Η προχτεσινή αθλιότητα με τα ραβασάκια για παραπομπή σε δίκη των αγροτοσυνδικαλιστών, για την οποία η κυβέρνηση φέρει ατόφια την ευθύνη, δεν είναι η πρώτη ούτε, όπως όλα δείχνουν, θα είναι η τελευταία. Μάλιστα, η στάση της κυβέρνησης είναι διπλά εξοργιστική, αφού για μια ακόμα φορά κοροϊδεύει κατάμουτρα, κι αφού πρώτα δίνει το «πράσινο φως» για την ένταση της καταστολής, έρχεται να δηλώσει τώρα «αντίθετη στα αγροτοδικεία» και τάχα... προβληματισμένη από τη «βιασύνη» της Δικαιοσύνης. Τα ίδια, θυμίζουμε, έλεγε και πριν από μερικές μέρες, λίγο μετά απ' όταν τα ΜΑΤ χτύπαγαν στο ψαχνό τους εκπαιδευτικούς που διεκδικούσαν μόνιμη και σταθερή δουλειά, ενώ στο «παλμαρέ» της πλέον η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει γράψει την άγρια καταστολή εργατικών κινητοποιήσεων, το χτύπημα σε συνταξιούχους, το αίσχος του «ιδιώνυμου» για τις κινητοποιήσεις ενάντια στους πλειστηριασμούς των σπιτιών των λαϊκών οικογενειών, το χτύπημα καθ' υπόδειξη της αμερικάνικης πρεσβείας στην αντιιμπεριαλιστική κινητοποίηση των φοιτητικών συλλόγων ενάντια στην επέμβαση στη Συρία και πάει λέγοντας. Επιβεβαιώνεται δηλαδή και πάλι ότι η καταστολή είναι απαραίτητο «συμπλήρωμα» της αντιλαϊκής πολιτικής. Και σ' αυτόν το δρόμο η κατρακύλα της κυβέρνησης δεν έχει πάτο.
Στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί. Κι αυτό ισχύει διπλά για την «Αυγή» και τον Π. Τριγάζη, που προσπαθούν να απαντήσουν στα όσα είπε τις προάλλες στη Βουλή η Αλ. Παπαρήγα για το πώς ο ΣΥΡΙΖΑ και γενικά ο οπορτουνιστικός χώρος της «ανανεωτικής αριστεράς» ξέπλενε διαχρονικά τα ιμπεριαλιστικά προσχήματα για το μακέλεμα των λαών, την αλλαγή συνόρων, την εξαπόλυση επεμβάσεων. Απέναντι σ' αυτά, που έχουν γραφτεί στην Ιστορία και δεν ξεγράφουν, ο Π. Τριγάζης παραθέτει επιλεκτικά κάποιες ...προσωπικές αναμνήσεις! Δεν μας είπε όμως για τα χειροκροτήματά τους στη διάλυση της ΕΣΣΔ και στο ντόμινο που αυτή έφερε, καθώς βέβαια και στη συνέχεια στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, δεν μας είπε για τη συμμετοχή στα εθνικιστικά συλλαλητήρια του 1992, δεν μας είπε για την αποθέωση του «δημοκρατικού» Κλίντον αλλά και των «κεντροαριστερών» Ντ' Αλέμα, Ζοσπέν, που μετά βομβάρδιζαν μαζί τη Γιουγκοσλαβία. Δεν μας είπε για τη θέση του ΣΥΝ για την Κοινή Ευρωπαϊκή Πολιτική Αμυνας, για τον ευρωστρατό κ.λπ., δηλαδή για τους μηχανισμούς ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων της ΕΕ, που τις πρόβαλλαν ως «εναλλακτική» στο ΝΑΤΟ. Δεν μας είπε για την υιοθέτηση όλων των προσχημάτων των επεμβάσεων («εθνοκαθάρσεις», «τρομοκρατία») και για την τακτική των ίσων αποστάσεων. Ούτε για το «ναι» στο διχοτομικό «σχέδιο Ανάν». Η αλήθεια είναι ότι ο ΣΥΝ ως μικρό οπορτουνιστικό κόμμα είχε μια αντίφαση: Ηταν κόμμα του «εκ των υστέρων» - ενώ δηλαδή χειροκροτούσε την αιτία και τα προσχήματα, διαμαρτυρόταν για το αποτέλεσμα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων. Αυτή η αντίφαση, τώρα που ο άμεσος απόγονός του, ο ΣΥΡΙΖΑ, κυβερνά πιο ΝΑΤΟικά κι από τους ΝΑΤΟικούς, τείνει να ξεπεραστεί...
Περισσή χαρά προκάλεσε στα κυβερνητικά επιτελεία η αποστροφή του επιτρόπου της ΕΕ Κατάινεν, κατά την ομιλία του στη Βουλή, ότι «βγάζει το καπέλο» στην κυβέρνηση γιατί η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια είναι πρώτη στην «απορροφητικότητα» του ΕΣΠΑ. Το ίδιο άλλωστε επαναλαμβάνουν και τα κυβερνητικά στελέχη, σε μια προσπάθεια να καλλιεργήσουν προσδοκίες στο λαό, ότι από τα χρήματα αυτά «έχει να λαμβάνει» για τις δικές του ανάγκες, εξωραΐζοντας ταυτόχρονα την ιμπεριαλιστική ΕΕ. Τα «ρεκόρ» όμως στην απορροφητικότητα του ΕΣΠΑ δεν σταμάτησαν την αντεργατική επίθεση, αφού ένα μεγάλο μέρος των κονδυλίων αυτών κατευθύνεται άμεσα στη στήριξη αναδιαρθρώσεων που αυξάνουν την εκμετάλλευση (διεύρυνση της «ευελιξίας» στη αγορά εργασίας, επιτάχυνση της συγκέντρωσης σε τομείς της παραγωγής κ.ά.). Ούτε την καταστροφή χιλιάδων αυτοαπασχολούμενων απέτρεψαν, αφού κερδισμένοι από τα προγράμματα επιδότησης και χρηματοδότησης είναι κυρίως οι μεγάλες επιχειρήσεις, που πληρούν τα κριτήρια συμμετοχής. Ούτε τη φτώχεια περιόρισαν, αφού τα κονδύλια αξιοποιούνται για την ανακύκλωσή της και για τη στήριξη των πιο εξαθλιωμένων. Και τέλος, ούτε το λαό προστάτεψαν από πλημμύρες και πυρκαγιές, μιας και τα κονδύλια γι' αυτές τις υποδομές δεν είναι «επιλέξιμα» στο πλαίσιο της πολιτικής που υπηρετεί το κεφάλαιο και τα «ζυγίζει» με τη λογική του «κόστους - οφέλους». Επιβεβαιώνεται δηλαδή ότι τα περιβόητα «ευρωπαϊκά κονδύλια», που προέρχονται από τις θυσίες των λαών της ΕΕ, δεν αφορούν και δεν πηγαίνουν στην κάλυψη των λαϊκών αναγκών, αλλά στηρίζουν με διάφορους τρόπους και από διαφορετικούς δρόμους την καπιταλιστική κερδοφορία.