Τρίτη 4 Γενάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Μετά τη μέθη των πανηγυρισμών

Τα φώτα και τα πυροτεχνήματα για τον εορτασμό του «Μιλένιουμ» έσβησαν πια και από τις πανηγυρικές ιαχές που υψώθηκαν σ' όλη την υψήλιο τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς, έμεινε μόνο ο απόηχος, που χάνεται κι αυτός λίγο, λίγο, «Φινίτα λα μούζικα, πασάτα λα φιέστα». Τελείωσε η μουσική, πέρασε η γιορτή και ο μικρός πλανήτης μας, χωρίς στρας και ζητωκραυγές πορεύεται ήδη στο νέο αιώνα και τη νέα χιλιετία, κουβαλώντας τις πληγές του και τους στεναγμούς των μυριάδων Σισύφων της «παγκοσμιοποιημένης» κοινωνίας.

Ετσι, τώρα που πέρασε η μέθη των πανηγυρισμών για το «Μιλένιουμ» και ο νους μας ξαναγίνεται νηφάλιος, θα μπορούσαμε, νομίζω, να ρωτήσουμε τον εαυτό μας: τι γιορτάσαμε με τόση φρενίτιδα προχτές; Την πορεία ενός δίκαιου και ειρηνικού κόσμου προς ένα φωτεινό μέλλον, οπότε δίκαιοι οι πανηγυρισμοί ή την οπισθοδρόμηση ενός κόσμου άδικου και αλυσοδεμένου προς το σκοτεινό παρελθόν του οπότε προς τι οι φωταψίες και οι χαρμόσυνες μολπές;

Αυτός ο απλός διαλογισμός σαφώς θα μας οδηγήσει στη δεύτερη σκέψη και τότε θα καταλάβουμε ότι το βράδυ της Πρωτοχρονιάς παγιδευτήκαμε λίγο - πολύ όλοι. Και ασυναίσθητα, υποδεχόμενοι το 2000, σηκώσαμε το ποτήρι μας και ευχηθήκαμε «χρόνια πολλά» στην κοινωνική αδικία, στην εκμετάλλευση, στην κυριαρχία των ισχυρών επί των αδυνάτων, στην καταρράκωση όλων των ηθικών κανόνων και την εκμηδένιση της ανθρώπινης αξίας. Και τυφλωμένοι, την ίδια νύχτα, από τις λάμψεις των λέιζερ «ζητωκραυγάσαμε» για τη νέα περίοδο, στην οποία μπαίνει ο κόσμος μας, λησμονώντας ότι εισέρχεται στην 3η χιλιετία φορτωμένος με τα σκελετωμένα παιδιά της Αφρικής, τους σακατεμένους άμαχους της Γιουγκοσλαβίας, τις μαυροφορεμένες μάνες των παιδιών του Ιράκ, που πεθαίνουν, λόγω του εμπάργκο των «ισχυρών», τους ξεριζωμένους από τις εστίες τους πρόσφυγες, τους μικρούς είλωτες των 10 και 12 χρόνων που δουλεύουν για ένα κομμάτι ψωμί και τα άπειρα άλλα θύματα της «τεχνολογικά προηγμένης» και «ευημερούσας» κοινωνίας μας.

Για την πορεία αυτού του θλιβερού κόσμου προς την τρίτη χιλιετία ξεφαντώσαμε τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς και αρνούμαι να δεχτώ ότι οι φιέστες της χιλιετίας στήθηκαν απλώς από επιτήδειους επιχειρηματίες, για να προσποριστούν κέρδη. Το πιθανότερο είναι ότι άλλοι, «εγκέφαλοι» συνέλαβαν πρώτοι την ιδέα των πανηγυρισμών για το «Μιλένιουμ», επιδιώκοντας έτσι να παρασύρουν τα πλήθη σε μια τεχνητή ευδαιμονία, ώστε να μην αναλογιστούν, εκείνη τη νύχτα, πού επιτέλους πάει αυτός ο λαβωμένος κόσμος. Κι ακόμη περισσότερο: Ωθώντας τα πλήθη να συμμετάσχουν στο «πανηρύρι», ίσως να επιδίωκαν να περάσουν σε αυτά το μήνυμα ότι αυτή είναι η κοινωνία της «Νέας Τάξης» και ας τη δεχτούν με όσα ελαττώματα και αν έχει. Ας τη δεχτούν με τις χαοτικές διαφορές μεταξύ τάξεων, με τις τεράστιες οικονομικές ανισότητες μεταξύ των πλουσίων και φτωχών χωρών, με τα ναρκωτικά που θερίζουν τους νέους, με τους ανέστιους που κοιμούνται κάτω από τις γέφυρες ή στα πάρκα,με το ένα δισεκατομμύριο αναλφάβητους και με το ενάμισι δισεκατομμύριο εκείνων που «ζουν» με ένα δολάριο την ημέρα!

Πολλοί ίσως να αντιτείνουν ότι γιορτάζοντας το «Μιλένιουμ» δεν πανηγύρισαν για το πέρασμα του θλιβερού κόσμου μας σε μια καινούρια εποχή, αλλά πανηγύρισαν για την ελπίδα που φέρνει κάθε νέος χρόνος και πολύ περισσότερο μια νέα χιλιετία. Δεκτή η ένσταση, αλλά ας ξέρουν όλοι αυτοί οι συμποσιαστές της αισιοδοξίας ότι η ελπίδα που δε στηρίζεται σε αγώνες είναι ένα βεγγαλικό και τίποτε άλλο. Ενα πυροτέχνημα που καταυγάζει για μια στιγμή τη νύχτα κι έπειτα σβήνει, για να μείνει ο ουρανός πάλι σκοτεινός. Και αυτός ο μαύρος κόσμος που μας περιβάλλει δεν είναι δυνατόν να φωτιστεί με «πυροτεχνήματα». Χρειάζονται «μάχες» και συγκρούσεις για να φύγει η καταχνιά και να αρχίσει πια να ξημερώνει.


Τάσος ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ