ένα θεσμικό πλαίσιο που να διευκολύνει τη συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων» (από άρθρο του Φ. Σαχινίδη του ΠΑΣΟΚ στην «Καθημερινή»). Η συζήτηση για θεσμικές αλλαγές, ώστε να επιτυγχάνεται μέσω της λειτουργίας τους η μεγαλύτερη δυνατή στήριξη των αστικών κυβερνήσεων, η συναίνεση με την κυβέρνηση κομμάτων της διαχείρισης που είναι στην αντιπολίτευση έχει ανοίξει. Θα ενισχυθεί οπωσδήποτε μετά τις εκλογές του Μάη και μπροστά στις βουλευτικές. Επικίνδυνη για το λαό αυτή η προοπτική. Η ενίσχυση του ΚΚΕ στις εκλογές του Μάη είναι η μόνη απάντηση στα σενάρια αναμόρφωσης του πολιτικού συστήματος και στις αντιλαϊκές θεσμικές αλλαγές...
«Θα συνεχίσουμε το σημερινό δρόμο, που έχει γίνει πια φανερό σε όλους ότι είναι ο δρόμος της ανθρωπιστικής κρίσης, της τραγωδίας για εκατομμύρια Ελληνες, της ανεργίας, της φτώχειας, και της απόγνωσης; `Η θα ορθώσουμε το ανάστημά μας για μια άλλη πολιτική και μια άλλη Ελλάδα;». Αυτό το δίλημμα έθεσε ο Αλ. Τσίπρας, μιλώντας προχτές στη Σύρο. Αλήθεια, για ποια άλλη πολιτική και ποια άλλη Ελλάδα μιλά, όταν είναι υπέρμαχος της ΕΕ και της Ευρωζώνης, όταν υπόσχεται στήριξη της ανάκαμψης των κερδών του κεφαλαίου; Ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να βάζει στο επίκεντρο τα μνημόνια, η ΝΔ λέει ότι βγαίνουμε από τα μνημόνια. Κρύβουν και οι δύο ότι όσα περιλαμβάνονται στα μνημόνια είναι εργαλεία ανταγωνιστικότητας που υπάρχουν στις Συνθήκες της ΕΕ, από το Μάαστριχτ, τη «Στρατηγική της Λισαβόνας» μέχρι τη «Στρατηγική ΕΕ-2020». Με αυτές τις κατευθύνσεις θα πορεύεται η καπιταλιστική Ελλάδα είτε με κυβέρνηση ΝΔ είτε με ΣΥΡΙΖΑ. Γι' αυτό πρέπει οι εργαζόμενοι, μπροστά στις κάλπες του Μάη να σκεφτούν με κριτήριο τη στάση που κρατούν τα πολιτικά κόμματα απέναντι στο κεφάλαιο και την ΕΕ.
«Η κυβέρνηση της Αριστεράς σκοπεύει να ενθαρρύνει την αυτοδιαχείριση μέσων παραγωγής που εγκαταλείπονται από τους ιδιοκτήτες τους και απαξιώνονται» (Γ. Μηλιός, στην «Εφημερίδα των Συντακτών» 31/3/2014). Δεν είναι πρώτη φορά που ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλλει ως διέξοδο την «αυτοδιαχείριση» επιχειρήσεων που τις κλείνουν οι καπιταλιστές από τους εργαζομένους τους. Αλλά γιατί τις κλείνουν; Επειδή έχουν ζημιές, δεν αποφέρουν μεγάλη κερδοφορία, δεν είναι ανταγωνιστικές. Γιατί αυτές οι επιχειρήσεις θα αντεπεξέλθουν ως «αυτοδιαχειριζόμενες» με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ; Μπορεί οι ιδιοκτήτες τους να έκαναν λάθη και να τις φουντάρισαν, ενώ θα μπορούσαν να εξυγιανθούν και να αντεπεξέλθουν, αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι και «αυτοδιαχειριζόμενες» αυτές οι επιχειρήσεις δεν παύουν να λειτουργούν στο πλαίσιο του καπιταλισμού, του ανταγωνισμού, που είτε θα τις ωθήσει σε εξαγορά και συγχώνευση με μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, οπότε παύει η αυτοδιαχείριση, ή θα τις καταστρέψει. Και στη μια και στην άλλη περίπτωση οι εργαζόμενοι θα είναι οι χαμένοι.