Η δολοφονική έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού, για την οποία παραμένουν αναπάντητα ερωτήματα, ενεργοποίησε τα αντανακλαστικά όλων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που ανταγωνίζονται για τα συμφέροντα των μονοπωλίων τους στην περιοχή, με ωμές παρεμβάσεις και στρατιωτικές επεμβάσεις σε χώρες της ευρύτερης Μέσης Ανατολής. Λίγα 24ωρα μετά την έκρηξη βρέθηκε στον Λίβανο ο Γάλλος Πρόεδρος Μακρόν, για να υπενθυμίσει σε αντιπάλους και «συμμάχους» το ενδιαφέρον της χώρας του για την περιοχή, λέγοντας μάλιστα ότι πήγε για να βοηθήσει τον λαό και όχι την κυβέρνηση του Λιβάνου. Η ευρωπαϊκή διπλωματία δήλωσε επίσης «παρών» μετά τις εκρήξεις, ενώ η πρεσβεία των ΗΠΑ στη Βηρυτό «τουίταρε» ότι ο λαός του Λιβάνου «αξίζει ηγέτες που τον ακούν και αλλάζουν πορεία για να ανταποκριθούν στα λαϊκά αιτήματα για διαφάνεια και λογοδοσία». Οι παρεμβάσεις αυτές συμπίπτουν με την κλιμάκωση των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων στη χώρα, που συνεχίζονται εδώ και μήνες.
Σαν έτοιμοι από καιρό, ΗΠΑ και ΕΕ αξιοποιούν την καταστροφή που προκάλεσε η έκρηξη για να επέμβουν στα εσωτερικά του Λιβάνου. Οχι βέβαια για τα συμφέροντα του λιβανέζικου λαού, αλλά σε βάρος του, αφού στόχο έχουν να φέρουν στα μέτρα τους τον «χάρτη» της περιοχής και να ανακόψουν την επιρροή των ανταγωνιστών τους. Εχουν μάλιστα το θράσος να εμφανίζοντα ως «προστάτες» των λαϊκών συμφερόντων αυτοί που αιματοκυλούν τη Συρία, διατηρούν στρατεύματα κατοχής στο Ιράκ και υποθάλπουν τη δολοφονική δράση του Ισραήλ! Αυτοί που στήριξαν την «Αραβική Ανοιξη» σε χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, διαμορφώνοντας προϋποθέσεις για ακόμα πιο ωμές επεμβάσεις, που πληρώνουν οι λαοί, όπως τώρα στη Λιβύη. Ο λαός του Λιβάνου είναι ο μόνος υπεύθυνος να διαμορφώσει το μέλλον του. Καμιά δουλειά δεν έχουν τα ιμπεριαλιστικά κοράκια να κλωθογυρνάνε πάνω από το θήραμα, που δεν είναι άλλο από το λιβανέζικο και τους άλλους λαούς της περιοχής.
Η ελαιουργία στη Χαλκιδική είναι η δεύτερη μεγάλη επιχείρηση μετά τη βιομηχανία κρέατος στην Καβάλα όπου καταγράφονται μαζικά κρούσματα κορονοϊού ανάμεσα στους εργαζόμενους, επιβεβαιώνοντας τους μεγάλους κινδύνους από την έλλειψη ουσιαστικών μέτρων προστασίας της υγείας στους χώρους δουλειάς. Το ζήτημα αυτό βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της πάλης των συνδικάτων, όπως έγινε και στην πρώτη φάση της πανδημίας, με κινητοποιήσεις μέσα κι έξω από χώρους δουλειάς, που υποχρέωσαν την εργοδοσία να βάλει το χέρι στην τσέπη και να εξασφαλίσει ένα καλύτερο επίπεδο ασφάλειας για το εκτεθειμένο προσωπικό. Οπως τότε, έτσι και τώρα, όμως, λάμπει διά της απουσίας της η οποιαδήποτε κρατική ευθύνη για την εφαρμογή αυστηρών πρωτοκόλλων Υγείας στους επιχειρηματικούς ομίλους, ειδικά εκεί που απασχολούνται πολλοί εργαζόμενοι και υπάρχει κίνδυνος συγχρωτισμού. Θυμίζουμε ότι και σε άλλες χώρες, στις ΗΠΑ και στην ΕΕ, οι μαζικοί χώροι δουλειάς αναδείχτηκαν σε σοβαρές εστίες διάδοσης του κορονοϊού, εξαιτίας ακριβώς της απροθυμίας των κυβερνήσεων να επιβάλουν μέτρα προστασίας που λογαριάζονται ως «κόστος» ή «ζημιά» από την εργοδοσία. Γι' αυτό άλλωστε και στην Ελλάδα, τα δύο αυτά περιστατικά πέρασαν «στα ψιλά», την ίδια ώρα που απογειώνεται το κήρυγμα περί «ατομικής ευθύνης» και η κυβέρνηση συνεχίζει να κουνάει το δάχτυλο στο λαό.